Γράφει ο Γιώργος Τοκμακίδης για την Κουλτουρόσουπα
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από το διάστημα που ο Ζακ Σνάιντερ κυκλοφόρησε το πρώτο μέρος της φιλόδοξης σειράς ταινιών επιστημονικής φαντασίας «Rebel Moon». Εντούτοις, η πρώτη ταινία δεν αποτέλεσε την έκπληξη που ο δημιουργός της ανέμενε με το κοινό να δηλώνει επιεικώς απογοητευμένο. Πάμε να δούμε τι συμβαίνει με τη συνέχεια, πάνω στην οποία στηρίχτηκαν πολλές ελπίδες…
Υπόσχεση:
Ο Ζακ Σνάιντερ είναι ένας σκηνοθέτης με μία ξεχωριστή αισθητική και ένα ξεκάθαρο όραμα για την πορεία της κινηματογράφησης του. Από το πρωτότυπο «300» (2006) μέχρι και την παθούσα «Λεγεώνα των Υπερηρώων» (Justice LeagueSnydercut, 2021) χάρισε μοναδικές κινηματογραφικές στιγμές. Η πρώτη ταινία της σειράς »RebelMoon» για λογαριασμό του συνδρομητικού καναλιού «Netflix» με τίτλο: «Το παιδί της φωτιάς» μετέβαλε το γνώριμο πλαίσιο. Φάνηκε σαν ο καλλιτέχνης να έχασε την επαφή του με το ένθερμο κοινό του. Η ιδέα πίσω από την ιστορία δε συγκίνησε κανέναν και η μεταφορά αυτής μάλλον αρνητικά συναισθήματα προκάλεσε, παρά θετικά. Μπροστά σε αυτό το κύμα αρνητισμού που δημιουργήθηκε, ο Ζακ Σνάιντερ υποστήριξε ότι υπάρχει άλλη μία εκδοχή της ταινίας, και πως η συνέχεια της σειράς θα συναρπάσει. Υπόσχεση ή ψέμα;
Πλοκή:
Η Κόρα, πρώην πολεμίστρια της αυτοκρατορίας και μετέπειτα εξόριστη, έπειτα από τη συμπλοκή της με τον αρχιναύαρχο Νομπλ, γυρίζει στον πλανήτη της. Μαζί της βρίσκονται οι μαχητές που κατάφερε να επιστρατεύσει για την προστασία του χωριού της. Οι δυνάμεις της αυτοκρατορίας περισυλλέγουν το σώμα του Νομπλ και το επαναφέρουν στη ζωή. Ο αναγεννημένος Νομπλ ζητάει εκδίκηση και κατευθύνει τον στόλο του στον πλανήτη που κρύβονται οι επαναστάτες για να τους τιμωρήσει και να δεσμεύσει τους πόρους τους. Η Κόρα και οι σύντροφοι της έχουν πέντε ημέρες μονάχα για να προετοιμάσουν τους κατοίκους του οικισμού για τη μεγαλύτερη μάχη της ζωής τους!
Σκηνοθεσία:
Ο Ζακ Σνάιντερ διατηρεί τον ίδιο ρυθμό και τόνο που εισήγαγε στην προηγούμενη ταινία. Υπάρχει διαδοχική δράση με έντονη χρήση ψηφιακών μέσων και συνεπακόλουθες τακτικές, όπως «αργή κίνηση» (slowmotion). Όλα αυτά είναι δόκιμα για μία ταινία που ακολουθεί τις επιταγές του «blockbuster», αλλά η συγκεκριμένη ταινία απέχει πολύ από αυτό.
Η δράση, ένας τομέας που έχει εμπλουτιστεί από τη γενικότερη κινηματογραφική καριέρα του Ζακ Σνάιντερ, συναντάει ακανθώδη ζητήματα. Υπήρχε μια εποχή, που οι ταινίες και δε οι αντίστοιχες δράσης εμπεριείχαν σεκάνς, ολόκληρες σκηνές που στηρίζονταν σε μία ιδέα. Η ιδέα αποσκοπούσε στο να καταστήσει αυτές τις σκηνές όχι μόνο απολαυστικές, αλλά και αξέχαστες. Ένα σημείο αναφοράς για όσους επιστρέφουν στις ταινίες που τις περιλαμβάνουν. Στη σύγχρονη εποχή αυτό έχει χαθεί ολότελα, και ο Σνάιντερ, εμπνευστής και υποστηρικτής αυτής της πρακτικής, δείχνει να απομακρύνεται από αυτή. Η ταινία είναι γεμάτη από καταιγιστική δράση, αλλά αυτό δε σημαίνει επουδενί ότι είναι απολαυστική ή αξία μνήμης. Εκρήξεις, κραυγές, μάχες συμβαίνουν, αλλά δίχως συναισθηματικό υπόβαθρο με άμεσο αποτέλεσμα να μην υπάρχει το παραμικρό ενδιαφέρον για την έκβαση της μάχης, και την τύχη των πρωταγωνιστών.
Τα ψηφιακά μέσα έχουν βελτιωθεί σε σχέση με την προηγούμενη ταινία, αλλά όχι η τεχνική τους. Η «αργή κίνηση», τεχνική κατατεθέν του σκηνοθέτη χρησιμοποιείται εσφαλμένα για μία αισθητική ανάδειξη, η οποία όμως δεν επιτυγχάνεται σε κανένα επίπεδο. Η «αργή κίνηση» χρησιμοποιείται είτε για να δοθεί μία ολοκληρωμένη εικόνα, η παραμικρή λεπτομέρεια για μία γρήγορη σκηνή, είτε για να έχει περιορισμένο χρόνο ο/η θεατής να αισθανθεί κάτι, μέσα στη γρήγορη εναλλαγή κάδρων. Ο δημιουργός της ταινίας προβαίνει στη χρήση αυτής για το τρίτο ενδεχόμενο, και περισσότερο επιφανειακό. Να εντυπωσιάσει φθηνά δηλαδή, χωρίς λόγο.
Ερμηνείες:
Η Σοφία Μπουτέλα επιστρέφει στον ρόλο της «Κόρα» ως πρωταγωνίστρια. Η ταινία, όπως προαναφέρθηκε είναι γεμάτη με δράση, με την ηθοποιό να μην χρειάζεται να δυσκολευτεί να αποδώσει αυτό που της ζητείται επί της οθόνης, έστω και της μικρής. Στην προηγούμενη ταινία, ο χαρακτήρας κλήθηκε να εμπνεύσει με πύρινους λόγους, με συνέπεια να έρθουν στην επιφάνεια ορισμένες ερμηνευτικές αδυναμίες. Σε αυτή την ταινία, κάτι τέτοιο δεν προλαβαίνει να συμβεί με το στοίχημα του καλλιτέχνη να αποδίδει καρπούς. Οι σκηνές δράσης, αλλά και επιμέρους μάχης του χαρακτήρα της Κόρα μεταφέρονται ικανοποιητικά, με την ηθοποιό να λαμβάνει διαστάσεις άλλων δυναμικών πρωταγωνιστριών, τουλάχιστον στο μέτρο της μαχητικότητας τους. Μερικές από αυτές θα ήταν η «Σάρα Κόνορ» από τη σειρά ταινιών «Ο Εξολοθρευτής» (The Terminator)και η «Έλεν Ρίπλεϊ» από τη σειρά ταινιών «Ο Εξωγήινος» (Alien).
Το υπόλοιπο καστ απαρτίζεται από τους Τομ Σκρέιν, Μισέλ Χουίσμαν, Ντζίμον Χουνσού, και τη δραστήρια φωνή του Άντονυ Χόπκινς. Όλοι οι ηθοποιοί επιστρέφουν στους ρόλους τους με το σενάριο να έχει κάτι παραπάνω για αυτούς, αλλά όχι αρκετό.
Ο Σκρέιν ερμηνεύει τον αυστηρό ρόλο του με λιγότερο θυμό και νεύρα, και περισσότερη ειρωνεία από την πρώτη ταινία. Ο χαρακτήρας του έχει έρθει αντιμέτωπος ήδη με μία ήττα και τώρα θέλει τη ρεβάνς. Ο Χουίσμαν διατηρεί το προφίλ του αθώου αγρότη που αρχίζει να μετατρέπεται σε πολεμιστή. Ο ηθοποιός δεν κάνει κάτι αξιοθαύμαστο με τον ρόλο του και ο μέσος θεατής (που δεν είναι μαχητής!) χάνει την επαφή με το ταξίδι του ήρωα. Ο Μισέλ Χουίσμαν και ο χαρακτήρας του βρίσκονται εκεί για να πλαισιώσουν τη Σοφία Μπουτέλα. Ο Χουνσού έχει προφανώς μεγαλύτερη παρουσία στην ταινία, αφού ο χαρακτήρας του καλείται να κάνει αυτό που υποσχέθηκε. Σαν στρατηγός κάποτε, τώρα εκπαιδεύει τους χωρικούς, με τον ηθοποιό να κάνει ο,τι καλύτερο μπορεί, αλλά να παραμένει αβοήθητος από τον διάλογο του σεναρίου. Τέλος, ο Χόπκινς που δίνει τη φωνή του στο ανδροιδές, ακούγεται περισσότερο στην ταινία. Μία χροιά φωνής σαφώς διασκεδαστική με στόμφο, αλλά περιορισμένη. Ο Άντονυ Χόπκινς φαίνεται να συμμετείχε για την εμπειρία του «voiceacting».
Τεχνικό κομμάτι:
Τα ψηφιακά εφέ, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε, έχουν βελτιωθεί. Οι εξωτερικές επιφάνειες των πλανητών φαίνεται να έχουν επίπεδα και στρώματα, αλλά άλλες σκηνές αφήνονται στην τύχη τους. Δε γίνεται λόγος για τις κεντρικές, εξάλλου το πεδίο δράσης σε αυτή την ταινία περιορίζεται στον ευρύτερο χώρο του χωριού. Γίνεται λόγος όμως για τις σεκάνς με ιστορίες από το παρελθόν (flashback), που, ναι, εκεί τα ψηφιακά υποφέρουν από την προχειρότητα τους.
Τα πρακτικά εφέ υπάρχουν στον βαθμό που επιτρέπει η παραγωγή, αλλά η αισθητική τους δε συμφωνεί με το κονσεπτ της επιστημονικής φαντασίας. Είχε αναφερθεί και σε προηγούμενο άρθρο, πως το ενδυματολογικό και σκηνικό τμήμα δεν έχει καμία αξίωση να αποκρύψει την πηγή της έμπνευσης τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανέκφραστη τους μεταφορά χωρίς καμία πρωθύστερη μεταποίηση.
Η φωτογραφία της ταινίας με όλο αυτό το μπερδεμένο περιεχόμενο των κάδρων της, δεν αποφέρει μία ενδιαφέρουσα εικόνα. Η μουσική της ταινίας (αν είχε…) δεν αφήνει κάποιο διακριτό ηχητικό στίγμα και υπάρχει μονάχα για να συνοδεύει τον θόρυβο των ακτινοβόλων όπλων.
Αποτίμηση:
Ο Ζακ Σνάιντερ υποσχέθηκε μία σειρά ταινιών ανάλογη αυτή των ταινιών του «Πολέμου των Άστρων». Σαν υπόσχεση επίφοβη, σαν εγχείρημα ακατόρθωτο! Ακόμα και σε αυτά τα καλλιτεχνικά βάθη που έχει υποπέσει η πολυαγαπημένη σειρά επιστημονικής φαντασίας, θεωρείται ανώτερη και καλύτερη από αυτό που προσφέρει το συνδρομητικό κανάλι «Netflix». Αν η πρώτη ταινία θύμιζε με αλλοιωμένο τρόπο ορισμένα κομμάτια από το αριστοτεχνικό φιλμ του ΑκίραΚουροσάβα: «Οι Επτά Σαμουράι» (SevenSamurai, 1954), η δεύτερη ταινία θυμίζει διά της αντιγραφής την τελευταία πράξη της ταινίας: «Και οι επτά ήταν υπέροχοι» (The MagnificentSeven, 1960).
Κάπου στο βάθος της ταινίας υπάρχει μία μυθολογία, η οποία όμως αφήνεται κατά μέρους μέχρι να έρθει η στιγμή να ξανά πιαστεί. Αυτή η στιγμή ωστόσο είναι το τέλος, κυριολεκτικά τα τελευταία κάδρα! Ο Ζακ Σνάιντερ για κάποιον ανεξήγητο λόγο προβαίνει σε περαιτέρω υποσχέσεις για μία τρίτη ταινία, η οποία αφήνει πίσω της τις προηγούμενες επιρροές του. Μπορούμε μετά από μία δεύτερη και σε βαθμό απογοητευτική ταινία να τον εμπιστευτούμε;
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 4,9/10 όπως και στην πρώτη ταινία γιατί δεν έγινε ουδεμία αλλαγή προς το καλύτερο.
Rebel Moon: Scargiver, 2024 εγχρ.
Διάρκεια: 2 ώρες και 2 λεπτά Είδος: Επιστημονική φαντασία/περιπέτεια
Σκηνοθεσία: Ζακ Σνάιντερ Πρωταγωνιστές: Σοφία Μπουτέλα, ΕντΣκρέιν, Μισέλ Χουίσμαν, Άντονι Χόπκινς, Τζίμον Χουνσού