Είδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Πολυσυζητημένο το κείμενο του Δημήτρη Δημητριάδη, το οποίο την εποχή του γράφηκε (1978) ήταν αναμενόμενο να προκαλέσει μεγάλη αίσθηση με τον αδυσώπητο λόγο του, πέραν του ότι ελάχιστοι μπορούσαν να φανταστούν ότι το ακραίο δυστοπικό περιβάλλον που περιγράφει θα αποδεικνυόταν εν τέλει προφητικό δικαιώνοντας τον διορατικό εμπνευστή του! Που πριν 44 χρόνια και χωρίς κάτι στον ορίζοντα να προμηνύει εμφανώς τα ζοφερά μελλούμενα που βιώνουμε στο παρόν, ο ίδιος τα «προείδε» με σχεδόν ανατριχιαστική ακρίβεια, γεγονός που προσδίδει στο έργο ιδιαίτερη βαρύτητα – αξία σε σχέση μα κάποιο σύγχρονο που απλά αποτυπώνει την σημερινή υπαρκτή πραγματικότητα σε παρόντα χρόνο…
Λογικό λοιπόν να σπεύσουμε με προσδοκίες στο θέατρο Metropolitan the Urban Theater για την παράσταση «Πεθαίνω σαν χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη και σε σκηνοθεσία Αλίκης Στενού…

Ήδη μπαίνοντας στην αίθουσα, μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και η παρουσία των ηθοποιών επί σκηνής αρχίζει να υποβάλλει… ο ήχος των κρουστών δυναμώνει, τα φώτα χαμηλώνουν και «εν αρχή ην ο λόγος», εν προκειμένω με μορφή καταπέλτη! Χειμαρρώδης, ορμητικός, αλληγορικός, δυσοίωνος, σκληρός και συνάμα ποιητικός, για να αποδώσει με τα μελανότερα χρώματα το φριχτό ιστορικό τέλος μιας χώρας και μιας εποχής… Μιας χώρας απροσδιόριστης που για χίλια χρόνια ταλανίζεται στη δίνη ενός απροσδιόριστου πολέμου με όλα τα δεινά που επιφέρει και τη συναντούμε στην οριακή στιγμή που οι αντιστάσεις των καταπονημένων υπερασπιστών της έχουν καμφθεί τραγικά και πλέον ο «εχθρός» προ των πυλών ετοιμάζεται να παραβιάσει τα σύνορα… Πρόκειται για μια αποφράδα χρονιά που «καμιά γυναίκα δεν γεννάει παιδί», η μήτρα αρνείται να γονιμοποιηθεί και οι άνθρωποι εξουθενωμένοι σε ένα άθλιο περιβάλλον διαφθοράς, βίας, αποξένωσης, εκμετάλλευσης, αλλοτρίωσης, απόλυτου ηθικού ξεπεσμού, παραπαίουν τρώγοντας τις σάρκες τους κι αναμένοντας τη «νέα εποχή»… καθώς ο παλιός ιστορικός κύκλος κλείνει επώδυνα σαν προμελετημένος θάνατος αθεράπευτα ασθενούς κι ο καινούργιος εγκαινιάζει την εποχή της «Συνειδητής- Πολυσχιδούς Σχιζοφρένειας»…

Ένα δυνατό εγκεφαλικό κείμενο (+) πλήρες πυκνών νοημάτων και αλληγοριών, με λόγο- γροθιά στο στομάχι εναλλασσόμενο με λυρισμό, με φιλοσοφικό υπόβαθρο και υπαρξιακές αγωνίες σε ένα σκοτεινό περιβάλλον δυστοπίας… Ένα κείμενο που η μεταφορά του στη σκηνή ως θεατρική παράσταση συνιστά μεγάλο στοίχημα με ιδιαίτερες δυσκολίες και μόνο βοηθητικό, αλλά καθοριστικό στοιχείο για την έμπνευση του σκηνοθέτη αποτελεί η πληθώρα των εικόνων που αναδύονται από τον λόγο… Ένα κείμενο επίσης με ιδιαίτερη εσωτερική δυναμική, καθώς ο καταιγισμός εννοιολογικών «συνειρμών» προκαλεί άλλοτε ταύτιση του συνειδητού θεατή, άλλοτε απώθηση εξαιτίας του ακραίου πεσιμισμού στα όρια του μηδενισμού, άλλοτε θεμελιώδη ερωτήματα ως ιδανική τροφή για σκέψη, πάντως αδυνατεί να μείνει αμέτοχος ή να προσπεράσει, γεγονός που προσδίδει στο πόνημα του συγγραφέα την ξεχωριστή του βαρύτητα και εξηγεί την απήχησή του με ποικίλες αντιδράσεις…

Εν προκειμένω η θεατρική του μεταφορά από τη σκηνοθέτιδα Αλίκη Στενού, ομολογουμένως -πέρα από κάποιες μικρές ενστάσεις που θα αναφερθούν παρακάτω- ευτύχησε ιδιαίτερα και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι συνολικά εκ του αποτελέσματος κέρδισε το δύσκολο στοίχημα… Διότι απέδωσε ένα κατά βάση φιλοσοφικό, στατικό, περιγραφικό κείμενο- ποταμό με εντυπωσιακό σκηνικό «όγκο», προσφέροντας συνεχές έως… πλεονάζον θέαμα μιας ώρας που μοιραία κρατούσε τα μάτια προσηλωμένα στη σκηνή, κάτι που φυσικά δικαιώνει κατά κύριο λόγο μια θεατρική εμπειρία… Αξιοποίησε πλήρως τόσο τη σκηνή με διαρκή κινητικότητα άψογα δουλεμένη κι ενίοτε «χορογραφημένη», όσο και την πλατεία με τους ηθοποιούς να επικοινωνούν με τους θεατές, ενώ απλά σκηνικά μέσα- ένα σχοινί, ένα προβολέας, λίγα χαρτιά, ένα πτυσσόμενο τραπέζι, κούπες με κρασί κλπ.- εξυπηρέτησαν το σκηνοθετικό πνεύμα με πληθώρα συμβολικών ευρημάτων…
Επιπλέον καθοδήγησε την ομάδα με άριστο συντονισμό, άλλοτε ως συμπαγές σύνολο (συλλογικότητα) κι άλλοτε ως μονάδες (ατομικότητα), φροντίζοντας παράλληλα για μια υποδειγματική σκοτεινή ατμόσφαιρα με τους σωστούς φωτισμούς και κυρίως με το καταπληκτικό, υποβλητικό ηχητικό περιβάλλον των κρουστών που δημιουργούσε ζωντανά ο εξαίρετος Νίκος Τουλιάτος, κλέβοντας τις εντυπώσεις…

Άψογη υποκριτικά και ισοδύναμη η ταλαντούχα πεντάδα με τους Λίνα Κομνηνού, Συμεών Κωστάκογλου, Δήμητρα Νταντή, Αντώνη Σανιάνο και την Αλίκη Στενού που συμμετείχε επίσης ως ηθοποιός… Ένα αρμονικά δεμένο σύνολο, με συγχρονισμό και χημεία, με συγκινητική αφοσίωση και πίστη στο στόχο, με θαυμάσια δουλεμένα εκφραστικά μέσα σε υποκριτική, κινησιολογία, τραγούδι ή φωνητικά, με πάθος και ένταση στα όρια της καταπόνησης, με αμεσότητα στην απεύθυνση στο κοινό, με σωστή άρθρωση που απαιτούσε ο χειμαρρώδης λόγος… εν ολίγοις άξιοι όλου τους, έχοντας «ιδρώσει τη φανέλα» με το παραπάνω κι έχοντας καταθέσει ψυχή επί σκηνής, σε ένα καθαρά ομαδικό εγχείρημα από το οποίο έλειπαν οι συμβατικοί ρόλοι- χαρακτήρες σε σαφές περίγραμμα και οι ηθοποιοί καλούνταν είτε συλλογικά είτε ατομικά να δώσουν «σχήμα» στο χάος…

Παρά ταύτα (-) εντοπίσαμε κάποια αμφιλεγόμενα σημεία, με την έννοια του διχασμού απόψεων…Όπως ας πούμε στο κείμενο, που γεννά ποικίλα ερωτήματα επί της ουσίας σχετικά με τις αιτίες -πηγές- συνέπειες της καταστροφικής παρακμής που εμπλέκονται συγκεχυμένα σε ένα χαοτικό, δαιδαλώδες παραλήρημα θολώνοντας την εστίαση… πχ. καθίσταται ασαφής ο ρόλος των ενδογενών παθογενειών της «χώρας» στον αφανισμό, ο ρόλος του χιλιετούς πολέμου ως καταλύτης, ο ρόλος της «νέας εποχής» που όμως ως «Συνειδητή- Πολυσχιδής Σχιζοφρένεια» μοιάζει να συνεχίζει την «παλιά» και πολλά ακόμη αδιευκρίνιστα, τουλάχιστον για το σκεπτικό ενός απλού θεατή, που ενίοτε η ανέλπιδη εσχατολογία τον βαραίνει δυσανάλογα… Επιπλέον είναι αναπόφευκτο να καθίσταται εκ των πραγμάτων δύσκολη η παρακολούθηση ενός τόσο πυκνού κειμένου στον προφορικό λόγο και εν μέσω σκηνοθετικών περισπασμών, σε αντίθεση βέβαια με την απερίσπαστη ανάγνωση του γραπτού λόγου…

Και εδώ έγκειται η ένστασή μας σε επίπεδο σκηνοθεσίας… όπου έχουμε ήδη αναγνωρίσει και θαυμάσει την εμπνευσμένη προσπάθεια της σκηνοθέτιδας να προσθέσει όγκο στην παράσταση, ωστόσο οφείλουμε ταυτόχρονα να επισημάνουμε ότι ελαφρώς υπερέβη το μέτρο με κάποιους πλεονασμούς που επιπλέον έμοιαζαν εξεζητημένοι του τύπου «να κάνουμε κι αυτό και τούτο και κείνο για περισσότερη δράση», καταλήγοντας εν μέρει σε αγχωτικό ρυθμό και στημένα στιγμιότυπα εκ του περισσού, χωρίς να αιτιολογούνται βάσει συγγραφικών συνθηκών… Με επιπρόσθετη συνέπεια, ένα ήδη βαρύ- δύσκολο κείμενο, που ακόμη και στην ανάγνωσή του απαιτεί ιδιαίτερη συγκέντρωση, να «φορτώνεται» πολλαπλάσια και αρκετά σημεία του να χάνονται (καπελώνονται) υπό το βάρος και τη σκιά των θεαματικών εντυπώσεων… που φυσικά κερδίζουν το οπτικό ενδιαφέρον, όμως λειτουργούν αναπόφευκτα ως περισπασμός σε ένα έργο που υπαγορεύει ισορροπία για την ανάδειξη του βαθέος περιεχομένου…
Εν κατακλείδι (=) παρακολουθήσαμε μια εκρηκτική παράσταση από μια άξια ομάδα, με δυνατό εγκεφαλικό κείμενο και θεαματική σκηνοθεσία παρά τις ενστάσεις, που βγαίνοντας «καιγόμασταν» να συζητήσουμε σε όλα τα επίπεδα, αμφιλεγόμενα ή μη… Κι ΑΥΤΟ σημαίνει θέατρο!
Bαθμολογία:
6.9/10
.
-k-
.
ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΤΑΝ
«Πεθαίνω σαν χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη.
Δράμα
ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Δευτέρα 3 Οκτωβρίου – Ώρα: 21:00

Το έργο μας κάνει μάρτυρες μιας χώρας που καταρρέει, σε έναν χρόνο όπου καμιά γυναίκα δεν φέρνει πια παιδί στον κόσμο. Μετά από χίλια χρόνια πολέμου και ενώ ο εχθρικός στρατός πρόκειται να περάσει από ώρα σε ώρα τα σύνορα, βλέπουμε το έθνος να διαλύεται, εξουθενωμένο από την ίδια του την ιστορία και ανίκανο πια να αντισταθεί.
Σκηνοθεσία: Αλίκη Στενού. Ερμηνεύουν: Λίνα Κομνηνού, Συμεών Κωστάκογλου, Δήμητρα Νταντή, Αντώνης Σανιάνος, Αλίκη Στενού.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00. 3, 4,10, 11 Οκτωβρίου 2022
.
.
.
-Κ-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν έως 14/05/2023 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 12α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2023