Είδε ο Γιώργος Τοκμακίδης και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Η νέα ταινία της μακράς σειράς επιστημονικής φαντασίας «Πλανήτης Των Πιθήκων» είναι γεγονός και βρίσκεται στις κινηματογραφικές αίθουσες! Εμείς, από μεριάς μας, θα επισκεφθούμε τις τρεις τελευταίες ταινίες που κυκλοφόρησαν, με αυτή την τέταρτη να είναι η συνέχεια τους. Η πρώτη μας στάση είναι η ταινία με τίτλο: «Πλανήτης Των Πιθήκων: Η εξέγερση» (Rise of the planet of the apes, 2011). Πάμε να εξερευνήσουμε ένα άξιο ριμέικ μίας εξίσου αξιόλογης σειράς!!!
Υπόσχεση:
Η σειρά ταινιών του «Πλανήτη των Πιθήκων» μετράει πάνω από μισό αιώνα στα κινηματογραφικά δρώμενα με την πρώτη της ταινία να χρονολογείται το 1968 σε σκηνοθεσία Φράνκλιν Σάφνερ και πρωταγωνιστή τον Τσάρλτον Ίστον. Οι ταινίες πραγματεύονται μία απλή και συγχρόνως προκλητική θεματική. Αντιστρέφουν λοιπόν την εξέλιξη των ειδών και διερωτώνται: «Τι θα γινόταν, αν οι πίθηκοι κατείχαν τη θέση των ανθρώπων και οι άνθρωποι των πιθήκων;» Αυτή η ερώτηση εμπεριέχει στοιχεία της θεωρίας του Δαρβίνου, σχετικά με την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Φέρει μηνύματα για την κακοποίηση των ζώων. Υπηρετεί με έναν λόγο τις βάσεις της επιστημονικής φαντασίας, που έχει σκοπό να προβληματίσει ρεαλιστικά σε μια φανταστική συνθήκη. Πετυχαίνει την υπόσχεση της και οι εννιά, δέκα πλέον ταινίες που απαρτίζουν τον πλούσιο κόσμο του πλανήτη των πιθήκων στέκονται σαν ηχηρή απόδειξη.
Λόγος:
Το στοίχημα του συνόλου των καλλιτεχνών που καταπιάστηκαν με αυτό το σύμπαν ήταν προφανώς η μεταφορά της ιδέας επί της οθόνης πετυχημένα. Η επιτυχία μπορεί να βρίσκεται στα επιφανειακά νοήματα και τα ενδόμυχα μηνύματα. Μπορεί να βρίσκεται στην απεικόνιση αυτού του κόσμου, που οι πίθηκοι είναι οι άρχοντες και οι άνθρωποι οι αρχόμενοι. Μπορεί ακόμα να βρίσκεται μέχρι και στην κατασκευή και σύνθεση των κουστουμιών των πιθήκων. Δεν έχει κανείς την αξίωση να πρωταγωνιστούν αληθινοί πίθηκοι! Το ζήτημα των κουστουμιών όμως είναι κάτι που απασχόλησε τους συντελεστές. Άρχισε με τη σύνθεση κοστουμιού, καλού για την εποχή των δεκαετιών του ’60 και ’70, την εξέλιξη του υπάρχοντος αντίστοιχου με στοιχεία «animatronics» στην αυγή του 21ου αιώνα και τέλος με «motion capture» κινηματογράφηση από το 2010 και εξής.
Πλοκή:
Μία ομάδα επιστημόνων κάνουν πειράματα σε πιθήκους δοκιμάζοντας το φάρμακο που θα θεραπεύσει την ασθένεια του Αλτσχάιμερ. Τα πειράματα δε θα έχουν καλή κατάληξη και θα δοθεί η εντολή θανάτωσης όλων των πιθήκων. Ο πρωτεργάτης επιστήμονας Γουίλ θα διασώσει ένα μωρό πίθηκο, και θα το μεγαλώσει κρυφά. Θα το ονομάσει Σίζαρ (Καίσαρα) και θα αντιληφθεί ότι η ευφυΐα του ενισχύεται ολοένα και περισσότερο. Ο Σίζαρ μεγαλώνοντας όμως θα κλειστεί σε άσυλο άγριων ζώων. Εκεί, θα έρθει σε επαφή με τους οικείους του, τους πιθήκους, θα επιβληθεί σε αυτούς ως ηγετική φιγούρα και θα οργανώσει μία εξέγερση για να διασώσει το είδος του. Η σύγκρουση με το ανθρώπινο γένος είναι αναπόφευκτη…
Σκηνοθεσία:
Στη θέση του σκηνοθέτη, διαδέχεται τον Τιμ Μπάρτον από την ταινία «Planet of the apes» (2001) και κάθεται ο Ρούπερτ Γουάιατ. Πρόκειται για έναν νέο δημιουργό με την πρώτη ταινία της νέας τριλογίας των πιθήκων να αποτελεί το μεγάλο καλλιτεχνικό εμπορικό του άνοιγμα. Ο Γουάιατ γνωρίζει τις δυνατότητες του σεναρίου που έχει στα χέρια του, και το μεταφέρει σε μία γρήγορη ταινία με διαδοχική δράση και σύντομη διάρκεια. Με τον ρυθμό να ακολουθεί μία γρήγορη προσέγγιση, έτσι ώστε να διατηρηθεί το ενδιαφέρον, ο τόνος είναι σοβαρός. Η ιδέα που υπάρχει στο χαρτί εύκολα μπορεί να παρερμηνευθεί και να χάσει τη σοβαρότητα της. Ο Γουάιατ είναι προσεκτικός και δε διστάζει να αναδείξει τις επιρροές του από την παγκόσμια ιστορία και μυθολογία ως προς τη μεστή δόμηση του χαρακτήρα του Σίζαρ. Η κάμερα του είναι ενεργητική, αρέσκεται στις γρήγορες εναλλαγές, μακρινές ή κοντινές προς αποκάλυψη της κλίμακας ενός σχεδίου. Δίνεται ιδιαίτερη βάση στην εστίαση σε μάτια και χέρια για να ενισχυθεί το συναισθηματικό υπόβαθρο, ενώ η τεχνική της αργής κίνησης έρχεται σε άριστες δόσεις.
Σημαντικό βήμα για να πετύχει αμφότερους σκοπούς είναι να φέρει στην οθόνη ψηφιακά μοντέλα πιθήκων. Η επιλογή του είναι τολμηρή και στα χέρια ενός απείρου σκηνοθέτη, δίχως μεράκι κυμαίνεται από επικίνδυνη μέχρι και καταστροφική. Ο καλλιτέχνης εντούτοις έρχεται διαβασμένος στο σετ και φέρνει την τεχνογνωσία προηγούμενων κινηματογραφιστών. Σκηνοθέτες όπως ο Τζόρτζ Λούκας (Πόλεμος των Άστρων), Πήτερ Τζάκσον (Άρχοντας των Δαχτυλιδιών) και Τζέϊμς Κάμερον (Άβαταρ) είχαν πάρει το στοίχημα πιο πριν από αυτόν και πέτυχαν. Η τεχνική λέγεται, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε «motioncapture», και πρόκειται για την κάλυψη οποιασδήποτε έκφρασης και κίνησης ενός ηθοποιού, με κάμερα προσαρτημένη στο πρόσωπο του και ειδική στολή στο κορμί του. Το αποτέλεσμα που καταγράφει η απλή κάμερα είναι ξεκαρδιστικό, στα όρια του ξέφρενου, αλλά όταν η καταγραφή φθάσει στα χέρια των αρμόδιων για τα ψηφιακά εφέ, απεικονίζονται θαύματα. Πράγματι, το επακόλουθο αυτής της τεχνικής που συνδυάζει την υπόσταση του ηθοποιού με το εφ’ όλης της ύλης ψηφιακό μέσο συναρπάζει.
Ερμηνείες:
Το καστ απαρτίζεται από ηθοποιούς που ερμηνεύουν ανθρώπινους χαρακτήρες, αλλά και ηθοποιούς που επιλέχθηκαν αποκλειστικά για τη μεταφορά της νέας εικόνας των πιθήκων στην ασημένια οθόνη.
Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι προφανώς ο χαρακτήρας του Σίζαρ, του πιθήκου, ο οποίος ερμηνεύεται από τον ΆντυΣέρκις, τον πλέον βετεράνο του Χόλυγουντ στο «motioncapture». Ο Σέρκις έχοντας συνεργαστεί στο παρελθόν με τον Πήτερ Τζάκσον για τη μεταφορά του πλάσματος του Γκόλουμ (Άρχοντας των Δαχτυλιδιών), αλλά και του γιγαντιαίου γορίλα Κονγκ (Κίνγκ Κονγκ) ήταν η ιδανικότερη επιλογή. Γνωρίζει πως να υποδυθεί τον ρόλο του φορώντας τον εξοπλισμό και διαθέτει μία ευρεία γκάμα στη κινησιολογία του, την οποία και φέρνει μαζί του. Οι σκηνές με συναισθηματικό βάρος μεταφέρονται με την ίδια αρτιότητα, με τον ηθοποιό να ενσαρκώνει μια φιγούρα που εξελίσσεται από αθώο πλάσμα, σε κακοποιημένο ζώο, σε «Προμηθέα», σε ηγέτη, σε έναν ιδιόμορφο «Μωυσή».
Το υπόλοιπο καστ συμπληρώνει ο Τζέϊμς Φράνκο που υποδύεται τον επιστήμονα Γουίλ. Είναι ένας αρκετά ρεαλιστικός, μα και άχαρος χαρακτήρας, τον οποίο μεταφέρει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ο ηθοποιός. Αρχίζει σαν πατρική φιγούρα για τον Σίζαρ για να καταλήξει σε μία αδελφική και ισότιμη αντίστοιχη.
Ο ίδιος ρεαλισμός στην ερμηνεία βρίσκεται και στους υπόλοιπους ανθρώπινους χαρακτήρες. Συναντάμε τον Ντέιβιντ Ογιέλοβο στον ρόλο του διευθυντή της φαρμακευτικής εταιρείας. Λειτουργεί σαν ένας από τους ανταγωνιστές, ο οποίος διαθέτει τα μέσα να σταματήσει τους πιθήκους. Βέβαια, η δράση του έχει ως συνέπεια οι πίθηκοι να αποκτήσουν νοημοσύνη ισάξια των ανθρώπων. Ο ηθοποιός υποδύεται τον καιροσκόπο, που δε θα διαστάσειπουθενά. Καταφέρνει όμως να μη μετατραπεί σε καρικατούρα, γεγονός που είναι επιτυχία τόσο του ηθοποιού, όσο και του σκηνοθέτης. Στο στρατόπεδο των ανταγωνιστών προστίθενται ο Μπράιαν Κοξ. Ο ηθοποιός φέρνει την σκοτεινή αύρα των χαρακτήρων που συνηθίζει να ερμηνεύει διατηρώντας μία επικίνδυνη ηρεμία. Υποδύεται τον διευθυντή του ασύλου άγριων ζώων, αλλά συμβολικά είναι ένας διεφθαρμένος κοινωνικός λειτουργός. Τρίτος ανταγωνιστής είναι ο γνώριμος από τη σειρά ταινιών «Χάρρυ Πότερ», Τομ Φέλτον. Ο τελευταίος είναι ο πιο άμεσος ανταγωνιστής προς τον πρωταγωνιστή και κατώτερος ιεραρχικά. Διαθέτει εκείνα τα χαρακτηριστικά του «νταή» και συμπεριφέρεται σαν τέτοιος προς τους πιθήκους. Συμβολικά, είναι ο βασανιστής-φύλακας των κρατουμένων με τον ηθοποιό να είναι υπερβολικός και να το διασκεδάζει. Συμμετέχει σε μία καθοριστική για τον Σίζαρ και το είδος των πιθήκων σκηνή, με το σενάριο να του δίνει μία διαχρονική για το σύμπαν των ταινιών ατάκα.
Τεχνικό κομμάτι:
Η ταινία στηρίζεται στη σύμπραξη πρακτικού και ψηφιακούς μέσου, με το ψηφιακό να αποτελείται την οπτική καρδιά της ταινίας. Καταφέρνει να αγγίζει επίπεδα κλασικής προσέγγισης, που ολοένα θα ωριμάζει και δε θα γερνάει, όπως συμβαίνει σε άλλες ταινίες. Οι τεχνικές είναι γνωστές και αναπτύσσονται με συγκεκριμένο σχεδιασμό. Η φωτογραφία αναλαμβάνει αποχρώσεις που αποκρύπτουν τις εκ φύσεως αδυναμίες του ψηφιακού εφέ. Το μοντάζ με απώτερο σκοπό να διατηρήσει τον ρυθμό, συμπορεύεται με την πλοκή και τρέχει για να διατηρήσει την ταχύτητα του. Δεν είναι ωστόσο κουραστικό και οι θεατές έχουν πρόσβαση σε όλη την εικόνα. Η μουσική ακολουθεί ήχους, βάρβαρους και μυστικοπαθείς, οι οποίοι στηρίζονται στα βαθιά και ρυθμικά τύμπανα. Υπάρχει και το ηρωικό θέμα των πιθήκων που πλαισιώνει και πλαισιώνεται από τον προαναφερόμενο ζωώδη θόρυβο.
Αποτίμηση:
Οι συντελεστές της ταινίας ακολουθούν μία μοντέρνα για την εποχή κατεύθυνση. Έχει ειπωθεί ξανά, ταινίες όπως «BatmanBegins» και «CasinoRoyale» ήθελαν να αναδείξουν μια πιο ρεαλιστική πτυχή των καθολικών τους ηρώων και ιστοριών. Ο ΡούπερτΓουάιατ για άλλη μια φορά γνωρίζει από που να αντλήσει έμπνευση και ιδέες παραδίδοντας μία πρώτη, προσγειωμένη, αλλά με μεγάλη υπόσχεση ταινία, η οποία είναι πρακτικά ριμέικ.Οι ηθοποιοί, ψηφιακών και πρακτικών χαρακτήρων επιτελούν το έργο τους με σοβαρότητα. Οι αναφορές στις προηγούμενες ταινίες έχουν τη μορφή αποτίμησης ειλικρινούς φόρου τιμής και όχι φθηνού εντυπωσιασμού.
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 7,6/10 για μία ταινία που κινείται με μετριοπάθεια, κρατώντας τα δυνατά της χαρτιά για την εκπληκτική συνέχεια.
Ο πλανήτης των πιθήκων: Η εξέγερση (Rise of the planet of the apes, 2011)εγχρ.
Διάρκεια: 1 ώρα και 45 λεπτά – Είδος: Επιστημονική φαντασία/περιπέτεια
Σκηνοθεσία:Ρουπερτ Γουάιατ. Πρωταγωνιστές: Άντι Σέρκις, Τζέϊμς Φράνκο, Ντέιβιντ Ογιέλοβο, Μπράιαν Κοξ, Τομ Φέλτον.