.
Είδε η Πίτσα Στασινοπούλου και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Μια Παρασκευή του Μάρτη- γδάρτη με πολικό ψύχος και 5 (ολογράφως πέντε!) ταυτόχρονες θεατρικές πρεμιέρες στη μικρή μας πόλη, η κάθε μια με το δικό της ειδικό ενδιαφέρον, να θέλεις να… διακτινιστείς για να παρευρεθείς σε όλες!
.
Μια «σατανική σύμπτωση» – πονοκέφαλος για τους θεατρόφιλους που έπρεπε να επιλέξουμε μεταξύ πέντε καινούργιων παραστάσεων του «τριήμερου» οι περισσότερες κι εμείς αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε με τον μονόλογο της Κάτιας Δανδουλάκη «Το καινούργιο παιδί» σε κείμενο και σκηνοθεσία των Μ. Ρέππα – Θ. Παπαθανασίου στο θέατρο Αριστοτέλειον, το οποίο υπό αυτές τις συνθήκες και δεδομένης της μεγάλης χωρητικότητάς του, δεν περιμέναμε να δούμε τόσο γεμάτο! Κι όμως το πιστό κοινό, παρόλα αυτά, ψήφισε «δαγκωτό» Κάτια, όπως χρόνια τώρα…

Για να την απολαύσει στη σκηνή να αφηγείται την πορεία ζωής της ηρωίδας σε διάρκεια μισού και πλέον αιώνα, από τα παιδικά της χρόνια μέχρι τη δύση της ζωής της που της επεφύλαξε μια απρόσμενη έκπληξη… Ο μακρύς μονόλογος της Δάφνης περιγράφει το οικογενειακό περιβάλλον με τους γονείς και την τόσο διαφορετική από την ίδια αδελφή της, τα εφηβικά και φοιτητικά χρόνια, την εξέγερση του Πολυτεχνείου, την μεταπολίτευση, τον μεγάλο έρωτα, τον πρώτο γάμο και το πρώτο παιδί, την παράλληλη αντισυμβατική πορεία της «επαναστάτριας» αδελφής, την απιστία στο γάμο, τον δεύτερο σύντροφο και το δεύτερο παιδί, τους ποικίλους συμβιβασμούς, την απογοήτευση, τις απώλειες, τον πολιτικό περίγυρο κάθε εποχής από το 1970 μέχρι σήμερα, διατρέχοντας όλη τη διαδρομή από την κοινωνική άνοδο και ευμάρεια μέχρι την απότομη πτώση και οικονομική καταστροφή… όπου οδεύοντας στο τέλος της πορείας μέσα στην παραίτηση και τη μοναξιά, με παιδιά κι εγγόνια στο εξωτερικό, εντελώς απρόσμενα ένα «καινούργιο παιδί» ως δώρο εξ ουρανού, θα της δώσει πίσω το χαμένο νόημα της ζωής κι έναν σκοπό ουσιαστικό για να χαμογελά με αισιοδοξία… Πρόκειται εν ολίγοις για μια σύγχρονη ηρωίδα της διπλανής πόρτας, χωρίς τίποτα «συγκλονιστικά» ξεχωριστό, αλλά με βιώματα κοινά των περισσότερων της γενιάς της, την ώρα του απολογισμού…

Μοιραία θα σταθούμε για να μνημονεύσουμε (+) την αξιοθαύμαστη ερμηνεία της καταξιωμένης θεατρίνας Κάτιας Δανδουλάκη, με την τεράστια σκηνική εμπειρία και το σπουδαίο υποκριτικό χάρισμα, που της επιτρέπουν να παίρνει στα χέρια οποιοδήποτε κείμενο και χωρίς την παραμικρή σκηνική υποστήριξη, εντελώς μόνη και «αβοήθητη» να το μετουσιώνει σε θεατρική πράξη! Ασφαλώς η επιλογή του μονολόγου για έναν ηθοποιό είναι έτσι κι αλλιώς ριψοκίνδυνη πρόκληση, ωστόσο στον παρόντα με ένα κείμενο χωρίς ιδιαίτερη δυναμική πλην των τελευταίων λεπτών… με σκηνοθεσία ανύπαρκτη… με σκηνικό αναξιοποίητο… με απόντα όλα τα βοηθητικά μιας ατμόσφαιρας με φωτισμούς, ήχους, μουσικές, κοστούμια κλπ… το γεγονός ότι μόνη η ηθοποιός με την υποκριτική της σήκωσε στους ώμους ολόκληρη την παράσταση, κράτησε το ενδιαφέρον για τη μεγαλύτερη διάρκεια των 100 λεπτών- τεράστια διάρκεια για μονόλογο- άγγιξε συγκινητικά με αυθεντικό συναίσθημα, απλά επιβεβαιώνει το μέγεθος του ταλέντου, πιστοποιημένου άλλωστε από χρόνια σε ρόλους απαιτήσεων…

Η αέρινη, κομψή, εφηβική φιγούρα της (μα τί… προκλητικό φαινόμενο αυτή η αειθαλής γυναίκα!), γεμάτη ενέργεια και ζωντάνια, με φινέτσα και ποιότητα, με σκηνικό ήθος και γοητεία, κατάφερε μέσα από την γλαφυρή αφήγησή της για κοινότυπες, καθημερινές καταστάσεις και βιώματα, άλλοτε με λεπτό γλυκόπικρο χιούμορ (που της πάει γάντι!) κι άλλοτε με γνήσιο συναισθηματισμό σε ιδανικές ισορροπίες, να μεταφέρει αριστοτεχνικά όλη την γκάμα των ψυχικών μεταπτώσεων της ηρωίδας στις εναλλασσόμενες φάσεις της ζωής της από το ζενίθ μέχρι το ναδίρ… καθώς με μόνα εφόδια την υπέροχη εκφραστικότητα του λόγου με υποδειγματικούς τονισμούς και την αβίαστη φυσική κίνηση, απέδωσε εξαιρετικά όλες τις ετερόκλητες «Δάφνες» της νεότητας και ωριμότητας, από την ανέμελη, την ξένοιαστη, την απολίτικη, την ερωτευμένη, την κοσμική, μέχρι την προδομένη, απογοητευμένη, συμβιβασμένη, παραιτημένη, με απόλυτη συνέπεια και αφοπλιστική φυσικότητα…

Πέραν του καθαρά προσωπικού επιτεύγματος της Δανδουλάκη, από την οποία άλλωστε δεν περιμέναμε κάτι λιγότερο, αρχίζουν δυστυχώς τα απογοητευτικά αρνητικά (-), αρχής γενομένης από το αδύναμο κείμενο του συγγραφικού διδύμου… Το οποίο όντως φιλοδοξούσε να καταθέσει τη συναισθηματική μαρτυρία μιας συνηθισμένης γυναίκας υπό το πρίσμα των ραγδαίων κοινωνικών αλλαγών τις τελευταίες δεκαετίες, όντως επιχείρησε μια βαθύτερη ψυχολογική προσέγγιση των αδιεξόδων της, ωστόσο στη διαδρομή χάθηκε μέσα σε ακατάσχετη, περιττή φλυαρία με λογής λεπτομέρειες άνευ ουσίας, με παράλληλες μπλεγμένες αφηγήσεις, με παρωχημένα κλισέ για κάθε εποχή, με ανούσιες επαναλήψεις, με ξεχείλωμα άνευ λόγου… επί μιάμιση ώρα ακούγαμε λεπτομερείς περιγραφές σαν αυτές που μοιράζονται φίλες στον καφέ ξεσκονίζοντας τις ζωές τους «εφ’ όλης της ύλης» με στιγμιότυπα γλυκόπικρα, χιουμοριστικά ή συγκινητικά, χωρίς να διαφαίνεται πουθενά ούτε ο στόχος, ούτε ο τίτλος, παρά μόνο στο τελευταίο μόλις 5λέπτο όπου αναδύθηκε επιτέλους η ουσία του τίτλου και το κείμενο απέκτησε δύναμη… αφού όμως περιπλανήθηκε άσκοπα επί ώρα σε πολύπλοκα μονοπάτια και αναλώθηκε σε βαρετές κοινοτυπίες με το τελικό ζητούμενο χαμένο στην «ομίχλη», αποδυναμώνοντας το σύνολο.. γιατί πώς να καταφέρε ιένα όντως δυνατό, συναισθηματικά φορτισμένο, ευρηματικό 5λεπτο φινάλε, να αποζημιώσει για 95 λεπτά κουραστικής φλυαρίας με το ενδιαφέρον σε συγγραφικό επίπεδο να μειώνεται διαρκώς; Γιατί δεν επένδυσαν τα μέγιστα από άποψη δομής και περιεχόμενου στην τόσο όμορφη, τρυφερή, ευφάνταστη, γεμάτη ουσία ιδέα της κατάληξης και οδήγησαν σε αυτήν τον θεατή κουρασμένο και παραζαλισμένο;

Σοβαρότερη αδυναμία όμως υπήρξε η πλήρης έλλειψη σκηνοθεσίας από τους Ρέππα- Παπαθανασίου, οι οποίοι δεν επιχείρησαν την παραμικρή σκηνική παρέμβαση ώστε η στατική αφήγηση να αποκτήσει έναν μίνιμουμ έστω θεατρικό «όγκο» που να αιτιολογεί τον όρο «παράσταση» με αναπόσπαστο δομικό στοιχείο το θέαμα… Ναι μεν, έξυπνο το αφαιρετικό- συμβολικό σκηνικό των «διαδρόμων», αποτυπώνοντας πιθανώς «πορείες ζωής», ωστόσο έμεινε κι αυτό αποδυναμωμένο και ανεκμετάλλευτο σε μια ψυχρή σκηνή, εξυπηρετώντας απλά σαν… κάθισμα ώστε να μην περιφέρεται διαρκώς όρθια η ηθοποιός. Διότι η σκηνοθετική καθοδήγηση περιορίστηκε διεκπεραιωτικά στο «περπατώ και κάθομαι» επί 100 λεπτά, χωρίς καμία άλλη εναλλαγή, καμία έμπνευση, με ελάχιστες, σχεδόν απαρατήρητες αλλαγές φωτισμού, με υποτυπώδη μουσική υπόκρουση στο πολύ βάθος σε ένα ή δύο σημεία και το μουρμούρισμα μισού τραγουδιού, και αν δεν υπήρχαν το συγκινητικό τελευταίο πεντάλεπτο, αλλά κυρίως η ενέργεια, η σκηνική αύρα, η ερμηνεία- σωσίβιο σωτηρίας της πολύπειρης Δανδουλάκη, θα μιλούσαμε για ναυάγιο… είναι πραγματικά απορίας άξιο ποια ακριβώς «σκηνοθεσία» υπογράφουν οι δύο συντελεστές…

Καταλήγοντας (=) θα επισημάνουμε τούτα με κάθε ειλικρινή πρόθεση: είναι άδικο από πλευράς συγγραφέων να συλλαμβάνουν ένα ενδιαφέρον κεντρικό εύρημα ουσίας και αντί να το αναδείξουν να το «καταπλακώνουν» κάτω από μακροσκελείς φλυαρίες ως «γέμισμα», πλατειάζοντας με κουραστική διάρκεια… όπως είναι άδικο επίσης ως σκηνοθέτες να αφήνουν εντελώς απογυμνωμένο σκηνικά το πόνημά τους και την ερμηνεία του… κι αυτό που τελικά αξίζει είναι να παρακολουθήσει κανείς το προσωπικό ερμηνευτικό επίτευγμα μιας σπουδαίας ηθοποιού, ικανής γι αυτό που λέμε «μπορεί να πιάσει ακόμη και κάρβουνο και να το κάνει χρυσάφι»…
Ναι, αξίζει να απολαύσει κανείς την θεατρική εμπειρία με την Κάτια στη σκηνή και να αποζημιωθεί συγγραφικά από το εξαιρετικό, φορτισμένο φινάλε…
Βαθμολογία:
5,8/10
-k-
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ
«Το καινούργιο παιδί» των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα.

Η παράσταση είναι ένας μονόλογος της Δάφνης που αφηγείται περιστατικό που όλοι με τον ένα η τον άλλο τρόπο έχουμε ζήσει. Ο συντηρητικός μπαμπάς, η μαμά που διαβάζει ακόμα και τη σκέψη της κόρης της, οι έρωτες, οι γάμοι, οι προδοσίες, οι γέννες, τα παιδιά που δεν μπορεί κανείς να καταλάβει, ο χρόνος που κυλάει αδυσώπητα, τα μπότοξ και οι απώλειες.
Σκηνοθεσία: Θανάσης Παπαθανασίου & Μιχάλης Ρέππας.
Ερμηνεύουν: Κάτια Δανδουλάκη.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή – Σάββατο στις 21:00 Κυριακή στις 19:00 (έως 20/03)
.
.
-Κ-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν έως 15/05/2022 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 11α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2022