Ξυπνήσαμε απότομα από το «ΌΝΕΙΡΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗΣ ΝΥΧΤΑΣ» της θεατρικής ομάδας «ΙΔΕΑ». Είδαμε στο ΘΕΑΤΡΟ ΦΑΡΓΚΑΝΗ και σχολιάζουμε…
Στο θέατρο “Φαργκάνη” παρακολουθήσαμε τη δεύτερη θεατρική απόπειρα σαιξπηρικού ανεβάσματος, το “Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας”, από την θεατρική ομάδα “Ιδέα”, μετά την εξαιρετικά πρωτότυπη και επιτυχημένη παράσταση “Ρωμαίος και Ιουλιέτα για 2”. Tότε οι πρωτεργάτες αυτής της ομάδας, Κώστας Γάκης, Αθηνά Μουστάκα και Κωνσταντίνος Μπιμπής είχαν κατορθώσει να δημιουργήσουν μια διαφορετική ανάγνωση στο κλασικό έργο του Σαίξπηρ παίζοντας με τις τεχνικές του σωματικού και μουσικού θεάτρου ,στοιχεία που δυστυχώς δεν κατάφεραν να δουλέψουν σωστά και στην συγκεκριμένη παράσταση..
Λίγα Λόγια για το έργο: Το όνειρο θερινής νυκτός αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά και πολυδιάστατα έργα του Σαίξπηρ. Όλα ξεκινούν λίγο πριν γίνουν οι γάμοι του Δούκα της Αθήνας, Θησέα και της βασίλισσας των Αμαζόνων, Ιππολύτης. Η νεαρή Ερμία αρνείται να συμβιβαστεί με την επιθυμία του πατέρα της να την παντρέψει με το Δημήτριο γιατί ο αγαπημένος της είναι ο Λύσανδρος. Έτσι αποφασίζουν να κλεφτούν και να το σκάσουν τη νύχτα μέσα από το δάσος. Η καλύτερη φίλη της, η Ελένη, το μαρτυράει στο Δημήτριο και τους ακολουθούν. Εν τω μεταξύ, στο δάσος καταφτάνουν ο Βασιλιάς των Ξωτικών, ο Όμπερον και η βασίλισσα, η Τιτάνια, οι νεράιδες και το ξωτικό, ο σκανδαλιάρης Πουκ. Από εδώ ξεκινάει ένα τρελό και απίστευτα κωμικό μπέρδεμα μιας και ο Πουκ κάνει κάποια μικρά λάθη στη χρήση ενός μαγικού φίλτρου και οι τέσσερις φίλοι μπλέκονται στην παγίδα του. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά μια ομάδα μαστόρων που έχουν κανονίσει να στήσουν μια παράσταση τριγυρίζουν κι αυτοί ανυποψίαστοι μες στο δάσος. Μεταμορφώσεις, έρωτες, ξωτικά και ένας γάιδαρος υφαίνουν τον ιστό μιας μαγικής ιστορίας.
Το συγκεκριμένο έργο του Άγγλου ποιητή και θεατρικού συγγραφέα, Oυίλλιαμ Σαίξπηρ, ανήκει σε μια ιδιαίτερη κατηγορία έργων που παίζει με το όρια της ρεαλιστικότητας και της φαντασίας. Οι παρουσιάσεις αυτού του έργου σε θεατρικές απόπειρες είναι πολλές και ποικίλες και αυτό διότι στην βάση του εμπεριέχει πολλαπλές αναγνώσεις χαρακτήρων ,υποθέσεων και συναισθημάτων. Η θεατρική ομάδα “Ιδέα” μας παρουσίασε μία πιο εφηβική και ανώριμη θα τολμούσαμε να πούμε θεατρική προσέγγιση μην κατορθώνοντας να δουλέψει επιμελώς τα στοιχεία του σωματικού και μουσικού θεάτρου με τα οποία καταπιάστηκε. Από τη συγκεκριμένη παράσταση απουσίαζε η ενηλικίωση της και με αυτό εννοούμε ότι έλειπε μια σταθερή βάση και ερμηνευτικά αλλά και σκηνοθετικά.
Σε ένα όμορφο, παραμυθένιο σκηνικό μέσα σε άσπρα σύννεφα, χάρτινα και παπλωματένια (από την Παναγιώτα Κοκορού) οι πέντε ηθοποιοί (Τραϊάνα Ανανία, Κωνσταντίνα Αντωνοπούλου, Τριαντάφυλλος Δελής, Στέλιος Καλλιστράτης, Μαρία Κωνσταντά) εναλλάσσανε τους χαρακτήρες τους με τη συνοδεία ζωντανής μουσικής από τον Μιχάλη Γούτη. Όλο το ερμηνευτικό σύνολο του έργου, ανεξαιρέτως, υπήρξε αξιοπρεπέστατο. Και οι πέντε ηθοποιοί της παράστασης διέθεταν ταλέντο, φωνητικές δυνατότητες και ζωντάνια. Το πρόβλημα εντοπίζονταν στην σύμπτυξη της αφήγησης και των υπολοίπων τεχνικών προσθηκών της θεατρικής παρουσίασης. Πολλά από αυτά φάνταζαν παράταιρα υποβιβάζοντας πολλές φορές το έργο σε κάτι το πιο επιφανειακό και απλοϊκό. Σε ελάχιστες στιγμές κατορθώσαμε να δούμε πιο βαθιές και ουσιαστικές ερμηνείες. Στο γενικό πλαίσιο του ερμηνευτικού σκέλους έλειπε η καλλιτεχνική ωριμότητα ακόμα και στο κομμάτι του σωματικού θεάτρου, που αποτελεί αναμφισβήτητα ένα δύσκολο και ιδιαίτερο εγχείρημα. Σε καμία όμως περίπτωση δεν διαφαινόταν ούτε στιγμή, ότι έλειπε από τους ηθοποιούς η δυνατότητα για ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα, παρά μόνο το γεγονός ότι απουσίαζε η έμπνευση και η συνοχή στις ιδιαίτερες αυτές τεχνικές.
Σαφώς και η τεχνοτροπία του συγκεκριμένου θεατρικού ανεβάσματος είχε την σφραγίδα μιας σύγχρονης και μοντέρνας ματιάς όπου οι ηθοποιοί μεταφέρανε οι ίδιοι τα σκηνικά , σταματώντας το έργο σαν σε διάρκεια μιας πρόβας, συνομιλώντας με το κοινό, διακωμωδώντας περιστάσεις και τα λοιπά. Η σκηνοθετική καθοδήγηση (από τους Κώστα Γάκη, Αθηνά Μουστάκα, Κωνσταντίνο Μπιμπή) ήταν ξεκάθαρα βασισμένη πάνω σε αυτά τα δεδομένα και στην επανάληψη της προγενέστερης παράστασης τους, μόνο που αυτή τη φορά το αποτέλεσμα υπήρξε πρόχειρο και κενό συναισθημάτων.
Προβληματική και ανούσια η χρήση βίντεο, δεν κατόρθωνε να εξελίξει πουθενά την πορεία του έργου. Το σουρεαλιστικό σύμπαν που προσπάθησαν να δημιουργήσουν εμπλέκοντας μέσα σε αυτό διάφορα στοιχεία όπως η κωμικότητα, η ποίηση, η μουσική του πιάνου, η θεατρική αναρχία δεν κατόρθωσε να διαμορφώσει μια άρτια και αξιόλογη παράσταση. Η συναισθηματικότητα του έργου, ενός έργου που παίζει με τα όρια του ονείρου και της πραγματικότητας, εξαφανίστηκε. Η μοντέρνα του ανάγνωση έχασε την όποια καινοτομία της θα μπορούσε να καρπωθεί, καταλήγοντας σε μια παράσταση άνευ ουσίας με ελάχιστα κομμάτια καλλιτεχνικής και ώριμης εξωτερίκευσης.
Εν κατακλείδι(=]
Μια επιδερμική θεατρική παρουσίαση όπου τα ιδιαίτερα στοιχεία του σύγχρονου θεάτρου δεν κατόρθωσαν να την εξελίξουν χάνοντας έτσι την ευκαιρία, για κάποια έστω λεπτά,να ονειρευτούμε με τα μάτια ανοιχτά…
“Ο έρωτας μπορεί να είναι το ωραιότερο όνειρο αλλά και ο χειρότερος εφιάλτης.” Ουίλλιαμ Σαίξπηρ
Βαθμολογία:
5 στα 10
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό