Είδε ο Γιώργος Τοκμακίδης και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Η νέα ταινία της τριλογίας, όπως όλα δείχνουν, «Dune» (Part II), διέλυσε το αμερικανικό και παγκόσμιο «box office» ξεπερνώντας το μισό δισεκατομμύριο σε εισπράξεις. Ήρθε λοιπόν η στιγμή να μιλήσουμε για μία ταινία «έπος» που περιμέναμε για πολύ καιρό, χρόνια, και δεν απογοήτευσε ούτε στο ελάχιστο. «Ζήτω οι μαχητές!»
Υπόσχεση:
Ο Ντενί Βιλνέβ, σκηνοθέτης και επιμελητής του σεναρίου της πρώτης ταινίας, αποφασίζει συνειδητά να διχοτομήσει το βιβλίο του Φρανκ Χέρμπερτ και να το χωρίσει σε δύο ταινίες. Η πρώτη ήταν εισαγωγική. Ο/Η θεατής έχει τη διάθεση και τον χρόνο να γνωρίσει τον κόσμο του «Dune», να λάβει μερίδιο από την ποικιλία και την πολυπλοκότητα του. Η ταινία κόβεται σε σημείο τομή για τον κεντρικό πρωταγωνιστή, με το που εισέρχεται στο μονοπάτι που η μοίρα έχει επιλέξει για αυτόν. Αυτή η μεταβολή στην ιστορία είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται ο δημιουργός για να μεταβάλει τον ρυθμό και τον τόνο της ταινίας. Η υπόσχεση δόθηκε, ο καλλιτέχνης την τηρεί και την τιμάει;
Πλοκή:
Ο νεαρός Πωλ Ατρείδης, απόγονος του εξαλειμμένου οίκου των Ατρειδών βρίσκεται διωκόμενος και κυνηγημένος από τις δυνάμεις κατοχής των Χαρκόνεν. Οι άνθρωποι της ερήμου, οι Φρέμεν του προσφέρουν καταφύγιο με την πεποίθηση ότι είναι ο εκλεκτός που θα τους οδηγήσει στην ελευθερία. Ο Πωλ θα υιοθετήσει τις παραδόσεις και τους τρόπους των Φρέμεν για να πάρει την εκδίκηση του. Η δράση του δε θα αργήσει να αποκτήσει μυθική υπόσταση και να εκπληρώσει τις παλιές προφητείες. Είναι πράγματι ο εκλεκτός σωτήρας τους που θα οδηγήσει τον λαό της ερήμου στον παράδεισο ή άλλος ένας ψεύτικος προφήτης που ζητάει την εκδίκηση με οποιοδήποτε κόστος; Όλα θα αποκαλυφθούν μέσα από μία σειρά σκληρών συγκρούσεων, πολιτικών πλεκτανών και συναισθηματικών θυσιών, ενώ η έρημος έχει «ξυπνήσει» και αντιμάχεται!
Σκηνοθεσία:
Ο σκηνοθέτης ήδη από την αρχή της ταινίας θέλει να μας αναδείξει μία πιο γεμάτη, πιο εμπλουτισμένη προσέγγιση στο έργο του. Δεν αλλάζει αυτό που γνωρίσαμε στην προηγούμενη ταινία, αλλά διαρκώς το εξελίσσει. Όλα όσα μας είχε συστήσει στο πρώτο μέρος, αποκτούν ολοένα και περισσότερο βάρος και αισθάνεσαι ότι πρόκειται για την προετοιμασία της απόλυτης και επικής κατάληξης.
Η εναρκτήρια σκηνή καταδίωξης μας εντάσσει πλήρως στον κόσμο, στον οποίο ο πρωταγωνιστής και η μητέρα του έχουν εισέλθει. Διώκονται από μία ομάδα πάνοπλων πολεμιστών Χαρκόνεν, οι οποίοι όμως δεν γνωρίζουν ότι οδεύουν σε μία ενέδρα. Ο τρόπος που θεωρούν πως έχουν το πάνω χέρι σε αυτή τη διαμάχη είναι σχεδόν μεθυστικός, δεδομένου ότι οι Φρέμεν τους εξοντώνουν με ευκολία παρά την τεχνολογική τους ανωτερότητα. Αυτή η σκηνή μας συστήνει από την αρχή του μαχητές Φρέμεν σε επίπεδο πλοκής, αλλά και τον τρόπο που θα κινηματογραφηθεί η δράση από εδώ και στο εξής σε επίπεδο σκηνοθεσίας.
Ο δημιουργός, όμως πέρα από μία πολεμική τροπή που θέλει να προσδώσει στην ταινία του -πράγμα που καταφέρνει περίφημα-έχει ως πρωταρχικό σκοπό να μεταφέρει και να προσδώσει περισσότερα στοιχεία του βιβλίου στην οθόνη και την πλοκή.
Στην ταινία του Ντέιβιντ Λιντς (Dune, 1984), πολλά από αυτά τα στοιχεία που συνέδραμαν στην ενίσχυση της σημασίας των θρησκευτικών προφητειών, και των πολιτικών παιχνιδιών που διατηρούν τους λαούς δέσμιους, αφέθηκαν στην άκρη. Αυτά, όμως συντελούν στη διαμόρφωση του πυρήνα της ψυχής του βιβλίου, και ο Ντενί Βιλνέβ με ευλαβικό σεβασμό τα συμπεριλαμβάνει.
Η έρημος αποτυπώνεται με τον ίδιο τρόπο και σε διαφορετικές ώρες της ημέρας και νύχτας. Στη δεύτερη εντούτοις ταινία, η ξερή έρημος είναι σύμμαχος για τους ήρωες και όχι αντίπαλος, όπως και οι αμμοθύελλες. Οι σκηνές των επιθέσεων των Φρέμεν στις εξορύξεις και τις περιπόλους των Χαρκόνεν είναι απολαυστικές, γεμάτες αγωνία. Αν και ταινία επιστημονικής φαντασίας, παραμένει ρεαλιστική και οι ήρωες μας πρέπει να πετύχουν μικρές νίκες για να φθάσουν στη μεγάλη αντίστοιχη. Όλα προετοιμάζουν τους θεατές για τη μεγάλη σεκάνς της ταινίας και την εκπλήρωση κομματιού της προφητείας, και αυτή δεν είναι άλλη από την ίππευση ενός γιγαντιαίου αμμοσκώληκα. Σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται σε ψηφιακά μέσα, αλλά οι ηθοποιοί έχουν εντρυφήσει στους ρόλους τους σε τέτοιο βαθμό και βάθος, που την αποδίδουν έξοχα, «όπως το είπαν οι γραφές…»
Οι σεκάνς των ονείρων παρουσιάζουν συνέπεια. Μπορεί να μην είναι πολλές, αλλά σε αυτό το δεύτερο μέρος, τα οράματα της πρώτης ταινίας βγαίνουν αληθινά και τα βλέπουμε να συμβαίνουν. Τα όνειρα της δεύτερης ταινίας ίσως να αποδειχθούν αληθινά στην τρίτη;
Ερμηνείες:
Οι περισσότεροι χαρακτήρες επιστρέφουν στη δεύτερη ταινία με ορισμένες ενδιαφέρουσες προσθήκες.
Ο Τιμοτέ Σαλαμέ για άλλη μία φορά ενσαρκώνει τον πρωταγωνιστή και κρατάει το ερμηνευτικό επίπεδο υψηλό. Κατά τη διάρκεια της ταινίας ο χαρακτήρας του μεταστρέφεται, ασπάζεται πλήρως τον ρόλο που το πεπρωμένο ή αυτές που υφαίνουν το πεπρωμένο του έχουν χαράξει. Ο νεαρός Πωλ, ο οποίος ενηλικιώνεται μέσα από τις συγκρούσεις και τις προσωπικές νίκες, όπως ο πατέρας του, βλέπει αυτό που έρχεται, αλλά ό,τι και να κάνει, είναι επαρκώς αδύναμος να το σταματήσει. Προς το τέλος, υποχωρεί από αυτή την εσωτερική διαμάχη με τον εαυτό του, και προωθεί την προφητεία του λαού των Φρέμεν. Τα λόγια του σκηνοθέτη Ντενί Βιλνέβ, ότι δηλαδή αν δεν υπήρχε ο Τιμοτέ Σαλαμέ, δε θα γινόταν η ταινία του, αντηχούν με μεγαλύτερη βαρύτητα στο δεύτερο μέρος, καθώς ο ηθοποιός και το ταλέντο του είναι η ταινία του!
Η Ρεμπέκα Φέργκιουσον παραμένει συμπρωταγωνίστρια, αν και μοιράζεται τη θέση της με την Ζεντάγια. Οι δύο γυναίκες παλεύουν για τη ψυχή του Πωλ. Όσον αφορά τη Φέργκιουσον, ο χαρακτήρας της ακολουθεί ένα μονοπάτι που την συνιστά να ασπαστεί και αυτή πλήρως τον ρόλο της ως μάγισσα Μπένε Τζέζεριτ. Στην πρώτη ταινία είχαμε πάρει μόνο μια γεύση από τις σκιερές κινήσεις της. Σε αυτή, κάνει πραγματική προπαγάνδα και φανατίζει εκείνους που δεν αποδέχονται την προφητεία του εκλεκτού σαν κάτι το θέσφατο. Η ηθοποιός έχει αλλάξει βλέμμα και φωνή με απώτερο σκοπό να αναδείξει την κρυφή φύση του χαρακτήρα της. Δουλεύει παρασκηνιακά, και είναι ένας από τους μοχλούς πίεσης στον Πωλ, ώστε να αναλάβει την ανάλογη και επιθυμητή δράση.
Η Ζεντάγια από έμμεση πρωταγωνίστρια μονάχα των οραμάτων του πρωταγωνιστή, αναλαμβάνει δυναμικό ρόλο ως συμπρωταγωνίστρια του. Στο πρόσωπο της εκπροσωπούνται όλοι εκείνοι που δεν πιστεύουν σε δεισιδαιμονίες και προκαταλήψεις. Θεωρεί πως οι προφητείες είναι ψεύτικες και ένα μέσο για να διατηρηθεί ο λαός της υποδουλωμένος και πλέον χειραγωγήσιμος. Αγαπάει τον Πωλ, τουλάχιστον την πλευρά που παλεύει με τη μοίρα του, αλλά μαθαίνει να μισεί τον ρόλο του σαν μεσσία. Η Ζεντάγια παίζει θυμωμένα και καχύποπτα, ενώ χαλαρώνει στις σκηνές της με τον Σαλαμέ. Είναι δυναμική και δε διστάζει να ανεβάσει τους τόνους. Το θέμα είναι ότι έναντι του θρησκευτικού φανατισμού, η δική της φωνή, όπως και τα συναισθήματα χάνονται, «σαν το μπαχαρικό στην έρημο…»
Ο Ντενί Βιλνέβ δίνει δύο εσωτερικούς φιλικούς ανταγωνιστές στον χαρακτήρα της Ζεντάγια. Ο πρώτος, όπως προαναφέρθηκε είναι η αρχόντισσα Τζέσικα, η οποία πλέον είναι η «Σεβάσμια Μητέρα». Ο δεύτερος είναι ο χαρακτήρας του Χαβιέ Μπαρδέμ, Στίγκλαρ. Ο Μπαρδέμ είναι μία ερμηνευτική αποκάλυψη μέσα στην ταινία! Στο πρώτο μέρος ήταν μια ενδιαφέρουσα προσθήκη, στο δεύτερο όμως γίνεται λόγος για ρόλο καριέρας! Ο χαρακτήρας του είναι δευτεραγωνιστής, αλλά «κλέβει την παράσταση», όπου και αν βρεθεί. Εκεί που η Ζεντάγια ως Τσάνι αποτασσόταν την προφητεία, ο Στίγκλαρ είναι εκείνος που την εξηγεί και την πιστεύει. Κάθε τι που συμβαίνει, έχει προηγηθεί ήδη σε όσα έχουν γραφτεί. Ο ηθοποιός απολαμβάνει να υποδύεται κάποιον που ζει για να πιστεύει και με την πίστη του ορίζει τη ζωή του. Η συγκίνηση στα μάτια του, η κινησιολογία του όταν αποπειράται να «εξηγήσει τα σημάδια», η φωνή του που σπάει όταν ομολογεί την πίστη του, είναι όλα εκεί, σε άριστες ισορροπίες. Δεν είμαι σίγουρος ότι ήταν πρόθεση του σκηνοθέτη ή του ηθοποιού, αλλά η εμμονή του στην προφητεία του εκλεκτού, θυμίζει κωμικά στιγμιότυπα από την ταινία των «Monty Python» με τίτλο: «Η ζωή του Μπράιαν» (Life of Bryan, 1979).
Στο στρατόπεδο των ανταγωνιστών έχουμε γνώριμους χαρακτήρες, όπως ο Βαρόνος Χαρκόνεν και ο Ράμπαν με τους Στέλαν Σκάρσγκαρντ και Ντέιβ Μπατίστα να επιστρέφουν στους ρόλους. Ο Σκάρσγκαρντ συνεχίζει να κάνει αυτό που μας σύστησε στην πρώτη ταινία δείχνοντας για άλλη μια φορά να το απολαμβάνει. Ο χαρακτήρας του έχει μεγαλύτερο ρόλο, αλλά παραμένει ο ίδιος προκαλώντας και σχεδιάζοντας. Ο Μπατίστα από την άλλη, μας αναδεικνύει μία πιο αδύναμη πτυχή του χαρακτήρα του. Παραμένει το κτήνος που ήταν στην αρχή, αλλά τώρα πέρα από ένστικτα έχει και αισθήματα, κυρίως το αίσθημα του φόβου.
Αυτή η επιλογή είναι δικαιολογημένη. Ο χαρακτήρας του πρέπει να αποτύχει για να αναδειχθεί ο απόλυτος ανταγωνιστής του Όστιν Μπάτλερ στον ρόλο του Φέιντ Ράουθα. Ο ίΒιλνέβ έχοντας πλέον παράδοση στην άψογη επιλογή νέων ηθοποιών σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, φέρνει στην ταινία του τον Όστιν Μπάτλερ. Ο τελευταίος προερχόμενος από την πετυχημένη ομώνυμη βιογραφία της ζωής του Έλβις Πρίσλεϊ (Elvis, 2022), παίζει κόντρα σε αυτό με το οποίο τον γνωρίσαμε. Προφανώς και το ιδιαίτερο μακιγιάζ του ηθοποιού τον βοηθάει, αλλά ο Μπάτλερ φέρνει στον ρόλο μία νεότερη εκδοχή του Βαρόνου, από τις ημέρες που έλυνε τις διαφορές του με την λεπίδα. Ο ηθοποιός δε διστάζει να αυτοσχεδιάσει και να μελετήσει τις ταινίες του συμπρωταγωνιστή του, Σκάρσγκαρντ, έτσι ώστε να πετύχει τον ιδανικό τόνο στη φωνή του. Αποτελεί τον τέλειο ανταγωνιστή για τον Πωλ, καθώς πρόκειται για μια σκοτεινή αντανάκλαση του. Η τελική τους μονομαχία αποτελεί ένα ιδανικό κλείσιμο για αυτό το στάδιο του έπους.
Στο μέτωπο των ανταγωνιστών προστίθενται κι άλλοι ηθοποιοί με τον Κρίστοφερ Γουόκιν να επιστρέφει δυναμικά στον κινηματογράφο με τον ρόλο του αυτοκράτορα. Η πληθωρική παρουσία του Γουόκιν διευκολύνει τα πράγματα, δεδομένου ότι δίχως να διαθέτει κινηματογραφικό χρόνο, οι θεατές είναι ικανοποιημένοι από τον ρόλο του. Τα προνόμια υποθέτω του βεληνεκούς των παλιών ηθοποιών. Μαζί του εισάγεται ένας χαρακτήρας με βασική παρουσία στο βιβλίο του Χέρμπερτ, η κόρη του, η πριγκίπισσα Ιρούλαν. Στον ρόλο βρίσκουμε μια νέα ηθοποιό που έχει ήδη κατακτήσει το Χόλυγουντ, την Φλόρενς Πιου, η οποία έκανε ένα ουσιώδες πέρασμα και από την οσκαρική πια ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν με τίτλο: «Οπενχάιμερ» (Oppenheimer, 2023). Η Πιου φέρνει στον ρόλο μία φωνή δικαιοσύνης. Δε συμφωνεί με αυτό που προκάλεσε ο πατέρας της και λειτουργεί ως αφηγήτρια. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τον ίδιο τρόπο είχε χρησιμοποιήσει τον χαρακτήρα της και ο Ντέιβιντ Λιντς.
Τέλος, βλέπουμε να επιστρέφουν και να εισάγονται και άλλοι χαρακτήρες, όπως αυτός του Τζος Μπρόλιν. Ο ρόλος του παραμένει μικρός με δυναμική δράση και σύντομο, αλλά ικανοποιητικό ταξίδι. Δίνει λύσεις στα σχέδια του Πωλ και λειτουργεί σαν ένας ακόμη μοχλός πίεσης υπέρ του να ακολουθήσει την πεπρωμένο του. Στις νέες προσθήκες αξίζει να σημειωθούν η Λεία Σειντού, ως αρχόντισσα Μάργκοτ και η Άνια Τέιλορ Τζόι ως μελλοντική ΑλίαΑτρείδη.
Τεχνικό κομμάτι:
Η ομάδα που θριάμβευσε στην πρώτη ταινία, δεν μπορούσε να αλλάξει στη δεύτερη. Οι όροι και οι συμφωνίες διατηρήθηκαν και το συνεργείο επέστρεψε στην έρημο, και δε θα ήταν δυνατόν να μην επιστρέψει. Η ταινία πέρα από ορισμένα διαλείμματα, παραμένει στην έρημο.
Όσον αφορά τα διαλείμματα αυτά, ο σκηνοθέτης μαζί με τον διευθυντή φωτογραφίας, Γκρεγκ Φρέιζερ προβαίνουν σε ενδιαφέρουσες απεικονίσεις και κάδρα. Στην αρχή, παραδείγματος λόγου, χρωματίζουν την έρημο με κόκκινες και πορτοκαλί αποχρώσεις. Στον πλανήτη των Χαρκόνεν από την άλλη σβήνουν κάθε χρώμα. Οριακά, η ταινία γίνεται μαύρο άσπρη και δικαιολογείται πλήρως. Στον πλανήτη των Χαρκόνεν ο ήλιος είναι μαύρος, γεγονός που δίνει την ευκαιρία στον φωτογράφο της ταινίας να κινηθεί δημιουργικά και ευρηματικά.
Τα κουστούμια και τα σκηνικά για άλλη μία φορά είναι η οπτική καρδιά της ταινίας. Οι αποστακτικές στολές των Φρέμεν επιστρέφουν και ενισχύονται με υφάσματα στα χρώματα της ερήμου. Η ενδυμασία του χαρακτήρα της Ρεμπέκα Φέργκιουσον έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς διαφοροποιείται από αυτό που γνωρίζαμε, αναλαμβάνοντας τον ρόλο της «Σεβάσμιας Μητέρας», θρησκευτικής ερμηνεύτριας των προφητειών. Έπειτα, οι πανοπλίες των Χαρκόνεν αξίζουν να σχολιαστούν αφού θυμίζουν τα κουστούμια των αστροναυτών, μόνο που είναι σε μαύρη απόχρωση. Γίνεται ωραία διαφοροποίηση με τα θερμά χρώματα της ερήμου. Δεν ανήκουν στον πλανήτη Αρράκις, και το στυλιστικό τμήμα θέλει να το υπογραμμίσει με κάθε τρόπο.
Πρακτικά και ψηφιακά εφέ συνδυάζονται για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, μόνο που αυτή τη φορά, η αναλογία έχει αλλάξει. Τα ψηφιακά υπερτερούν και όχι δίχως καλό λόγο. Η ίππευση των αμμοσκωλήκων, οι μάχες στην έρημο και στην κεντρική πόλη του πλανήτη Αρράκις θα ήταν σχεδόν αδύνατον να απεικονιστούν.
Τα θέματα του Χάνς Ζίμερ επιστρέφουν όλα στην πλειοψηφία τους και ενισχύονται με νέα κομμάτια. Ο Χάνς Ζίμερ αφού πειραματίστηκε στην πρώτη ταινία,ρίχνεται στη σύνθεση με μία νέα ηρωική μελωδία της ερήμου, η οποίο θυμίζει τις εξίσου ηρωικές και συνάμα μελαγχολικές νότες του αντίστοιχου θέματος από την ταινία: «Ο μονομάχος» (The Gladiator, 2000).
Αποτίμηση:
Το δεύτερο μέρος του «Dune» είναι αυτό που θέλει κάθε συνέχεια μια πετυχημένης αρχής να είναι. Σέβεται την πρώτη ταινία και την εξελίσσει οργανικά, χωρίς να υπονομεύει την προκάτοχό του. Αναπτύσσει προοδευτικά υπάρχοντες χαρακτήρες και εισάγει καινούργιους για να εντείνει την ποικιλία πρωταγωνιστών και ρόλων. Ο Ντενί Βιλνέβ καταφέρνει να πετύχει κάτι ειλικρινά μοναδικό!
Πρόκειται πραγματικά για το αποτέλεσμα μίας ευτυχούς ευθυγράμμισης αστεριών και πλανητών, αφού η ταινία εντάσσεται στο ολιγάριθμο σύνολο των ταινιών που μπορούν να πετύχουν μόνο μία φορά. Η προσδοκία από μέρους των θεατών και του κόσμου που έμαθε να λατρεύει το σύμπαν του «Dune» ολοένα και αυξάνεται. Η μεταφορά του δεύτερου βιβλίου σε μια τρίτη ταινία αποτελεί γενική επιθυμία όλων. Ο σκηνοθέτης ωστόσο δήλωσε πρόσφατα πως αν η συνέχεια δεν είναι καλύτερη από αυτό που προηγήθηκε, δε θα προβεί σε μία νέα μεταφορά από τη σελίδα στην οθόνη…
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 8,5/10 λόγω της επικής διάστασης που έχει ήδη αποκτήσει, αλλά και της κλασικής αντίστοιχης που θα ακολουθήσει.
Dune: Μέρος Δεύτερο Dune: Part Two 2024 Έγχρ. Διάρκεια: 166′ Επιστ. Φαντασίας Aμερικανική Σκηνοθεσία: Ντενί Βιλνέβ Με τους: Τζος Μπρόλιν Χαβιέρ Μπαρδέμ Ρεμπέκα Φέργκιουσον Τιμοτέ Σαλαμέ Ζεντάγια
ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΑΥΤΟ:
Dune (Part I): «Ο τρόπος που έμελλε να ειπωθεί!» Είδαμε & σχολιάζουμε