Είδε ο Γιώργος Τοκμακίδης και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Με την απονομή των φετινών βραβείων Όσκαρ να είναι προ των πυλών, θα μιλήσουμε για μια αξιόλογη ταινία που αποτέλεσε αληθινή έκπληξη. Ο λόγος για την ταινία με τίτλο: «Τα παιδιά του Χειμώνα» (Holdovers, 2023) είναι αδιαμφισβήτητα ένα από τα μεγάλα φαβορί για την ανάκτηση των πολυπόθητων χρυσών αγαλματιδίων. Είναι ταινία δημιουργού; Είναι ταινία είδους; Σποιλερ: Είναι και τα δύο!
Υπόσχεση:
Ο Αλεξάντερ Πέιν, ένας σκηνοθέτης που έχει ενισχύσει και σε βαθμό ορίσει τη φόρμα των ταινιών κοινωνικού περιεχομένου έρχεται στο προσκήνιο με μια ακόμη ταινία παρόμοιας λογικής. Γιατί όμως επιλέγει αυτό το πλαίσιο, το σχολικό περιβάλλον, για να εξερευνήσει τις κοινωνικές σχέσεις; Η επιθυμία και η ιδέα για κάτι πολύ πιο πρώιμο του «Holdovers» υπήρχε στο μυαλό του σκηνοθέτη για χρόνια. Ταινίες όπως το «Breakfast Club» (1985), «Dead Poet Society» (1989) και «Good Will Hunting» (1997) που έχουν προηγηθεί, έκαναν εξαιρετική δουλειά σε αυτό τον τομέα και αποτέλεσαν αναμφίβολα έμπνευση για αυτή τη νέα απόπειρα.
Το πλήρωμα του χρόνου ήλθε, και ο πλέον σεναριογράφος της ταινίας έστειλε ένα σενάριο στον σκηνοθέτη, το οποίο όμως προοριζόταν να είναι «ο πιλότος» μίας τηλεοπτικής σειράς. Ο Πέιν, αν και ενθουσιάστηκε με την ιδέα, δεν αναλογίστηκε τη πιθανότητα να μεταβεί στην τηλεόραση. Εντούτοις, ζήτησε από τον Ντέιβιντ Χεμίνγκσον, τον σεναριογράφο, να επιμεληθεί μια ιστορία παρόμοιας φύσης. Ο Χεμίνγκσον δέχτηκε και συνέχισε το ακατάπαυστο έργο του στην τηλεόραση. Δεν ξέχασε την υπόσχεση που είχε δώσει, και μετά από χρόνια την τήρησε δίνοντας το νέο σενάριο για την ταινία του Αλεξάντερ Πέιν.
Πλοκή:
Βρισκόμαστε στην Αμερική κατά τη δεκαετία του ’70 σε ένα οικοτροφείο την περίοδο των διακοπών των Χριστουγέννων. Ένας καθηγητής που όλοι αντιπαθούν και ένας αντιδραστικός μαθητής θα ξεμείνουν μαζί και θα αναγκαστούν να υπομένουν ο ένας την παρουσία του άλλου. Μαζί τους θα μείνει και η μαγείρισσα του σχολείου που προσφάτως έχασε τον γιο της στον πόλεμο. Οι τρεις τους θα περάσουν τις γιορτές μαζί αποκλεισμένοι από τον κόσμο κυριολεκτικά και μεταφορικά. Οι προσωπικές τους δυσκολίες θα τους ενώσουν και θα θέσουν τα θεμέλια για μία γνωριμία προορισμένη να αντέξει στον χρόνο…
Σκηνοθεσία:
Ο Αλεξάντερ Πέιν, όπως προαναφέρθηκε, ήθελε από καιρό να καταπιαστεί με αυτό το έργο, και αν όχι το συγκεκριμένο, σίγουρα με κάτι παραπλήσιο. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι προβαίνει σε εκπτώσεις όσον αφορά την καλλιτεχνική του προσέγγιση και σφραγίδα.
Όλα τα στοιχεία που ορίζουν μια ταινία του δημιουργού της βρίσκονται στην οθόνη. Τοποθετεί τους χαρακτήρες του στην ευρύτερη περιοχή της Νέας Αγγλίας στην Αμερική. Ο σκηνοθέτης πάντα επιλέγει ένα κομμάτι των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής για να στήσει το πλαίσιο της ταινίας του. Η προτελευταία του ταινία έφερε το μέρος δράσης της πλοκής της μέχρι και στον τίτλο της: «Νεμπράσκα» (Nebraska, 2013).
Στα πλαίσια του τελευταίο, μια προσφιλής μέθοδος του σκηνοθέτη για να εξερευνήσει το ψυχικό κόσμο των πρωταγωνιστών του, και να τους δώσει την ευκαιρία για εξομολόγηση, είναι να τους βάλει να ταξιδέψουν. Σχεδόν όλες οι ταινίες του έχουν τη λεγόμενη σεκάνς «road trip», και «Τα παιδιά του Χειμώνα» δεν αποτελούν εξαίρεση.
Οι χώροι που χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες των γυρισμάτων ήταν όλοι αληθινοί. Δεν υπήρξε γύρισμα σε κάποιο κινηματογραφικό σετ ή στούντιο. Ο Πέιν εκτιμά τον πραγματικό χώρο, καθώς του προσφέρει την αλήθεια που επιθυμεί να προσδώσει στο έργο του.
Αυτή την αμεσότητα, τον ρεαλισμό δηλαδή που δεν είναι επιτηδευμένος, αποπειράται να αναζητήσει και μέσα από την επιλογή των ηθοποιών του. Όλοι έχουν επιλεχτεί με εξαιρετική προσοχή, από τον πρωταγωνιστή, Πωλ Τζιαμάτι, μέχρι τον συμπρωταγωνιστή του, Ντομινίκ Σέσσα. Ο τελευταίος δεν είχε εργαστεί σε κάποια άλλη ταινία, παρά μόνο σε σκετς που πραγματοποιούσε στα πλαίσια της φοίτησης του στη δραματική σχολή. Αυτό ακριβώς είναι που θέλει να αναδείξει ο καλλιτέχνης πίσω από την κάμερα, την απόλυτη αλήθεια, με μια δόση αθωότητας. Θα αποτελούσε παράλειψη αν δεν αναφερόταν πως ζωτικής σημασίας κομμάτι της προσέγγισης του είναι να ακούει του συνεργάτες του, και προπαντός τους ηθοποιούς του. Δεν είναι κάτι το δεδομένο στη βιομηχανία, αλλά ο Αλεξάντερ Πέιν το κάνει και βγαίνει κερδισμένος. Στην περίπτωση του χαρακτήρα του Τζιαμάτι, ακούει τον παλιό του συνεργάτη και συμφωνεί στη προσθήκη ενός καίριου χαρακτηριστικού, που θα ενισχύσει στο σύνολο της την ερμηνεία. Δε θα σας το πω, θα το καταλάβετε μόνοι σας…
Ερμηνείες:
Ακολουθώντας τη σκηνοθεσία και την κατεύθυνση της, σειρά έχουν οι ερμηνείες που δίνουν τον παλμό στην καρδιά της ταινίας. Οι χαρακτήρες είναι καλογραμμένοι και με αυτό εννοείται ότι είναι σε βαθμό κατεστραμμένοι. Αυτό δίνει στους ηθοποιούς όλες τις ελευθερίες που χρειάζονται για να είναι κυνικοί, λυπημένοι, να ξεσπούν και να συγχωρούν.
Το αστέρι του Πωλ Τζιαμάτι δεν λάμπει απλά σε αυτή την ταινία, αστράφτει και το φως του φθάνει μέχρι και τα βραβεία Όσκαρ; Πολύ πιθανό μετά από μία τέτοια ερμηνεία. Ο ρόλος έχει γραφτεί και ραφτεί στα μέτρα και στο εύρος των δυνατοτήτων του. Πράγματι, σε πρόσφατη συνέντευξη, ο σεναριογράφος από κοινού με τον σκηνοθέτη δήλωσαν πως το μοναδικό πρόσωπο που σκέφτονταν για τον ρόλο ήταν εκείνο του Τζιαμάτι. Σκηνοθέτης και ηθοποιός είχαν συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν στην ταινία: «Πλαγίως» (Sideways, 2004) και όλοι ανέμεναν με προσμονή τη σύμπραξη των δύο σε νέο πρότζεκτ. Άργησε λίγο, αλλά ήρθε!
Έγινε ήδη αναφορά σε ταινίες «είδους», στις οποίες μεγάλοι ηθοποιοί, όπως ο Ρόμπιν Γουίλιαμς παρέδωσαν ερμηνείες καριέρας. Σε αυτές ανήκει πλέον και του Πωλ Τζιαμάτι. Φέρνει κάτι γνώριμο από τα σχολικά μας χρόνια, επιχειρώντας να δικαιολογήσει όλους εκείνους του χαρακτήρες εκπαιδευτικών που ποτέ δε συμπαθήσαμε, αλλά αν μην τι άλλο κάποια στιγμή σεβαστήκαμε.
Ο Ντομινίκ Σέσσα αποτελεί άλλη μία έκπληξη πραγματικά. Ο ηθοποιός αποδεικνύει ότι η εμπειρία δεν είναι το παν και δίνει ζωή σε έναν χαρακτήρα που σου δημιουργεί αμφιθυμικά αισθήματα και σε κάνει να αναρωτηθείς, αν αξίζει τη συμπάθεια σου ή όχι. Είναι ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων, το σπαστό του μαλλί, το στενό του πρόσωπο, το ειρωνικό του χαμόγελο, το κοκκαλιάρικο σώμα του. Ο Αλεξάντερ Πέιν όταν ερωτήθηκε για την επιλογή του ηθοποιού, έκλινε προς το πρώτο χαρακτηριστικό, πως δηλαδή το μαλλί του Σέσσα του πρόσφερε τον ρόλο. Στην πραγματικότητα όμως είναι τόσα πολλά παραπάνω και σίγουρα θα τον δούμε και σε άλλες ταινίες.
Το τρίο των πρωταγωνιστών ολοκληρώνεται με τη μετριοπαθή και συγχρόνως πληθωρική παρουσία της Ντα Βάιν Τζόι Ράντολφ. Η ηθοποιός, αν και στην αρχή βρίσκεται στην ταινία για να εξυπηρετήσει ένα αρχέτυπο, ο ρόλος της παρουσιάζει ανάπτυξη και ζωντανεύει. Ο χαρακτήρας της περνάει το δικό του δράμα με την απώλεια του γιου της στον πόλεμο του Βιετνάμ και αισθάνεσαι ότι από στιγμή σε στιγμή ο πόνος της θα εκτονωθεί. Εντούτοις, είναι ο χαρακτήρας που βρίσκεται στη μέση των δύο πρωταγωνιστών επηρεάζοντας τους να στρέφονται προς το καλό. Η άνεση της στην ερμηνεία είναι χαρακτηριστικό στοιχείο που ενισχύει τον ρόλο της.
Τεχνικό μέρος:
Η ταινία: «Τα παιδιά του Χειμώνα» είναι μία ταινία ανεξάρτητης παραγωγής. Δεν έχει την υποστήριξη των μεγάλων στούντιο, αλλά αυτό δεν την αποτρέπει από το να έχει μεγάλες βλέψεις.
Το μεγάλο κατόρθωμα του τεχνικού κομματιού στο σύνολο της ταινίας είναι η επιτυχημένη απόπειρα να τοποθετήσουν την ιστορία στις αρχές της δεκαετίας του ’70 δίχως να αφιερώσουν όλο το χρηματικό κεφάλαιο εκεί. Καταφέρνουν λοιπόν να αποτυπώσουν την περασμένη εποχή με μία σειρά από κόλπα, τα οποία μιλούν στα μάτια των θεατών, αλλά λένε περισσότερα στο υποσυνείδητο τους.
Η ταινία λοιπόν δε χάνει χρόνο να καταστήσει σαφείς τους σκοπούς της και ήδη από τους τίτλους αρχής μας δείχνει το λογότυπο της εταιρείας από άλλη, περασμένη εποχή. Η επιλογή της εικόνας και η απόχρωση των χρωμάτων της είναι μία εξίσου τεχνική για να «ξεγελάσει», γυρίσει τους θεατές πίσω. Η μουσική, σαν ένας άλλος άσσος στο μανίκι της ταινίας, ενισχύει το έργο των δημιουργών. Κομμάτια επιλεγμένα και ταιριαστά από τα 70s ακούγονται καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας.
Αποτίμηση:
Ο Αλεξάντερ Πέιν παραδίδει στο κοινό του μια ταινία που σίγουρα θα λατρέψουν οι ακόλουθοι του. Όλα τα στοιχεία που συντελούν στη διαμόρφωση και διατήρηση της φόρμας του βρίσκονται εκεί, και κερδίζουν και τους μη μυημένους.
Η ταινία πέρα από ταινία δημιουργού, είναι και ταινία είδους, αλλά και περιόδου. Ταινία είδους, καθώς ανήκει στο κοινωνικό αντίστοιχο. Ταινία περιόδου, καθώς τοποθετείται στην εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων. Αν κάτι μας έχουν δείξει οι φανς, είναι ότι αν η ταινία τοποθετείται χρονικά στα Χριστούγεννα, τότε είναι χριστουγεννιάτικη, όπως εξάλλου και οι πρώτες δύο ταινίες «Πολύ σκληρός για να πεθάνει» (Die Hard).
Κλείνοντας, ο Αλεξάντερ Πέιν παραδίδει στο κοινό του μία «δική» του ταινία, η οποία όμως αναμφίβολα θα εξαναγκάσει ευγενικά πάντοτε το κοινό να ταυτιστεί μαζί της και με τις συνθήκες που εξετάζει.
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 7,7/10 για το τελικό αποτέλεσμα που αν και ήρθε στη σύγχρονη εποχή, θα γίνει γρήγορα κλασικό.
«Τα παιδιά του χειμώνα» (The Holdovers, 2023) εγχρ. Διάρκεια: 2 ώρες και 13 λεπτά Είδος: Κοινωνικό δράμα Σκηνοθεσία: Αλεξάντερ Πέιν Πρωταγωνιστές: Πωλ Τζιαμάτι, Ντομινίκ Σέσσα, Ντα Βάιν Τζόι Ράντολφ.