Γράφει ο ηθοποιός Κωνσταντίνος Λεβαντής.
Σε κάθε δουλειά που κάνω, πάντα υπάρχει ένα βασικό μάθημα που παίρνω, άλλα «καλά» μαθήματα, άλλα όχι. Εννοώ πως άλλα έχουν να κάνουν με κάτι που θεωρώ πως είναι καλό για την δουλειά ή το αντίθετο… Κάπως έτσι θα τα γράφω κι εδώ. Τα περισσότερα έχουν να κάνουν με τους συναδέλφους μου ή με τον εκάστοτε σκηνοθέτη, σπανίως έρχονται από άλλες «πηγές» (απ’ όλα έχει ο μπαξές, θα φτάσουμε κι εκεί, μη μου βιάζεσαι, ένα άρθρο την εβδομάδα έχω…) Οι συμπεριφορές είναι ένα μεγάλο και βασικό κεφάλαιο σε αυτή τη δουλειά.
Οι σχέσεις με τους συναδέλφους είναι πάντα επικών διαστάσεων (με όποια ερμηνεία κι αν θέλεις να δώσεις στην λέξη). Οι ηθοποιοί άλλωστε, δεν είναι συνηθισμένοι άνθρωποι (το συνηθισμένοι επίσης ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως). Δεν παύουν όμως να είναι άνθρωποι, οπότε συναντάς στην πορεία σου κάθε λογής χαρακτήρες, πάντα άξιους προς παρατήρηση και μελέτη (Μου επιτρέπεις να θυμηθώ λίγο τον δάσκαλό μου τώρα που είπα παρατήρηση και μελέτη, ναι;). Μικρή παύση…
Συνεχίζω λοιπόν. Ούτε και που θυμάμαι πώς, κάποια στιγμή μετά την σχολή με πήραν για ένα περασματάκι σε μία τηλεοπτική σειρά στην κρατική. Πετούσα! Μου ζήτησαν να πάω ξυρισμένος κι αν χρειαζόταν, θα μου έβαζαν αυτοί ψεύτικο μουστάκι. Πήγα σαφώς πολύ νωρίτερα από την ώρα που μου είπαν, περιχαρής και με μία κοτσίδα που μου είχε ξεμείνει από τα παλιά στο χέρι (ναι, είχα και κοτσίδα κάποτε) για να μου φτιάξουν αν χρειαστεί το μουστάκι! Έτσι κι έγινε, μουστάκι από τα μαλλιά μου (το λες και οιωνό το ότι τώρα κατά βάση κυρίως μουστάκι έχω μόνο…). Γύρισα την σκηνή μου -μια πρόταση ήταν- τόσο γρήγορα που δεν το κατάλαβα καλά-καλά κι έφυγα. Ο ελάχιστος χρόνος μου στο πλατό ήταν για μένα ένα όνειρο. Θεώρησα κρίμα όταν προβλήθηκε το επεισόδιο το ότι είχε επιλεγεί το πλάνο που ήμουν μόνος μου κι όχι αυτό με έναν μεγάλο ηθοποιό στον οποίο απευθυνόμουν, αλλά και πάλι, ήταν μια αρχή σε μία πολύ αξιοπρεπή δουλειά με εξαιρετικούς συντελεστές. Αυτό παίχτηκε στο πρώτο επεισόδιο. Κάμποσο καιρό μετά, με πήραν τηλέφωνο και πάλι. Με είχαν βρει καλό παικτικά, ευχάριστο (ναι, είμαι και τέτοιος), ευγενικό, με συμπάθησαν και μιας και ίσα που είχα φανεί τελικά, μου έδωσαν ένα ρολάκι για κάποια επεισόδια προς το τέλος της σειράς (ποιος θα με θυμόταν από ένα πλάνο στο πρώτο επεισόδιο;). Αυτό για μένα ήταν ένα κέρδος που δεν περίμενα… Από την αρχή –κι όχι σκοπίμως ή επιτηδευμένα- είχα μια αντιμετώπιση για την δουλειά και στην δουλειά, η οποία μου βγήκε σε καλό. Οπότε ξαναγύρισα για να παίξω έναν λοχία που οδηγούσε τον πρωταγωνιστή στον πόλεμο. Έτσι συνειδητοποίησα από πολύ νωρίς πως τα ντιβιλίκια (έβλεπα πολλά δείγματα από την σχολή κιόλας και δεν καταλάβαινα ποτέ το γιατί…) δεν περνάνε στην δουλειά, το αντίθετο. Ειδικά από αυτούς που δεν έχουν λόγο να το ρίχνουν στα ντιβιλίκια…
Κάποια στιγμή πολύ αργότερα, σε έναν θίασο που ήμουν, ξεκινήσαμε πρόβες. Κάναμε τις αναγνώσεις, περνούσαν οι μέρες, λέω κάποια στιγμή στον σκηνοθέτη πως η τάδε ατάκα μου νομίζω πρέπει να ειπωθεί καθαρά κωμικά κι ας μην ήταν κωμικός ο ρόλος. Δεν πολυήθελε. Φτάνουμε στις γενικές, τον πείθω να το δοκιμάσουμε, δεν ήταν σίγουρος και πάλι… Μιλάμε πριν την πρεμιέρα με έναν συνάδελφο από τον θίασο που είχαμε μαζί την σκηνή με την ατάκα, μου λέει «Κωνσταντίνε, πρέπει να επιμείνεις για την ατάκα, θα τραβήξει πολύ γέλιο». Λέω στον σκηνοθέτη πριν ξεκινήσουμε πως θέλω πολύ να την πω με τον τρόπο μου και μου λέει κάνε ό,τι θες. Φτάνουμε λοιπόν στην επίμαχη σκηνή, πλασάρω την ατάκα ακριβώς όπως ήθελα και γίνεται από κάτω χαμός. Κάμποσες από τις ατάκες του συνάδελφου πέρασαν στο κοινό, κάποιες -κι ας ήταν αστείες- όχι. Τελειώνει η παράσταση, με πιάνει στο καμαρίνι και μου λέει «Κωνσταντίνε, δεν πρέπει να την ξαναπείς έτσι, χαλάς όλη την σκηνή»… Με πιάνει μετά κι ο σκηνοθέτης και μου λέει το κρατάμε… Πέταξε το γλαράκι!
Αντιπαράθεση τώρα και πίσω στον χρόνο, στην επάνοδό μου στην σειρά που λέγαμε πριν, όπου ήρθε το δεύτερο μάθημα εκεί πέρα. Στην πρώτη μου σκηνή, έμπαινα σε μια σπηλιά που είμασταν οι στρατιώτες και τους ανακοίνωνα πως η χώρα παραδόθηκε στους Γερμανούς. Πολυπρόσωπη, έντονη σκηνούλα εστιασμένη στον ρόλο μου, είχα υλικό για να βγάλω κάτι υποκριτικά, είχα και interaction με τον πρωταγωνιστή, οπότε ο δεύτερος γύρος ξεκινούσε καλά. Κάνουμε την πρόβα μας, όλα πήγαιναν καλά. Ο πρωταγωνιστής ήταν γνωστός ηθοποιός, τον οποίο είχα δει πρόσφατα στην breakthrough ταινία του και τον εκτιμούσα ιδιαίτερα. Πάμε γύρισμα δύο φορές αν θυμάμαι καλά την σκηνή και λέει ο σκηνοθέτης να μας δείξει στο μόνιτορ τι γυρίσαμε. Τότε δεν ήξερα πως γίνεται τέτοιο πράγμα και κατενθουσιάστηκα. Περικυκλώνουμε το μόνιτορ και παθαίνω την πλακάρα της ζωής μου. Βλέπουμε να μπαίνω στην σπηλιά, αρχίζω να λέω τα λόγια μου κι εκεί που ξεκινάει το ζουμί στις ατάκες μου, προχωράει το πλάνο και εστιάζει στον δόλιο πρωταγωνιστή, που τον πιάνει η πίκρα. Κόκαλο εγώ. Και πρόσεξε τώρα! Γυρνάει αυτός ο ηθοποιός στον σκηνοθέτη και του λέει: «Το παλικαράκι (ναι, και τέτοιο υπήρξα…) είναι καλό και τα λέει ωραία. Και είναι δική του η σκηνή… Μήπως να το πηγαίναμε μία και να μείνει το πλάνο πάνω του και να δείξουμε εμένα λίγο στο τέλος; Έτσι κι αλλιώς εγώ παίζω σε όλη την σειρά…» Κι αυτό ήταν ένα μάθημα που ποτέ δε θα βγει από το κεφάλι μου… Σε αυτή τη δουλειά πρέπει να είμαστε γενναιόδωροι. Να βλέπουμε, να παρατηρούμε και να υπολογίζουμε τον συνάδελφο. Πρέπει να μην υποτιμούμε τον νεώτερο, με αυτόν συνεργαζόμαστε. Πώς αλλιώς θα ανοίξει κι αυτός τα φτεράκια του; Κι έτσι ο κύριος Πασχάλης Τσαρούχας (ελπίζω να μη σε πειράζει που σε κατονομάζω, δάσκαλε) έγινε για μένα από συνάδελφος, δάσκαλος. Την δουλειά την κάνω πλέον χρόνια και μπορώ με ασφάλεια να πω πως δεν είναι όλοι οι συνάδελφοι σε θέση να κάνουν την δουλειά τους και παράλληλα να διδάσκουν την δουλειά με μία ανεπιτήδευτη προβολή του ήθους τους, κι αυτό του το χρωστάω. Όχι την σκηνή, την κίνησή του. Το πλάνο που επιλέχθηκε τελικά ήταν το πρώτο, με πρωταγωνιστή τον πρωταγωνιστή. Αλλά με πείραξε λιγότερο από ότι περίμενα. Είχα ήδη κερδίσει κάτι. Το υπέροχο σε όλο αυτό είναι το ότι πολλά χρόνια μετά από αυτό το περιστατικό, βρήκα στο facebook τον κύριο Τσαρούχα, γίναμε φίλοι, μιλήσαμε στο chat και του ανέφερα το περιστατικό για να με θυμηθεί. Και ξέρεις τι έκανε ρε φίλε; Δεν το περηφανεύτηκε καθόλου…
Το άρθρο γράφτηκε ακούγοντας:
Πολλά τακ-τακ από πληκτρολόγια και κλικ-κλικ από ποντίκια… Μη ρωτάς (κάτι δικά μου…)
Φωτογραφικό υλικό