-25, 26 και 27 Αυγούστου στο Θέατρο Δάσους
-Κερδίστε διπλές προσκλήσεις, εδώ
Το φετινό δύσκολο για τον πολιτισμό καλοκαίρι συνεχίζεται με αρκετές «πληγές», καθώς ο κόσμος ακόμη και τώρα δείχνει επιφυλακτικός ως προς τις εξόδους τους. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν συνέβη στην παράσταση «Περιμένοντας τον Γκοντό», η οποία ήδη από την αρχή της ανακοίνωσης της περιοδείας, έστρεψε τα βλέμματα πάνω της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μεγάλη προσέλευση του κοινού στις παραστάσεις, που πραγματοποιήθηκαν στο Ηράκλειο της Κρήτης στο θερινό θέατρο του «Τεχνόπολις», όπου και παρακολουθήσαμε την παράσταση.
.

.
Εκκινώντας από τα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης, θα λέγαμε σαν ένα γενικό σχόλιο, πως πρόκειται για μία άκρως καλοδουλεμένη και με προσοχή στις λεπτομέρειες παράσταση. Αρχικά, σε ένα γενικό πλαίσιο το έργο του Σάμιουλ Μπέκετ αποτελεί ένα εμβληματικό θεατρικό κείμενο, το οποίο ακροβατεί ανάμεσα στη ρεαλιστικότητα των διαλόγων και τον σουρεαλισμό των χαρακτήρων, που επιλέγονται. Στο προσκήνιο τίθενται δύο χαρακτήρες, ο Ντιντί και ο Γκογκό, οι οποίοι περιμένουν τον Γκοντό, ανανεώνοντας καθημερινά την πληγωμένη τους ελπίδα για την εμφάνισή του. Οι δύο αυτοί ήρωες με την σοφία της ηλικίας τους δεν διστάζουν τους φιλοσοφούν για την ζωή και τον χρόνο, που περνά, και παράλληλα να παίζουν σαν μικρά παιδιά, ροκανίζοντας τις στιγμές της αναμονής. Στο ενδιάμεσο διάστημα εμφανίζονται οι δύο άλλες κρίσιμες φιγούρες του έργου, οι νεαρότεροι σε ηλικία Πότσο και Λάκι μέσα από μία υπερβατική εικόνα, η οποία θα αναφερθεί εκτενώς στη συνέχεια. Το κείμενο αποτελεί μία ωδή στον χρόνο, την ηλικία, τις προσδοκίες, αλλά και στο φθαρτό της ίδιας της ύπαρξης. Μία υπαρξιακή ενδοσκόπηση με αλληγορικά νοήματα. Η διασκευή, που ακολουθείται, προσπαθεί να αφήσει ανέπαφο το αρχικό κείμενο του Μπέκετ, επιδιώκοντας με κάποια κωμικά στοιχεία να ελαφρύνει την σοβαρότητα και το βαρύ του περιεχομένου του. Οι εναλλαγές είναι ποικίλες, χωρίς ωστόσο το κείμενο να χάνει την ισορροπία και τηνπρωταρχική του σύλληψη.

Ιδιαίτερη αναφορά χρειάζεται στην σκηνοθεσία, η οποία αποτέλεσε ένα από τα πιο δυναμικά στοιχεία της παράστασης. Ο Γιάννης Κακλέας προσπάθησε να κρατήσει ανέπαφα τα δομικά στοιχεία του κειμένου, παρουσιάζοντας αρχικά μία εικόνα εγκατάλειψης και αποσύνθεσης (βασικό στοιχείο του έργου του Μπέκετ). Η εμφάνιση των δύο μεγαλύτερων πρωταγωνιστών γίνεται με απλότητα και διακριτικότητα, οι οποίες διατηρούνται μέχρι να ταραχθούν από την πολύβουη και σουρεαλιστική εμφάνιση των δύο νεότερων πρωταγωνιστών. Η είσοδος αυτή στην πρώτη πράξη του έργου των Σερβετάλη και Αυγουστίδη αποτέλεσαν ίσως τις δυναμικότερες σκηνές τις παράστασης, όπου τα σκηνοθετικά ευρήματα έδιναν και έπαιρναν. Συγκεκριμένα, εμφανίζονται δεμένοι μεταξύ τους με ένα σχοινί, που ενώνει τη μέση του ενός με την πλάτη του άλλου, θέλοντας να αναδείξει τα σημεία υποταγής του δεύτερου στον πρώτο (με τον δεύτερο μάλιστα να κουβαλάει δύο βαριές βαλίτσες). Η συγκεκριμένη εξουσία ειδωμένη μέσα από ένα σχοινί, που άλλοτε τεντωνόταν και άλλοτε συρρικνωνόταν ήταν μία έξυπνη σύλληψη. Στη δεύτερη πράξη οι συγκεκριμένες ισορροπίες ανατρέπονται, όπου το πέρασμα του χρόνου φέρνει αλλαγή στις καταστάσεις και στην αλληλεπίδραση.

Απαρέγκλιτα στοιχεία στα οποία οικοδομήθηκε η σκηνοθεσία αποτέλεσαν τα σκηνικά, η μουσική, η ενδυματολογία και φυσικά η κινησιολογία.
Αναλυτικότερα, τα σκηνικά των Γιάννη Κακλέα και Σάκη Μπιρμπίλη ήταν ιδιαίτερα επιμελημένα (κάτι, που αποδεικνύει, πως ακόμη και σε μία περιοδεία μπορεί να είναι και αυτό το στοιχείο φροντισμένο και αξιοπρεπές), αποτελούμενα από ένα εγκαταλελειμμένο και ταλαιπωρημένο από την φθορά αυτοκίνητο, διασκορπισμένες ρόδες, ένα δέντρο χωρίς φύλλα και ένα μεγάλο πλαίσιο στο πίσω μέρος. Άξιο αναφορά είναι, πως όλα τα στοιχεία του σκηνικού χρησιμοποιήθηκαν με κάποιον τρόπο ερμηνευτικά, χωρίς κανένα να μένει ανεκμετάλλευτο και άρα περιττό. Η μουσική με το Valuska του Μιχάλι Βιγκ ταίριαξε στις μεταβάσεις, φωτίζοντας αρκετές σημαντικές παύσεις. Η ενδυματολογία της Ηλένιας Δουλαδίρη με την ομοιομορφία των δύο ζευγαριών, αλλά και τα προσεκτικά διαμορφωμένα κοστούμια, έδωσε το έναυσμα στον καλύτερο προσδιορισμό των ηρώων και των χαρακτήρων τους. Τέλος, η κινησιολογία των Άρη Σερβετάλη και Αγγελικής Τρομπούκη χρειάζεται ιδιαίτερη μνεία, καθώς αποτέλεσε ίσως το πιο εμπνευσμένο στοιχείο της παράστασης, ακολουθώντας μία στατικότητα των Παπαγεωργίου-Παπαδόπουλου και μία υπερκίνηση των Σερβετάλη-Αυγουστίδη, οι οποίοι φάνηκαν πέρα από την καλή σωματική κατάσταση, προκειμένου να στηρίξουν τη συνεχώς εναλλασσόμενη κίνηση, να είναι πάρα πολύ καλά συντονισμένοι μεταξύ τους.

Οι τέσσερις βασικοί πρωταγωνιστές αποτέλεσαν ένα σύνολο με χημεία σε ένα ορθά διαμοιρασμένο περιεχόμενο.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου κέρδισε τις εντυπώσεις με μία ερμηνεία μετρημένη, που τη διέκριναν η ορθοφωνία, η καθαρή και ρωμαλέα χροιά, αλλά και οι απόλυτα ομαλές μεταβάσεις.
Ο Σπύρος Παπαδόπουλος αποτελώντας τον έτερο πόλο του Παπαγεωργίου οικειοποιήθηκε τα πιο κωμικά στοιχεία της παράστασης, με ένα ρόλο, που παρουσίαζε σε σημεία κάποια στατικότητα, χωρίς όμως να επηρεάσει το συνολικό αποτέλεσμα.
Ο Άρης Σερβετάλης, στο ρόλο του τύραννου, ο οποίος μπήκε σαν σίφουνας στην σκηνή κατάφερε παρά την αρχικά ιδιαίτερα ανεβασμένη σε τόνο ομιλία του (που κάπως ξένισε) να βρει τα πατήματά του, σε έναν ιδιαίτερα απαιτητικό ρόλο, που συνδύαζε την έντονη κινησιολογία με την ταχεία ομιλία (σωστές αναπνοές χωρίς κομπιασμούς).
Ο Ορφέας Αυγουστίδης στο ρόλο της μαριονέτας, τις κινήσεις του οποίου έλεγχε ο Σερβετάλης, κατάφερε σε μία βουβή απόδοση να αποτυπώσει μία πλειάδα εκφραστικών σημείων, με τον μονόλογό του να μαγνητίζει τα βλέμματα.
Στα αρνητικά (-) στοιχεία της παράστασης, τα οποία στέρησαν μία συνολικά εξαιρετική απόδοση, ανευρίσκονται σε τρία βασικά σημεία. Το πρώτο φάνηκε να κατευθύνεται γύρω από την επιλογή ακόμη δύο πρωταγωνιστών, ενός αγοριού και ενός κοριτσιού. Συγκεκριμένα, το αγόρι (Άρης Κακλέας) αποτελεί τον αγγελιαφόρο και τον δεσμό ανάμεσα στον Γκοντό και τους δύο ηλικιωμένους πρωταγωνιστές, που ανακοινώνει τη μη άφιξη του Γκοντό. Ως προς αυτό το σημείο εντύπωση μου έκανε η σύγχρονη ενδυματολογία, που επιλέχθηκε, γεγονός, που φάνηκε να στερεί τη διαχρονικότητα, που προσπαθεί να προσδώσει το έργο, η οποία μάλιστα φάνηκε να είναι πρόχειρα διαμορφωμένη. Από εκεί και πέρα η προσθήκη της κοπέλας (Αγγελική Τρομπούκη), η οποία αποτέλεσε μία αέρινη φιγούρα, πάνω στην οποία οικοδομήθηκε ο έρωτας των δύο νέων, εισήγαγε ένα στοιχείο παράταιρο και έξω από το αρχικό έργο του Μπέκετ, χωρίς να παρουσιάζει καμία λειτουργικότητα και καμία ουσιαστική χρήση.
Το δεύτερο εμφανίζεται σους φωτισμούς, οι οποία παρά τις επαρκείς εναλλαγές τους φάνηκαν υποδεέστεροι σε σχέση με άλλα στοιχεία της παράστασης. Θα μπορούσαν να εμπλουτίσουν περισσότερο την σκηνοθεσία, κάτι που ωστόσο δεν συνέβη.

Τέλος, το τρίτο στοιχείο, στο οποίο διατυπώνω μία ένταση είναι ως προς την συνολική απόδοση. Το συγκεκριμένο πράγματι μνημειώδες έργο του Μπέκετ αποτελεί ένα αρκετά δύσκολο και δυσνόητο κείμενο για τον μέσο θεατή, ο οποίος δεν κατάφερε να συλλάβει απόλυτα το σύνολο των νοημάτων αυτού. Η σκηνοθεσία κατάφερε να το κάνει πιο οικείο, ακολουθώντας μία μεστή απόδοση, χωρίς ωστόσο να επιτύχει να το καταστήσει απόλυτα προσιτό και προσφιλές.
Συνολικά (=), θα λέγαμε, πως η συγκεκριμένη παράσταση αποτελεί την έκπληξη του φετινού –δύσκολου– καλοκαιριού, η οποία μοιάζει επιμελημένη στη συντριπτική πλειοψηφία των στοιχείων της, χωρίς να βολεύεται σε εύκολες λύσεις πρόσκαιρου εντυπωσιασμού, που θα ευτέλιζαν το πρωτότυπο έργο, αλλά και χωρίς να επιλέγει ιδιόμορφες διασκευές, που θα στερούσαν τα ρεαλιστικά στοιχεία αυτού.
Βαθμολογία:
7,4/10
.
-k-
.
ΤΡΙΤΗ 25, ΤΕΤΑΡΤΗ 26, ΠΕΜΠΤΗ 27 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ
Θέατρο Δάσους.
«Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ.
Πρεμιέρα: Τρίτη 25 Αυγούστου

Ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν δύο επιζήσαντες μοναχικοί χαρακτήρες , συναντιούνται στο ίδιοσημείο για άλλη μια φορά. Μετέωροι σε ένα έρημο τοπίο, μιλούν, αστειεύονται, παίζουν , σιωπούν και περιμένουν. Ο Γκοντό υποσχέθηκε πως θα ’ρθεί. Είναι ψευδαίσθηση; Θα κρατήσει την τπόσχεση του και θα δώσει τη λύση; Υπάρχει και δοκιμάζει την πίστη τους; Ή μήπως αδιαφορεί για αυτούς και τους έχει ξεχάσει;
Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας.
Ερμηνεύουν: Σπύρος Παπαδόπουλος, Θανάσης Παπαγεωργίου, Άρης Σερβετάλης, Ορφέας Αυγουστίδης.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Τρίτη 25, Τετάρτη 26, Πέμπτη 27 Αυγούστου στις 21:00.
-Κερδίστε διπλές προσκλήσεις, εδώ

.
-k-
.
Δείτε & αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.

.
–Οι νέες ταινίες της εβδομάδας, κλικ εδώ.

.
Τι παίζουν τα θερινά σινεμά της Θεσσαλονίκης τώρα, κλικ εδώ.

.
–Θέατρο: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
΄΄
Φωτογραφικό υλικό