Είδε ο Γιώργος Τοκμακίδης και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Το ριμέικ της καλτ πια ταινίας «Road House» είναι γεγονός, με την εταιρεία παραγωγής να το κυκλοφορεί απευθείας στη διαδικτυακή της πλατφόρμα. Εμείς, από μεριάς μας, πριν καταπιαστούμε με αυτή τη νέα εκδοχή, θα επισκεφθούμε την αυθεντική, την «ορθόδοξη», την πρώτη αντίστοιχη, και θα μιλήσουμε για την αποτύπωση μίας ολόκληρης δεκαετίας σε μία μέτρια για τα μέτρα της εποχής της πάντοτε ταινία. Ο λόγος για την ταινία: “Ο Μπράβος” (Road House, 1989), η οποία απέκτησε με τα χρόνια άλλη διάσταση στα μάτια των θεατών.
Υπόσχεση:
Μετά την καθολική επιτυχία του «Dirty Dancing» (1987), o Πάτρικ Σουέιζι αναζητά τη νέα του εμπορική επιτυχία στον χώρο του κινηματογράφου. Ο σκηνοθέτης Ρόουντι Χέρινγκτον και ο παραγωγός Τζο Σίλβερ (πρόσωπο πίσω από την παραγωγή πολλών κλασικών πλέον ταινιών δράσης, όπως «Το Φονικό Όπλο» και «Πολύ Σκληρός Για Να Πεθάνει») τον προσεγγίζουν για μια ιστορία δράσης αμιγώς προσωποκεντρική. Ο Σουέιζι θέλοντας να ασχοληθεί με κάτι διαφορετικό από την προηγούμενη του ταινία, δέχεται και τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία. Πέτυχε το φιλόδοξο σχέδιο των συντελεστών για γρήγορο και εύκολο κέρδος ή η αναγνώριση και η επιτυχία ήρθε μετά από καιρό;
Πλοκή:
Ένας μπράβος ονόματι Ντάλτον προσεγγίζεται από έναν ιδιοκτήτη νυχτερινού μαγαζιού για να αναλάβει τη διαχείριση και την οργάνωση του κέντρου διασκέδασης. Ο Ντάλτον δέχεται με επιφύλαξη τη θέση, αλλά η κατάσταση περιπλέκεται όλο και περισσότερο καθώς γνωρίζει την τοπική κοινότητα της πόλης. Θα βρεθεί αντιμέτωπος με την ασυδοσία και τη διαφθορά του τοπικού γκάνγκστερ και θα ακολουθήσει έναν δρόμο από τον οποίο δεν υπάρχει γυρισμός.
Σκηνοθεσία:
Ο Ρόουντι Χέρινγκτον γνωρίζει τι ταινία θέλει να παραδώσει. Ο σκοπός του είναι να αποδώσει μία σύγχρονη για την εποχή της ταινία, η οποία όμως στον πυρήνα της ακολουθεί τις επιταγές ενός κλασικού γουέστερν.
Έχει όλα τα στοιχεία που συντελούν σε αυτό το συμπέρασμα, δεδομένου ότι συμπεριλαμβάνει τον μοναχικό πρωταγωνιστή, την πόλη που επικρατεί ανομία, τους κατοίκους σε ανάγκη και τον άτιμο άρχοντα που λειτουργεί σαν άψογος ανταγωνιστής για τον τίμιο ήρωα της ιστορίας. Σε βαθμό, μέχρι και τα ονόματα των πρωταγωνιστών είναι εμπνευσμένα ή εξ ολοκλήρου επηρεασμένα από ήδη υπάρχοντες χαρακτήρες του κόσμου των ταινιών γουέστερν.
Το κέντρο διασκέδασης με όνομα «Διπλό Ζάρι» θυμίζει σαλούν όταν καταφθάνει ο χαρακτήρας του Πάτρικ Σουέιζι. Μέχρι να αποχωρήσει (δεν είναι σπόιλερ, ο πρωταγωνιστής των γουέστερν έρχεται από το πουθενά για να εξαφανιστεί στο άγνωστο) έχει καταφέρει να το αλλάξει και να το μετατρέψει σε ένα τίμιο μέρος με αυθεντική διασκέδαση για τους θαμώνες και το προσωπικό.
Σε τελική ανάλυση είναι μία δραστήρια κάλυψη μίας απολαυστικής πλοκής.Είναι ταινία της εποχής της, έχει σκηνές που εμπεριέχουν βία σε στυλ «δεκαετίας του ’80» και αυτό είναι για καλό! Η κάμερα τραβιέται προς τα πίσω και βγαίνουν μπροστά οι πρωταγωνιστές με τις μέχρι τότε «ανθρώπινες» πολεμικές τους χορογραφίες. Οι εποχές με το έντονο μοντάζ στις σκηνές δράσης και το επακόλουθο του απόλυτου στυλιζαρίσματος σε αυτές δεν έχουν κάνει ακόμη την εμφάνιση τους στον κινηματογράφο. Ακόμα, η ταινία είναι γεμάτη με σκηνές που καταστρέφονται τα σκηνικά με πρακτικά εφέ, όπως και έναν σημαντικό αριθμό σκηνών που εμπεριέχουν γυμνό.
Ερμηνείες:
Ο Πάτρικ Σουέιζι είναι η ταινία! Καταφέρνει με ελάχιστα λόγια, παρά μονάχα με την παρουσία του να καταστήσει στην ταινία έναν χαρακτήρα αντίστοιχο με το αρχέτυπο χαρακτήρων όπως αυτών του Κλιντ Ίστγουντ. Βέβαια, αποφεύγει να είναι μόνο ένας σκληρός άνδρας, που περισσότερο πράττει παρά μιλάει. Είναι ένας καθημερινός άνθρωπος που είναι απλώς πολύ καλός σε αυτό που κάνει και η ταινία αφιερώνει αρκετές σκηνές για να μας αναδείξει αυτή του την πλευρά.
Θα έλεγε κανείς ότι είναι η καλύτερη επιλογή για τον ρόλο δεδομένης της ιδιοσυγκρασίας και της σωματοδομής του ηθοποιού. Οι σκηνές πάλης, αν και απαιτητικές, οι οποίες σε βαθμό ανάγκασαν τον ηθοποιό να αποφύγει να καταπιαστεί με ταινίες δράσης σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, μεταφέρονται εξαιρετικά και φυσικά από τον Σουέιζι και τον Έλλιοτ. Το επαγγελματικό αίσθημα του ηθοποιού φαίνεται και από το γεγονός ότι πραγματοποίησε από κοινού με τον συμπρωταγωνιστή του, Μάρσαλ Ρ. Τιγκ, 71 φορές την σκηνή της πάλης τους για να αποδοθεί όσο το δυνατόν καλύτερα και ορθότερα.
Αληθινός συμπρωταγωνιστής του Πάτρικ Σουέιζι είναι ο Σαμ Έλλιοτ. Αν και ο χαρακτήρας του εισέρχεται στην πλοκή περί τα μέσα της ταινίας, είναι ο μοναδικός από τους υπόλοιπους χαρακτήρες που καταφέρνει να ξεχωρίσει. Είναι η άνεση του ηθοποιού στον ρόλο, και η «cool» διάθεση που φέρνει στο πλατό. Η σχέση του με τον αντίστοιχο χαρακτήρα του Σουέιζι έχει βάθος και σημασία, ενώ μετράει χρόνια από τη σύναψη της. Η κοινή τους δράση θα αποφέρει ζωηρές σκηνές με τις ερμηνείες να αγγίζουν νέα ερμηνευτικά επίπεδα κάθε φορά που μοιράζονται από κοινού τα αλλεπάλληλα κάδρα.
Οι υπόλοιποι ηθοποιοί που στελεχώνουν το σύνολο των χαρακτήρων όπως η Κέλλυ Λιντς, ο Μπεν Γκαζάρα, ο Μάρσαλ Ρ. Τιγκ, ο Κέβιν Τάι και ο τραγουδιστής Τζεφ Χίλεϊ είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται η ταινία και ο πρωταγωνιστής της. Όλοι έχουν διαφορετική σχέση με τον αντίστοιχο χαρακτήρα του Πάτρικ Σουέιζι και ενισχύουν το πρωταγωνιστικό του διάβημα. Η πιο ισχυρή ωστόσο σχέση είναι αυτή της Λιντς με τον Σουέιζι, καθώς εντός των πλαισίων της ταινίας αποτελεί το κεντρικό ειδύλλιο της πλοκής.
Τεχνικό μέρος:
Η ταινία κυκλοφόρησε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, και ως εκ τούτου δε διαθέτει σεκάνς με ψηφιακά εφέ. Διαθέτει όμως πρακτικά στον βαθμό που επιδιώκει η ταινία να έχει. Το κέντρο διασκέδασης «Διπλό Ζάρι» αποτελεί ένα ωραίο σετ. Συνδυάζει το κλασικό αμερικανικό μπάρ με αίσθηση «σαλούν». Τα αυτοκίνητα είναι αμερικανικής κατασκευής εκτός από του πρωταγωνιστή που είναι γερμανικής. Αυτό συμβαίνει για να δείξουν οι δημιουργοί τη διαφορά του κεντρικού προσώπου με όλους τους υπόλοιπους.
Η φωτογραφία είναι της εποχής της, εντόνως ουδέτερη. Όλα βρίσκονται στο φως με τα χρώματα να ξεχωρίζουν. Τα ρούχα των πρωταγωνιστών έρχονται και ενισχύουν την ενέργεια του κάδρου. Ο Πάτρικ Σουέιζι έφθασε στο σημείο να ζητήσει σαν όρο του συμβολαίου του να κρατήσει την γκαρνταρόμπα του χαρακτήρα του. Οι παραγωγοί δεν του αρνήθηκαν. Η μουσική της ταινίας είναι εξίσου πλούσια όπως η εποχή της. Το συγκρότημα του Τζεφ Χίλεϊ έχει ρόλο διττής σημασίας στην ταινία. Βρίσκεται εκεί για να «υποδυθεί» τη μουσική μπάντα του μαγαζιού, αλλά και για να ενορχηστρώσει τη μουσική της ταινίας. Η δουλειά τους δεν είναι εύκολη και οφείλουν να εξυπηρετήσουν το κόνσεπτ της αισθητικής του γουέστερν οπότε ακούμε «country» νότες(αμερικανικά βλάχικα δηλαδή). Ακόμα ακούγονται μπαλάντες με τη συνοδεία τόσο ηλεκτρικών κιθαρών, όσο και ηλεκτρονικών «newwave» μελωδιών.
Αποτίμηση:
Η ταινία αν και κυκλοφόρησε με την καλύτερη διάθεση μπροστά και πίσω από τις κάμερες, δεν κατάφερε να αποφέρει τα δέοντα κέρδη. Κατάφερε ωστόσο να πάρει πρωτιές που κανείς από τους συντελεστές που συμμετείχαν στο πρότζεκτ δεν επιθυμούσε. Προτάθηκε λοιπόν μεταξύ άλλων για χειρότερη ταινία και χειρότερη σκηνοθεσία! Κάτι τέτοιο βέβαια δεν ισχύει, τουλάχιστον τη σήμερον ημέρα. Στη σειρά των παράδοξων τροπών αξίζει να συμπεριλάβουμε το ρεύμα που απέκτησε αυτή η ταινία με τα χρόνια και την κυκλοφορία της σε βιντεοκασέτα. Δεν άργησε να πρωτοστατήσει στον χώρο, και να λάβει τον χαρακτηρισμό -δικαίως- «καλτ».
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 6,8/10 δίχως να θεωρώ τη συγκεκριμένη βαθμολογία χαμηλή.
Ο Μπραβος, (Road House, 1989) εγχρ. Διάρκεια: 1 ώρες και 54 λεπτά Είδος: Δράσης-Νεογουέστερν. Σκηνοθεσία: Ρόουντι Χέρινγκτον. Πρωταγωνιστές: Πάτρικ Σουέιζι, Κέλλυ Λιντς, Μπεν Γκαζάρα, Μάρσαλ Ρ. Τιγκ, Κέβιν Τάι,ο Τζεφ Χίλεϊ