“Μεταξύ σοβαρού και αστείου”.. η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου ήταν αποκάλυψη στην παράσταση.
Είδαμε και σχολιάζουμε.
Βρεθήκαμε στην παράσταση “Μεταξύ σοβαρού και αστείου” στο Ίδρυμα Μ. Κακογιάννη. Το έργο του Γιώργου Μανιώτη είναι καινούργιο, τώρα ανεβάζει αυλαία και αφορά την πατρίδα μας και τη σημερινή δύσκολη κατάσταση. Στη σκηνοθεσία βρίσκεται ο ίδιος ο συγγραφέας ενώ ερμηνεύουν οι Αλεξάνδρα Παλαιολόγου και ο Γιάννης Γουνάς.
Κατά το δελτίο τύπου, πρόκειται για μια “σπαραχτική κωμωδία” που αφορά στο σήμερα και αυτή την πατρίδα που ζούμε. «Τώρα… τους περισσέψαμε», επισημαίνουν οι ήρωες του έργου. Από το κλάμα στο γέλιο, η δηκτική πένα του Γιώργου Μανιώτη, αναζητεί ένα φως για το αύριο μέσα από ανατροπές και νύξεις για τον τρόπο αντιμετώπισης του σήμερα. Τα προβλήματα της ανεργίας, η καταστροφή των διαπροσωπικών σχέσεων, ο σύγχρονος πόλεμος και η ένταση με την οποία η ζωή ξεπροβάλλει και ζητά επιβεβαίωση, είναι κάποια από τα θέματα που αντιμετωπίζουν δυο αδέλφια, μόνα στον κόσμο, στην προσπάθειά τους να κρατήσουν τη συνέχεια… και να επιβιώσουν.
Έχουμε πόλεμο αγάπη μου* …και η πένα του Γιώργου Μανιώτη καταφέρνει να συλλάβει εύστοχα και κλιμακωτά την κατάρρευση ενός μικρού οικογενειακού συστήματος. Σχεδόν χρονογραφικά, χειρουργικά, αποκαλύπτεται και το μέγεθος της μεγάλο-χώρας, του κοινωνικού πλαισίου που όπως θα λέγαμε μας “αγκαλιάζει”, με όλη τη δηκτικότητα του ρήματος. Το περιεχόμενο συγκλονιστικό με την ιστορία δυο αδελφών που συγκατοικούν και προσπαθούν απεγνωσμένα να μην καταρρεύσουν. Δυο κύκλοι, δύο άνθρωποι, αλληλοσυμπληρούμενοι, αυτοκαταστροφικοί, έγκλειστοι, αντιφατικοί (παθητικό-ενεργητικό και τούμπαλιν ) και όπως ο καθένας θα νοήσει ή θα εννοήσει, δεμένοι με αίμα. Από όλα έχει, και συναίσθημα και επιθετικότητα και οιδιπόδεια συγκρουσιακά και παρελθοντική ανασκόπηση και αιτιάσεις πολύπλευρες και συγκυριακές οικονομικές συναλλαγές.
Το μεγάλο του ωστόσο “αβάντζο” είναι η δόμηση των χαρακτήρων, η μαεστρία στην κλιμάκωση και ναι η διάρκεια (120′) η οποία είναι απαραίτητη για να περιγραφεί, ακόμα και στη θεατρική συμπύκνωση, η λειτουργία της φθοράς. Θα επιθυμούσαμε ωστόσο περισσότερους υπαινιγμούς και όχι τόσο, αυτή την “αυτιστική περιγραφή” του τι ακριβώς συμβαίνει τώρα (που συναντάμε πολλές φορές στα νεοελληνικά κείμενα) ως άλλη μορφή μανίας, μήπως και κάποιος κάτι δεν καταλάβει και ολοκληρώνοντας, θα επιθυμούσαμε μια περισσότερο βασανισμένη δραματουργική λύση. Όπως και να ‘χει μας ενέπνευσε!
Έχουμε πόλεμο αγάπη μου.. και μείναμε άφωνοι με την ερμηνεία της Αλεξάνδρας Παλαιολόγου. Και δεν το λες και ερμηνεία το λες και χείμαρρο ! Έχοντας το ρόλο της αδελφής που μεριμνά και ενεργά, ενώ ταυτοχρόνως είναι και υστερικά γονεϊκή, άφοβα μπορούμε να πούμε ότι είδαμε όλο το φάσμα των ανθρώπινων συναισθημάτων και ενεργειών. Η κίνησή της στη σκηνή ήταν συγκλονιστική. Τσαλακώθηκε αριστουργηματικά, φώναξε δημιουργικά, εμψύχωσε πολύπλευρα, πάλεψε για ότι ακόμα έχει ζωή και εν τέλει πρόσφερε ένα ρόλο αποκάλυψη, διατηρώντας, διακριτικά και τη μανιέρα της. Εξαιρετική στις σκηνές της μέθης και ναι την λες και ακατάλληλη, μια που μόνο ως εξάρτηση περιγράφετε το γεγονός ότι ήθελες να τη βλέπεις συνεχώς.
Δεν μπορούμε να πούμε δυστυχώς τα ίδια και για το Γιάννη Γουνά. Στο ρόλο του παθητικού και άνεργου αδελφού είδαμε πολλές αδυναμίες και ελπίζουμε συν το χρόνο να ζεσταθεί περισσότερο (εμείς είδαμε την παράσταση ακριβώς τη δεύτερη μέρα). Καλός στις στιγμές της έξαρσης, αλλά δεν υπήρξε ερμηνευτικό ντουέτο όπως ίσως το εν λόγω κείμενο φιλοδοξεί.
Σκηνοθετικά και σκηνικά, λόγω και των πολλών σκηνών δε μας ενόχλησε τίποτα από τα στοιχειώδη και αφαιρετικά του σκηνικού και από τις μετρημένες εστιάσεις της σκηνοθεσίας. Το κείμενο ήταν από μόνο του καίριο και πληθωρικό. Περισσότερη φροντίδα χρειάζεται στον ψυχρό φωτισμό, από τη μέση της σκηνής και πίσω, αν και θεωρούμε την εναλλαγή (ψυχρού/θερμού) και το φωτιστικό μοίρασμα της σκηνής που είδαμε, πολύ έξυπνο.
Εν κατακλείδι[=]
η παράσταση μεταξύ σοβαρού και αστείου είναι για την ερμηνεία της Αλεξάνδρας Παλαιολόγου και για να καταλάβετε, μεταξύ σοβαρού και αστείου… ότι έχουμε πόλεμο αγάπη μου.
Βαθμολογία
7,5 στα 10
*από το κείμενο του Γιώργου Μανιώτη “Μεταξύ σοβαρού και αστείου”.
Φωτογραφικό υλικό