Το Κορίτσι μέσα στο Σπίτι σε σύλληψη και σκηνοθεσία της Βαρβάρας Δουμανίδου και κείμενο της Μαρίας Ράπτη είναι ένα κορίτσι απλό και γλυκό. Το πόσο έχει πονέσει δε γίνεται εύκολα αντιληπτό. Περνάει εξ αρχής απαρατήρητο. Όταν το κορίτσι ανοίγει την πόρτα και καλωσορίζει τους Άλλους, το βλέμμα του διερευνητικά “μετράει” τον Χώρο και τον αέρα γύρω του. Κι όταν ο Χώρος αυτός βρίθει ξαφνικά από ανθρώπινα μυαλά, άκρως αντιπροσωπευτικά της κοινής γνώμης και συνείδησης, θλίβεται. Θλίβεται με αυτήν την ανυπαρξία και τη στασιμότητα του αισθαντικού νου, με την καρδιακή ανεπάρκεια του μυαλού. Παρόλα αυτά, επιχειρεί την έγερση και την αφύπνισή του. Διότι το έχει ανάγκη. Έχει την ανάγκη να πείσει, να ανέβει τη σκάλα και να εισέλθει στην πραγματικότητά της.
Το Κορίτσι υποφέρει από το βάρος της αναπόδραστης ευθύνης για τη βαθιά κι ειλικρινή έκφραση του σε εκκρεμότητα Έρωτα, του μη ολοκληρωμένου, του σχεδόν καταραμένου, του απωθημένου, του ιδανικού. Αυτός είναι και ο τέλειος Έρωτας. Ο τέλειος Έρωτας παλεύει με τη μοίρα και τις δυνάμεις του ασυνειδήτου και αποκαλύπτεται ως νικητής. Ο τέλειος Έρωτας δεν προλαβαίνει να μετουσιωθεί σε Αγάπη. Παραμένει ανέκαθεν σε ένα δοκιμαστικό επίπεδο εν είδει παραμυθιού χωρίς καλό τέλος. Πώς να αντέξει την τόση πραγματικότητα άλλωστε…
Κλουβιά είναι οι καρδιές των Ανθρώπων. Κοιμούνται μέσα κι αισθάνονται ασφάλεια. Νομίζουν ότι οι σκιές των σίδερων στο φως είναι μαριονέτες ελεγχόμενες και παιχνιδιάρικες, ότι τις χειρίζονται κατά βούληση. Όμως, η χρήση τους υπερβαίνει το μέτρο κάθε εφιαλτικής φαντασίας. Οι σκιές είναι σκιές, ένα Φαίνεσθαι πίσω από το Είναι. Και τι είναι αυτό που δεν μπορούν να δουν οι Άνθρωποι; Τι είναι ο Έρωτας; Τι είναι η Αγάπη; Ποια είναι η σχέση τους με τη ζωή και τον θάνατο; Και ποιος είναι ο ρόλος του μαχαιριού, της θηλιάς και του γιασεμιού; Γιατί οι άνθρωποι μπορούν και πίνουν τα λουλούδια, αλλά δε γίνεται να τα οσμιστούν; Γιατί γεύονται τον θάνατο, αλλά δεν μπορούν να γευτούν τον Έρωτα σε όλο του το μεγαλείο; Και γιατί το γιασεμί το εκτιμούν, όταν το φυτεύουν στο μαζί και το σκοτώνουν στο ερήμην;
Ο ήλιος και το φεγγάρι εναλλάσσουν τη δύναμή τους επάνω στους ερωτευμένους. Αυτοί οι καημένοι υπό το φως τους συνοδεύονται στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ωστόσο, μόνο ο Ένας εκτελείται. Η εξόντωση και των Δύο αποτελεί σενάριο ρομαντικών μυθιστορημάτων: Ρωμαίος κι Ιουλιέτα. Οι θιασώτες του ρεαλισμού είναι αμείλικτοι: Σταύρωσον, σταύρωσον τον Ένα. Γιατί, μόνο με τον τρόπο αυτόν, ο Έρωτας καταδικάζεται ολοκληρώνοντας τον σκοπό του. Όταν η ουσία του βιωθεί μονόπλευρα. Μονόπλευρα είναι και τα χτυπήματα του μαχαιριού στο σώμα. Μονόπλευρα βιώνονται και οι προσπάθειες μιας θηλιάς που καταλήγει πάντα στο πάτωμα, ατυχήσασα να επιτελέσει τον άχαρο ρόλο της.
Κι εγώ ως Κορίτσι μέσα στο Σπίτι παραμένω ερωτευμένα καταδικασμένη… Να έχω το άρωμά σου κάτω από το αυτί μου. Να νιώθω την ανάσα σου να με ζεσταίνει. Να φαντασιώνομαι τη φιγούρα σου έξω από το παράθυρό μου, σαν τότε που σε περίμενα να έρθεις στην πόρτα μου. Να έχω διπλωμένα τα ρούχα σου στην ντουλάπα μου, αρωματισμένα με την ανδρική σου κολόνια. Να κοιμάμαι σε ένα άδειο και κρύο κρεβάτι κουλουριασμένη σε εμβρυική στάση, σαν να με αγκαλιάζεις ακόμη. Να περιφέρομαι στα άδεια και μισοσκότεινα δωμάτια του σπιτιού μου σαν φάντασμα. Να σερβίρω τσάι στον εαυτό μου και να το πίνω μόνη σε ένα ακριβό σερβίτσιο. Να μην μπορώ να κοιμηθώ. Και όταν καταφέρνω να κλείσω τα μάτια μου, να αισθάνομαι ότι με αγκαλιάζεις και ότι μου μιλάς στο αυτί. Και ξυπνάω τρομαγμένη ανάβοντας το σπίρτο της θύμησής σου. Σαν τότε… προτού σε κλέψει το αστέρι με το φως του και χαθείς για πάντα. Κι εγώ, που αναπνέω ακόμη μέσα από σένα, καλούμαι να ζήσω με τις ενοχές μου. Γιατί να μη με πάρει κι εμένα το ίδιο αστέρι μακριά μαζί σου; Γιατί να μην έχω περπατήσει πλάι σου;
“Γιατί, αγάπη μου, εάν αυτό μπορούσε να γίνει, τώρα δε θα μιλούσαμε για Έρωτα.
Θα ήταν Αγάπη ίσως”.
Αντί Επιλόγου: Σας παραθέτω: α) το τρέιλερ της παράστασης και β) το τραγούδι της Ελευθερίας Αρβανιτακη “Ερωτικό”.
Καημός αλήθεια να περνώ
του έρωτα πάλι το στενό
ώσπου να πέσει η σκοτεινιά
μια μέρα του θανάτου.
Στενό βαθύ και θλιβερό
που θα θυμάμαι για καιρό
τι μου στοιχίζει στην καρδιά
το ξαναπέρασμά του.
Ας είν’ ωστόσο, τι ωφελεί
γυρεύω πάντα το φιλί
στερνό φιλί, πρώτο φιλί
και με λαχτάρα πόση.
Γυρεύω πάντα το φιλί
αχ, καρδιά μου
που μου το τάξανε πολλοί
όμως δε μπόρεσε κανείς
ποτέ να μου το δώσει.
Ίσως μια μέρα όταν χαθώ
γυρνώντας πάλι στο βυθό
και με τη νύχτα μυστικά
γίνουμε πάλι ταίρι
Αυτό το ανεύρετο φιλί
που το λαχτάρησα πολύ
σαν μια παλιά της οφειλή
να μου το ξαναφέρει.