Αιρετική και δυνατή περφόρμανς το «ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ» από την Ομάδα Θεάτρου Αrs Moriendi στο θέατρο Τ. Είδαμε & Σχολιάζουμε.
Τελικά σε αυτή τη σκηνή, του συμπαθέστατου και ατμοσφαιρικού θεάτρου Τ, έχουμε ευτυχήσει να δούμε πράγματα πολύ ενδιαφέροντα έως εξαιρετικά, με ελάχιστες εξαιρέσεις.Επιλογές ψαγμένες, που έχουν «κάτι» να πουν στον θεατή, ανεξάρτητα από τον βαθμό έμπνευσης στην απόδοση. Το σίγουρο είναι ότι φεύγει κουβαλώντας αυτό το «κάτι» παραπάνω, ως πολύτιμο θεατρικό κέρδος, είτε πρόκειται για σκέψεις, είτε για συναίσθημα, είτε για αισθητική πρόκληση. Ένα τέτοιο ιδιαίτερο «κάτι» – κυρίως σε εγκεφαλικό επίπεδο- πήραμε από την παράσταση με τίτλο «Αριστούργημα» του Δανού συγγραφέα Κριστιάν Λόλλικε, σε σκηνοθεσία Θάνου Νίκα από την ομάδα Ars Moriendi.
Επί της ουσίας πρόκειται για περφόρμανς μίας ώρας που πραγματεύεται τις έννοιες Τέχνη – Πίστη – Τρομοκρατία, εμπνευσμένη από τη φράση του γερμανού συνθέτη Κάρλ Στοκχάουζεν ότι «η πτώση των Δίδυμων Πύργων ήταν το σπουδαιότερο έργο τέχνης». Και οι τρεις πρωταγωνιστές- ως παρουσιαστές υποτιθέμενου ριάλιτυ, επιχειρηματολογούν προκειμένου να πείσουν το κοινό, ποια από τις θεαματικές καταστροφές/ αιμοτοχυσίες του 21ου αιώνα είναι το σημαντικότερο «καλλιτεχνικό δημιούργημα». Η πτώση των πύργων, η γενοκτονία στη Ρουάντα, η σφαγή στο Μπελσάν της Ρωσίας; Ψάχνοντας να εντοπίσουν το «αριστούργημα» ως έργο τέχνης, με βασικό πλεονέκτημα «να πουλάει» ως θέμα- θέαμα, αναπαριστούν συμβολικά τραγικές στιγμές καταστροφών, βίας, τρομοκρατίας, για να επιβεβαιώσουν ότι «αριστούργημα είναι αυτό που εντείνει το συναίσθημα που ήδη κουβαλάς…», ότι η πίστη μπορεί να λειτουργήσει ως εξαιρετικό/ υποκριτικό άλλοθι, ότι η διάσταση μεταξύ δυτικών και μουσουλμάνων έχει βαθύτερες ρίζες, προσπαθώντας να «μπουν» στο πετσί του τρομοκράτη «Μωχάμετ» και τινάζοντας στον αέρα τη δυτική, πλαστή πραγματικότητα…
Ως πρώτο ιεραρχικά θετικό στοιχείο (+) της παράστασης, θα θεωρήσουμε βεβαίως το δυνατό κείμενο του Κ. Λόλλικε πάνω στο οποίο στήθηκε:
– Ένα κείμενο που η δύναμή του απορρέει καταρχάς από την ίδια την θεματολογία, καθώς χειρίζεται τις καθοριστικές, πανανθρώπινες έννοιες του ρατσισμού, του εθνικισμού, της δημοκρατίας, της τρομοκρατίας… δύναμη που επίσης απορρέει από τον αιρετικό τρόπο διαχείρισης όλων αυτών… από κάποιες εμπνευσμένες ατάκες, προχωρώντας στα «ενδότερα» της σκέψης… από την απρόβλεπτη θεατρική προσέγγιση των θεμάτων, φλερτάροντας ενίοτε με ακρότητες… από τις έντονες εικόνες που προβάλλει ο λόγος. Υπήρξαν σημεία στο κείμενο που πυροδότησαν έντονο σκεπτικισμό- ακόμα και διαφωνίες, στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω- πετυχαίνοντας ωστόσο έναν καθαρό θεατρικό στόχο σε επίπεδο εγκεφαλικής διέγερσης. Και εννοούμε αυτό το προαναφερθέν «κάτι» που πήραμε μαζί μας να μοιραστούμε ευρύτερα, να συζητήσουμε, να ψάξουμε, να σκεφτούμε… Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν το αφήσαμε πίσω, τελειώνοντας η παράσταση.
– Σε επίπεδο σκηνοθεσίας, θα χαρακτηρίζαμε το εγχείρημα του Θάνου Νίκα πολύ ιδιαίτερο, απόλυτα δεμένο με την ουσία του κειμένου και σίγουρα εμπνευσμένο. Δημιούργησε την ιδανική σκοτεινή ατμόσφαιρα του έργου, προσέφερε κάποιες εντυπωσιακές σκηνές κορυφώσεων της έντασης με εύστοχα ευρήματα, απευθύνθηκε με πικρό χιούμορ άμεσα στο κοινό. Επιπλέον πρόσθεσε οπτικοποίηση με προβολή σοκαριστικών εικόνων στα «κεφάλαια» Τέχνη και Τρομοκρατία και αποσπασμάτων της Αγίας Γραφής στο «κεφάλαιο» Πίστη, όλα στη σωστή δοσολογία και στο σωστό κλίμα. Κυρίως όμως αξιοποίησε με ακρίβεια τη σωματικότητα των ηθοποιών παράλληλα με τον λόγο, δίνοντας εύστοχους συμβολισμούς και ένα πολύ ενδιαφέρον σκηνικά αποτέλεσμα, παρά τις περιορισμένες δυνατότητες εν προκειμένω, ενός έργου εγκεφαλικού/ ψυχολογικού που του λείπουν η οργανωμένη δομή και πλοκή. Εντούτοις κατάφερε να κρατήσει την προσήλωση με τις έντονες εναλλαγές ρυθμού, την ιδιαίτερη κινησιολογία, τα ακραία συναισθήματα, τις εικόνες και τον ήχο, πέρα βέβαια από τα συγγραφικά «παιχνίδια του μυαλού»…
– Άριστες οι ερμηνείες των τριών ηθοποιών, ωστόσο ξεχωρίσαμε αυτήν της Κατερίνας Συναπίδου, που διακρίθηκε από εξαιρετική ακρίβεια στην λεπτομέρεια, αυτοέλεγχο, άψογη κίνηση και εκφορά του λόγου, την απαιτούμενη κάθε φορά εκφραστικότητα- άλλοτε παγωμένη, άλλοτε δραματική κι άλλοτε κυνική με δόσεις γκροτέσκο, προικισμένη επιπλέον με φυσική χάρη στη στάση και κίνηση του σώματος. Επίσης πολύ καλοί οι Αλέξανδρος Νικολαϊδης και Δημήτρης Φραγκούλης, απέδωσαν πειστικά τις διακυμάνσεις των ρόλων τους, περνώντας με άνεση σε αντιφατικές – ενίοτε έντονες συναισθηματικές καταστάσεις, εναλλάσσοντας το πάθος, τον πόνο, την οργή, το πικρό χιούμορ, τον χλευασμό… επίσης με καλοδουλεμένη και ακριβή κινησιολογία.
– Από τους «λοιπούς» συντελεστές, ομολογούμε ότι μας κέρδισε η μουσική με το ιδιαίτερο ηχόχρωμα και το απόλυτο συνταίριασμα με την ατμόσφαιρα. Η οποία δεν αναφέρεται στο δελτίο τύπου αλλά υποθέτουμε (με βεβαιότητα) ότι είναι Στοκχάουζεν και σίγουρα δεν μπορούσε να βρεθεί πιο «συγγενικό» άκουσμα για την περίσταση. Άψογοι επίσης οι φωτισμοί στα κατάλληλα σημεία και με την κατάλληλη υποβλητικότητα, συμβατικά και εύστοχα τα μαύρα κοστούμια, ενώ το αφαιρετικό σκηνικό– δυο αμαξίδια, μια λεκάνη τουαλέτας και δύο λωρίδες από χαλίκια, εξυπηρέτησαν λειτουργικά και συμβολικά τις ανάγκες της σκηνοθεσίας, χωρίς φυσικά να ποντάρουν στο αισθητικό αποτέλεσμα.
Ερχόμενοι σε κάποιες ενστάσεις (–), θα αναφερθούμε πρωταρχικά στο κείμενο, ως περιεχόμενο και δομή.
– Όπου θα το προτιμούσαμε πιο συγκροτημένο και συμπαγές στην αλληλουχία των σκέψεων και με καθαρότερο ιδεολογικό στίγμα, περιορίζοντας τις σουρεαλιστικές υπερβάσεις. Διακρίναμε ένα είδος «μεροληψίας» στην αντιμετώπιση μεταξύ δυτικής και ανατολικής κουλτούρας, «απενοχοποιώντας» τρόπον τινά τη δεύτερη για τη χρήση ωμής βίας, ενώ αντίθετα θαυμάσαμε την ακρίβεια στη σκληρή κριτική της πρώτης. Επίσης βρήκαμε αυθαίρετες λογικά κάποιες παραδοχές (δημοκρατία = αγορά = θεός= ελευθερία κλπ.) και αρκετά τραβηγμένο και υπερβατικό το πρώτο μέρος περί… πέους, χωρίς καθαρή λογική σύνδεση.
– Από άποψη σκηνοθεσίας, θα εντοπίζαμε ως αδυναμία δύο εμφανείς «κοιλιές», μία στην έναρξη, όπου η απραξία τράβηξε χρονικά και μία στο κλείσιμο με τον μονόλογο του «Μωχάμετ», όπου ο αργόσυρτος ρυθμός τον έβγαλε εκτός κλίματος, ερχόμενος σε πλήρη αντίθεση με την ένταση που προηγήθηκε. Όσο για μια μορφή εκζήτησης και στυλιζαρίσματος στην κίνηση, παρότι σε στιγμές υπερέβαλε, την εκλαμβάνουμε ως ιδιαίτερη καλλιτεχνική έκφραση του σχήματος σε μια επίσης ιδιαίτερη περφόρμανς με την οποία έδενε αρμονικά.
Καταλήγοντας (=) πρόκειται για μια ξεχωριστή ομάδα που καταθέτει δική της πρόταση στα θεατρικά δρώμενα, με ταλέντο και φαντασία, κάτι που απέδειξε στο εν λόγω αιρετικό και δυνατό εγχείρημα, απευθυνόμενη σε κοινό που ψάχνει κάτι διαφορετικό… Και δεν μπορείς να μην εκτιμήσεις όσους ταλαντούχους τολμούν!
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
6 στα 10
΄΄
–Αναλυτικές πληροφορίες για την παράσταση ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό