Είδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
.
Παρότι ο Ν. Τσιφόρος ανήκει στις πλέον καταξιωμένες νεοελληνικές πέννες με αγαπητά και πασίγνωστα τα περισσότερα έργα του, ομολογώ ότι το παρόν προσωπικά το γνώριζα μόνο ως τίτλο και όχι ως περιεχόμενο…
.
Ωστόσο η επιλογή του συγκεκριμένου συγγραφέα με τη μεγάλη λαϊκή απήχηση από το ΚΘΒΕ, ήταν αρχικά μια ευχάριστη έκπληξη στα πλαίσια του «θέατρο για όλους» με μια διασκεδαστική, ανάλαφρη κωμωδία που επιπλέον υποσχόταν βαθύτερες προεκτάσεις…
Πρόκειται για την παράσταση «Η Πινακοθήκη των Ηλιθίων» του Νίκου Τσιφόρου και σε σκηνοθεσία Ανδρομάχης Χρυσομάλη,που μετά το αρχικό της ανέβασμα προ μηνών, επιχειρεί «δεύτερη καριέρα» εν μέσω θέρους στη σκηνή της ΕΜΣ του Κρατικού Θεάτρου σε μια εξαιρετικά δροσερή ατμόσφαιρα…

Η υπόθεση αφορά στο πείραμα που σκαρώνει ένας ιδιόμορφος πλούσιος εξ Αμερικής, ορίζοντας ως κληρονόμους ενός τεράστιου ποσού δύο εντελώς τυχαίους αγνώστους του στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού… έναν ανέμελο κι επιπόλαιο Γάλλο φοιτητή και μια «ελαφρών ηθών» φλογερή Ισπανίδα, που παραλαμβάνουν ταυτόχρονα τη σχετική επιστολή της κληρονομιάς κι αποφασίζουν να ταξιδέψουν – συμπτωματικά με το ίδιο καράβι- για να εισπράξουν το ποσό από τον άγνωστο κληροδότη…Ωστόσο στο ταξίδι γνωρίζονται, ερωτεύονται, ανακαλύπτουν εκ των υστέρων την κοινή τους «μοίρα» και ως ερωτευμένοι βρίσκουν φυσικό να παντρευτούν ώστε παράλληλα να επωφεληθούν από κοινού… Όταν όμως συναντούν τον κληροδότη- φαρσέρ, αυτός ανατρέπει τη συνθήκη και προκειμένου να αποδείξει ότι το συμφέρον είναι ισχυρότερο ακόμα και της αγάπης, θέτει ως προϋπόθεση της κληρονομιάς τον χωρισμό τους… κι ενώ στο ζευγάρι η γυναίκα μένει ακλόνητη, ο άνδρας δείχνει να κλονίζεται, για να επέλθει η μεγάλη τελική ανατροπή που διαψεύδει τις προσδοκίες του φαρσέρ, κερδίζοντας μαζί με τον συγγραφέα του έργου από μία θέση στην «πινακοθήκη των ηλιθίων»…

Μια ανάλαφρη κωμωδία (+) «ηθικοπλαστικού» χαρακτήρα, γραμμένη το 1944, από έναν συγγραφέα που συχνά μέσω των έργων του χαρακτηρίστηκε ως ηθογράφος της εποχής του, με κυρίαρχα στοιχεία το πηγαίο χιούμορ, τις έξυπνες πλοκές, τους αυθεντικούς χαρακτήρες με προτίμηση τους ιδιαίτερους του περιθωρίου, τη γνήσια λαϊκότητα της θεματολογίας του σατιρίζοντας ήθη, στερεότυπα, νοοτροπίες της μεταπολεμικής Ελλάδας…Εν προκειμένω βέβαια πραγματεύεται καταστάσεις «εκτός συνόρων» με ήρωες ξένης ταυτότητας, ωστόσο εστιάζει σε οικουμενικά ηθικά διλήμματα κάθε ανθρώπου όταν έρχεται αντιμέτωπος με κρίσιμες επιλογές ανάμεσα στο χρήμα και τον έρωτα, το συμφέρον και τη συνείδηση, την χειραγώγηση και την αξιοπρέπεια, με όχημα το χιούμορ, ενώ στη γραφή του διακρίναμε και εδώ την αμεσότητα, σπιρτάδα, ζωντάνια των διαλόγων, παρά τις ενστάσεις που θα διατυπώσουμε παρακάτω…
Θετικό επίσης πρόσημο θα προσδώσουμε στον πολυπληθή θίασο, αφενός για το προφανές υποκριτικό ταλέντων όλων των ηθοποιών σχεδόν ισοδύναμα και αφετέρου για την αφοσίωση και φιλοτιμία στην υπηρέτηση της σκηνοθετικής γραμμής, έστω κι αν χαρακτηρίστηκε από αδυναμίες, όπως θα αναφέρουμε στη συνέχεια… Ως δεμένο όμως σύνολο, με παλμό, σβελτάδα, ενέργεια όπως αρμόζει στην κωμωδία και οι περισσότεροι με διπλούς ετερόκλητους ρόλους, κατέθεσαν τον καλύτερο εαυτό για ένα ευχάριστο αποτέλεσμα, που οφείλει πολλά στην έξυπνη επιλογή να παρουσιαστεί με μορφή «μιούζικαλ» και τους ηθοποιούς να μετέχουν σε απλές μεν αλλά αξιοπρεπείς ομαδικές χορογραφίες υπό τους ήχους θαυμάσια επιλεγμένης μουσικής…

Κι εδώ αξίζουν ιδιαίτερα εύσημα στον πιανίστα επί σκηνής Παναγιώτη Μπάρλα, που εκτελούσε ζωντανά με εξαιρετική δεξιοτεχνία παλιά αγαπημένα τραγούδια του αμερικάνικου κινηματογράφου, συνοδεύοντας την Σοφία Καλεμκερίδου σε απρόβλεπτο ρόλο… τραγουδίστριας! Με ολόσωστη, δουλεμένη φωνή χωρίς την παραμικρή τάση «επίδειξης» να αποδείξει φωνητικά κάτι και με χαριτωμένο ναζιάρικο στυλ αφήνοντας να διαφανεί η υπερταλαντούχα ηθοποιός πίσω από το μικρόφωνο, πρόσφερε με τα πασίγνωστα νοσταλγικά τραγούδια της την πιο απολαυστική νότα της παράστασης παρασύροντας το κοινό… Ιδιαίτερα φροντισμένοι επίσης οι εναλλασσόμενοι φωτισμοί, πολύ σωστά μελετημένα τα κοστούμια με άρωμα εποχής του ’50 αλλά όχι δεσμευτικά, ενώ σε επίπεδο σκηνικού, παρότι η επί σκηνής σκηνική εγκατάσταση ήταν λιτή αναπαριστώντας μινιμαλιστικά το σαλόνι πλοίου, εντούτοις οι τρισδιάστατες προβολές που κυριαρχούσαν στο φόντο, σηματοδοτώντας τους τόπους αναφοράς ή το υπερπόντιο ταξίδι, δημιουργούσαν εικαστικά την κατάλληλη ατμόσφαιρα και εν μέρει αίσθηση…

Ωστόσο πολλά θα ήταν διαφορετικά (-) αν η σκηνοθέτιδα Ανδρομάχη Χρυσομάλη επένδυε καταρχάς σε έμπνευση που απουσίαζε πλήρως, διεκπεραιώνοντας μια παράσταση εντελώς συμβατικά και μάλιστα σε σημεία με ακατέργαστη «ερασιτεχνική» οπτική ή αμηχανία… Αν κυρίως απέφευγε παλιομοδίτικες, παρωχημένες τεχνικές προηγούμενων δεκαετιών που έχουν ξεπεραστεί και σήμερα φαντάζουν απλά γραφικές, θυμίζοντας παλιακές επιθεωρήσεις και καθοδηγώντας σε αυτά τα πλαίσια τους καλούς ηθοποιούς που καταφανώς αδίκησε… οδηγώντας τους σε ερμηνείες υπερβολικές, στομφώδεις, ενοχλητικά στυλιζαρισμένες, επιτηδευμένες, στερώντας κάθε αυθορμητισμό και φυσικότητα….
Με βασικό θύμα τον πρωταγωνιστή Λευτέρη Δημηρόπουλο στον ρόλο του Γάλλου Ανδρέα, του οποίου η υπερκινητικότητα άνευ λόγου, η επιτηδευμένη εκφορά λόγου και στάση σώματος, η υπερβολή στις αντιδράσεις κλπ. «καπέλωσαν» το όποιο ταλέντο του- διαφαινόμενο και εδώ σε μικρές λεπτομέρειες- καθιστώντας την ερμηνεία του ελάχιστα ρεαλιστική και επιδερμική, στοχεύοντας στις εύκολες εντυπώσεις και το περίγραμμα αντί της ουσίας…
Το ίδιο που υπέστη και ο καλός Θανάσης Δισλής στον βασικό ρόλο του αφηγητή, καθοδηγούμενος ομοίως σε μια τραβηγμένη επιτήδευση και «χαριτωμενιά» παλιακού τύπου (ως κομπέρ αναψυκτηρίου του ’60) χωρίς αυθορμητισμό, ενώ στον μικρό, χαρακτηριστικό ρόλο του Τζιάκομο, έλαμψε με το αυθεντικό ταλέντο του…

Λίγο –πολύ ήταν μοιραίο να υποστούν όλοι (Λίλα Βλαχοπούλου ως Αλίνα, Χριστίνα Ζαχάρωφ, Λευτέρης Λιθαρής, Λίλιαν Παλάντζα, Ρούλα Παντελίδου, Βασίλης Σπυρόπουλος, Γιώργος Σφυρίδης, Στέργιος Τζαφέρης) τις συνέπειες μιας παρωχημένης σκηνοθετικής οπτικής, που για τον σημερινό θεατρόφιλο με τα άπειρα σύγχρονα ερεθίσματα, μοιάζει βγαλμένη από τη ναφθαλίνη, χωρίς ελάχιστο «παίδεμα» για μια πιο μοντέρνα, εμπνευσμένη εκδοχή να κεντρίσει το ενδιαφέρον του… το οποίο επίσης «ξεστράτισε» εξαιτίας τηςκουραστικής, ανούσιας φλυαρίας ειδικά του πρώτου μέρους κι αν δεν υπήρχαν τα απολαυστικά μουσικά μέρη και η ζωντάνια των σποραδικών χορογραφιών να τη διακόπτουν ευχάριστα, θα είχε χαθεί οριστικά, πέραν του ότι οι όποιες ανατροπές δεν συνοδεύτηκαν με την ανάλογη κορύφωση…
Όσον αφορά στο ίδιο το έργο και με κάθε σεβασμό στον καταξιωμένο Νίκο Τσιφόρο των μεγάλων επιτυχιών, οφείλουμε να παρατηρήσουμε εν προκειμένω ότι δεν εντοπίσαμε τις γνώριμες αρετές των «οικείων» θεμάτων του που έχουμε αγαπήσει…διαπιστώνοντας μια επιδερμική αφέλεια στην προσέγγιση, μια ρηχότητα στο ηθικό δίλημμα που τη σημερινή εποχή παρουσιάζεται εξαιρετικά σύνθετο με πολύπλοκες διαστάσεις, «ανοίκειους» ή ασταθείς κεντρικούς χαρακτήρες, κάποια λογικά κενά στην απίθανη πλοκή της φάρσας, που ίσως αιτιολογούνται στο είδος της κωμωδίας, ωστόσο το θέμα είναι ότι εδώ ακόμα και το πολύτιμο, αυθεντικό γέλιο ελάχιστα προέκυψε με το σταγονόμετρο, ενώ για όλο αυτό που στο έργο αποδίδεται ως «ηλιθιότητα» και οι ήρωες «ηλίθιοι», σήμερα θα χρησιμοποιούσαμε προφανώς άλλους εύστοχους όρους, αλλά όχι αυτόν της «ηλιθιότητας»…

Εν κατακλείδι (=) ήταν μεν ένα σχετικά ευχάριστο δίωρο- ευτυχώς το ΚΘΒΕ «συμμάζεψε» επιτέλους τις… Μπεν Χουρ τρίωρες και βάλε διάρκειες- όμως αν το εγχείρημα διέθετε σκηνοθετική έμπνευση και σύγχρονη οπτική αντί του ξεπερασμένου παλιομοδίτικου μοντέλου, θα μπορούσε να εξελιχθεί δυνητικά σε θαυμάσια, απολαυστική παράσταση…
Βαθμολογία:
5,3/10
.
Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών
«Η Πινακοθήκη των Ηλιθίων» του Νίκου Τσιφόρου.

Οι θεατές, οι οποίοι έχουν την αίσθηση ότι βρίσκονται μέσα σε ένα πλοίο, ταξιδεύουν υπό τους ήχους αγαπημένων τραγουδιών του παλιού αμερικάνικου κινηματογράφου (ζωντανή μουσική επί σκηνής) στο Παρίσι και τη Σεβίλη και παρακολουθούν μια ρομαντική διαμάχη ανάμεσα στο συμφέρον και την αγάπη.
Σκηνοθεσία: Ανδρομάχη Χρυσομάλη. Ερμηνεύουν: Σοφία Καλεμκερίδου, Θανάσης Δισλής,Λίλιαν Παλάντζα, Ρούλα Παντελίδου κ.ά
Μέρες και ώρες παραστάσεων: Κάθε Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη και Παρασκευή στις 21:00 (έως 28 Ιουλίου).
.
Δείτε & αυτά:
ΦΕΣΤΙΒΑΛ:
ΘΕΑΤΡΟ:
ΜΟΥΣΙΚΗ:
ΣΙΝΕΜΑ:
Φωτογραφικό υλικό