Με τις κινηματογραφικές κυκλοφορίες να μην εκπλήσσουν το τελευταίο διάστημα, μεταβαίνουμε στις ταινίες του συνδρομητικού καναλιού «Netflix» για απαντήσεις. Μία από τις παραγωγές του κατάφερε να κεντρίσει το ενδιαφέρον των συνδρομητών και αυτή δεν είναι άλλη από την ταινία με τίτλο: «Hit Man» (2023) με πρωταγωνιστή τον ανερχόμενο Γκλεν Πάουελ. Πάμε να δούμε αν αξίζει μία θέαση και προβολή!
Υπόσχεση:
Η ταινία είναι σκηνοθετημένη από τον Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, έναν δημιουργό ταινιών κοινωνικού περιεχομένου. Είναι γνωστός από τη δουλειά του στις ταινίες «Ένα σχολείο πολύ Ροκ» με τον Τζακ Μπλάκ (School of Rock, 2003), την αισθηματική τριλογία του «Ξημερώματος» με τον Ίθαν Χοκ και την Ζυλί Ντελπί, και το αριστοτεχνικό «Μεγαλώνοντας» (Boyhood, 2014). Η ιδέα εντούτοις για αυτή την ταινία προήλθε από ένα άρθρο για έναν εξωτερικό συνεργάτη της αστυνομίας, τον Γκάρι Τζόνσον. Ο Τζόνσον υποκρινόταν τον εκτελεστή σε πιθανούς εργοδότες με απώτερο σκοπό να τους ξεμπροστιάζει και να τους οδηγεί στη δικαιοσύνη πριν πράξουν το έγκλημα. Αυτή η ιδέα από μόνη της είναι εξωπραγματική και αν μην τι άλλο «παρακαλούσε» έναν σεναριογράφο να την εκμεταλλευτεί. Ο Λινκλέιτερ λοιπόν μαζί με τον νέο καλύτερο του φίλο και ανερχόμενο κινηματογραφικό αστέρα Γκλεν Πάουελ αποφασίζουν να γράψουν ένα σενάριο βασισμένο σε αυτή την ιστορία. Μοιράστηκαν τον ρόλο του σεναριογράφου, αλλά μετά χωρίστηκαν. Ο ένας κάθισε πίσω από την κάμερα και ο άλλος στάθηκε εμπρός της.
Πλοκή:
Βρισκόμαστε στη Νέα Ορλεάνη των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου διδάσκει ένας καθηγητής ψυχολογίας με το όνομα Γκάρι Τζόνσον. Ο Γκάρι είναι ένας απλός, βαρετός, καθημερινός άνθρωπος. Ζει μία καθημερινή ρουτίνα, μία μετρημένη ζωή. Έχει όμως ένα χόμπι. Βοηθάει την αστυνομία ως εξωτερικός συνεργάτης στις παρακολουθήσεις. Σε μία από αυτές τις παρακολουθήσεις, ο μυστικός αστυνομικός που εμφανιζόταν δεν καταφέρνει να έρθει. Το επιτελείο ζητάει από τον Γκάρι να γίνει μυστικός και να υποδυθεί τον εκτελεστή. Ο Γκάρι δέχεται και αρχίζει μία σειρά από πετυχημένες συλλήψεις με τον ίδιο να μεταμφιέζεται και να φέρνει σε κάθε αποστολή μία νέα απολαυστική προσωπικότητα εκτελεστή. Κάποια στιγμή όμως, θα γοητευθεί από μία πιθανή πελάτισσα του και όλα θα αλλάξουν. Θα παραμείνει ο Γκάρι; Θα υιοθετήσει την ταυτότητα ενός άλλου για να μην εκθέσει την κάλυψη του; Ο νόμος δεν κάνει διακρίσεις, αλλά ο Γκάρι έκανε…
Σκηνοθεσία:
Ο δημιουργός της ταινίας γνωρίζει καλά τι πρέπει να κάνει για να λειτουργήσει η ταινία του. Δεν έχει ένα αμιγώς σενάριο δράσης, δεν έχει όμως και ένα καθαρά κοινωνικό. Αυτό που κάνει λοιπόν είναι να ενώσει τα δύο είδη, κατεβάζοντας την δράση στο επίπεδο του ρεαλισμού και τονίζοντας λίγο τις πιο έξαλλες πτυχές του κοινωνικού περιεχομένου. Αν προκύψει κάποιο κενό ανάμεσα σε αυτό τον πετυχημένο συνδυασμό, ο καλλιτέχνης γνωρίζει να το καλύψει με κωμικές στιγμές, οι οποίες πηγάζουν από τις καταστάσεις και τις συνθήκες. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπάρχει δυναμική κάμερα. Καλύπτει τη γενική εικόνα συμβατικά και αφήνει χώρο στους ηθοποιούς να αλληλεπιδράσουν ανθρώπινα, δημιουργικά και σε βαθμό ρεαλιστικά. Στα χέρια ενός άλλου σκηνοθέτη, ίσως να χάνονταν οι μικρές στιγμές αψεγάδιαστης χημείας μεταξύ των ηθοποιών.
Ο ρυθμός της ταινίας είναι γρήγορος, γνωρίζει που πρέπει να εστιάσει και αυτό κάνει ακόμη και σε σκηνές που η ιστορία επαναλαμβάνεται. Χαρακτηριστική σεκάνς είναι αυτή των αλλεπάλληλων συλλήψεων. Ο σκηνοθέτης αναδεικνύει τις διάφορες εκπληκτικές μεταμφιέσεις του Γκλεν Πάουελ. Σε αυτό το κομμάτι της ταινίας δίνει την ευκαιρία στον ηθοποιό του να προβεί και σε μιμήσεις «αληθινών» εκτελεστών από τον κινηματογράφο. Αυτός είναι και ο λόγος που βλέπουμε τον Πάουελ να εμφανίζεται σε μία σκηνή όπως ο «Πάτρικ Μπέιτμαν» από το «AmericanPsycho» (2000) ή να αποδίδει τον αντίστοιχο χαρακτήρα του Χαβιέ Μπαρδέμ στο «Καμία πατρίδα για τους μελλοθάνατους» (No country for old men, 2007). Και στις δύο είναι άψογος.
Ο τόνος της ταινίας είναι ανάλαφρος. Οι κωμικές στιγμές κατακλύζουν την ταινία. Δεν χάνει το κέφι της ακόμα και όταν τα πράγματα αρχίζουν και στραβώνουν για τους πρωταγωνιστές μας. Σε αυτό το σημείο ίσως να χάνει κάποιους πόντους η ταινία. Δίνει την επιλογή στους ήρωες να γλιτώσουν με συμβατικό ή με παράνομο τρόπο και επιλέγουν τον δεύτερο. Αν η ταινία κυκλοφορούσε πριν από 20 χρόνια δε θα τους επέτρεπε να έχουν μία χαρούμενη κατάληξη, δίχως συνέπεια. Αυτή η αδυναμία έρχεται στο τέλος της ταινίας και επειδή κλείνει η ιστορία με αυτή, αφήνει μία περίεργη γεύση. Δε χαλάει την εμπειρία στο σύνολο της, απλώς θέτει σε αμφισβήτηση τη συμπάθεια των θεατών προς τους ήρωες.
Ερμηνείες:
Στον πρωταγωνιστικό ρόλο βρίσκεται ο προαναφερόμενος Γκλεν Πάουελ. Συνυπογράφει το σενάριο στο οποίο πρωταγωνιστεί ενώ βοηθάει και στην παραγωγή της ταινίας. Το κανάλι «Netflix» δίνει κίνητρα στους ηθοποιούς να μετέχουν και σε άλλα κομμάτια πέρα από το ερμηνευτικό. Αρκεί να δούμε και την περίπτωση της Μίλι Μπόμπι Μπράουν με τη διλογία της «ΕνόλαΧολμς».
Πίσω στον Πάουελ, που μετά από τη συμμετοχή του στην ταινία «TopGun: Maverick» (2022) έχει κυριολεκτικά απογειωθεί, είναι ιδανικός για τον ρόλο. Το όνομα του Μπραντ Πιτ είχε πέσει στο τραπέζι, αλλά ο Πάουελ κέρδισε την κόντρα και αυτό λέει πολλά. Μέσα στην ταινία έχει τον χρόνο σαν πρωταγωνιστής να δράσει και να λάμψει. Το κομμάτι του συνεσταλμένου Γκάρι μεταφέρεται με πειστικότητα, ενώ το αντίστοιχο του εκτελεστή Ρον με φυσικότητα. Του πηγαίνει να υποδύεται ρόλους μέσα στον ρόλο του και του δίνεται η καλλιτεχνική ελευθερία να δοκιμάσει και να πειραματιστεί. Κουβαλάει την ταινία και κάνει την εμπειρία άξια παρακολούθησης.
Συμπρωταγωνίστρια του Πάουελ είναι η Άντρια Αρχόνα. Η ηθοποιός είναι αγαπημένη του συνδρομητικού καναλιού. Έχει συμμετάσχει στο «Τριπλό Σύνορο» (TripleFrontier, 2019) και στο «6 Underground» (2019), ενώ τελευταία πρωταγωνίστησε στη σειρά του «Πολέμου των Άστρων» με τίτλο «Άντορ» (2022).
Εισέρχεται σχεδόν στη μέση της ταινίας, αλλά αλλάζει όλο το σκηνικό. Με τον χαρακτήρα της, η ταινία αποκτά μία συναισθηματική κατεύθυνση και ξεκάθαρο σκοπό. Η χημεία της με τον Γκλεν Πάουελ είναι εξαιρετική. Το ζευγάρι πράγματι ταιριάζει και δεν βγαίνει καμιά τους σκηνή βεβιασμένη. Όταν είχαν πρωτογνωριστεί στις πρόβες, η μία ώρα γνωριμίας κατέληξε να φθάσει τις πέντε ώρες, με τους δύο ηθοποιούς να γνωρίζουν ότι το αποτέλεσμα τους θα τους δικαιώσει. Πράγματι, το ζευγάρι είναι η ψυχή της ταινίας και πείθουν τον/την θεατή ότι αξίζει το ρίσκο που παίρνουν, γιατί αυτό που έχουν είναι κάτι το μοναδικό. Η Αρχόνα φέρνει στον ρόλο το εκρηκτικό πουερτορικανό της ταμπεραμέντο και κερδίζει τις εντυπώσεις. Ο φακός την λατρεύει και ο σκηνοθέτης εστιάζει στην επικοινωνία που εκφέρουν τα μάτια της.
Τεχνικό κομμάτι:
Η ταινία χρειάστηκε έναν μήνα γυρίσματα για να ολοκληρωθεί, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είναι πρόχειρη. Ψηφιακά εφέ δεν διαθέτει η ταινία και αν έχει είναι ελάχιστα και προσπροσπερνιούνται. Το ενδυματολογικό ωστόσο τμήμα κάνει πολλή καλή δουλειά. Ενισχύει το κομμάτι των μεταμφιέσεων του πρωταγωνιστή και συμβάλει στην κωμωδία.
Αποτίμηση:
Το «HitMan» μπορεί να πει κανείς ότι είναι μία ανάλαφρη κωμωδία σε τελική ανάλυση. Εξετάζει το ζήτημα σε κοινωνικό επίπεδο, αλλά δεν προχωράει σε κάποιο βάθος. Αρκείται σε αυτό που κάνει, και αυτό που κάνει, ικανοποιεί το κοινό του συνδρομητικού καναλιού. Οι ηθοποιοί στηρίζουν την ταινία και «πουλούν» την ιστορία. Πέρα από τη σεναριακή αστοχία στο τέλος που έχει αναγνώσεις πάνω στην ηθική και την επιλογή ταυτότητας, πρόκειται για ένα διασκεδαστικό και ευχάριστο αποτέλεσμα.
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 6,5/10 για όλα εκείνα τα στοιχεία που δούλεψαν, αλλά και λόγω του τελικού στραβοπατήματος.
«HitMan» (2023) εγχρ.
Διάρκεια: 1 ώρα και 55 λεπτά
Είδος: Κωμωδία-Εγκλήματος
Σκηνοθεσία: ΡίτσαρντΛινκλέιτερ
Πρωταγωνιστές: Γκλεν Πάουελ, ΆντριαΑ ρχόνα