Είδε η Αννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Στην ηλικία των 45 ετών, ο συγγραφέας Γιάννης Πάσχος, διαγνώστηκε με δυσλεξία. Όλα ξεκίνησαν όταν, τυχαία ένα βράδυ, βρήκε στο διαδίκτυο ένα «τεστ δυσλεξίας για ενήλικες»το οποίο, μέσα από δέκα απλές ερωτήσεις, του έδωσε την ευκαιρία για πρώτη φοράνα δώσει όνομα στο πρόβλημα που τον τυραννούσε από παιδί. Οι αναμνήσεις του, ζωντανές και παρούσες τον συνεπήραν και αποφάσισε να τις καταγράψει.
Κάπως έτσι προέκυψε η βραβευμένη νουβέλα «Το χρονικό ενός Δυσλεκτικού», που μεταφέρθηκε στο θέατρο, σε σκηνοθεσία Ντίνου Ψυχογιού, δραματουργική επεξεργασία Ελένης Σπετσιώτη και με τον Δημήτρη Μαμιό στον μοναδικό ρόλο. Μια παράσταση που επισκέφτηκε την πόλη μας για δύο μόνο εμφανίσεις στο θέατρο Αυλαία.
Το έργο είναι ένας καταιγιστικός μονόλογος ενός δυσλεκτικού αγοριού που αφηγείται τη ζωή του από πολύ μικρή ηλικία μέχρι την ενηλικίωση και την περίοδο των φοιτητικών του χρόνων. Καταγόταν από οικογένεια δασκάλων και μεγάλωσε περιτριγυρισμένος από βιβλία. Η ιδιαιτερότητά του φάνηκε από νωρίς. Του άρεσε να γράφει αλλά τα γραπτά του έμοιαζαν με ιερογλυφικά, γεγονός που ανησύχησε τους γονείς του. Ο πατέρας του ήταν ιδιαιτέρως αυστηρός, σε αντίθεση με την τρυφερή και καλοσυνάτη μητέρα του που τον στήριζε, παρά τις κατηγορίες του άντρα της ότι με την αγάπη της θα τον καταστρέψει. Απογοητεύσεις, δυσκολίες και ξύλο τον συντρόφευσαν σε όλα τα μαθητικά του χρόνια, εκείνος όμως, παρά τις αντιξοότητες, με πείσμα, επιμονή, τύχη και μια φωτεινή ματιά κατάφερε να πάρει τη ζωή στα χέρια του και να αποδείξει την αξία του.
Το αυτοβιογραφικό κείμενο του Γιάννη Πάσχου συγκαταλέγεται αναμφίβολα στα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης. Πρόκειται για ένα αξιόλογο λογοτεχνικό έργο που μας εκπλήσσει με τη δύναμη και την τρυφερότητά του. Ο λόγος του είναι απλός, αλλά αφοπλιστικά αληθινός, περιεκτικός και ειλικρινής. Η αφήγηση βρίθει από χιούμορ και συναίσθημα, το δε γεγονός ότι πρόκειται για αυτοβιογραφία το καθιστά ιδιαιτέρως ενδιαφέρον. Εντάσσεται στην κατηγορία των κειμένων ενηλικίωσης καθώς περιγράφει τη μετάβαση του συγγραφέα – ήρωα από την παιδική στην ενήλικη ζωή, δίνοντας περισσότερο έμφαση στον εσωτερικό του μονόλογο παρά στην δράση. Μέσα από τα προσωπικά του βιώματα, κατά τις διάφορες φάσεις της παιδικής του ηλικίας, ο συγγραφέας σκιαγραφεί την ψυχολογική και ηθική ανάπτυξή του περιγράφοντας τις αλλαγές στον χαρακτήρα του και στην γενικότερη αντίληψη των πραγμάτων.
Το έργο αγγίζει σημαντικά ζητήματα που αφορούν στις στερεοτυπικές κοινωνικές αντιλήψεις, τις προκαταλήψεις και τον κοινωνικό στιγματισμό που υφίστανται άτομα με μαθησιακές δυσκολίες και ταυτόχρονα προβάλει την αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να αγκαλιάσει τα δυσλεκτικά παιδιά και να τα συνδράμει ανάλογα με τις ιδιαιτερότητές τους.
Ο σκηνοθέτης Ντίνος Ψυχογιός προσεγγίζει το έργο με αγάπη και ευαισθησία. Επιλέγει να το παρουσιάσει ως μονόλογο δίνοντας έμφαση στην αίσθηση της απομόνωσης και της απόρριψης του κεντρικού ήρωα από την κοινωνία λόγω του μαθησιακού του προβλήματος. Μια επιλογή που στήριξε επάξια καθώς έχτισε μια παράσταση με συνοχή, ρυθμό και θεατρικό όγκο, μια «γεμάτη» παράσταση που δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από άλλες πολυπρόσωπες παραστάσεις τουλάχιστον από άποψη ανάδειξης του συναισθήματος. Επικεντρώθηκε, κυρίως, στην ορθή και μελετημένη καθοδήγηση του Δημήτρη Μαμιού και στην ανάδειξη της δύναμης και της αισιοδοξίας του κειμένου, χαρίζοντάς μας ένα γοητευτικό αποτέλεσμα, πηγή έμπνευσης, θάρρους και ελπίδας για όλα τα άτομα με ιδιαιτερότητες. Για 80 λεπτά, μπορούμε να πούμε ότι απολαύσαμε πραγματικά έναν εξομολογητικό μονόλογο που δεν κούρασε στο παραμικρό, αντιθέτως κράτησε ζωντανό το ενδιαφέρον μας σε όλη τη διάρκειά του.
Στην επιτυχία της παράστασης συνέβαλε αναμφίβολα το εξαιρετικά ενδιαφέρον σκηνικό της Νίκης Ψυχογιού. Περιεκτικό και συμβολικό μέσα στη λιτότητά του έστησε επί σκηνής την «φυλακή» του ήρωα μέσα στον κόσμο των βιβλίων που τον καταδυνάστευαν από πολύ μικρή ηλικία. Σωροί από βιβλία σκορπισμένα στο πάτωμα, αποτέλεσαν τα εμπόδια, τους τοίχους που του έκλειναν τον δρόμο προς την επιτυχία, τα σκαλοπάτια που με δυσκολία ανέβηκε αλλά και το βάθρο που τον έχρισε νικητή. Εντυπωσιακές οι αιωρούμενες στήλες από αμέτρητες σελίδες βιβλίων με πουλιά – οριγκάμι γαντζωμένα πάνω τους που γέμισαν την σκηνή δίνοντας της όγκο, κίνηση αλλά και νόημα. Μια αξιοθαύμαστη δουλειά…
Πολύ καλοί και οι φωτισμοί της Μαριέττας Παυλάκη αλλά και η μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη που ενέτειναν σημαντικά το συναίσθημα, την συγκίνηση και την τρυφερότητα που κυριαρχούσε στην ατμόσφαιρα.
Τι να πει κανείς, τέλος, για αυτόν τον σπουδαίο ηθοποιό, τον Δημήτρη Μαμιό, που για μια ακόμη φορά μας εξέπληξε με το ταλέντο του σε ένα αντικειμενικά δύσκολο είδος όπως αυτό του μονολόγου. Τον αγαπήσαμε στην «Πανούκλα», τον θαυμάσαμε στο «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» και τώρα είχαμε και πάλι την χαρά να τον απολαύσουμε σε έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο,τον οποίοφώτισε με την ζεστή, ανθρώπινη ερμηνεία του, με την συγκινητική αυθεντικότητά του, κατορθώνοντας όχι μόνο να μας πείσει για τα συναισθήματα του ήρωα αλλά να μας κάνει να συμπάσχουμε μαζί του, να νιώσουμε λίγο από τον φόβο, την απογοήτευση αλλά και την αισιοδοξία του. Με χιούμορ, χαμόγελο, σκηνική άνεση και απίστευτη φυσικότητα απέδωσε τις συναισθηματικές μεταβάσεις και τα βήματα προς την ενηλικίωση του νέου αυτού ανθρώπου που παρά τις αντικειμενικές μαθησιακές του δυσκολίες και την απόρριψη από το οικογενειακό του περιβάλλον αγωνίζεται με πείσμα να κατακτήσει τον κόσμο. Η αυθεντικότητα και η εκφραστικότητά του κράτησαν ακέραιη την προσοχή του κοινού που του χάρισε το θερμότερο χειροκρότημα, όταν κάθιδρος πια από την προσπάθεια υποκλίθηκε μπροστά μας…
Δεν θα προβώ σε ασήμαντες αρνητικές παρατηρήσεις (-), καθώς δεν αναιρούν στο παραμικρό το θετικότατο αποτέλεσμα μιας παράστασης με ουσία, που πραγματικά αξίζει να παρακολουθήσει κανείς, ιδίως αν έχει παιδιά ή αν ανήκει σε αυτό που καλούμε εκπαιδευτικό σύστημα. Μια παράσταση που αν και μιλά ωμά για την απομόνωση των ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες, που κουβαλούν το στίγμα του «κατεστραμμένου», του «διαφορετικού» αλλά και για το αποτυχημένο εκπαιδευτικό μας σύστημα, είναι ταυτόχρονα φωτεινή, ζωντανή και χαρούμενη, ένας οδηγός ζωής για ανθρώπους με παρόμοια προβλήματα να αντιμετωπίζουν τον κόσμο με αισιοδοξία, ελπίδα και πίστη στις δυνατότητές τους.
Συμπερασματικά (=) παρακολουθήσαμε έναν ιδιαιτέρως δυνατό μονόλογο, με πολλές τρυφερές και συγκινητικές στιγμές, προσεγμένο σκηνοθετικά, με έναν εξαιρετικά ταλαντούχο ηθοποιό να μας παρασέρνει σ’ ένα περιπετειώδες ταξίδι ενηλικίωσης μέσα από τον κόσμο της δυσλεξίας.
Βαθμολογία: 7/10