
Ώρα για τις παραδοσιακές και πολυαναμενόμενες λίστες των χειρότερων και καλύτερων παραστάσεων της χρονιάς, ξεκινώντας από τις πρώτες για να πάρουμε την πρώτη «πίκρα» και να καταλήξουμε στις δεύτερες για «γλυκό» κλείσιμο του ετήσιου απολογισμού… Για την ακρίβεια, πρόκειται για το αυθεντικό, ειλικρινές, ουσιαστικό «ταμείο» ποιότητας με καθαρά καλλιτεχνικά κριτήρια, εντελώς ανεπηρέαστα από το οικονομικό ταμείο, τα συνεχή sold out, τους υπερφίαλους διθυράμβους, τα λαμπερά ονόματα, την έντονη προώθηση κλπ. Διότι μιλώντας εν προκειμένω για τις κακές παραστάσεις, έχει αποδειχθεί περίτρανα πως «ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός» ή αλλιώς όποια παράσταση εξυμνείται μεθοδικά και εσκεμμένα σημειώνοντας κατ΄επέκταση ρεκόρ εισπράξεων, ΔΕΝ σημαίνει επουδενί ότι η εμπορική επιτυχία της λόγω διαφήμισης συνεπάγεται και καλλιτεχνική, ενώ στις πλείστες των περιπτώσεων όχι μόνο οι έπαινοι ουδόλως ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, όχι μόνο μετά βίας ανέχεσαι το υποτιμητικό αποτέλεσμα, αλλά ενίοτε καταλήγεις να τραβάς τα μαλλιά σου για την κατάντια, σιχτιρίζοντας όσους δόλια σε παραπλάνησαν για να σου πάρουν από την τσέπη το 20ευρο και να σου προσφέρουν ένα φιάσκο περιωπής… άλλοτε εν γνώσει τους ως ψυχροί έμποροι κι άλλοτε εν αγνοία τους ως ανεπαρκείς κι ατάλαντοι, με μόνιμο θύμα τον άτυχο θεατή…
Και μεταξύ όλων τούτων, δυστυχώς συγκαταλέγεται τελευταία και η κρατική σκηνή της πόλης, το ιστορικό ΚΘΒΕ με την αλλοτινή αίγλη, που κάποτε οι παραστάσεις του αποτελούσαν σημείο αναφοράς και εγγύηση καλλιτεχνικής ποιότητας, με άκρως προσεγμένο ρεπερτόριο, άρτιες παραγωγές, καταξιωμένους συντελεστές, ιδιαίτερα μελετημένες επιλογές σε όλα τα επίπεδα, στοχεύοντας πρωτίστως στην αισθητική και πνευματική αναβάθμιση του θεατρόφιλου κοινού, ως βασική αποστολή μιας κρατικής σκηνής… Ωστόσο τελευταία αυτό που εισπράττουμε είναι είτε μετριότατες ή αδιάφορες παραστάσεις, είτε εμπορικές επιλογές με «κράχτες» και στόχο αποκλειστικά το ταμείο, είτε ανούσια έως άθλια κατασκευάσματα, που επειδή οι ιθύνοντες φορτώνουν με «μπούγιο» αχρείαστων προσώπων επί σκηνής ή με νεωτερίστικες δηθενιές ή με διάρκεια «Μπεν Χουρ» εξαντλώντας την αντοχή μας, θεωρούν ότι προσφέρουν κάτι «αξιόλογο»! Μια κατρακύλα που κάθε χρόνο θαρρείς επιδεινώνεται με εμφανή αντίκτυπο στην προσέλευση θεατών που πλέον έχασαν την πρώην εμπιστοσύνη τους στο ΚΘΒΕ, με συνέπεια στην φετινή λίστα οι παραστάσεις του να κατέχουν σχεδόν το 50% των χειρότερων της χρονιάς!

Οι αιτίες πολλές και σύνθετες αλλά η ανάλυσή τους δεν είναι της παρούσης, καθώς εν προκειμένω καλούμαστε να παραθέσουμε συνοπτικά και χωρίς αξιολογική σειρά τις 10 παραστάσεις που σύμφωνα με τα δικά μας αυστηρά, εντελώς ανεπηρέαστα από σκοπιμότητες και κατά το δυνατόν αντικειμενικά κριτήρια, μας έκαναν να μετανιώσουμε πικρά για το χρόνο που χάσαμε ή μας οδήγησαν ολοταχώς στις… αγκάλες του Μορφέως ή στην χειρότερη τάραξαν το νευρικό μας σύστημα σε σημείο να ψάχνουμε χάπια..
Ας δούμε λοιπόν ποιες είναι αυτές:

Η παράσταση με τη Νένα Μεντή κατέφθασε στην πόλη με φήμη απίστευτης επιτυχίας, φορτωμένη ύμνους και εξαντλημένα εισιτήρια με το «καλημέρα»… για να αποδειχθεί ένας αδιανόητος αχταρμάς που στρίμωξε στον μονόλογο της μοδίστρας τα άπαντα της ιστορίας του τόπου- μέχρι και την τραγωδία των Τεμπών!- με θλιβερή προχειρότητα, ρηχότητα, αμετροέπεια, κοινότυπα τσιτάτα, ανύπαρκτη σκηνοθεσία, ως απαράδεκτη ξεπέτα από μια σπουδαία ηθοποιό, που δεν περιμέναμε ποτέ να υποτιμήσει τόσο πολύ το ταλέντο της και το κοινό για χάρη του ταμείου… Μια πραγματικά σοκαριστική εμπειρία από κάποια που θαυμάζαμε…

Και αίφνης το εμβληματικό έργο του Π. Μάτεσι με το βαθιά δραματικό περιεχόμενο μιας επώδυνης ιστορικής εποχής, κατέληξε από την Υρώ Μανέ- που επιπλέον επωμίστηκε την καλλιτεχνική επιμέλεια- ένα φαιδρό «μιουζικαλέ» κατασκεύασμα, με ευτράπελα, τραγούδια, εμβόλιμο μελό, καρικατούρες, στείρες ερμηνείες, μια Μανέ να αναμασά προηγούμενους ρόλους κλπ. μεταλλάσσοντας με τρόπο ανεπίτρεπτο το πνεύμα του κειμένου και τον χαρακτήρα της τραγικής ηρωίδας Ραραού, στοχεύοντας σε ένα πιασάρικο λαϊκό θέαμα προς μαζική κατανάλωση με μπόλικα εισιτήρια…το λες και ντροπή από μια επίσης άξια ηθοποιό…
- «Μήδεια» (ΚΘΒΕ)

Μια παράσταση που… βρωμούσε ναφθαλίνη στα πρότυπα ξεπερασμένων επιθεωρήσεων, με παλιακά δήθεν αστεία τερτίπια, ασύνδετες κι ασυνάρτητες ιστορίες ξεκάρφωτων προσώπων, προβληματικό ρυθμό, αχρείαστο «σαματά» για το τίποτα και έναν Π. Καναράκη στον πρωταγωνιστικό ρόλο να αναπαριστά την… Ντένη Μαρκορά των «Δύο ξένων», αλωνίζοντας στη σκηνή με ακατανόητη ταυτότητα, περίσσια τσαχπινιά και μπρίο, ενώ το «σκάσε μωρή» ανά δεύτερη ατάκα αναδείχθηκε σε σήμα κατατεθέν του εγχειρήματος… το οποίο ακολουθώντας τετριμμένα και βαρετά επιθεωρησιακά κλισέ, κατάφερε να αποδομήσει πλήρως το σουρεάλ πνεύμα του Μποστ, έστω και αμφιλεγόμενο εν προκειμένω…
- «Ho, ho, ho…» (ΚΘΒΕ)

Η φιλόδοξη δημιουργία της Ρούλας Πατεράκη αποπειράθηκε να προσεγγίσει θεατρικά το έργο και τη ζωή μιας μαθηματικής διάνοιας στο πρόσωπο του Νόιμαν… ωστόσο παρά τις ελάχιστες σκηνοθετικές «εκλάψεις», το χαώδες περιερχόμενο σε ένα ιδιαίτερα εξειδικευμένο αντικείμενο, οι ανούσιες, βαρετές επαναλήψεις, οι ελλείψεις σε θεατρικότητα, ένταση, συναίσθημα, κατέληξαν να κάνουν τις 2,5 συνεχείς ώρες ατέλειωτες έως μαρτυρικές, αποκομίζοντας ως λέξη- κλειδί του πονήματος το… «μαλάκας», λόγω της εμμονικής επανάληψης… Με επιπλέον πρωτοτυπία το μοίρασμα ενός «χάρτη» για την παρακολούθηση των 48 αφηγηματικών μερών για να μη χαθεί η μπάλα, που όμως… έγινε καπνός!
- «Ανατροπές της νύχτας» (ΚΘΒΕ)
Μια ανούσια, άνευ ειρμού και στόχου χωροχρονική περιπλάνηση με συναντήσεις ετερόκλητων ιστορικών προσώπων και συνονθύλευμα ουτοπικών- δυστοπικών καταστάσεων, χωρίς νοηματική συνοχή, στοιχειώδη δομή, καθαρή απεύθυνση,… Πρόκειται για «διανοουμενίστικη» συγγραφική θολούρα και σκηνοθετική δηθενιά, μια κουραστική, άνευρη, αδιάφορη ακροβασία μεταξύ πραγματικού και φανταστικού ή ιστορικού και σουρεαλιστικού, που απαιτούσε να την παρακολουθήσουμε όρθιοι (ένεκα… βιωματική εμπειρία) και να αγωνιζόμαστε να διακρίνουμε λέξεις λόγω συνεχούς βόμβου και ασυγχρόνιστης ομαδικής εκφοράς λόγου, με μόνη λύτρωση την ωριαία διάρκεια και δόξα τω θεώ που μας λυπήθηκε…
Ακόμα ψάχνουμε λόγο που ένα άνευρο κείμενο με στατικές, αδιάφορες, μονότονα επαναλαμβανόμενες αφηγήσεις, στερούμενο δομής, συνοχής, χαρακτήρων, στοιχειώδους θεατρικότητας, γεμάτο ηθικοπλαστικές φλυαρίες με πρέπει και θρησκευτικά κηρύγματα, επιλέχθηκε για παράσταση… που επιπλέον αποδόθηκε με φαιδρό αλαλούμ, ανακατεύοντας στην παντελώς άδεια σκηνή ακατάσχετες αμπελοφιλοσοφίες, στημένες δηθενιές, καρικατούρες από το πουθενά, σε ένα αποτέλεσμα που δεν απείχε πολύ από το «κόβω φλέβα» ή στο πιο αναίμακτο «παίρνω έναν υπνάκο», καθώς όσο κι αν στύψεις το απόλυτο τίποτα δεν πρόκειται να βγάλει στάλα ζουμί…

Κακόπεσε άσχημα το γλυκόπικρο, τρυφερό και έξυπνο έργο του Σταύρου Τσιώλη με τις αλληγορικές προεκτάσεις μιας «δημοπρατημένης» ζωής, εξαιτίας της σκηνοθετικής και υποκριτικής ανεπάρκειας του Αργύρη Μπακιρτζή, του οποίου επιπλέον οι φαιδρές προσθήκες στο πρωτότυπο υποβάθμισαν απαράδεκτα το κείμενο… για να καταλήξει σε ένα αφελές, επιφανειακό, απαξιωμένο και προκλητικά πρόχειρο «σκετσάκι» από κάποιον εμφανώς βαριεστημένο που ανυπομονούσε να το ξεπετάξει και να τελειώνει, χωρίς να αγγίξει ούτε στάλα την βαθιά του δραματικότητα, το πικρό χιούμορ, τον κρυμμένο συμβολισμό, θυσιασμένα σε μια ακατανόητη αρπαχτή…
- «Το τέλος του έρωτα» (ΚΘΒΕ)

Φορτωμένο περγαμηνές και τούτο το κείμενο, βασισμένο σε κοινότυπη, ανέμπνευστη ιδέα περί χωρισμού και δοσμένο συγγραφικά με εντελώς αντιθεατρική φόρμα που εξαντλείται σε μακροσκελείς διαδοχικούς μονολόγους τύπου «μοναχικό παραλήρημα» αντί ζωντανών διαλόγων μεταξύ δύο προσώπων με εκρηκτική σχέση που όμως… δεν αλληλεπιδρούν! Παρά την ελκυστική μουσική ως μόνο δυνατό στοιχείο και την σκηνοθετική προσέγγιση με καλλιτεχνική διάθεση, το αδιάφορο περιεχόμενο με την παράδοξη, κουραστική δομή των μονολόγων, όχι μόνο ουδόλως άγγιξε, αλλά άφησε στυφή επίγευση κάνοντας τη μιάμιση ώρα να μοιάζει ατέλειωτη…

Κι εδώ η παραπλάνηση προκαλεί, καθώς η παράσταση χαρακτηρίζεται «καθηλωτική» με τον Αντώνη Λουδάρο να «υποδύεται 30 ρόλους», ενώ πρόκειται για έναν μετριότατο μονόλογο χωρίς καμιά εμβάθυνση με τα προβλέψιμα βιώματα μιας αμφιλεγόμενης ηθικά τρανς επί ναζιστικής Γερμανίας και η «ενσάρκωση 30 ρόλων» μεταφράζεται απλά σε… ηχογραφημένες φωνές του ηθοποιού και μάλιστα με τόση προχειρότητα που δεν μπήκε καν στον κόπο να τις διαφοροποιήσει στοιχειωδώς! Παρότι εκτιμήσαμε τη φροντισμένη σκηνογραφία και το συγκινητικό φινάλε, βρήκαμε τον ταλαντούχο Λουδάρο εμφανώς κουρασμένο και σίγουρα πολύ κατώτερο των προσδοκιών…
Αναλώνεται σε μια κουραστική φασαρία και άσκοπες επαναλήψεις, στερούμενη ρυθμού, ψυχής και ουσιαστικού βάθους που αποτυγχάνει να συγκινήσει ή να προσφέρει μια ολοκληρωμένη κωμική εμπειρία, αφήνοντας τον θεατή περισσότερο με μια αίσθηση αμηχανίας και κόπωσης παρά με την ικανοποίηση του πηγαίου γέλιου.
Και για να είμαστε δίκαιοι και συνεπείς με τις αξιολογήσεις μας που αποτυπώνονται βαθμολογικά, οφείλουμε να προσθέσουμε στη λίστα εκτός δεκάδας και μερικές ακόμα παραστάσεις άξιες για «χρυσό βατόμουρο» όπως: «Θελεστίνα» (ΚΘΒΕ), «Η Πόλη», «Chek in για 2», «Ιστορία του στρατιώτη», «Οι μεθυσμένοι», «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», «Sea Wall» κλπ.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ: ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ 2025 (δημοσίευση: Παρασκευή 26/12/225)
Χριστούγεννα στην Κουλτουρόσουπα με εορταστικά άρθρα που θα σας κρατήσουν συντροφιά μέχρι το…2026







