.
Το «Τα Κορίτσια της Χρυσής Αυγής» είναι η ταινία ντοκιμαντέρ του Νορβηγού Χόβαρντ Μπούστνες για τις γυναίκες πίσω από τους άντρες της εγκληματικής οργάνωσης. Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά το 2017, αλλά ξαναήρθε στο προσκήνιο μερικές μέρες πριν, όταν και προβλήθηκε δωρεάν στη σελίδα NEWS24/7 για 72 ώρες.
Στο ντοκιμαντέρ, ο Μπούστνες ακολουθεί και ως ένα βαθμό «σκιαγραφεί» τρεις γυναίκες: την Ουρανία, κόρη του Νίκου Μιχαλολιάκου την Τζένη, σύζυγο του Γιώργου Γερμενή και την Δάφνη, μητέρα του Παναγιώτη Ηλιόπουλου, οι οποίες μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα άρχισαν να αποκτούν έναν πιο ηγετικό ρόλο. Μέσα από συζητήσεις που οι γυναίκες αυτές κάνουν τόσο μεταξύ τους, όσο και με τον κοινωνικό τους περίγυρό, ο Νορβηγός επιχειρεί να δείξει το πραγματικό τους πρόσωπο.

Το είδος του ντοκιμαντέρ όπου ο δημιουργός καταγράφει το πρόσωπο που αφορά η ταινία ελπίζοντας να φανερωθούν οι πραγματικές πλευρές της προσωπικότητάς τους δεν είναι καινούργιο. Ένα πολύ γνωστό τέτοιο ντοκιμαντέρ είναι «GeneralIdi Amin Dada: A Self Portrait» (1974), όπου ο σκηνοθέτης Μπάρμπετ Σρέντερ έδωσε την ευκαιρία στον δικτάτορα της Ουγκάντα, Ιντί Αμίν Νταντά, να σκιαγραφήσει τον εαυτό του, σκοπεύοντας, όμως, να κάνει και ο ίδιος μια δεύτερη, λιγότερο κολακευτική, εκδοχή.
Στα θετικά (+) της ταινίας:
Ο Μπούστνες πετυχαίνει τον σκοπό του, ως ένα βαθμό τουλάχιστον. Από πολύ νωρίς βλέπουμε τον τρόπο που η Δάφνη μεγαλώνει τα εγγόνια της, εξοικειώνοντας τα τόσο με το μίσος προς τους ξένους, όσο και με τα όπλα και τη βία. Επίσης, που και που, τα πρόσωπα που καταγράφονται (πρωταγωνιστικά και μη) ξεχνιούνται και, μαζί με τα πιο υπολογισμένα λόγια για το κατεστημένο και τα άλλα πολιτικά κόμματα (των οποίων οι πολλαπλές αποτυχίες όντως έχουν παίξει ρόλο στην ανοδική πορεία της Χρυσής Αυγής), τους ξεφεύγουν και «ατυχή» σχόλια για συνωμοσίες, πολέμους, αλλά και όσους απεχθάνονται, όπως η Λιάννα Κανέλλη κι ο δολοφονημένος Πάυλος Φύσσας.
.

.
Επίσης, μέσα από το ντοκιμαντέρ μας προσφέρει την ευκαιρία να κάνουμε΅ μία ακόμα σημαντική παρατήρηση∙ οι νέοι ηλικιακά άνθρωποι με φασιστικές πεποιθήσεις είναι τρομαχτικά εξοικειωμένοι με την προσποιητή φύση των σύγχρονων μέσων μαζικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Περισσότερο από τα μεγαλύτερα ηλικιακά μέλη. Χαρακτηριστικά, τις λιγοστές φορές που ο Μπούστνες προσπαθεί να την εκθέσει, η Ουρανία δείχνει ότι είναι απολύτως προετοιμασμένη, σχεδόν πάντα με την τέλεια για την εικόνα της Χρυσής Αυγής απάντηση (αν και, ομολογουμένως, ο σκηνοθέτης δύσκολα θα μπορούσε να πιέσει την κατάσταση, αφού θα μπορούσε να του στοιχήσει το ντοκιμαντέρ). Αντιθέτως, η ηλικιωμένη Δάφνη δείχνει, χωρίς πρόθεσή της, πολύ πιο έντονα την πιο άσχημη και αφιλτράριστη πλευρά της εγκληματικής οργάνωσης. Αν και δεν είναι ο μόνος τρόπος να δεις την επικίνδυνη ικανότητα προσαρμογής του φασισμού (υπάρχει πάντα η περίπτωση του Αμερικάνου νεοναζί Ρίτσαρντ Σπένσερ, που για χρόνια ήταν γνωστός ως «πολιτισμένος» υπέρμαχος της λευκής φυλής, με εμφανίσεις ακόμα και στο BBC, μέχρι τη στιγμή που δημοσιεύτηκε ηχογράφηση όπου δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο1), το ντοκιμαντέρ αυτό είναι μακράν ο πιο προσβάσιμος, αν ζεις στην Ελλάδα.
Στα αρνητικά (+) της ταινίας:
Ένα πρόβλημα του ντοκιμαντέρ είναι ότι σε κάποια σημεία φαίνεται ότι ο Μπούστνες δεν είχε όσο υλικό θα ήθελε για να κάνει την ταινία αρκετά μεγάλη. Έτσι, υπάρχουν ορισμένα πλάνα, όπου φαίνεται ότι προσπαθεί να δείξει πόσο άσχημα είναι τα πράγματα μέσω της επιλογής σκοτεινού φωτισμού και απειλητικής μουσικής. Όταν γίνεται αυτό, ο ρυθμός του ντοκιμαντέρ γίνεται αρκετά πιο αργός, με αποτέλεσμα να δίνει την αίσθηση ότι η είναι μεγαλύτερο σε διάρκεια απ’ ότι πραγματικά είναι. Παράλληλα, ακόμα και σε όσα προστέθηκαν στο στάδιο της αποπεράτωσης (όσα γίνονται μετά τα γυρίσματα), ο Νορβηγός σκηνοθέτης δε καταφέρνει να προσθέσει κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον.

Εν τέλει (=), το «Τα Κορίτσια της Χρυσής Αυγής» είναι ένα ντοκιμαντέρ που είναι πιο ενδιαφέρον λόγω του συγκλονιστικού θέματός του, παρά της ικανότητας του σκηνοθέτη στον κινηματογραφικό τομέα ή την αντιμετώπιση φασιστικής ρητορικής.
Βαθμολογία:
5,7 στα 10
.
Φωτογραφικό υλικό