Επίκαιρο δώρο η «Φαύστα» του Μποστ. Είδαμε στο ανανεωμένο θέατρο Προσκήνιο και σχολιάζουμε. Μην το χάσετε !
Βρεθήκαμε στο ανανεωμένο θέατρο Προσκήνιο με αφορμή την πρεμιέρα της παράστασης «Φαύστα», το γνωστό θεατρικό κείμενο του Μέντη Μποσταντζόγλου (1963). Η σκηνοθεσία είναι της Μάρθας Φριντζήλα ενώ τη σκηνογραφία και τα κουστούμια επιμελείται ο Άγγελος Παπαδημητρίου. Ερμηνεύουν οι Ελένη Κοκκίδου, Τάσος Γιαννόπουλος, Κώστας Μπερικόπουλος, Βαγγέλης Χατζηνικολάου, Μενέλαος Χαζαράκης, Γιώργος Γιαννακάκος και Γιώργος Οικονόμου. Πρωτότυπη μουσική Βασίλης Μαντζούκης.
Η «Φαύστα» του Μποστ είναι μια ιλαροτραγωδία που ο γνωστός πολυσχιδής καλλιτέχνης έγραψε το καλοκαίρι του ΄63 και κατά τα δικά του γραφόμενα/λεγόμενα ήταν «σε στιγμή κεφιού και ούτε θυμάμαι να με κούρασε, ούτε το θέμα του να με απασχολούσε χρόνια..» Ο Μ. Μποσταντζόγλου θέλησε να γράψει ένα θεατρικό έργο παντός καιρού, που με την προσθαφαίρεση λόγων ή εμβόλιμων τραγουδιών, να μεταμορφώνεται σ΄ ένα πολιτικά επίκαιρο έργο ή ένα μιούζικαλ ή ένα κωμικό μονόπρακτο. Το κείμενο είναι αυθόρμητο, γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβο, συχνά ανορθόγραφο, συντακτικά άναρχο, με χρήση καθαρεύουσας και δημοτικής και σαφώς με διάθεση διακωμώδησης της χρήσης της ελληνικής γλώσσας και του τότε γλωσσικού ζητήματος. Ταυτοχρόνως η σουρεαλιστική περιγραφή της ελληνικής πραγματικότητας που διαθέτει παραμένει απαράμιλλης αισθητικής και εντελώς χαρακτηριολογική σύμφωνα με το μοναδικό ύφος του αγαπημένου Μποστ.
Πολλά έντεχνα και εύστοχα έχουν γραφτεί και σχολιαστεί για τη «Φαύστα» του Μποστκαι τη θέση της, τόσο στην ελληνική πραγματικότητα όσο και στο ελληνικό θέατρο. Ωστόσο για τον Μποστ «στη Φαύστα θέσις δεν υπάρχει» και εμείς συμφωνούμε με το συγγραφέα για ένα και μόνο λόγο. Κατά τη γνώμη μου η «Φαύστα» είναι έργο οικουμενικό, που στον κορμό της και στις φαινομενικά θεότρελες σουρεαλιστικές σκηνές της (γκροτέσκο) περιγράφονται όλες οι ψυχικές/ψυχαναλυτικές άμυνες της ανθρώπινης φύσης προς όφελος της επιβίωσης και της μείωσης του άγχους μας (ταύτιση,άρνηση, μετάθεση, απώθηση, διανοητικοποίηση, εκλογίκευση, ηθικοποίηση κτλ). Πχ ο παντοδύναμος μηχανισμός της άρνησης όταν φέρ’ ειπείν η Φαύστα αρνείται να κατανοήσει το χαμό της “απολεσθείς κόρης” της, και ασχολείται με το κέρδος μια παραθαλάσσιας βόλτας… Ή ο μηχανισμός της μετάθεσης εκεί που η Φαύστα θρηνεί για τον Καραϊσκάκη και όχι για την αδικοχαμένη κόρη της. Το κείμενο σε κάθε περίπτωση είναι μοναδικό, με ψυχολογικές αρετές και χρήζει βαθύτερης ανάλυσης από εκείνη της γνωστής και πολυχρησιμοποιημένης ταύτισης αναφορικά με τη παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας. Ναι ασχολείται και περιγράφει ο Μέντης Μποσταντζόγλου την ελληνική παράδοξη πραγματικότητα αλλά όχι μονό αυτό. Η Φαύστα είναι και ένα θεατρικό έργο που περιγράφει θεραπευτικά όλους τους ασυνείδητους ψυχικούς μηχανισμούς του ανθρώπου, με τρόπο ιαματικό και περίσσευμα χαράς και κεφιού (εδώ το ελληνικό ταπεραμέντο). Τι καλύτερο από μια κωμωδία απλά για να επιβιώσουμε της καταστάσεως! Γιατί δεν μπορείς να την περιγράψεις και ως ρόλο/ρόλοι αλλά περισσότερο ως συνονθύλευμα συμπεριφορών. Μέγας καλλιτέχνης ο Μποστ.
Άλλη μια Φαύστα; Αναρωτιούνται οι συντελεστές στο δελτίο τύπου, αλλά να που οι καιροί το επιβάλλουν για να συνεχίσουμε για λίγο ακόμα ή και για πολύ, στον πάτο των παγκόσμιων βίαιων και παράδοξων αλλαγών (επιβίωση/άγχος).
Η Μάρθα Φριντζήλα κατανόησε πλήρως το κείμενο και το ύφος του Μποστ με σεβασμό και ευκολία. Και λόγω της καλλιτεχνικής συγγένειας που διαθέτουν και η ίδια και το σύνολο των συντελεστών (τηρουμένων των αναλογιών). Η σκηνοθεσία της είχε το ρυθμό των λέξεων της παραδοξότητας, τη στιβαρότητας της αφηγήσεως μιας Φαύστας και κυρίως την κίνηση σε όλο το μήκος και το πλάτος της σκηνής καθώς και της απαραίτητης επικοινωνίας με το κοινό/πλατεία. Διακριτές σκηνές, έλλειψη σύγχυσης σε ένα αυθόρμητο λόγο, διατήρηση μόνιμου ευεργετικού κεφιού, απουσία γραφικότητας, σπιρτάδα και αυθεντική συγκίνηση στα σημεία (ως όφειλε), χρήση βοηθητικών εαυτών, θέατρο σκιών είναι μόνο κάποιες από τις αρετές της σκηνοθετικής της επιμέλειας. Παράλληλα με την ανάδειξη ενός ύφους μοναδικού στην ελληνική πραγματικότητα, του προσωπικού ύφους του Μέντη Μποσταντζόγλου.
Στην ίδια θέση και η ερμηνεία της εξαιρετικής Ελένης Κοκκίδου που έδωσε μάχη για την αναζωπύρωση του έργου. Φαύστα και Ελένη Κοκκίδου έγιναν λέξεις συνώνυμες στο ρυθμό μιας ερμηνείας που κύλησε στις βασικές θεατρικές αρχές (αφήγηση, εσωτερική θερμότητα, εξωτερική επικοινωνία, πάθος επί σκηνής, όσμωση με την πλατεία, σύνολο εκφραστικών μέσων) που συχνά απουσιάζουν πια από το θέατρο, και τις συναντάς σε μόνο σε πρωταγωνιστές με κύτταρο ανθρωπιστικό, άνευ αυτισμού και ναρκισσισμού. Συνοδός/ζευγάρι ταιριαστό και ο Τάσος Γιαννόπουλος που διατήρησε το ρόλο του ταυτόχρονα με την ενίσχυση του πρώτου ρόλου και κρατώντας το μέτρο και το αλάτι στην ερμηνεία του και στην παράσταση. Βοηθητικοί στο δρώμενο και το σύνολο του θιάσου, με καλές και ατυχείς στιγμές . Εξαιρετικός κυρίως ο Κώστας Μπερικόπουλος.
Στον αντίποδα κινήθηκαν οι Άγγελος Παπαδημητρίου (σκηνογραφική, ενδυματολογική σύλληψη) και ο Βασίλης Μαντζούκης (πρωτότυπη μουσική) που προτίμησαν ένα ταυτοποιημένο, δικό τους όραμα και θέση από εκείνη του Μποστ. Δεν θεωρείται λανθασμένη η θέση τους ή η επιλογή τους αλλά συχνά ήταν αντιθετική στην αισθητική των λέξεων του κειμένου και πραγματικά και φαντασιωτικά. Ο Άγγελος Παπαδημητρίου από τις χιλιάδες ιδέες που έχει το μυαλό του, προτίμησε ένα άστοχο δείγμα (σκηνικά και κοστούμια) και ο Βασίλης Μαντζούκης με ένα περισσότερο βασανισμό θα είχε κάνει θαύματα .
Εν κατακλείδι[=]
Η παράσταση «Φαύστα» είναι για την μοναδικότητα ενός κειμένου και ενός καλλιτέχνη όπως ο Μποστ και για τη συνολική φροντίδα των Μάρθα Φριντζήλα, Ελένης Κοκκίδου και Τάσου Γιαννόπουλου. Μην το χάσετε!
Βαθμολογία
7 στα 10
Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό