Ποτέ παράστασή του δεν είναι ίδια, ποτέ δεν αναλίσκεται σε τετριμμένα και πάντα δοκιμάζεται στα δύσκολα επιλέγοντας πρωτοπόρα κείμενα ή κορυφαία έργα από την παγκόσμια δραματουργία αλλά και ποτέ δεν έχεις τη σιγουριά πηγαίνοντας να δεις μια νέα του δουλειά. Αυτή, ίσως είναι και η γοητεία του. Το απρόσμενο.
Ενός κορυφαίου σκηνοθέτη και μάγου της θεατρικής πράξης, που από τα μικρά του έχει ζυμωθεί στο θεατρικό μετερίζι διεκδικώντας και κατακτώντας την κορυφή να αποτελεί έναν από τους ελάχιστους μεγάλους δημιουργούς μέχρι και σήμερα, δικαίως.
Γυρνώντας στο παρελθόν και στα 50 και πλέον χρόνια καριέρας συναντάμε μεγάλες παραστάσεις και τεράστιες συνεργασίες με πολιτιστικούς οργανισμούς σε Ελλάδα και εξωτερικό και κορυφαία ονόματα πρωταγωνιστών να αποτελούν τη μαγιά των παραστάσεων του: Εθνικό Θέατρο, Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, Εθνική Λυρική Σκηνή, Ελληνικό Φεστιβάλ, Μέγαρο Μουσικής, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Κέντρο Πολιτισμού Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, Ελληνικό Κόσμο, το Θέατρο Τέχνης, το Θέατρο Πορεία, ενώ θαυμασμό προκαλούν οι συνεργασίες με το εξωτερικό: La MaMa Theatre Club της Νέας Υόρκης, Βασιλικό Δραματικό Θέατρο της Σουηδίας, Εθνικό Θέατρο της Νορβηγίας, Νορβηγικό Θέατρο του Όσλο, Δημοτικό Θέατρο της Στοκχόλμης, Κρατικό Θέατρο του Τρόντχαϊμ, Theater tri-bühne της Στουτγάρδης, Burgtheater της Βιέννης, Residenztheater του Μονάχου, Thalia Theater του Αμβούργου, Neumarkt της Ζυρίχης, Όπερα του Γκέτεμποργκ, Βασιλική Όπερα της Κοπεγχάγης, Κρατική Όπερα της Στουτγάρδης κ.ά.
Ωστόσο ταυτίστηκε –και αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι – με την δημιουργία του Θεάτρου του Νότου, διατελώντας καλλιτεχνικός διευθυντής έως το απρόσμενο κλείσιμο του Θεάτρου Αμόρε. Ενός πρωτοποριακού οργανισμού αφιερωμένο στην ανανεωτική δουλειά -σε επίπεδο τόσο οργάνωσης και λειτουργίας, όσο και ρεπερτορίου και σχέσης με το κοινό- και στη διεθνή συνεργασία με διακεκριμένα θεατρικά σχήματα. Από εκεί, ορισμένοι από τους σημαντικότερους Έλληνες δημιουργούς της θεατρικής τέχνης, καθιερώθηκαν ή ξεκίνησαν τη σταδιοδρομία τους χαρίζοντας στο κοινό εμβληματικές παραστάσεις. Για το ελληνικό θέατρο υπήρξε ένα ανεπανάληπτο παράδειγμα και ένα σημείο αναφοράς.
Διετέλεσε Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου για 6 χρόνια, από το 2007 έως το 2013. Κατά τη διάρκεια της θητείας του εισήγαγε το εναλλασσόμενο ρεπερτόριο, για τη συγκρότηση του οποίου, πλάι στις συνεργασίες με σημαντικούς Έλληνες δημιουργούς, προχώρησε σε μια σειρά από διεθνείς συμπράξεις με οργανισμούς καλλιτέχνες της πρώτης γραμμής, όπως οι Bob Wilson, Dimiter Gotscheff, Jossi Wieler, Olivier Py, Laurent Chétouane, Marc von Henning, Barbara Weber, κ.ά.
Ενώ στη πλουσιοπάροχη καριέρα του εξέπληξε το κοινό με δεκάδες παραστάσεις που ακόμη και σήμερα μνημονεύονται, όπως : Οι Δούλες (ΚΘΒΕ, 1978), Καμπαρέ (Όσλο, 1983, παρουσιάστηκε σε σκηνή τσίρκου), Άλκηστις (ΚΘΒΕ, Επίδαυρος, 1984), Μήδεια (Νορβηγικό Θέατρο, Όσλο, 1981), Ιφιγένεια στην Αυλίδα (Δημοτικό Θέατρο Στοκχόλμης, 1982), Ιφιγένεια εν Ταύροις (LaMama, Νέα Υόρκη, 1992), Δωδέκατη νύχτα (Θέατρο του Νότου, 1992), Ελένη (Θέατρο του Νότου, Επίδαυρος, 1995), Τόσο όμορφα (Θέατρο του Νότου, 2000), Σάρα (Θέατρο του Νότου, 2006), Βερενίκη (Θέατρο του Νότου, 2005), Το Βρακί (Θέατρο του Νότου, 1998), Η γυναίκα χωρίς σκιά (Όπερα του Γκέτεμποργκ, 2004), Πάρσιφαλ (Όπερα του Γκέτεμποργκ, 2007), Ορέστης (Εθνικό Θέατρο, Επίδαυρος, 2010), Περικλής (Εθνικό Θέατρο & Globe Theatre Λονδίνο, 2011), Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα (Εθνικό Θέατρο, 2013), Άμλετ (Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, 2014), Ορέστεια (Ελληνικό Φεστιβάλ, Επίδαυρος, 2016), Γλάρος (Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, 2017), Ο Μισάνθρωπος (Εθνικό Θέατρο, 2019), Γιον Γκάμπριελ Μπόρκμαν (Μέγαρο Μουσικής, 2020), Κάποιος θα έρθει (ΚΠΙΣΝ & Det Norske Teatret, Όσλο, 2021), Η άλλη πλευρά της καταιγίδας (Ελληνικό Φεστιβάλ, 2022), Don’t look back (site specific immersive παράσταση στο πλαίσιο “2023 Ελευσίς, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης”, 2023), Βασιλιάς Ληρ (Εθνικό Θέατρο, 2023).
Η έλευση του σπουδαίου Γιάννη Χουβαρδά στην Θεσσαλονίκη και επιστροφή στο ΚΘΒΕ με την παράσταση «Δον Κάρλος» του Φρίντριχ Σίλλερ αποτελεί κορυφαίο πολιτιστικό γεγονός στη πόλη και για την Κουλτουρόσουπα μεγάλη τιμή η παρούσα συνέντευξη.
Συνέντευξη στον Γιάννη Τσιρόγλου (φωτογραφίες διαδίκτυο)
-Επιστρέφετε στο ΚΘΒΕ μετά από αρκετά χρόνια. Τι μνήμες και συναισθήματα σας γεννά αλλά και πως βιώνετε την παρουσία σας στη Θεσσαλονίκη;
Η σύνδεσή μου με την πόλη ξεκινάει από πολύ παλιά, γιατί εδώ είναι ο τόπος όπου γνωρίστηκαν η μητέρα μου και ο πατέρας μου ως πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία (άσχετα αν ύστερα μετακόμισαν στην Αθήνα, όπου και ξαναρίζωσαν). Η Θεσσαλονίκη λοιπόν είναι για μένα -έστω και με μια αναγκαία δόση ποιητικής υπερβολής- κάτι σαν μια δεύτερη γενέθλια πόλη. Η ίδια η πόλη βέβαια έχει στο μεταξύ αλλάξει άρδην. Είναι πλέον μια μεγαλούπολη.
Και όπως κάθε μεγαλούπολη, φέρει μέσα της αντιφατικά στοιχεία: το ζενίθ και το ναδίρ εναλλάσσονται συνεχώς και με τρελούς ρυθμούς σε δρόμους, σπίτια, εργασία, ψυχαγωγία. Το ευτύχημα είναι ότι, όποιος ξέρει τη πόλη από παλιά, μπορεί με λίγη προσπάθεια να εντοπίσει μια βαθύτερη ηρεμία και χαλαρότητα σε κάποια στέκια, σε κάποια δρομάκια, σε κάποια μαγαζιά, σε κάποιους ανθρώπους. Εγώ βέβαια τον περισσότερο χρόνο μου τον περνάω μέσα στο θέατρο, κι εκεί όμως υπάρχει μια παρηγοριά: ο κόσμος ευτυχώς αλλάζει -και ευτυχώς παραμένει ο ίδιος.

«Δον Κάρλος» του Σίλλερ. Πρεμιέρα: Παρασκευή 8 Νοεμβρίου, στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών
-Μια κραυγή ενάντια στην τυραννία της εξουσίας, το κεντρικό (και όχι μόνο) μήνυμα στο έργο «Δον Κάρλος» του Σίλλερ, πως «μεταφράζεται» στα καθ’ημάς και ποια προσέγγιση επιλέγετε;
Εξουσία και Τυραννία. Δύο λέξεις που επιβιώνουν μέσα σε αιώνες ανθρώπινης Ιστορίας. Είτε χωριστά, είτε συνδυαστικά. Το νόημά τους όμως, παραμένει αλληλένδετο. Εξουσία χωρίς μια μικρή δόση έστω Τυραννίας, (δυστυχώς) δεν υπάρχει. Και η Τυραννία (πάλι δυστυχώς) πάντα θα επιδιώκει την Εξουσία. Η προσέγγισή μου είναι ορατή μέσω της παράστασης, αλλά μπορώ εδώ να δώσω μόνο ένα μικρό spoiler: η συνάντηση των δύο εννοιών στον άνθρωπο καταστρέφει τόσο τον εξουσιαστή τύραννο όσο και τους υπηκόους του.
-Η παράσταση αποτελεί το τελευταίο μέρος μιας τετραλογίας στην ηθική και πνευματική εξόντωση του ανθρώπου. Μέσα από αυτή τη διερεύνηση τι κυρίως σας προβλημάτισε ώστε να το επιλέξετε ως θεματική και τι σας μετέφερε το κοινό βλέποντας αυτές τις παραγωγές μέχρι σήμερα;
Κατά τη γνώμη μου, η «ηθική και πνευματική εξόντωση του ανθρώπου» είναι στις μέρες μας το μεγαλύτερο πρόβλημα του κόσμου. Βρίσκεται παντού και διαβρώνει όλες τις ανθρώπινες σχέσεις — στην πολιτική, στον πολιτισμό, στην οικονομία, στον έρωτα, γενικά στη ζωή μας όλη. Συνήθως οι θεατές των παραστάσεων χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σ’ αυτούς που καταλαβαίνουν και μέσα τους ανοίγονται ευκαιρίες ζυμώσεων και σ’ αυτούς που καταλαβαίνουν αλλά κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν.
-Αυτό που ξεχωρίζει στη δουλειά σας είναι η ιδιαίτερη σκηνοθετική προσέγγιση. Πώς θα χαρακτηρίζατε ο ίδιος το στίγμα σας;
Μου είναι δύσκολο να μιλήσω ο ίδιος για τη δουλειά μου, αφού η δουλειά μου μιλάει από μόνη της και μου απαγορεύει να μιλήσω εξ ονόματός της. Εντελώς μεταξύ μας, όμως, λένε πως έχω αυτό το κουσούρι: όταν ξεκινάω μια καινούργια δουλειά, διαγράφω τα πάντα και αρχίζω πάλι από το μηδέν.

“Η Δούκισσα του Μάλφι”, Τζων Ουέμπστερ. (1996-1997) Θέατρο Αμόρε.
-Πιστεύετε οι νέες γενιές, αυτές που μεταξύ άλλων ζουν δυο ζωές, πραγματική και ψηφιακή, μπερδεύοντας ακόμη ποια είναι η αληθινή, μπορούν να «διδαχτούν» από το θέατρο; Σας ρωτώ καθώς ο ρόλος ενός σκηνοθέτη, πιστεύω, δεν είναι μόνο να παρουσιάσει μια καλή παράσταση.
Όλοι μας μπορούμε να διδαχθούμε από όλα στη ζωή, γιατί λοιπόν όχι και από το θέατρο. Υπάρχουν μόνο δύο προϋποθέσεις: ο από σκηνής «δάσκαλος» να πετάξει το δασκαλίστικο ύφος και ο υποψήφιος «μαθητής» να κλείσει την όποια ψηφιακή του συσκευή και να ανοίξει το μυαλό του.
-Είναι αδύνατο να μη σας ρωτήσω αν σας πονά, ακόμη, που το Θέατρο του Νότου δεν υπάρχει πια; Επιτρέψτε όμως να συμπληρώσω, το δικό μου πόνο.. καθώς μετά από τόσα χρόνια δεν υπάρχει ένας αντίστοιχος πρωτοποριακός χώρος…
Ένας μικρός πόνος φυτοζωεί, κάπου βαθιά στο υποσυνείδητο, αλλά το Θέατρο του Νότου «έφυγε» πλήρες ημερών, όλοι δε οι μικροοργανισμοί που το συναπάρτιζαν συνέχισαν την δημιουργική τους πορεία ακμαιότατοι. Είναι αληθές ότι δεν υπάρχει πια ένας θεατρικός χώρος που να τους συνενώνει, αλλά ποιος ξέρει; Το μέλλον είναι άγνωστο και μπορεί μα επιφυλάσσει εκπλήξεις.

“Έντα Γκάμπλερ”, Ένρικ Ίψεν. (1993-1994). Θέατρο Αμόρε.
-Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε κατά τη διάρκεια των 50 χρόνων στο θέατρο;
Η πάλη ενάντια στην προκατάληψη, την υποκρισία και την ακατανίκητη μόδα της επιτυχίας.
-Από τις δεκάδες των παραστάσεων με ποια ή ποιες έχετε συνδεθεί περισσότερο;
Μια τέτοια ερώτηση αναπόφευκτα φλερτάρει με το κλισέ: ένας γονιός δεν μπορεί να ξεχωρίσει τα παιδιά του, τα αγαπά όλα το ίδιο. Κανένα όμως παιδί δεν είναι ίδιο με τα άλλα. Καθένα έχει την προσωπικότητά του και γεννήθηκε σε στιγμή έρωτα και έξαρσης.
-Κύριε Χουβαρδά, σας δελέασε ποτέ ο όρος «εμπορικότητα» μιας παράστασης με την έννοια της μαζικότερης προσέλευσης ή το θέμα δεν αφορούσε τους στόχους σας;
Θα ήμουν ψεύτης αν έλεγα ότι δεν θέλω να έρχεται στις παραστάσεις μου όσο το δυνατόν περισσότερος κόσμος. Όμως ποτέ δεν ξεκίνησα μια παράσταση προτάσσοντας την αγωνία μου για εμπορική της επιτυχία. Τίποτα δεν με απωθεί πιο πολύ απ’ αυτό. Ο λόγος ύπαρξης ενός καλλιτέχνη είναι διττός: να εκφράζεται ελεύθερα αλλά το προϊόν της έκφρασής του να απευθύνεται σε κάποιον. Η δεσμευτική συνύπαρξη των δύο όρων αποδίδει συνήθως ισορροπία. Αυτή την ισορροπία ψάχνω με τις δουλειές μου.

Η γυναίκα χωρίς σκιά (Όπερα του Γκέτεμποργκ, 2004)
-Πόσο σας προβληματίζει αν τυχόν διαπιστώσετε ότι το κοινό δεν κατανοεί το όραμά σας ή δέχεστε αρνητική κριτική; Σας επηρεάζει, αναθεωρείτε κάτι ή το προσπερνάτε;
Ως δημιουργός που εκθέτει τον εαυτό του και το όραμά του δημόσια, δεν μπορώ να μην δέχομαι κριτική. Ο τρόπος πρόσληψης μιας παράστασης είναι προφανώς προνόμιο του κοινού. Η πρόσληψη της κριτικής από τον δημιουργό είναι μια πολύπλοκη διαδικασία με ψυχολογικές, πολιτισμικές και καλλιτεχνικές παραμέτρους και είναι μια πολύ προσωπική υπόθεση. Σε τελική ανάλυση εξαρτάται από το ποιος με κρίνει. Ο μεγάλος κριτής είναι το κοινό. Από το κοινό μπορώ να δεχτώ τα πάντα, και έχω δεχτεί τα πάντα. Μετά το κοινό, κάθε κριτική μετράει όσο και μία ψήφος σε εκλογές: μπορεί να κρίνει τα πάντα, αλλά και τίποτα.

Ορέστεια (Ελληνικό Φεστιβάλ, Επίδαυρος, 2016),
-Νιώθετε μέχρι στιγμής δικαιωμένος στο χώρο σας και βάσει της απήχησης των έργων σας στο κοινό ή υπάρχουν ανεκπλήρωτες προσδοκίες;
Δικαίωση; Τι είναι αυτό; Μάλλον κάτι που απονέμεται μετά θάνατον. Όσο για τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες, ευτυχώς που υπάρχουν ακόμη, για να συνεχίσω να ταλαιπωρώ τον χώρο μου και το κοινό και ο χώρος μου και το κοινό να με τιμωρούν ή να με ανταμείβουν — ανάλογα την περίσταση.
-Πως βλέπετε να έχει αλλάξει το ελληνικό θεατρικό τοπίο από τότε που ξεκινήσατε μέχρι σήμερα;
Το ελληνικό θέατρο είναι πια πολύ πιο «ανοιχτό» –ταξιδεύει περισσότερο, φιλοξενεί περισσότερο, έχει πολύ μεγαλύτερη περιέργεια και ανεκτικότητα, και, κυρίως πειραματίζεται πιο τολμηρά. Επίσης πιστεύω ότι οι νεότερες γενιές ηθοποιών (και σκηνοθετών) είναι πολύ πιο καλλιεργημένες και ακομπλεξάριστες, πιο «συνολικές» προσωπικότητες, και αντέχουν πολύ δυνατότερες προκλήσεις απ’ ό,τι οι παλιές. Τέλος, ο «πληθωρισμός» των ομάδων και παραστάσεων που θεωρήθηκε από πολλούς προβληματικός, έχει αναδειχθεί στον γεννήτορα όχι πόνο ισχυρής ποσότητας, αλλά και ποιότητας καλλιτεχνικού έργου. Συνολικά, το θέατρό μας είναι ένα άλλο θέατρο, που τώρα αρχίζει να ανακαλύπτει τις δυνατότητές του.
-Κύριε Χουβαρδά, με ποιο χαρακτηρισμό επιθυμείτε να σας θυμάται ο κόσμος;
Είναι νωρίς ακόμη για να βάλω επιτύμβια πλάκα. Θα το σκεφτώ όμως, και θα ψάξω να βρω κάτι έξυπνο και κυρίως πιασάρικο, για να μη δώσω λαβή για αρνητική κριτική από τους μεταγενέστερους.
Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών
«Δον Κάρλος» του Φρίντριχ Σίλλερ.
Πρεμιέρα: Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024, στις 21.00
Τι βαραίνει την καρδιά του Δον Κάρλος και αποφεύγει τον πατέρα του Βασιλιά Φίλιππο Β’ της Ισπανίας; Ποιο είναι αυτό το μυστικό που τα άγρυπνα μάτια της Αυλής δυσκολεύονται να αποκαλύψουν; Κάτω από τη φοβερή εξουσία του βασιλιά και τη δύναμη της Ιεράς Εξέτασης, στην Ισπανία του 16ου αιώνα, ο νεανικός ιδεαλισμός, ο έρωτας, η ευαισθησία, η ανάγκη για αλλαγή, για δράση και για ζωή ασφυκτιούν μέσα στην καρδιά του Δον Κάρλος, που ανήμπορος να διαχειριστεί τα πάθη του, εναποθέτει τις ελπίδες του στον αδελφικό του φίλο Μαρκήσιο Πόζα.
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς. Ερμηνεύουν: Χάρης Φραγκούλης, Ιορδάνης Αϊβάζογλου, Λουκία Βασιλείου, Ζωή Ευθυμίου, Στέλιος Καλαϊτζής, Γιώργος Κολοβός, Κώστας Σαντάς, Δημήτρης Τσιλινίκος κ.ά.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη: 19:00, Πέμπτη- Παρασκευή, Σάββατο: 21:00, Κυριακή: 19:00
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ