.
Είδε ο Γιώργος Μπαστουνάς και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Τα νέα μέτρα για εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους επηρεάζουν για ακόμη μία φορά τα θέατρα, τα οποία πλέον μετατρέπονται σε χώρους αμιγώς για εμβολιασμένους θεατές. Πρόκειται για μία νέα πραγματικότητα, η πρόσληψη ή μη της οποίας θα οδηγήσει και σε περαιτέρω συνέπειες για τις θεατρικές παραγωγές.
Στο «Αριστοτέλειο» θέατρο εμφανίστηκε η πολυαναμενόμενη παράσταση «Κάθε Τρίτη με τον Μόρι», η οποία μετά από τις πολλαπλές εμφανίσεις στην πρωτεύουσα επιστέφτηκε και τη Βόρεια Ελλάδα. Η συγκεκριμένη παράσταση βασίζεται στην δραματουργική επεξεργασία των Τζέφρι Χάτσερ και Μιτς Άλμπομ πάνω στο ομώνυμο κοινωνικό έργο του Μιτς Άλμπομ. Το ίδιο αποτελεί μία ιστορία, που αφορά σε δύο ανθρώπους, στον Μιτς Άλμπομ και στον καθηγητή του στο πανεπιστήμιο, Μόρι Σουόρτς. Το δέσιμο αυτών των δύο στα φοιτητικά χρόνια του πρώτου ήταν εμφανές με τον χρόνο παρά τη μεταξύ τους υπόσχεση επικοινωνίας να τους χωρίζει. Μετά από χρόνια, οι δύο συναντιούνται ξανά σε ένα παιχνίδι της μοίρας. Ο Μόρι είναι αντιμέτωπος με μία ασθένεια (Αμυοτροφική Πλάγια Σκλήρυνση (ALS) μη θεραπεύσιμη. Ο Μιτς επαναλαμβάνει κάθε βδομάδα, και συγκεκριμένα κάθε Τρίτη, το ραντεβού τους μέχρι το τέλος.
Ως προς τα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης αρχικά θα εντάσσαμε το κείμενο σε μετάφραση του Ζαφείρη Χαϊτίδη και απόδοση των Νικορέστη Χανιωτάκηκαι Γρηγόρη Βαλτινού.
Το ίδιο αποτελεί ένα αληθινό έργο με διαχρονικά νοήματα. Η σχέση των προσώπων μεταξύ τους, η επέλευση μίας αρρώστιας, η κατάπτωση του σώματος αλλά όχι του μυαλού και της ψυχής, η αγάπη και η αλληλεγγύη αποτελούν καίρια και δομικά στοιχεία του. Κυριολεκτικά αποτελεί ένα μάθημα ζωής, με τα νοήματα και τον συναισθηματισμό να ξεχειλίζουν. Είναι χαρακτηριστικό, πως μέσα σε αυτό υπάρχουν αρκετά αποφθεγματικά σημεία, τα οποία τίθενται εν μέσω των διαλόγων. Παρά το γεγονός, πως βρίσκονται σε μεγάλες δόσεις, δεν προσφέρουν μία μελό διάσταση. Θετικό στοιχείο του κειμένου είναι η ύπαρξη πάρα πολλών κωμικών σημείων, τα οποία προσφέρουν αφενός μία ανάπαυλα και αφετέρου μία ωραία εναλλαγή μεταξύ κωμωδίας και δράματος.
Η σκηνοθεσία του Νικορέστη Χανιωτάκη σε γενικό πλαίσιο κινήθηκε σε ικανοποιητικά επίπεδα κυρίως ως προς την συσχέτισή του με τα λοιπά στοιχεία της παράστασης. Φάνηκε η προσπάθεια να μην δημιουργηθεί ένα στατικό θέαμα, το οποίο σε γενικές γραμμές επετεύχθη, με κάποιες παρατηρήσεις, οι οποίες θα τεθούν στη συνέχεια.
Ως προς τους πρωταγωνιστές σημειώνουμε αρχικά, πως αποτέλεσαν ένα δίδυμο με χημεία σε ένα αρκετά «δεμένο» σύνολο.
Ο Γρηγόρης Βαλτινός δίνει μία καταπληκτική ερμηνεία, υπενθυμίζοντας και υπογραμμίζοντας τη θεατρική του υπόσταση. Ο ρόλος είναι σαν να έχει γραφτεί για τον ίδιο, με το εύρος συναισθημάτων και εναλλαγών να εντυπωσιάζει. Δεν μπορείς να του βάλεις μία ταμπέλα ακριβώς, γιατί καταφέρνει να την εξαλείφει. Διαχειρίστηκε με απόλυτο μέτρο τον ρόλο του, χωρίς να ακολουθήσει την πεπατημένη των υπερβολών ενός πρωταγωνιστή του εύρους του.
Η κίνησή του φάνηκε να ανταποκρίνεται πλήρως στην ασθένεια του ήρωα, την Αμυοτροφική Πλάγια Σκλήρυνση, με την αληθοφάνεια να είναι έντονη.
Φάνηκε σαν να έχει δουλέψει την κάθε λεπτομέρεια, καταφέρνοντας να εντυπωσιάσει και να αντιπροσωπεύσει μέσα από την ερμηνεία του πολλούς ανθρώπους, που αντιμετωπίζουν κάτι ανάλογο.
Αναγκαίο πόλο αποτέλεσε ο Γιάννης Σαρακατσάνης, ο οποίος φάνηκε να εξυπηρετεί περισσότερο το κωμικό στοιχείο της παράστασης.O ίδιος διαχειρίστηκε αποτελεσματικά τη γρήγορη ροή του λόγου του ρόλου του με βροντερή φωνή και καθαρή άρθρωση. Δυστυχώς, σε κάποια σημεία υπήρξε μία μανιέρα, που ίσως δημιουργήθηκε σκηνοθετικά και τον άφησε εκτεθειμένο. Στα σημεία τα πιο συναισθηματικά αφέθηκε και μπόρεσε να δώσει και ένα άλλο στίγμα.
Εντυπωσιάζει το σκηνικό του Γιάννη Μουρίκη, το οποίο είναι πολυεπίπεδο. Συγκεκριμένα, οι αρχικές σκηνές αποτελούνται από ένα πιάνο επί σκηνής και ένα δίχτυ σε μορφή κορνίζας, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή των αναδρομών του έργου. Η απλότητα αυτών σε συνδυασμό με τα σκηνοθετικά ευρήματα δημιούργησαν ωραίες και καλαίσθητες εικόνες. Στη συνέχεια, δίνουντη θέση τους σε ένα σαλόνι σπιτιού, το οποίο αποτελεί και τη βασική σκηνική διαμόρφωση του δεύτερου μέρους.
.
Οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου ήταν πολύ ζεστοί και άρτια συνδυασμένοι με το περιεχόμενο του έργου με σωστές και μετρημένες εναλλαγές σε καίρια σημεία του. Ακόμη, η μουσική της παράστασης ήταν επιμελημένη. Παρότι θα την θέλαμε σε μεγαλύτερες δόσεις δεν παραβλέπουμε το γεγονός, πως αξιοποιήθηκε σωστά και όχι καταχρηστικά.
/
Σε κάποιες παρατηρήσεις (-), αρχικά θα σημειώναμε ορισμένες παρασπονδίες στην σκηνοθεσία του Νικορέστη Χανιωτάκη. Ο ίδιος στις παραστάσεις, που σκηνοθετεί δημιουργεί ένα σαρωτικό κλίμα, που κεντρίζει το ενδιαφέρον, με πλήθος σκηνοθετικών ευρημάτων και μία έντονη κινητικότητα στη ροή. Σε αυτήν την παράσταση κάτι τέτοιο δεν συνέβη απόλυτα. Η σκηνοθεσία φάνηκε να βρίσκεται ένα βήμα πίσω από τις ερμηνείες, χωρίς να έχει μία σαφή σφραγίδα.
Στο δεύτερο μέρος η ίδια βελτιώθηκε αισθητά και έδωσε μία αυξανόμενη πορεία προς το φινάλε. Το βασικό ζήτημα στο πρώτο μέρος ήταν πως ορισμένες σκηνές παρεμβάλλονταν χωρίς να έχουν ιδιαίτερη σημασία, με την σκηνοθεσία να μην διασώζει τα σημεία εκείνα. Το χρονικό μάζεμα της παράστασης ίσως δημιουργούσε ένα πιο μεστό περιεχόμενο και μία πιο δομημένη πλοκή. Ακόμη, έλειψε σαν σύνολο η ζεστασιά των στοιχείων. Κάποιες στιγμές ο μεγάλος χώρος του θεάτρου έμοιαζε να στερεί αυτό το αναγκαίο για την παράσταση συστατικό και να καταπίνει το συναισθηματικό ηλεκτρισμό. Ίσως ήθελε μία συνολικά πιο στοχευμένη προσέγγιση ως προς αυτή τη λεπτομέρεια.
Συνολικά (=), θα λέγαμε, πως η συγκεκριμένη παράσταση αξίζει να τη δείτε. Κατάφερε μέσα από ένα καλογραμμένο κείμενο να μεταδώσει έντονο συναίσθημα, με πλήθος θεατών να συγκινείται από την ε ξ α ι ρ ε τ ι κ ή ερμηνεία του Γρηγόρη Βαλτινού. Σε ένα σύνολο αποστασιοποιημένων από το συναίσθημα και νερόβραστων παραστάσεων, που αποξενώνουν τον θεατή, υπάρχει αυτή η φωτεινή εξαίρεση.
Βαθμολογία:
7,2/10
.
.
Βίντεο -υπόκλιση από την πρεμιέρα στο Αριστοτέλειον
-k-
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ
«Κάθε Τρίτη με τον Μόρι» του Mitch Albom
– Ο ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ ΜΙΛΑ ΖΩΝΤΑΝΑ ΣΤΗΝ “Κ” εδώ
.
Ο Μόρι σε μια φιλοσοφική κατάδυση στα αιώνια ζητήματα της αγάπης, του έρωτα και της συγχώρεσης, των ανθρώπινων σχέσεων και της οικογένειας κάνει μια ανατομία της ανθρώπινης ψυχής. Ο Μιτς θα επαναπροσδιορίσει τη δική του ύπαρξη και στάση ζωής και θα φανερώσει το εσωτερικό του φως, που πρώτος ο δάσκαλος του είχε διακρίνει.
Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης.
Ερμηνεύουν: Γρηγόρης Βαλτινός, Γιάννης Σαρακατσάνης.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη & Πέμπτη: 19:00, Παρασκευή & Σάββατο: 21:00, Κυριακή: 19:00
.
.
Φωτογραφικό υλικό