Σχόλια από την τελική πρόβα του Πουπουλένιου στο ΚΘΒΕ
Η σκηνοθέτις Μαίρη Ανδρέου μιλά στην «Κ»
Μόλις παρκάρω έξω από το θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών βλέπω την ώρα… Είχαν ούτε 10 λεπτά περάσει από τη στιγμή που καβάλησα τη μηχανή και διέσχισα μια απόσταση που σε άλλες συνθήκες θα έκανα τα διπλάσια, το λιγότερο…
.
Έρημοι δρόμοι που πήγαν όλοι, σκέφτομαι… Όπου και να κοίταζες Κυριακή απόγευμα την Θεσσαλονίκη μοναξιά, θλίψη και προβληματισμό προκαλούσαν οι εικόνες μιας πόλης που θα έσφυζε από ζωή, κίνηση και φασαρία. Και μπορεί ένας χρόνος μετά την έλευση του φονικού ιού να έχουμε γίνει πιο «σοφοί» απέναντι στην πανδημία, ωστόσο έχουν εξαντληθεί οι δυνάμεις του ανθρώπινου μας ψυχισμού.
.
Με λίγα λόγια πόσο άλλο να αντέξουμε στους περιορισμούς, όταν μια όμορφη μέρα σαν τη σημερινή, θα στρογγυλοκαθόμασταν σε κάποια θέση του θεάτρου, ενώ προηγουμένως θα βιώναμε όλη τη διαδικασία του «βγαίνω από το σπίτι για να πάω να δω μια παράσταση στο θέατρο»…
Έτσι, και η πρόσοψη του ΚΘΒΕ παραμένει ερμητικά κλειστή με τα φώτα νωχελικά, απλά να προσδιορίζουν το τοπόσημο της δεύτερης κρατικής σκηνής που και αυτή έριξε «βιαίως» αυλαία από τον περασμένο Οκτώβρη αναμένοντας από την Πολιτεία κάποια ευχάριστη ανακοίνωση, ωστόσο ακόμη άγνωστο πότε θα’ ρθει αυτή η ευλογημένη ώρα που το εντυπωσιακό κτήριο θα πλημμυρήσει από ηθοποιούς και θεατρόφιλους.
Όλες αυτές οι σκέψεις έντονα με «σκιάζουν» ενώ παράλληλα –πιστέψτε με-, νιώθω μεγάλη συγκίνηση που μετά από μήνες θα βρεθώ ξανά σε θεατρικό χώρο και επιτέλους θα δω μια κανονική παράσταση… με ζωντανούς ανθρώπους… με αληθινό σκηνικό, με την παρουσία ηχολήπτη, φωτιστή και με τις «διαταγές» του σκηνοθέτη… Έπειτα λοιπόν από πρόσκληση της διεύθυνσης του ΚΘΒΕ, πετάω την σκούφια μου που βρίσκομαι στο Φουαγιέ της ΕΜΣ για την τελική πρόβα του «Πουπουλένιου» αλλά και τη χαρά να συνομιλήσω με την σκηνοθέτιδα του έργου, Μαίρη Ανδρέου.
Μιας παράστασης που και τούτη την παρέσυρε το κύμα της πανδημίας και δυστυχώς θα «γευτεί» μια πρεμιέρα χωρίς την παρουσία θεατών, ωστόσο η διοίκηση του ΚΘΒΕ δεν έκατσε ποτέ στ΄ αυγά της, ανακοινώνοντας ένα «συμμαζεμένο» και οικονομικό πρόγραμμα παραστάσεων υπό τον τίτλο «Μεγάλα έργα στις μικρές σκηνές του ΚΘΒΕ». Ζητώ από την σκηνοθέτιδα διευκρινήσεις, τι πρακτικώς αυτό σημαίνει…
«… είναι μια πρωτοβουλία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή κ. Νίκου Κολοβού δίνοντας την ευκαιρία σε νέους σκηνοθέτες που βρίσκονται στο δυναμικό του ΚΘΒΕ να ανεβάσουν σπουδαία έργα του παγκόσμιου δραματολογίου στις μικρές σκηνές του. Κληθήκαμε αρχικά 4 σκηνοθέτες να κάνουμε μια no budget παράσταση με ηθοποιούς που απασχολούνται από το Κρατικό… Νομίζω ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση γιατί όταν δεν έχεις καθόλου συντελεστές καλείσαι να τα δημιουργήσεις όλα μόνος σου και με τους ανθρώπους που δουλεύεις μαζί τους. Ήμουν τυχερή γιατί είχα μια εξαιρετική ομάδα.»
Τα φώτα σβήνουν και η ώρα του «Πουπουλένιου» έφτασε. Όλοι σε αποστάσεις και όλοι μας με μάσκες ακόμη και διπλές στο πάντα φιλόξενο Φουαγιέ… Η σκηνοθέτις όρθια και αρκετά αγχωμένη παρακολουθεί την μελωδική με τα περίεργα λόγια έναρξη και αμέσως αντιλαμβάνεσαι πως η ιστορία που θα σου διηγηθεί ο πάντα ευφυής και διεισδυτικός σε χαρακτήρες Μάρτιν ΜακΝτόνα δεν είναι συνηθισμένη…
.
Σε ένα άγνωστο, αυταρχικό καθεστώς, ένας ιδιόμορφος συγγραφέας ανακρίνεται από δύο αστυνομικούς για τις παράξενες ιστορίες που έχει γράψει. Πρόκειται για ιστορίες με παιδιά. Κάποιες αστείες και τρυφερές, κάποιες σκληρές και ζοφερές με τραγική κατάληξη.
Είναι, λοιπόν, κακό να γράφεις ιστορίες;
Όμως τι ακριβώς έχει συμβεί στην πόλη και πως βρέθηκε νεκρό ένα κοριτσάκι μέσα στους θάμνους;
Είναι αλήθεια πως κάποιος έχει μιμηθεί τις ιστορίες του συγγραφέα;
Και τι σχέση έχει μ’ όλα αυτά ο ευαίσθητος αδελφός του που πάσχει από νοητική στέρηση; Τους συνέβη κάτι όταν ήταν παιδιά;
.
Ρωτώ την Μαίρη Ανδρέου πως και γιατί επέλεξε το συνταρακτικό αυτό θρίλερ, συνάμα και μαύρη κωμωδία που όπου και αν έχει παιχτεί σαρώνει, αλλά και γιατί αρέσει τόσο πολύ στον κόσμο, παρόλο που δεν είναι μια εύκολη παράσταση;
«Ο Μάρτιν Μακντόνα είναι από τους αγαπημένους μου σύγχρονους συγγραφείς και «Ο Πουπουλένιος» του είναι ένα έργο που από την πρώτη φορά που το διάβασα με εντυπωσίασε με την σκληρότητα, την ωμότητα αλλά και την τρυφερότητα του. Κάθε φορά που το ξαναδιάβαζα ή το σκεφτόμουν κάτι διαφορετικό φώτιζε μέσα μου… Ήταν ένα έργο που ήθελα πολύ να δουλέψω και να δοκιμαστώ.. τώρα όσον αφορά το γιατί αρέσει τόσο πολύ… νομίζω για όλους αυτούς τους λόγους… Είναι γρήγορο, έξυπνο με πάρα πολλές ανατροπές που κρατάει τον θεατή και δεν το αφήνει να χαλαρώσει στιγμή».
.
Θέλω να μάθω για τις συνθήκες προβών, πόσο κράτησαν, ποιο στοιχείο την δυσκόλεψε;
«…ξεκινήσαμε τον Οκτώβριο με την ελπίδα ότι η παράσταση θα ανέβαινε τον Δεκέμβριο… Δυστυχώς μας βρήκε το Lockdown οπότε μπήκαμε στον καινούριο κόσμο των διαδικτυακών προβών που κράτησαν για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα… Εκεί ήταν παράξενα για όλους μας νομίζω… δεν είναι εύκολο να κάνεις πρόβα μπροστά από ένα υπολογιστή καθισμένος σε μια καρέκλα ή έναν καναπέ.. Σαν ένα στοίχημα το είδαμε… Σαν κάτι διαφορετικό που το ακολουθήσαμε με περιέργεια… Είμαι αρκετά αγχωτικός άνθρωπος αλλά προσπαθώ να βλέπω πάντα τα θετικά μιας δύσκολης κατάστασης, αλλά είχε και τα θετικά του… Από τα δύσκολα μαθαίνουμε, εξελισσόμαστε και γινόμαστε καλύτεροι. Ευτυχώς, με την νέα χρονιά ξανά ανταμώσαμε… Το θέατρο θέλει το «από κοντά, το «μαζί… »
Μένω εντυπωσιασμός και θυμώνω με τον εαυτό μου που «ξίνισα» ακούγοντας πως θα παιχτεί σε τόσο μικρό χώρο. Αφελώς πίστευα πως ήταν για μεγάλες και μόνο σκηνές, ενώ διά ζώσης διαπιστώνω πως άνετα παίζεται και στο ένα μέτρο μπροστά σου…
Συνεχείς ανατροπές σ’ ένα ασπρόμαυρο εξαίρετο σκηνικό δυο κόσμων που σπαράσσει και αποκαλύπτεται, αστυνομική ωμή πλοκή, αιχμηρό χιούμορ, ευφυείς διάλογοι, στοιχεία παρατεταμένου με τη βία και την τρυφερότητα να συνυπάρχουν, ενώ έκπληξη παρουσιάζουν οι καρτουνίστικες ψηφιακές εικόνες που γεμίζουν τη σκηνή και εξελίσσουν ένα παραμύθι που ισορροπεί ανάμεσα στον κωμικό παραλογισμό και στη γνήσια κλασική τραγωδία.
.
.
…και αναρωτιέμαι… μα είναι ένα έργο που μιλάει όπως έχει εντόνως ειπωθεί για την τρυφερότητα της παιδικής ηλικίας;
«…είναι ένα σπουδαίο έργο που μιλάει για πολλά πράγματα… Για την κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία, από εκεί που διαμορφώνεται ο άνθρωπος, για την βία –σωματική, λεκτική, ψυχολογική-, για την σχέση των δύο αδερφών, για τις ιστορίες που γράφει ο Κατούριαν, για τον φανταστικό κόσμο που έχει δημιουργήσει ακροβατώντας μεταξύ φανταστικού και πραγματικού, για τον εγκλεισμό, την απομόνωση ια την μοναξιά… Για την ίδια την ζωή…» μου απαντά η σκηνοθέτις…
Η παράσταση ξεκάθαρα θέτει τη βία της εξουσίας ενώ δεν λείπουν και τα πολιτικά σχόλια. Πως λοιπόν το προσέγγισες όταν τα όρια έχουν ξεφύγει και τα θύματα ζητούν μια δικαίωση;
«Όλοι είναι θύτες και θύματα, όλοι έχουν το καλό και το κακό μέσα τους, το φώς και το σκοτάδι…»
Όλα λοιπόν βρίσκονται σε τεντωμένο σκηνή με τους ήρωες να σπαράσσουν αποκαλύπτοντας μικρά κρυμμένα μυστικά που φορές ανατριχιάζεις, οι αστυνομικοί Τουπόλσκι και Άριελ, τα αδέλφια Κατούριαν και Μίσαλ που αντιστοίχως ερμηνεύουν οι Σπύρος Σαραφιανός, Γρηγόρης Παπαδόπουλος, Γιάννης Τσεμπερλίδης, Χρίστος Στυλιανού και το «πράσινο Κοριτσάκι» Ευαγγελίνα Καρυοφύλλη…
Δεν αντέχω να μην τη ρωτήσω ποια είναι η βασικότερη αρετή του έργου;
«…το πόσο ανάγκη έχουν οι άνθρωποι, να βρούν αυτό το τεράστιο πλάσμα το φτιαγμένο από μαξιλάρια που θα τους πιάσει το χέρι στα δύσκολα και θα τους πει «στάσου μια στιγμή» και θα τους γυρίσει στην αρχή στο «μια φορά κι έναν καιρό…»
Χωρίς να το καταλάβω πέρασε μιάμιση ώρα και τα φώτα ανοίγουν, κοιτιόμαστε περίεργα, είναι το πρώτο μούδιασμα μετά το τέλος… δεν λέμε τίποτα… βγαίνω στο διάδρομο και ακολούθως στο ανοιχτό μπαλκόνι που βλέπει στην Στρατιωτική Λέσχη… Είναι 10 το βράδυ και δεν κουνιέται φύλο…
Την βλέπω να έρχεται.
Της δίνω συγχαρητήρια.
.
«Μαίρη μου, πες μου τι ευχή δίνεις, τι εύχεσαι για την παράσταση;»
«Εύχομαι αυτό το ταξίδι μας στον κόσμου του Πουπουλένιου να μας άφησε μέσα μας ένα χαμόγελο, τη δουλειά που κάναμε όλο αυτό τον καιρό να την αγκαλιάσει ο κόσμος, να μπορέσουμε μέσα από την κάμερα να μεταφέρουμε τον θεατρικό κόσμο που δημιουργήσαμε όλοι μαζί με πολλή χαρά και σκληρή δουλειά, και σύντομα να μπορέσουμε να υποδεχτούμε ξανά το κοινό στις αίθουσες του θεάτρου γιατί το έχουμε όλοι μεγάλη ανάγκη…»
Την αποχαιρετώ και την ευχαριστώ κατεβαίνοντας τις σκάλες με διαφορετική διάθεση ενώ το μυαλό μου γυρίζει στην παράσταση και στο ποιος είναι τελικά αυτός «Ο Πουπουλένιος».. Πολλά αναγνώσματα αλλά μένει να αποκαλυφθεί για τον καθένα στη σκηνή.
Η παράσταση αναμένεται να προβληθεί σε πανελλήνια προβολή από τη σελίδα του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, και μάλιστα χωρίς καμία χρέωση, οσονούπω
Μην τη χάσετε.
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΑΝΕΒΑΙΝΕΙ ΔΩΡΕΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΚΘΒΕ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 8/5/2021
-Πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ.
Φωτογραφικό υλικό