Είδε η Ειρήνη Σοφιανίδου και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Το «sold out» είναι ένας όρος που συχνά πυκνά χρησιμοποιείται για παραστάσεις που έρχονται στην πόλη μας και παρουσιάζονται για λίγες μόνο ημέρες. Χωρίς να έχουμε την πρόθεση να υποβαθμίσουμε την απήχηση αυτών των παραστάσεων στο κοινό, είναι λογικό να υπάρχει προσέλευση αφού η παρουσία τους είναι βραχύβια. Όταν όμως ένα έργο «σπάει πόρτες» από τον Δεκέμβριο που έκανε πρεμιέρα έως και τώρα κι απ’ ότι φαίνεται θα εξακολουθήσει να το κάνει έως τον Μάρτιο που θα ρίξει αυλαία για να συνεχίσει στην Αθήνα, τότε ναι, μιλάμε για επιτυχία και μάλιστα μεγάλη.
Η επιτυχία αυτή της «Λαπωνίας» -των Μαρκ Αντζελέτ και Κριστίνα Κλεμέντε -που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Κολοσσαίο δεν είναι καθόλου τυχαία. Σε μια εποχή που το είδος της κωμωδίας περνάει σοβαρότατη κρίση και περιορίζεται σε χοντροειδή αστεία και χοντροκομμένες πλάκες έρχεται ένα έργο συγκινητικά τρυφερό και υπέροχα κωμικό, μας απλώνει το χέρι και μας τραβάει έξω από τη μαυρίλα της καθημερινότητας για μιάμιση ώρα.
Είναι περίοδος Χριστουγέννων κι η Ελένη με τον άντρα της τον Μάκη και τον πεντάχρονο γιο τους Μάνο επισκέπτονται την αδερφή της, τη Νίκη η οποία είναι παντρεμένη με τον Φιλανδό Όλαβι, ζει στη Λαπωνία και έχουν κι αυτοί μια μικρή κόρη την Άννα. Η οικογενειακή συνάντηση τινάζεται κυριολεκτικά στον αέρα όταν η Άννα με σκανδιναβική ψυχρότητα αποκαλύπτει στον Μάνο πως Άγιος Βασίλης δεν υπάρχει κι ότι τα δώρα τα φέρνουν οι γονείς. Από εκεί και πέρα ξεκινάει μία σύγκρουση, προσωπικών απόψεων έως και πολιτισμών που καταλήγει σε αποκαλυπτικές εξομολογήσεις, εντάσεις, συγκινήσεις ,γέλια οι οποίες αντί να απομακρύνουν τους ήρωες τους φέρνουν πιο κοντά. Έτσι αποδεικνύεται πως θεμέλιο των σχέσεων των ηρώων είναι η αγάπη και το έργο τελειώνει με αισιόδοξο μήνυμα.
Δε θα μπορούσα να μην ξεκινήσω το σχολιασμό μου από το σκηνικό της παράστασης. Πραγματικά υπέροχο, φροντισμένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Φαίνεται ότι η Αγγελίνα Παπαχατζάκη έκανε την έρευνα της για τη σκανδιναβική αρχιτεκτονική καθώς μόλις άνοιξε η αυλαία ξαφνικά βρεθήκαμε σε ένα σαλόνι στο Ροβανιέμι. Με το ξύλο να είναι το κυρίαρχο υλικό, δημιουργούσε την αίσθηση του σαλέ. Υπήρχε λειτουργική κουζίνα, ένα μεγάλο παράθυρο από το οποίο φαίνονταν οι ήρωες όταν έβγαιναν έξω από το σπίτι, μέχρι και κλειδοθήκη. Από τα πιο καλοδουλεμένα σκηνικά που έχουμε δει τον τελευταίο καιρό.
Στα θετικά της παράστασης είναι βέβαια και το έξυπνο κείμενο σε εξαιρετική πραγματικά μετάφραση και μεταφορά στην ελληνική πραγματικότητα της Μαρίας Χατζηεμμανουήλ. Χρησιμοποιώντας τα «σπασμένα» ελληνικά του Φιλανδού ήρωα έβαλε πολύ πετυχημένα λογοπαίγνια και δήθεν σαρδάμ , με αναφορές ακόμα και στην πολιτική κατάσταση της Ελλάδας, χωρίς να υπερβάλλει. Πολύ εύστοχος κι ο τρόπος παρουσίασης των διαφορών στον τρόπο σκέψης, συμπεριφοράς και ζωής των λαών του Βορρά (Φιλανδία) και των θερμόαιμων καπάτσων Νοτίων (Ελλάδα). Ένα κείμενο με ουσία και πολλές δυναμικές που έκανε τους θεατές να γελάσουν, να συγκινηθούν, να προβληματιστούν και να νιώσουν αυτήν την υπέροχη ελαφράδα μιας καλής κωμωδίας.
Ο Νικορέστης Χανιωτάκης αξιοποίησε σκηνοθετικά το κείμενο στο έπακρο, έχτισε την παράσταση πετραδάκι πετραδάκι με έναν απίθανο ρυθμό. Ανέδειξε τους χαρακτήρες και τους παρουσίασε ως ολοκληρωμένες προσωπικότητες με όμορφες αδυναμίες και ρωγμές. Δεν υπήρχε καμία άσκοπη κίνηση καμία παρατεταμένη στατικότητα παρά μόνο αλήθεια, το μυστικό του καλού θεάτρου. Ο μονόλογος της Νίκης με το χιόνι να μπαίνει από την ανοιχτή εξώπορτα και η τελευταία σκηνή με τους τέσσερις ήρωες απαλλαγμένους από το βάρος των μυστικών να βλέπουν το βόρειο Σέλλας ήταν αυτό το κάτι παραπάνω, ενώ ακόμα και τη στιγμή που έσβησαν τα φώτα κι έκλεινε η αυλαία υπήρχε σκηνοθετικό εύρημα.
Και πάμε στις ερμηνείες. Κι οι τέσσερις ηθοποιοί έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό με τους άντρες να κερδίζουν στα σημεία.
Η Βάσω Λασκαράκη στον ρόλο της Ελένης είναι μια γυναίκα που μέσα από το παιδί της εξακολουθεί να πιστεύει στη μαγεία των Χριστουγέννων. Γι’ αυτήν ο Άγιος Βασίλης δεν είναι απλά ένα έθιμο αλλά ο συνδετικός κρίκος με τα πιο αθώα, τα πιο τρυφερά χρόνια, με το παιδί μέσα της, με τους γονείς της. Είναι δυναμική και φαντάζει σε αρκετές στιγμές σκληρή ενώ υπερασπίζεται με πάθος τα πιστεύω της. Η Λασκαράκη απέδωσε την ηρωίδα με φυσικότητα κι άνεση. Θύμιζε όμως αρκετά τους τηλεοπτικούς της ρόλους.
Η Βίβιαν Κοντομάρη είναι η Νίκη. Είναι αυτή που κρατάει τις ισορροπίες. Δείχνει εύθραυστη, όμως δεν είναι καθόλου. Φαίνεται να έχει υιοθετήσει πλήρως τη φιλανδική νοοτροπία και να συμφωνεί με τον Όλαβι. Εντελώς διαφορετική από την εκρηκτική Ελένη, τελικά είναι αυτή που οδηγεί σε λύσεις. Η Κοντομάρη είναι καλή ηθοποιός και υπηρέτησε τον ρόλο με συνέπεια ενώ στον μονόλογό της ήταν τόσο εύθραυστη και νοσταλγική που ήθελες να την πάρεις μια αγκαλιά.
Ο Ηλίας Μελέτης ήταν σαρωτικός ως κυνικός και ορθολογιστής Όλαβι. Ο τρόπος που μιλούσε τα ελληνικά με την φιλανδική προφορά ήταν απόλυτα πιστικός. Ξεχνούσε κανείς ότι ο ηθοποιός είναι Έλληνας. Ρεαλιστικός και ευθύς μέχρι αγένειας. Ο ίδιος βέβαια θεωρεί πως αφού λέει την αλήθεια δεν προσβάλει κανέναν. Καταπληκτικές σιωπές και βλέμματα που προκαλούσαν το γέλιο των θεατών. Η συναισθηματική μεταβολή του όταν η αλήθεια που πρέπει να ειπωθεί αφορά τον ίδιο δείχνει ότι τελικά δεν είναι και τόσο σκληρός. Πολύ καλή δουλειά από τον ηθοποιό.
Τι να πει κανείς για τον Σπύρο Τσεκούρα που κράτησε τον ρόλο του Μάκη. Ήταν απολαυστικός. Επιβεβαίωνε όλες τις στερεοτυπικές απόψεις του Όλαβι για τους Έλληνες. Τρυφερός κι αστείος, ενώ στη σκηνή που ομολογεί στη γυναίκα του πως δεν είναι ο πραγματικός εαυτός του όταν είναι μαζί της κέρδισε δίκαια το χειροκρότημα των θεατών. Μεγάλο κατόρθωμα να μη θυμίζει σε τίποτα τον «Τον Θεσσαλονικιό ταξιτζή» της Μουρμούρας.
Οι τέσσερις ηθοποιοί με τους ετερόκλητους χαρακτήρες που ερμήνευσαν δημιούργησαν ένα άρτιο αποτέλεσμα, κράτησαν τον καταιγιστικό ρυθμό και κέρδισαν με το σπαθί τους την «πλατεία»
Η μουσική του Γιάννη Μαθέ, οι φωτισμοί του Νικορέστη Χανιωτάκη και τα κοστούμια της Ιωάννας Καλαβρού συνέβαλλαν στο όμορφο αποτέλεσμα.
Η μόνη παρατήρηση έχει να κάνει με τα πρώτα δεκαπέντε λεπτά του έργου, που ήταν κάπως δυσκίνητα κι αναρωτιόσουν αν θα συνεχίσει έτσι. Γρήγορα όμως «ρολάρει» και ξεδιπλώνει το πολυεπίπεδο περιεχόμενο του.
Συνοψίζοντας (=): Είδαμε μια σύγχρονη κωμωδία που με αφετηρία την ύπαρξη ή μη του Άγιου Βασίλη πραγματεύεται τις σχέσεις με την οικογένεια, τον σύντροφο , τα παιδιά , τις πολιτισμικές διαφορές ,την αλήθεια και το ψέμα, την ειλικρίνεια και τη βαθιά ανάγκη μας να πιστεύουμε σε κάτι μαγικό. Με ένα υπέροχο κείμενο που σε κάνει να γελάς, όχι με τη σαχλαμάρα, αλλά με την αλήθεια του. Μια σκηνοθεσία γεμάτη έμπνευση κι ένα σκηνικό για φίλημα. Απόλυτα δικαιολογημένα τα απανωτά sold out, γιατί οι Θεσσαλονικείς γνωρίζουν από καλό θέατρο και το τιμούν.
Βαθμολογία: 7,3/10
ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ
«Λαπωνία» των Μαρκ Ανζελέτ και Κριστίνα Κλεμέντε.
Από 21/02 ξανά.
Δύο οικογένειες συναντιούνται στη Λαπωνία για να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα. Όμως η χαρούμενη ατμόσφαιρα διαταράσσεται όταν ένα απ’ τα παιδιά λέει στο άλλο ότι ο Άγιος Βασίλης είναι ένα ψέμα που δημιουργούν οι μαμάδες κι οι μπαμπάδες! Και τότε οι γονείς τους καλούνται να βγάλουν το φίδι απ’ την τρύπα…
Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης. Ερμηνεύουν: Μελέτης Ηλίας, Βίβιαν Κοντομάρη, Βάσω Λασκαράκη, Σπύρος Τσεκούρας.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή 21:00. Σάββατο 19:00 & 21:30. Κυριακή στις 19:00 (έως 02/03)
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ