Είδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Την Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου καλεσμένοι του Φεστιβάλ της Μονής Λαζαριστών ήταν οι Κρητικοί μουσικοί Γιώργος και Νίκος Στρατάκης που με τα τραγούδια τους και τη μουσική τους ξεσήκωσαν κυριολεκτικά το κοινό. Για λίγο παραπάνω από δύο ώρες γέμισαν τον ανοιχτό χώρο της Μονής Λαζαριστών με κρητικές μελωδίες παραδοσιακές αλλά και πιο σύγχρονες. Ένα ταξίδι ήχων και συναισθημάτων με συνοδοιπόρους τους πέντε μουσικούς τους επί σκηνής (Αλέκος Χατζάκης στο κοντραμπάσο, Μανόλης Στρατάκης στα κρουστά, Γιάννης Κοζυράκης στην κιθάρα, Γιώργος Σαλούστροςστα πνευστά,ο οποίος έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στα σολιστικά του μέρη, Πάνος Γεωργακόπουλος στα τύμπανα) μας μετέφεραν στο νησί της Κρήτης και σ’ έναν διαφορετικό τρόπο διασκέδασης.

Η συναυλία άργησε λίγο να ξεκινήσει ενώ ο κόσμος δε σταμάτησε να προσέρχεται μέχρι τις 9 και μισή. Κοντά σ’ εκείνη την ώρα οι μουσικοί ανέβηκαν στη σκηνή και στη συνέχεια τα δύο αδέρφια , ο ένας με την λύρα κι ο άλλος με το λαούτο του, ξεκίνησαν να ερμηνεύουν ένα απόσπασμα από τις Κονταρομαχίες του Ερωτόκριτου. Μια συναυλία κρητικής μουσικής δε θα μπορούσε να ξεκινήσει αλλιώς αφού ο Ερωτόκριτος είναι μέσα στο DNAτων Κρητικών, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε όταν ο Νίκος Στρατάκης εξήγησε γιατί επέλεξαν αυτό το απόσπασμα καθώς αναφέρει ότι όταν ήρθε η στιγμή να μονομαχήσουν ο Μακεδόνας πολεμιστής με τον Κρητικό, έδωσαν τα χέρια και αποσύρθηκαν γιατί θεωρούσανότι Μακεδόνες και Κρητικοί είναι αδέρφια, κάτι που ισχύει έως και σήμερα.

Σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας υπήρχε ένταση, παλμός, δυναμισμός και αυθορμητισμός. Τα τραγούδια μετέφεραν ποικίλα συναισθήματα είτε μιλούσαν για έρωτα είτε για χωρισμό υπήρχε πάντα ένας εύθυμος ρυθμός. Οι ερμηνείες των τραγουδιστών ήταν δυναμικές με τη χαρακτηριστική ντοπιολαλιά και τους ιδιωματισμούς του νησιού. Εν τω μεταξύ κάτι που δε συναντάς σε άλλες τυπικές συναυλίες είναι ότι κατά τη διάρκεια του θεάματος κατέφθαναν στη σκηνή ραβασάκια με ευχές στους δυο καλλιτέχνες ενώ όλοι στο κοινό άνοιγαν τσικουδιές. Στα μισά περίπου της συναυλίας όταν άρχισαν «να ανάβουν τα αίματα» ο περισσότερος κόσμος σηκώθηκε από τις καρέκλες του και συγκεντρώθηκε μπροστά στη σκηνή χορεύοντας. Ένα κρητικό πανηγύρι σε μια σχεδόν διονυσιακή ατμόσφαιρα που στο τέλος κατέληξαν όλοι να τραγουδούν και να χορεύουν σαν ένα. Το δε κοινό ακόμα και στο τέλος της συναυλίας κάπου κοντά στις δώδεκα παρά δε σταμάτησε να παραγγέλνει τραγούδια ενώ οι καλλιτέχνες δήλωναν πως όσο και να το θέλουν οι ίδιοι δυστυχώς υπήρχαν κάποιοι κανόνες που έπρεπε να τηρηθούν. Έτσι, τραγουδώντας την «Καπετάνισσα» ένα δικό τους τραγούδι που έχει μεγάλη επιτυχία, καληνύχτισαν κι ευχαρίστησαν τους παρευρισκόμενους.
Συμπερασματικά, αυτό που μας άφησε αυτή η μουσική βραδιά ήταν μια διαφορετική αίσθηση διασκέδασης με ένα πιο ανοιχτό κι ελεύθερο πνεύμα, όπως και το κρητικό πνεύμα άλλωστε. Από τον παραδοσιακό Ερωτόκριτο έως τον Ξυλούρη κι από τον Ψαραντώνη έως τα τραγούδια των αδελφών Στρατάκη, όποιος είχε την ευκαιρία να βρεθεί σ’ αυτήν τη συναυλία για τουλάχιστον δύο ώρες διασκέδασε με την ψυχή του, συνδέθηκε με την παράδοση, ένιωσε μια ευδαιμονία να τον πλημμυρίζει έστω και για λίγο. Κι όλα ήταν φανερά μέσα από την αντίδραση και τη συμμετοχή του κόσμου, καθώς στο τέλος δε σταμάτησε να ζητά κι άλλα τραγούδια. Ήταν από τις εμπειρίες που αξίζει να ζει κανείς κάπου κάπου για να εκτονώνεται και να ξεφαντώνει μ’ έναν άλλο τρόπο.
.
.
Δείτε & αυτά:
Φωτογραφικό υλικό