Σκοτεινή, τολμηρή πρόκληση ο απρόβλεπτος «ΟΙΔΙΝΟΥΣ». Είδαμε & Σχολιάζουμε…
Κάποιες παραστάσεις είναι βέβαιο ότι δεν απευθύνονται σε αυτό που αποκαλούμε «ευρύ κοινό» ή «μέσο θεατή». Με τη θεματολογία τους και σκηνική απόδοση, επιλέγουν συνειδητά να απευθυνθούν σε ένα κοινό ανοικτό στο «διαφορετικό» ή την πρόκληση, βάσει των οποίων άλλωστε θα κριθούν. Πρόκληση με την έννοια του αντισυμβατικού, του ιδιαίτερου, του μη αναμενόμενου ή κοινά αποδεκτού, ακροβατώντας συχνά πάνω σε λεπτές ισορροπίες, και στο τολμηρό ρίσκο κρύβεται όλη η γοητεία, αλλά και η τάση διχασμού του κοινού σε παρόμοιες συνθήκες. Κάτι σαν την ιδιαίτερη παράσταση «ΟΙΔΙΝΟΥΣ», σε κείμενο Θανάση Τριαρίδη και σκηνοθεσία Λάζαρου Γεωργακόπουλου που παρακολουθήσαμε στο θέατρο BlackBox. Όπου τόσο στο χειροκρότημα όσο και κατά την αποχώρηση, τα αντιφατικά συναισθήματα, μοιρασμένα ανάμεσα σε ενθουσιασμό και απογοήτευση, ήταν εμφανή στις αντιδράσεις των θεατών…
Το έργο πραγματεύεται μια άρρωστη, αφύσικη οικογενειακή συνθήκη, μεταξύ ενός ζευγαριού που ετοιμάζεται να γιορτάσει τα σημαδιακά 18α γενέθλια του γιου τους. Πολύ γρήγορα όμως αποκαλύπτεται ότι πρόκειται για «κατασκευασμένο» πρόσωπο, διότι ο πραγματικός γιος έχει πεθάνει σε ηλικία βρέφους, όμως οι γονείς δεν αποδέχθηκαν το γεγονός του θανάτου και επέλεξαν να βιώνουν για 18 χρόνια μια άρρωστη φαντασίωση, υποκρινόμενοι ότι μεγαλώνουν έναν ανύπαρκτο γιο. Τον οποίο επιπλέον «ενσαρκώνει» όλα αυτά τα χρόνια ο πατέρας ως «παιχνίδι ρόλου», καθώς στο «πρησμένο μυαλό» (Οιδι-νους) ενός φιλολόγου στο επάγγελμα, κυριαρχεί ο τραγικός μύθος του ήρωα με τα «πρησμένα πόδια» (Οιδί-πους) και μέσα από την «προσομοίωση» της αρχαίας τραγωδίας, επιχειρεί να διεισδύσει σε βαθιά υπαρξιακά μυστήρια, αναζητώντας την ταυτότητα της αγάπης. Κρατώντας για τον εαυτό του ταυτόχρονα τους ρόλους του πατέρα Λάϊου και του πατροκτόνου Οιδίποδα, διερευνά/ αιτιολογεί μέσω του διχασμού αμφότερες τις πλευρές και ως «Οιδίνους» διεκδικεί την αιμομικτική ερωτική σχέση με τη μάνα- Ιοκάστη και την εκδίκηση για την αδιαφορία του πατέρα. Γιατί «αγάπη είναι αυτό που δεν πρέπει να καταλάβεις»…
Στην ιδιαίτερη παράσταση και ανεξαρτήτως βαθμού αποδοχής συνολικά, δεν μπορείς να μη θαυμάσεις (+) το ανεξάντλητο δημιουργικό πνεύμα του συγγραφέα Θανάση Τριαρίδη:
– Του οποίου το παρόν κείμενο – παρά τις όποιες υπερβάσεις του- διακατέχεται από «διαβολεμένο» οίστρο έμπνευσης και μόνο με παρόμοιο «εργαλείο» θα μπορούσε κάποιος να συνδέσει τόσο ευφάνταστα έναν αρχαίο μύθο με έναν αστικό, οδηγώντας το εγχείρημα σε καθαρό στόχο. Καθότι η πρωτογενής τραγωδία του Οιδίποδα με τον σκοτεινό «κύκλο αίματος», εμπλέκεται απρόβλεπτα ως ψυχόδραμα στο μυαλό και τη ζωή δύο καθημερινών ηρώων, που βιώνουν ως ζευγάρι αντίστοιχη τραγικότητα, ακραία πάθη και συγκρούσεις, προκειμένου να ανακαλύψουν τις πραγματικές τους ταυτότητες και ρόλους σε συνθήκες οικογένειας. Μιας υγιούς οικογένειας με αγάπη όπως την ονειρεύτηκαν, μέσα από επώδυνη διαδρομή «αρρώστιας» για να φτάσουν στη κάθαρση, έστω κι αν αυτή πρέπει να βαφτεί με αίμα ψυχής… Με τη γυναίκα σταθερό πυλώνα, προορισμένη «να συνεχίσει τη ζωή» και τον άνδρα- παιδί να πορεύεται με ατέλειωτα «γιατί»… Ένα κείμενο με ευφυέστατη σύλληψη, σπάνια δύναμη- εγκεφαλική και ψυχολογική, απρόβλεπτη πλοκή με στοιχεία θρίλερ, βαθείς συμβολισμούς στα δαιδαλώδη παιχνίδια του μυαλού…Τα οποία, θα επισημάνουμε μόνο, ότι σε κάποια σημεία φλέρταραν με την υπερβολή και ίσως τις αυθαίρετες λογικές υπερβάσεις, παρά τη γοητεία τους…
– Δυνατό στοιχείο επίσης της παράστασης οι ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών, Λάζαρου Γεωργακόπουλου και Ευτυχίας Γιακουμή ως τραγικό και ιδιαίτερο ζευγάρι, που κλήθηκαν να υπηρετήσουν ρόλους- πρόκληση με πολλές και δύσκολες όψεις. Ο Λ. Γεωργακόπουλος ως διχασμένη προσωπικότητα ανάμεσα στον «Λάϊο- σύζυγο» και «Οιδίποδα-γιο» που στην τελική λυτρωτική πράξη ταυτίζονται, απέδωσε με περίσσια δραματικότητα στα όρια της παράνοιας, συναίσθημα και ένταση σε λόγο και κίνηση, τις τραγικές κορυφώσεις, τις συγκρούσεις και το πάθος, περνώντας διαδοχικά από τον ρόλο του πατέρα σε αυτόν του γιου με πειστικότητα, ακρίβεια και ιδιαίτερη σημειολογία. Και μια υπέροχη καλοδουλεμένη φωνή επιπλέον, τραγουδώντας άψογα a capela. Η Ε. Γιακουμή, ως συμβολική «Ιοκάστη», όφειλε να υπηρετήσει υποκριτικά μια πολυσύνθετη συνθήκη συζύγου- μάνας- αφύσικης ερωμένης ταυτόχρονα και το έπραξε εξαιρετικά, συνδυάζοντας τη φιγούρα αρχαίας τραγικής ηρωίδας με μια σύγχρονη γυναίκα που παλεύει να νικήσει «με μικρές αποφάσεις» τις άρρωστες συνθήκες γύρω της και «να συνεχίσει τη ζωή», δικαιώνοντας τον αρχετυπικό της ρόλο. Αν εξαιρέσουμε την αμηχανία/ ακινησία των χεριών στα στατικά μέρη, η υπόλοιπη ερμηνεία της υπήρξε εκφραστικότατη, με εσωτερική δύναμη, αισθαντική, με θαυμάσιες ισορροπίες και μια γοητευτική «σκοτεινότητα», ιδανική εν προκειμένω.
– Σε παρόμοια θεματολογία, το σκηνικό είναι συνήθως ανύπαρκτο (και εν πολλοίς αχρείαστο) και μόνον ενδεικτικές/συμβολικές λεπτομέρειες δίνουν το στοιχειώδες στίγμα, όπως εδώ με πολλά αραδιασμένα μπαλόνια, ένα παιδικό καρεκλάκι και μια ζωγραφιά. Ένα στίγμα ενισχυμένο στην παράσταση από δύο γνωστά (και υπέροχα) μουσικά κομμάτια «ενσωματωμένα» στην υπόθεση, ενώ οι φωτισμοί ανέλαβαν την σκοτεινή ατμόσφαιρα και να προβάλλουν τα «τονισμένα» σημεία, παρότι μπορούσαν να συμμετέχουν πιο αποτελεσματικά. Από άποψη κοστουμιών, ένα απλό τζην με λευκό μακώ και ένα μαύρο «πένθιμο» σύνολο, ήταν ό,τι καταλληλότερο για τους καθημερινούς ρόλους.
– Αφήσαμε για το τέλος το κομμάτι της σκηνοθεσίας από τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο, διότι ο συγκεκριμένος τομέας δίχασε με θετικά και αρνητικά (–) στοιχεία. Ο δε διχασμός προέκυψε ενδογενώς από την ίδια την παράσταση, καθώς διακρίθηκε από δύο άτυπα, ανισοβαρή «μέρη». Όπου το πρώτο μισό περίπου κύλησε εντελώς άνευρα, υποτονικά, με μεγάλες κουραστικές παύσεις, επαναλαμβανόμενες ατάκες, στυλιζαρισμένη κινησιολογία, ενώ κάπου στη μέση η πλοκή άρχισε να αποκτά ζωντάνια, ενδιαφέρον και ρυθμό, για να οδηγηθεί σταδιακά σε μια σπαρακτική κορύφωση και ένα φινάλε με εξαιρετικό συμβολισμό. Και ενώ αρχικά η σκηνική δράση αναλώθηκε σε στατικές διαλογικές συζητήσεις πάνω στο ίδιο μοτίβο, προκαλώντας εν μέρει ανία, στη συνέχεια με την εμπλοκή του «γιου», το κλίμα μεταστράφηκε κερδίζοντας πόντο-πόντο το ενδιαφέρον μέχρι την απόλυτη προσήλωση- απαραίτητη άλλωστε για την κατανόηση του «παραληρηματικού» λόγου του ήρωα. Ένα ακραίο παραλήρημα, που ως κεντρικός πυρήνας του έργου, αποδόθηκε με έντονη δραματοποίηση, πάθος και θεατρικότητα χάρη σε εύστοχα ευρήματα, προβάλλοντας την ψυχική (δια)ταραχή, το ανεξέλεγκτο συναίσθημα, τα παράδοξα εγκεφαλικά παιχνίδια γύρω από τον μυθικό Οιδίποδα, οδηγώντας παράλληλα σε διακριτό στόχο με μια θεαματική λύτρωση. Ωστόσο και στο δεύτερο δυνατό μέρος, δεν αποκαταστάθηκαν εντελώς ο ανομοιογενής ρυθμός και οι τραβηγμένες παύσεις…
Εν κατακλείδι (=), θα παραπέμψουμε στον πρόλογο, μιλώντας για μια ιδιαίτερη, τολμηρή παράσταση με απρόβλεπτη θεματολογία- προκλητική για το μυαλό και την ψυχή του θεατή, που οι όποιες αδυναμίες δεν της στερούν τη «σκοτεινή γοητεία»…
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
6 ΣΤΑ 10
—————–
ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΕΩΣ ΚΥΡΙΑΚΗ 18/12/2016 – ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΔΩ
——————
#Κουλτουρόσουπα #kulturosupa #Θεατρομανία #ΕίδαμεΚαιΣχολιάζουμε #ΠίτσαΣτασινοπούλου #BlackBox #Οιδίνους #ΘανάσηςΤριαρίδης #ΛάζαροςΓεωργακόπουλος #ΕυτυχίαΓιακουμή
Φωτογραφικό υλικό