Το φετινό Φεστιβάλ Επταπυργίου είναι αφιερωμένο στη γυναίκα, τη γυναίκα δημιουργό – καλλιτέχνη αλλά και κάθε γυναίκα που αγωνίζεται, καταπιέζεται ή απειλείται. Υπό τη σκιά των δεκάδων γυναικοκτονιών, που δυστυχώς έχουν γίνει καθημερινό φαινόμενο, παρακολουθήσαμε, στα πλαίσια του σημαντικού αυτού πολιτιστικού θεσμού της πόλης μας, την όπερα «Παλιάτσοι» (Pagliacci) του Ρουτζέρο Λεονκαβάλο.
Πρόκειται για μια όπερα με πρόλογο και δύο πράξεις που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Μιλάνο, το 1892, με μεγάλη επιτυχία. Το λιμπρέτο της γράφτηκε επίσης από τον Ρ. Λεονκαβάλο, ο οποίος υποστήριζε ότι η ιστορία του βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα. Συνήθως οι «Παλιάτσοι» παρουσιάζονται σε συνδυασμό με την όπερα «Καβαλλερία Ρουστικάνα» (Αγροτικός Ιπποτισμός), του Μασκάνι. Τα δύο αυτά έργα, που αποτελούν κορυφαία δείγματα του «βερισμού» (από την ιταλική λέξη vero: αληθινός), του κινήματος που εκφράζει τον ρεαλισμό στην ιταλική όπερα, αποτελούν έως και σήμερα το δημοφιλέστερο δίπτυχο σε ολόκληρη την ιστορία της όπερας.
Υπόθεση
Ο Κάνιο είναι επικεφαλής ενός περιπλανώμενου θιάσου της κομέντια ντελ άρτε. Στον θίασο συμμετέχει και η γυναίκα του, η όμορφη Νέντα. Η σχέση τους είναι καταδικασμένη καθώς ο Κάνιο είναι ιδιαίτερα σκληρός απέναντι της. Απογοητευμένη από την συμπεριφορά του, η Νέντα ερωτεύεται τον νεαρό Σίλβιο, o οποίος την πιέζει να παρατήσει τον σύζυγό της. Ο Κάνιο πληροφορείται από τον Τόνιο(που επίσης είναι ερωτευμένος με τη Νέντα),την προδοσία της γυναίκας του λίγο πριν αρχίσει η βραδινή τους παράσταση. Παρόλο που νιώθει συντετριμμένος προετοιμάζεται να παίξει. Ο κόσμος πρέπει να γελάσει. «Ridi Pagliaccio!» (Γέλα παλιάτσο) τραγουδά σπαρακτικά και βγαίνει στη σκηνή. Στη διάρκεια του έργου, τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και το θέατρο θολώνουν και ο εξαγριωμένος παλιάτσος παίρνει την εκδίκηση του σκοτώνοντας, πάνω στην σκηνή, τη γυναίκα του αλλά και τον εραστή της που είναι ανάμεσα στο κοινό. Συγκλονισμένος αναφωνεί «Lacommedia è finita!» (Η παράσταση τελείωσε), αφήνοντας το κοινό σοκαρισμένο από το βίαιο τέλος…
Η επιλογή του συγκεκριμένου έργου από τους διοργανωτές του Φεστιβάλ είναι προφανής. Η καθημερινότητά μας έχει αμαυρωθεί από ειδήσεις κακοποιητικών συμπεριφορών, γενικότερα, αλλά και ειδικά εις βάρος γυναικών. Η συγκεκριμένη όπερα, που παρουσιάζει την ιστορία μιας γυναίκας που μέσα από τις ερωτικές της σχέσεις οδηγείται στο θάνατο, ίσως μας βοηθήσει να αναγνωρίσουμε τοξικές συμπεριφορές από συζύγους που μας υπεραγαπούν ή εραστές που φαντάζουν ως διέξοδος στα προβλήματά μας, οι οποίες μπορούν όμως να καταστούν άκρως επικίνδυνες και καταστροφικές.
Οι «Παλιάτσοι» είναι μια σημαντική όπερα, ιδιαίτερα γνωστή για τη μουσική της. Η μουσική του Λεονκαβάλο βαθιά δραματική, γεμάτη ένταση και πάθος , αγκαλιάζει τη δραματουργία του έργου και αναδεικνύει την τραγικότητα της υπόθεσής του. Περιλαμβάνει ορισμένες από τις γνωστότερες και δραματικότερες μελωδίες οπερατικής μουσικής που συγκινούν διαχρονικά τους θεατές, με σημαντικότερη την περίφημη άρια “Vestilagiubba” (Βάλε το κοστούμι), παγκοσμίως διάσημη χάρη στον θρυλικό Ιταλό τενόρο Ενρίκο Καρούζο που την σφράγισε ανεξίτηλα με τη φωνή του. Γνωστή και ως «Ridi, Pagliaccio» (Γέλα Παλιάτσο), η συγκινητική αυτή άρια του θεατρίνου που πρέπει να γελά στην σκηνή, ακόμα κι όταν ο πόνος του σπαράζει την ψυχή,έχει ερμηνευτεί εξαίσια από πολλούς σπουδαίους ερμηνευτές, άφησε δε το στίγμα της και στον χώρο του κινηματογράφου και συγκεκριμέναστην ταινία «Οι αδιάφθοροι» (1987), όπου ο Μπράιαν ντε Πάλμα εμφάνισε τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο ως αρχιμαφιόζο Αλ Καπόνε να κλαίει παρακολουθώντας την.
Εξαιρετική εμφάνιση στην παράσταση από την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης υπό την μουσική διεύθυνση του Γεωργίου Βράνου που απέδωσε με υπέροχες εκτελέσεις, άρτιες τεχνικάτο σημαντικό αυτό μουσικό έργο.
Σκηνοθετικά ο Αθανάσιος Κολαλάς προσέγγισε με σεβασμό την όπερα, ανέδειξε το μεγαλείο της κάθε σκηνής μέσα από το λιμπρέτο και την εξαίσια μουσική του Λεονκαβάλο και φώτισε μία προς μία τις πτυχές των χαρακτήρων της.Διαχειρίστηκε με απόλυτη επιτυχία τον πολυπληθή θίασο (των πενήντα και πλέον ατόμων -συμπεριλαμβανομένων των χορωδών-), που μπαινόβγαιναν στην σκηνή,χωρίς να χαθεί ούτε λεπτό η συνοχή και ο ρυθμός της παράστασης.Χωρίς σκηνοθετικούς ακροβατισμούς,μας μετέφερε επιτυχημένα στον Ιταλικό νότο του 1950, μέσα από το ενδιαφέρον σκηνικό που ο ίδιος επιμελήθηκε, στο οποίο κυριαρχούσε το καμιόνι του περιοδεύοντος θιάσου, χωρίς βέβαια να αφήσει ανεκμετάλλευτη την φυσική ομορφιά του χώρου με το επιβλητικό τείχος που από μόνο του καθιστά την όλη εικόνα άκρως εντυπωσιακή.
Μια σημαντική δουλειά, μια παράσταση υψηλής αισθητικής ,πλούσια, ζωντανή, πολύχρωμη, άκρως εντυπωσιακή οπτικά και ταυτόχρονα βαθιά συγκινητική και συγκλονιστική ιδίως όσον αφορά στις βίαιες σκηνές της. Σημαντική συμβολή στο όλο αποτέλεσμα είχαν και τα όμορφα και ποιοτικά κοστούμια της Πένυς Ντάνη, ενδεικτικά των χαρακτήρων και συμβατά με το ύφος της παράστασης αλλά και οι φωτισμοί του Σαράντου Ζουρντού.
Οι πρωταγωνιστές της παράστασης αποτέλεσαν μια άρτια, απόλυτα συντονισμένη και καλοδουλεμένη ομάδα με άψογη άρθρωση του λόγου, εξαιρετικές ερμηνευτικές ικανότητες, ενέργεια, ζωντάνια και εμφανή χημεία μεταξύ τους. Τεχνικά ακριβείς, εντυπωσιακά μελωδικοί, άμεσοι και με απόλυτη συναισθηματική ταύτιση με τους ρόλους τους, απέδωσαν με δεξιοτεχνική ενάργεια τους χαρακτήρες που ερμηνεύσαν και συνάρπασαν το κοινό.
Ο επιτυχημένος Ιταλοβέλγος τενόρος Mikhael Spadaccini ζωγράφισε το πορτραίτο του Κάνιο του σκληρού και ζηλιάρη συζύγου, με αξιοθαύμαστη προσήλωση και σεβασμό. Η διακεκριμένη Ελληνίδα υψίφωνος Μαρία Κωστράκη αποδείχθηκε ιδιαίτερα επιτυχημένη επιλογή για τον ρόλο της Νέντα, καθώς ζωντάνευσε τον χαρακτήρα της φοβισμένης, πληγωμένης και ερωτευμένης νέας με αφοπλιστική άνεση, εκφραστικότητα και δεξιοτεχνία. Ο βραβευμένος Κροάτης βαρύτονος Armando Puklavec καθήλωσε από το ξεκίνημα του έργου τους θεατές με την εντυπωσιακή εμφάνιση του στον ρόλο του Τόνιο, του αδίστακτου άντρα που απογοητευμένος από την απόρριψη της Νέντα αποκαλύπτει την προδοσία της οδηγώντας την ουσιαστικά στο θάνατο. Ο Θεσσαλονικιός βαρύτονος Γιώργος Ιατρού στον ρόλο του Σίλβιο απέδωσε με πειστικότητα τον ρόλο του ερωτευμένου νέου, ο δε λυρικός τραγουδιστής (τενόρος) Αλέξανδρος Σταυρόπουλος κατέθεσε μια αξιοθαύμαστη και καθόλα ορθή ερμηνεία στον ρόλο του Πέππε.
Αξιόλογη υπήρξε η συμμετοχή της Μικτής Χορωδίας Θεσσαλονίκης υπό την διεύθυνση της Μαίρης Κωνσταντινίδου, που αγκάλιασε μελωδικά την υπόθεση και «πλημμύρισε» τη σκηνή με την παρουσία της, σε μια άρτια εμφάνιση που λειτούργησε αρμονικά με τις σκηνοθετικές επιλογές. Οι δε μικροί χορωδοί της παιδικής χορωδίας Ι.Ν Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, ομόρφυναν την παράσταση, χαρίζοντας της κάτι από την ζωντάνια, τον αυθορμητισμό, την αθωότητα και την «τσαχπινιά» τους, με την καθοδήγηση της Μαρίας Μελιγκοπούλου και της Ελπίδας Τσάμη. Συμμετείχαν επίσης τα παιδιά του θεατρικού εργαστηρίου του Θεάτρου Σοφούλη υπό την διδασκαλία της Παυλίνας Χαρέλα. Την κινησιολογία της παράστασης επιμελήθηκε επιτυχημένα η Τατιάνα Παπαδοπούλου.
Το πλήρως οργανωμένο, πολυπληθές σύνολο επί σκηνής, αποτέλεσε ένα πολύχρωμο μωσαϊκό από καλλιτέχνες διαφόρων ηλικιών που κατέθεσαν το ταλέντο τους και χάρισαν στο κοινό ένα «πλουσιότατο» οπτικά και ακουστικά θέαμα.
Συμπερασματικά στον υπέροχο χώρο του Φεστιβάλ Επταπυργίου γίναμε κοινωνοί μιας αριστοτεχνικής απόδοσης της γνωστής όπερας από σημαντικούς συντελεστές, με πολύ καλές ερμηνείες και εξαιρετική μουσική από την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Μια αξιόλογη και πραγματικά απολαυστική παράσταση που ενθουσίασε και δικαίως καταχειροκροτήθηκε…