Comedy for the Masses: Πηγαίο γέλιο, νοσταλγία και ανέλπιστος θαυμασμός. Είδαμε στο θέατρο Εγνατία & Σχολιάζουμε.
Η μικρή μου αδερφή, στα 16 της, μαζί με φίλες της πήγε για πρώτη φορά στο eightball. Το έλεγα αυτό σε φίλους μου και είχαν το ίδιο απορημένο βλέμμα της φάσης «τι δουλειά μπορεί να ‘χει σ’ ένα μέρος, όπως το 8ball;» Όταν ξυπνούσε την επόμενη μέρα, ενόσω εγώ προετοιμαζόμουν για τις πανελλήνιες, πανηγυρικά και ουρλιαχτά μας δήλωνε πως πήγε στον Μαλιάτση και τον Jeremy, τους γνώρισε κιόλας και μας έδειχνε τις φωτογραφίες που βγήκαν πάντα με τον ίδιο πανζουρλισμό της χαράς, ο οποίος μας κώφευε σχετικά γρήγορα.
Χθες το βράδυ, όταν της ανακοίνωσα ότι «να, σκέφτομαι να πάω να δω από κοντά τον Μαλιάτση, τον Mikeius και τον Jeremy, και πώς να… λόγω Πανελληνίων και διαβάσματος, ίσως πρέπει να μην έρθεις», έκανε περιπαικτικά πως δάκρυζε και πάλι περιπαικτικά με άρπαξε από την μπλούζα, σαν τον Τζέισον Στέιθαμ, για να μου πει στα μάτια «το καλό που σου θέλω, να γράψεις ότι σου αρέσει». Δεν διέκρινα άμα το έλεγε σοβαρά, αλλά εγώ το πήρα στην πλάκα, όταν έφτασα στο «Εγνατία».
Όλες οι θέσεις πιασμένες. Πιτσιρίκια να κάθονται στις μπροστινές θέσεις και συνομήλικοί μου πιο πίσω και γύρω τριγύρω. Έφηβοι που τους ξεχώριζες μόνο από το ντύσιμό τους και παντού φωνές και σφυρίγματα, για να φωνάξουν κάποιον φίλο τους που ήρθε μόλις.
Η παράσταση άργησε κάνα δεκάλεπτο, αφότου οι διοργανωτές προσπάθησαν να διασφαλίσουν ότι όλοι θα είναι καθιστοί, ενόσω ο Mikeius έτρεχε από ‘δω κι από ‘κει, λίγο με βλέμμα Τζον Τραβόλτα στο Pulp Fiction, να βοηθήσει κι αυτός με τις καρέκλες, με κάτι κοριτσάκια να εξοπλίζουν το μεγαλύτερο χαμόγελό τους για να τον χαιρετίσουν κι εκείνος, τρομαγμένος από το ξαφνικό bombing, να χαιρετάει επίσης με χαμόγελο. Κάτι άλλα αγόρια, τα οποία δεν βρήκαν εισιτήριο, μόλις τον είδαν να σοκάρονται, με τα χέρια στους ινιακούς λοβούς τους, μη συνειδητοποιώντας πως είδαν τον Mikeius να σουλατσάρει. Εγώ, να πω την αλήθεια, λίγο ως πολύ αδιάφορος, τη στιγμή που η μία πτέρυγα τον έβλεπε να περπατάει πέρα-δώθε και έλεγε «να, ο Mikeius».
Ο Κώστας Μαλιάτσης ήταν ο κεντρικός παρουσιαστής της παράστασης – και καλά, καθώς εμφανίστηκε τρις για stand-up. Άνεση στη σκηνή, υπέροχη άρθρωση, σχεδόν καθόλου δεν μπερδευόταν και το κοινό έκανε τον μεγαλύτερο χαμό για πάρτη του. Τα χιουμοριστικά γκάλοπ έδιναν κι έπαιρναν και τα καινούργια, όπως είπε, κείμενά του απογείωσαν το νεανικό κοινό. Παίζει ο μεγαλύτερος ηλικιακά εκεί μέσα να ήταν στα 28 και αυτοί που είχαμε περάσει την 3η δεκαετία της ζωής μας, έστω και για μερικούς μήνες, φαντάζομαι ότι ήμασταν αποξηραμένη λίμνη μπροστά στο πιτσιρίκι που κατέκλυσε το θέατρο σαν ποτάμι.
Ο Μαλιάτσης, λοιπόν, μεγαλωμένος στη Χιλή, μας διηγιόταν τις συγκρίσεις της Ελλάδας με την Χιλή σε σχολικό επίπεδο, όπως για παράδειγμα, το πώς γίνεται η φυσική στην Χιλή. Ο ίδιος ο Μαλιάτσης να ισχυρίζεται χονδρικά στο μυαλό του πως «δεν με νοιάζει τώρα τι λες εσύ, Νερούδα της Φυσικής, εγώ θα πάω στην Ελλάδα, τη χώρα των επιστημών και μπλά μπλα», για να έρθει στην Ελλάδα και στο μάθημα φυσικής, τι άλλο να κάνει εκτός από το να έχει ένα Total και να φυτεύει φακές… Μερικά πράγματα, ούτε με πυρηνική καταστροφή δεν αλλάζουν.
Πανέξυπνη βρήκα – κι επιτέλους κάποιος το είπε σ’ ένα κοινό που έπρεπε να το μάθει, για το δικό του καλό και για να μην κάνει πολλές βλακείες μελλοντικά – την επεξήγηση για τους στίχους των λατινοαμερικάνικων τραγουδιών που παίζουν κάθε χρόνο στα καρναβάλια και οι κοπέλες τα χορεύουν με τόσο πάθος και χαρά και μπρίο και απολαμβάνουν να μιμούνται τις κινήσεις των τραγουδιών. Ωραία μέχρι εδώ. Τι ωραίο, όμως, είναι το κάλυμμα της μουσικής, όταν οι στίχοι είναι έντονα σεξιστικοί και έχουν νοήματα μέσω του χορού τους. Παράδειγμα, το «que te la pongo, que te la pongo» σημαίνει «και σου το βάζω, και σου το βάζω». Νομίζω όλοι καταλάβαμε τι θέλει να πει ο ποιητής.
Και ο Μαλιάτσης κατάφερε να το αποδώσει χιουμοριστικά και έξυπνα, για να περάσει το μήνυμά του, το οποίο δεν ήταν άλλο από το να είμαστε λίγο πιο ψυλλιασμένοι στο τι κακά πράγματα μας πλασάρουν για μόδα και να έχουμε επίγνωση, όταν το χορεύουμε – γιατί δεν υπάρχει περίπτωση κάποιος να έφυγε από αυτήν την αίθουσα και του χρόνου να μην το ξαναχορέψει στην Ξάνθη.
Ταυτόχρονα, ο Μαλιάτσης (και το κλείνω εδώ) έκανε μια ωδή στο ρεμπέτικο τραγούδι, χωρίς ίχνος απόρριψης και με μπόλικη πετυχημένη ειρωνεία στα λαϊκοπόπ, αποσαφηνίζοντας βέβαια ότι η ρεμπέτικη μουσική αποτελεί για τον ίδιο ένα μοναδικό είδος παγκοσμίως και ότι απολαμβάνει να τα ακούει. Ένα τεράστιο μπράβο, γιατί προσεγγίζει τα πιτσιρίκια να έρθουν σε επαφή με κάτι κλασικό, μιλώντας στη γλώσσα τους, μακριά από τύπους και κουραφέξαλα που ουσιαστικά τα κρατάνε αποστασιοποιημένα και αηδιασμένα από το κλασικό.
Ο Mikeius πήρε την σκυτάλη και μετά από ένα βατραχάκι στη φωνή του λόγω κεκτημένης ταχύτητα, κατάφερε να προκαλέσει χλαπαταγή στο θέατρο. Τα ίδια γκάλοπ στο παιχνίδι με το κοινό, αλλά σ’ αυτό που κερδίζει ο Mikeius είναι στην εκφραστικότητα και τις διακυμάνσεις της φωνής του. Ο Μikeius έχει την απίστευτη ικανότητα να παραείναι εκφραστικός. Τη μία στιγμή θα τον δεις να φέρεται σαν παιδάκι, το επόμενο δευτερόλεπτο να παίρνει αμέσως ένα σκιαχτικό και τρομακτικό βλέμμα, και στο τέλος, να αλλάξει τη φωνή του και να μιλάει γλυκά και συγκαταβατικά.
Προσωπικά, ο αγαπημένος μου από αυτούς τους τρεις ήταν ο Mikeius. Ξεκίνησα να τον παρακολουθώ στην εφηβεία μέσω του Μπραφ. Το Μπράφ είναι 7λεπτα επεισόδια, όπου ο Mikeius καταπιάνεται μ’ ένα θέμα που τον ενοχλεί και σχολιάζει επ’ αυτού, με μια ρεαλιστική κακία και πολύ καλά δομημένα επιχειρήματα. Η κακία που βγάζει δεν είναι πλασματική, τύπου «Δύο Ξένοι», αλλά είναι πλήρως τεκμηριωμένη με επιχειρήματα αρχής-μέσης-τέλους, καυτηριάζοντας το σύνολο της ελληνικής νοοτροπίας των νέων αλλά και των ενήλικων, χωρίς να αγγίζει άμεσα τα πολιτικά, απλώς βγάζοντας τα ψευδαισθητικά λούσα που νομίζει ο κόσμος ότι φοράει και τα καμαρώνει. Σε μερικά κείμενά που έχω γράψει, μάλιστα, έχω αποτυπώσει μερικά πράγματα που κράτησα από το Μπραφ και έχω επηρεαστεί αρκετά από αυτό – νομίζω ότι είναι πολύ καλό αυτό. Το Μπραφ, μεταξύ άλλων, έκανε πάταγο, διότι όλη η διαδικτυακή Ελλάδα έψαχνε ποιος είναι πίσω απ’ τη μάσκα του Mikeius.
Παρά το γεγονός ότι έχει σταματήσει οριστικά το Μπραφ στην δόξα του – και πολύ καλά έκανε, όπως παραδέχτηκε κατ’ ιδίαν ο ίδιος, «δεν μπορώ να βγάλω τελείως το Μπραφ από τα κείμενα μου. Άμα έχουν έστω και λίγο Μπραφ μέσα, είμαι πολύ ευχαριστημένος με τον εαυτό μου». Η ιστορία του στρατού με την γάτα που διηγήθηκε ήταν απίστευτη και τα σχόλιά του σε έκαναν να κρατήσεις την κοιλιά σου από τα γέλια. Μάλιστα και οι μίνι αναφορές από σειρές και ταινίες για τους μυημένους ήταν ένα βάλσαμο, όπως και η διαρκής αναφορά της φράσης «Αγαπητοί γονείς (σ.σ. που ήρθατε με τα παιδιά σας)», όταν τελείωνε την αναφορά σε κάτι που η σεμνοτυφία των γονιών προκαλούσε την άγνοια των παιδιών πάνω σε θέματα που έχουν μεταποιηθεί σε ταμπού ενώ είναι απολύτως φυσιολογικά.
Στα highlights, η κριτική του απέναντι στα ελληνικά επιβατικά καράβια, με στοιχεία Μπραφ, και το σατιρικό βιντεάκι με πρωταγωνιστή το πλοίο της ΑΝΕΚ, «Κρήτη ΙΙ». Λόγω του χαζού ονόματος του πλοίου, λες και πρόκειται για σίκουελ ταινιών, ο Mikeius έχωσε κανονικότατα και σατίρισε κάργα τα ηλίθια ονόματα των ελληνικών επιβατικών πλοίων, μέσω της σειράς ταινιών «Fast and Furious».
Κάπου στα μισά, εμφανίστηκε και ο Cain, κατά κόσμον Θανάσης Σαμαράς, γέννημα θρέμμα της πόλης και συντοπίτης, μιας και όπως αποκάλυψε ο ίδιος μένει κάπου στην Επτάλοφο. Το ψαρωμένο βλέμμα του και η ψευδοντροπαλή χροιά του απέναντι στο κοινό προκάλεσαν γέλωτα μέχρι δακρύων, αλλά εκεί που έκλαψα εγώ ήταν στην στερεοτυπική περιγραφή της περιοχής των Αμπελοκήπων. Έκανε ό, τι μπορεί για να αποδώσει στερεοτυπικά και κωμικά τις απόψεις του κόσμου για την περιοχή των Αμπελοκήπων, μια περιοχή που όλοι τη συνδέουν με ένα ανεξέλεγκτο γκέτο, ασχέτως αν στον Εύοσμο ή στην Καλαμαριά γίνονται περισσότερες παράνομες δραστηριότητες απ’ ότι εκεί. Μπορούσα να συνδέσω τα μέρη που έλεγε και να ανακαλέσω στην μνήμη μου άτομα που είχα ξεχάσει ό, τι υπάρχουν, ήδη από την εποχή του Δημοτικού.
Ακολούθησε ο Jeremy, που μικρότερος νόμιζα ότι τον λένε Ιερεμία, αλλά όχι, τον λένε Γιώργο. Δοτικός, αρκετά επικοινωνιακός κι ευγενικός, ήταν ο μόνος από τους τρεις που το κείμενό του δεν βασίστηκε σε πλήθος υβρεολογικών λέξεων. Όχι πως είναι κακό για τους άλλους τρεις που χρησιμοποίησαν – και καλά έκαναν, απλώς το εντόπισα και μου έκανε καλή εντύπωση. Από αυτόν κράτησα μερικές πραγματικές αλήθειες, όπως ότι το Jumbo έχει μετατραπεί σε καθημερινή λαϊκή της Τετάρτης και πώς οι εκκωφαντικοί τίτλοι βίντεο στο YouTube, σε ποσοστό 90%, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Για το τέλος, ο Μαλιάτσης και ο Mikeius ασχολούνται ανά τρεις περίπου βδομάδες με το «Θάψε το Σενάριο». Το «Θάψε» είναι μια καλοστημένη, κωμική, ρεαλιστική και λακωνική κριτική σε καλτίλες και κακογυρισμένες ταινίες, αλλά και σε ταινίες που κάνουν πάταγο, ενώ δεν είναι τόσο άρτιες όσο φαίνονται. Τα βίντεο αυτά σε χρόνο ρεκόρ ξεπερνούν τα 100.000 views και αξίζει να δείτε επιλεκτικά όσα βίντεο είναι κοντά ή μακριά από τα γούστα σας, μιας και καλύπτουν σχεδόν όλα τα είδη του ελληνικού και παγκόσμιου κινηματογράφου – και τους θαυμάζω γι’ αυτό που κάνουν.
Σ’ αυτήν την παράσταση, η αυλαία έπεσε μ’ ένα «Θάψε» κυπριακών διαφημίσεων, μονάχα από τον Μαλιάτση. Δύο λόγια μονάχα θα πω. Πόσα λεφτά έχουν οι κυπριακές εταιρείες για να κάνουν διαφημίσεις ισοδύναμα μ’ αυτές του Jumbo; Και γιατί ό, τι μουσική σαβούρα διαθέτουμε να καταναλώνεται μαζικά και γρήγορα στην Κύπρο;
Μετά από μία και μοναδική υπόκλιση των τεσσάρων παιδιών, ήμουν σε μια έκσταση. Είχα γελάσει, είχα ξεχαστεί, είχα περάσει υπέροχα, ήμουν με το χαμόγελο στα χείλη, γιατί αυτοί οι τύποι ξέρουν πολύ καλά να παίρνουν καταστάσεις από την καθημερινότητά μας και να μας τις επαναδιηγούνται με έναν τελείως αναρχοκωμικό τρόπο, για να δούμε τους εαυτούς μας και να νοσταλγήσουμε κάποια πράγματα. Εγώ σ’ αυτήν την αίθουσα, γύρισα πίσω στο Δημοτικό και στα λιγοστά καλά του Γυμνασίου και παρά το γεγονός ότι έχω ενάμιση χρόνο μακριά από το σχολείο, μερικά χαρακτηριστικά της παιδικής κι εφηβικής ηλικίας μου ‘χουν λείψει.
Γι’ αυτό, μετά το τέλος της εκδήλωσης, πήρα το θάρρος να μιλήσω με τον Mikeius… ή μάλλον με τον Μιχάλη. Κόσμος έβγαινε φωτογραφίες κι μαζί με μια παρέα περιμέναμε υπομονετικά να τελειώσει. Όταν του είπα ότι απλώς ήθελα να του πω έναν καλό λόγο κι όχι να φωτογραφηθούμε, με αγκάλιασε και ευχαρίστησε μ’ ένα χαμόγελο που κάλυπτε τα μάτια για την απλότητα και τα καλά σχόλια, κι έτσι άδραξα την ευκαιρία να τον ρωτήσω μερικά πράγματα.
Καθίσαμε μαζί με άλλα τρία φιλαράκια στις σκάλες του Εγνατία και ο Μιχάλης για περίπου πέντε λεπτά δέχτηκε να απαντήσει ευδιάθετα, παρά την εξόντωση που κουβαλούσε από την Λάρισα. Περισσότερο ήθελα να τον ρωτήσω για το τι πιστεύει για τον κόσμο και τις αντιδράσεις του, όταν παρακολουθεί το Μπραφ ή το «Θάψε».
Ο ίδιος φάνηκε να μην τον απασχολούν οι αντιδράσεις του κόσμου, διότι είναι ελάχιστες. Αποσαφήνισε, κυρίως, ότι όσοι βρίζουν και λοιδορούν είναι κάτω από μια μάσκα ή είναι πιτσιρίκια. Το κοινό του δεν πιστεύει ότι είναι αυστηρά μεταξύ 11 – 26 ετών. Ίσα ίσα, θεωρεί – και όχι άδικα – ότι το κοινό που παρακολουθεί, τουλάχιστον το «Θάψε», είναι και μεγαλύτερης ηλικίας. Στο ίδιο συμφώνησε κι ένας φίλος που καθόμασταν μαζί εκείνη την ώρα και δήλωσε πως και η μάνα του έχει δει το «Θάψε» και το βρήκε εξαιρετικά αστείο.
Η τελευταία ερώτησή μου στον Μιχάλη ήταν για το χιούμορ των εκπομπών του. Αφορμή στάθηκε μια φίλη μου που μου είπε ότι βρίσκει αρκετά σεξιστικό και κάφρικο το χιούμορ μου, οδηγώντας με να το κατηγοριοποιήσω ως καθαρά ανδρικό. Εκεί διαφώνησε μαζί μου, σχολιάζοντας «είδες πόσα κορίτσια ήταν εκεί μέσα;» Μια φίλη που καθόταν μαζί μας συμφώνησε μαζί του και μου είπε ότι «το χιούμορ των τεσσάρων μας βγάζει κάτι οικείο, κάτι παρεϊστικο που το έχουμε μεταξύ μας ως κώδικα». Πριν προλάβει, όμως, να συμπληρώσει την άποψή του, τον διέκοψε ο Μαλιάτσης και μας άφησε.
«Θα ήθελα πολύ να συνεχίσω αυτή τη συζήτηση, γιατί πολλές φορές είναι λίγο πιο ουσιαστικό από αυτό της σκηνής» μας είπε φεύγοντας.
Και εμείς θα θέλαμε πολύ να συνεχίσουμε αυτή τη συζήτηση, παρά την κούραση που είχαμε, και σ’ ευχαριστούμε. Πιο πολύ, όμως, χάρηκα τόσο μα τόσο πολύ που γνώρισα ένα τέτοιο παιδί σαν τον Μιχάλη, λογω της φιλικότητάς του, της υπομονής του, του χιούμορ του και της ευθράδειας λόγου που τον χαρακτήριζε, την ίδια στιγμή που εγώ κάπως μπλόκαρα, μιας και ήταν – έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες – η πρώτη προσπάθεια συνέντευξης ως δημοσιογραφίσκος – σχετικό είναι κι αυτό.
Παιδιά, σας ευχαριστώ πολύ για όλα!
#Eidame_kai_sxoliazoume #Theatromania #Stand_up_Comedy #Comedy_for_the_Masses#Maliatsis #Mikeius #Jeremy #Cain #Pandelis_Tsompanis #Κουλτουρόσουπα #Kulturosupa
Φωτογραφικό υλικό