Είδε και σχολιάζει η Ειρήνη Σοφιανίδου για την Κουλτουρόσουπα
Δεν έχει πολύ καιρό που είδαμε τα «Μικρά συζυγικά εγκλήματα» του Έρικ Εμμάνουελ Σμιτ σε σκηνοθεσία του Σωτήρη Τσαφούλια. Τώρα ξανασυναντάμε Σμιτ-Τσαφούλια στον «Επισκέπτη» και ένα είναι σίγουρο, ότι εδώ υπάρχει χημεία.
Ο Έρικ Εμμάνουελ Σμιτ είναι ένας πραγματικά σπουδαίος συγγραφέας γιατί καταφέρνει να παρουσιάζει σημαντικά και δύσκολα θέματα, υπαρξιακά ζητήματα και φιλοσοφικές αναλύσεις χωρίς να γίνεται βαρετός. Τα έργα του προβληματίζουν τους θεατές με έναν πανέξυπνο, ευρηματικό τρόπο. Δεν έχουν ελιτίστικο ύφος, γι’ αυτό και γίνονται κατανοητά από το ευρύ κοινό.
Στον «Επισκέπτη» ο Σμιτ μας μεταφέρει στη Βιέννη, το 1938. Βρισκόμαστε στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Γερμανοί έχουν εισβάλει στην Αυστρία και ξεκινούν τις διώξεις των Εβραίων. Όσοι μπορούν να φύγουν εγκαταλείπουν άρον άρον την πόλη. Ο δρ Σίγκμουντ Φρόυντ έχει διαφορετική άποψη. Αν και γερασμένος κι άρρωστος αρνείται να φύγει παρά τις παρακλήσεις τις κόρης του Άννας. Ένα βράδυ του Απρίλη η Άννα συλλαμβάνεται από την Γκεστάπο. Ο Φρόυντ μένει μόνος, βυθισμένος στην ανησυχία και την απελπισία για την τύχη της κόρης του. Τότε εμφανίζεται ένας απρόσμενος, μυστηριώδης Επισκέπτης με τον οποίο ο επιστήμονας αναπτύσσει έναν παράξενο διάλογο. Ποιος είναι όμως αυτός ο κύριος με το σμόκιν και το καπέλο; Είναι ένας τρελός; Ένας μάγος; Ένας επικίνδυνος ασθενής; Το υποσυνείδητο του Φρόυντ; Ή μήπως η ενσάρκωση κάποιου Θεού;
Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε το 1993 στο Παρίσι και βραβεύτηκε με τρεις Μολιέρους, που είναι τα θεατρικά βραβεία της Γαλλίας. Από τότε έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει φιλοξενηθεί σε μεγάλες σκηνές όλου του κόσμου φτάνοντας και στη σκηνή του Ράδιο Σίτυ.
Ξεκινώντας από τα θετικά (+) θα αναφερθούμε στο ίδιο το έργο. Πόσο ευφυές εκ μέρους του Σμιτ να βάλει έναν άθεο ψυχαναλυτή, έναν πραγματιστή επιστήμονα που πιστεύει μόνο αυτό που βλέπει να διαλογιστεί με έναν άγνωστο που τον φέρνει αντιμέτωπο με την αμφιβολία. Δεν επιλέγει τυχαία ένα από τα μεγαλύτερα μυαλά του 20ου αιώνα. Θέλει να δείξει ότι ακόμα κι ένα τέτοιο άτομο όταν χάνει την πίστη στον εαυτό του αρχίζει κι αμφισβητεί όλα όσα πρεσβεύει. Μεταξύ του Φρόυντ και του Επισκέπτη γίνεται μία ασταμάτητη ανταλλαγή αντίθετων απόψεων, επιχειρημάτων, ιδεών για τη φύση του ανθρώπου και τη θέση του στον κόσμο, τη μοναξιά, τη μοίρα, την άνευ όρων πίστη, την ύπαρξη ή όχι του Θεού, την αιτία του κακού. Η δεύτερη έξυπνη σύλληψη του συγγραφέα είναι το χρονικό και ιστορικό πλαίσιο στο οποίο τοποθετεί τη δράση. Οι διώξεις των Εβραίων από τους Ναζί θα μπορούσαμε να πούμε ότι συμβολίζουν διαχρονικά την παθογένεια στη συμπεριφορά του «απολυταρχισμού» αλλά και της κοινωνίας απέναντι σε ευάλωτες ομάδες όπως άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, γυναίκες, μαύρους, Ρομά, μετανάστες, θυμίζοντάς μας πως «η ιστορία επαναλαμβάνεται». Η τρίτη και μεγαλύτερη αρετή που προσέδωσε ο Σμιτ στο έργο του είναι ότι ενώ δημιούργησε ένα φιλοσοφικό δοκίμιο σε μορφή θεατρικής δράσης το έκανε με έναν τόσο απλό κι ωραίο τρόπο, γεμάτο χιούμορ και συγκίνηση, που κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών.
Το απαιτητικό αυτό κείμενο έτυχε μιας πραγματικά άρτιας μετάφρασης από τον Σωτήρη Τσαφούλια και τον Αντώνη Γαλέο. Με λόγο ποιητικό αλλά απλό απέφυγαν την παγίδα των εξεζητημένων εκφράσεων στην οποία εύκολα θα μπορούσαν να πέσουν λόγω των θεματικών του έργου.
Ο Σωτήρης Τσαφούλιας είχε να αναμετρηθεί με ένα πολυεπίπεδο κείμενο και κατάφερε με την ξεχωριστή ματιά του και τη στέρεη σκηνοθεσία του να αναδείξει τόσο την πολιτική όσο και την ψυχαναλυτική διάσταση, ισορροπώντας απόλυτα ανάμεσα στο ρεαλιστικό από τη μία και το ονειρικό και μεταφυσικό από την άλλη. Μεγάλο συν ο ρυθμός που ειδικά σε παραστάσεις τέτοιου περιεχομένου, αν χαλαρώσει έστω και λίγο μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη απώλεια του ενδιαφέροντος των θεατών.
Η επιτυχία της παράστασης αναμφίβολα οφείλεται και στις εξαιρετικές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών.
Ο Μάνος Βακούσης είναι ο Επισκέπτης. Ενδύεται τον ρόλο με μια τεχνική μαεστρία υψηλού επιπέδου. Άλλοτε μυστηριώδης και επιβλητικός, άλλοτε ήρεμος και τρυφερός κι άλλοτε ένας αφελής γελωτοποιός βρίσκεται σε μια διαρκή μεταμόρφωση από υπαρκτό υλικό πλάσμα σε πνεύμα. Μεγάλο του όπλο οι γρήγορες εναλλαγές στον τρόπο εκφοράς του λόγου κι ο απόλυτος έλεγχος της φωνής ως προς την έκφραση και τον τόνο, ενώ και η σωματική του ευλυγισία ήταν εντυπωσιακή.
Όταν κάποιος υποδύεται ένα ιστορικό πρόσωπο πρέπει να το κάνει με αφοσίωση στην προσωπικότητα του συγκεκριμένου προσώπου κι υπάρχει μεγαλύτερος βαθμός δυσκολίας. Ο Φώτης Θωμαΐδης ως Σίγκμουντ Φρόυντ κατά τη συνάντηση με τον Επισκέπτη ξεκινάει μια ψυχαναλυτική συνεδρία του εαυτού κι έρχεται αντιμέτωπος με πολλές εσωτερικές συγκρούσεις, όπως αυτή της λογικής και της επιστήμης με το υπερφυσικό. Αμφισβητεί, αμφιβάλλει, θυμάται, φοβάται αντιμετωπίζει διλήμματα κι όλα αυτά με μια διακριτικότητα και μια εσωτερική ένταση που αποδόθηκε από τον ηθοποιό με τον τονισμό των κατάλληλων λέξεων και τις παύσεις. Εξαιρετική κι η κινησιολογία.
Δίπλα στους κεντρικούς ρόλους ο Δημήτρης Παπαδάτος κι η Μαρία Παπαλάμπρου. Ο μεν άκαμπτος και απειλητικός μέσα στην ατσαλάκωτη κατάμαυρη στολή και τα καλογυαλισμένα άρβυλα, με ατσάλινη σκληρότητα στη φωνή( εντυπωσιακή η καθαρότητα της ορθοφωνημένης εκφοράς λόγου) κινήθηκε με δεξιότητα στον ρόλο του Γκεσταπίτη. Πολύ καλός και όταν στη διάρκεια του έργου στη σκληρή πανοπλία του Ναζί αρχίζουν να διαφαίνονται ρωγμές που δημιουργεί ο σπόρος της αμφιβολίας και ο φόβος. Η Άννα, που με την παρουσία της στη σκηνή δρομολογεί τις εξελίξεις, ερμηνεύτηκε από την Μαρία Παπαλάμπρου με συνέπεια και συγκρότηση, έχοντας αποδώσει την ορμή και την αποφασιστικότητα της νιότης του ρόλου.
Το σκηνικό της Πολυτίμης Μαχαίρα-που από τη γράφουσα εκτιμάται λίγο παραπάνω όταν «δεν αχνοφαίνεται» και δεν είναι αφαιρετικό- ήταν το γραφείο του Φρόυντ. Ρεαλιστικό, πλήρες και ενταγμένο στο χρονικό πλαίσιο του έργου όπως και τα κοστούμια της ίδιας.
Οι φωτισμοί του Σωτήρη Τσαφούλια και της Έλενας Πετροπούλου ήταν σημαντικό κομμάτι της παράστασης που βοήθησαν στις μεταβάσεις από το ονειρικό επίπεδο σε αυτό της πραγματικότητας, ενώ σε ορισμένα σημεία του έργου είχαν και συμβολικό ρόλο, όπως στις εισόδους και τις εξόδους του Επισκέπτη.
Στα αρνητικά (-) ως λεπτολόγοι θα σταθούμε σε μια δυο στιγμές όπου το κείμενο έδειξε να πλατειάζει και στην σχετική ασάφεια ως προς την αιτία για την αλλαγή της άτεγκτης στάσης του αξιωματικού της Γκεστάπο. Δεν πρόλαβε να «χτιστεί» η μεταστροφή λόγω ίσως της μικρής χρονικά παρουσίας του ρόλου στη σκηνή.
Συνοψίζοντας (=): Είδαμε μια παράσταση με επίκεντρο τον άνθρωπο και το αέναο ταξίδι του στον κόσμο της εσωτερικής αναζήτησης με ερμηνείες πραγματικό κέντημα, δουλεμένες στην λεπτομέρεια και μια σκηνοθεσία που αντιλήφθηκε τις επιταγές του συγγραφέα, ανέδειξε την πολύπλοκη θεματολογία με χιούμορ και συγκίνηση και άφησε τον κάθε θεατή να αποφασίσει ποιος τελικά ήταν αυτός ο παράξενος Επισκέπτης.
Βαθμολογία: 7,6/10