Μετεξεταστέα «Aριστοφανιάδα» παράσταση… Είδαμε & Σχολιάζουμε
Καλοκαίρι 2016. Θέατρο Δάσους. Παράσταση: “Αριστοφανιάδα”. Το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κρήτης και η θεατρική ομάδα ΙΔΕΑ παρουσίασαν ένα πρωτότυπο σενάριο βασισμένο στο συνολικό έργο του Αριστοφάνη, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Κώστα Γακη.
To δελτίο Τύπου αναφέρει: Ο Αριστοφάνης πεθαίνει πάνω σε μια πρόβα τη στιγμή ενός έντονου διαπληκτισμού με τους ηθοποιούς του και πηγαίνοντας στον Άδη προσπαθεί να πείσει τους θεούς του κάτω κόσμου να του χαρίσουν μια εβδομάδα ζωής, ώστε να ανεβάσει το τελευταίο έργο του και .….το πανηγύρι αρχίζει. Mε καταιγιστικούς ρυθμούς παρουσιάζονται μπροστά στα μάτια του κοινούόλοι οι σπουδαίοι ρόλοι, οι κεντρικές συμβάσεις, τα μοτίβα και η δημιουργική ευφυΐα του πατέρα της κωμωδίας.
Στη δραματουργική επεξεργασία της παράστασης όπως και στη σύνθεση των κειμένων συναντάμε την ομάδα ΙΔΕΑ δηλαδή τους Κώστα Γάκη,Κωνσταντίνο Μπιμπή κα Αθηνά Μουστάκα. Και τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι θα παρακολουθήσουμε ένα διαφορετικό ανέβασμα από νέους ανθρώπους που βγάζουν τη γλώσσα στις κλασικές δομές του θεάτρου. Και όπως ήταν αναμενόμενο αυτό είδαμε. Σύμπτυξη νέου και παλαιού, αυτοσαρκασμός και παρουσίαση μιας μεγάλης ποικιλίας θεατρικών ειδών και τεχνικών.

Στα (-) αρνητικά:
Αυτή τη φόρα όμως το συγκεκριμένο σκηνοθετικό μοτίβο δεν κατόρθωσε να εντυπωσιάσει. Το έργο πλάτειαζε επικίνδυνα, σε σημεία του εκφραζόταν ακατανόητα η ενσωμάτωση τόσων πολλών τεχνικών με ταυτόχρονη σχεδόν ταχύτητα όπως πρόζα, μεταμφίεση, τραγούδι. Ο διάλογος μπούκωνε τη ροή του έργου, καταλήγοντας σε ένα υπερβολικό αποτέλεσμα που δεν έδινε τη δυνατότητα στο θεατή να κατανοήσει και να νιώσει τη παράσταση. Υπήρχε μια διαρκής φασαρία στην σκηνή σαν μια απελπισμένη προσπάθεια να ενσωματωθούν μέσα στο έργο τα πάντα με απώτερο σκοπό τη δημιουργία κωμικών στοιχείων. Σε γενικές γραμμές θα λέγαμε ότι κάτι τέτοιο επιτεύχθηκε σε μέτρια κλίμακα καθώς οι αστεϊσμοί της παράστασης δεν έβρισκαν πάντα αποδοχή καλλιεργώντας κόπωση στο θεατρικό.
Ο Κώστας Γάκης ως σκηνοθέτης της παράστασης επιχείρησε να κάνει μία επανάληψη προγενέστερων επιτυχιών του (όπως το εξαιρετικό Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο) δηλαδή να πετάξει τις ναφθαλίνες μέσα από κλασικά έργα και να παρουσιάσει μία νέα θεατρική ιδέα που να κουμπώνει στο σήμερα κουβαλώντας τις αξίες του παρελθόντος. Να σαρκάσει κακώς κείμενα, να αφαιρέσει κομπλεξισμούς και να σου δώσει μια θεατρική πρόταση που να ενστερνίζεται πως το παλιό και το σύγχρονο θέατρο μπορούν να περπατήσουν χέρι-χέρι. Σαν άποψη χαρακτηρίστηκε πρωτότυπη και μεγαλεπήβολη αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσε να εξελιχθεί ούτε σκηνοθετικά αλλά ούτε και συγγραφικά. Το κείμενο που σε πρώτη φάση μας ενθουσίασε, διότι η συγγραφή του αποτέλεσε ένα από τα δυσκολότερα σημεία της διαμόρφωσης του έργου, δεν κατάφερε να κρατήσει το τέμπο της παράστασης ζωντανό.

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να δημιουργήσεις ένα σύγχρονο κείμενο που να εμπεριέχει στοιχεία αρχαίου κειμένου με ρίμες, κωμικότητα, παραλληλισμούς και σύνδεση στο παρόν. Η ιδιαιτερότητα του Αριστοφάνη είναι καταγεγραμμένη εδώ και πολλά χρόνια και αποτελεί πάντα μια δύσκολη δουλειά για τον κάθε σκηνοθέτη και συντελεστή ώστε να διαμορφώσει ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα βρίσκοντας τη χρυσή τομή.
Στα (+) θετικά:
Στον αντίποδα του έργου, αυτή η παράσταση υπήρξε συγκινητική για όλους αυτούς τους ρομαντικούς εραστές του θεάτρου. Παραμένει διαχρονικά σπουδαίο να παρακολουθείς ΗΘΟΠΟΙΟΥΣ. Ήταν όλοι εξαιρετικοί. Παρόλο που το κείμενο και η παρουσίαση του έργου χώλαιναν, ξεχωριστά ο καθένας προέβαλε αξιοσημείωτες ερμηνείες. Η παράσταση λόγω όλων αυτών των ενσωματωμένων διαφορετικών στοιχείων όπως αναφέραμε παραπάνω και αυτής της ασταμάτητης εναλλαγής και εγρήγορσης που απαιτούνταν, θα μπορούσε να αποδοθεί άριστα μόνο από σπεσιαλίστες του ειδους. Έτσι λοιπόν, Αντώνης Καφετζόπουλος, Γεράσιμος Γεννατάς, Γιώργος Πυρπασόπουλος, Ευαγγελία Μουμούρη και Γιάννης Δρακόπουλος παρέδωσαν μαθήματα ερμηνευτικής δεινότητας και δεν θα μπορούσαμε να μην ξεχωρίσουμε τον Θάνο Τοκάκη (κατέχοντας το βραβείο Χορν του 2011) ένας “ήσυχος” ηθοποιός όπου η φωνή του είναι το ταλέντο του. Ιδιαίτερα εύπλαστος, άμεσος με άριστη θεατρική τεχνική διαμορφώνοντας εξαιρετικές ισορροπίες.
Το σκηνικό της παράστασης (από τη Παναγιώτα Κοκκορού) ένα “μαγικό” κουτί, σαν από θεατρικό μπουλούκι του τότε, όπου άνοιγε-έκλεινε και διαμορφωνόταν αναλόγως με την εκάστοτε σκηνή που διαδραματίζονταν. Στα πλάγια του σκηνικού τοποθετήθηκε και ο μουσικός του έργου, Στέφανος Τορτόπογλου.

.
Εν [=] κατακλείδι
Μια πρωτότυπη, φιλόδοξη θεατρική ιδέα που δυστυχώς δεν βρήκε χείρα βοηθείας ούτε από το κείμενο της αλλά ούτε και από τη σκηνοθεσία της. Η παρουσίαση όλων σχεδόν των θεατρικών ειδών προκάλεσε σύγχυση και κόπωση στο έργο συγχρόνως με το στοιχείο της υπερβολής όπου απέτρεψε τη παράσταση από τη δημιουργία ταυτότητας. Μεγάλο αβαντάζ της, το ερμηνευτικό της σύνολο, θυμίζοντας μας τα λόγια του αείμνηστου συγγραφέα-μεταφραστή Δημήτρη Μαρωνίτη όπου του αποδόθηκε και το τελευταίο χειροκρότημα της παράστασης… “Δεν είμαι θεατρόφιλος, αισθάνομαι ότι είμαι θεατρικός, ούτε θεατρίνος (συλλαβίζει αργά) θε-α-τρι-κός. Να σκέφτεσαι λίγο και τη λέξη, από το «θεώμαι».
.
Βαθμολογία:
5 στα10
-Η παράσταση περιοδεύει σε όλη την Ελλάδα, πληροφορίες, πρόγραμμα παραστάσεων ΕΔΩ
-Θεσσαλονίκη ξανάρχεται εις διπλούν: Μερκούρεια και 24/4, θέατρο Κήπου.
-Φωτογραφίες Ευτυχίας Πλαζουμίτη, απο τη παράσταση στο θέατρο Δάσους ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό