Γράφει ο ηθοποιός Γιάννης Κυφωνίδης.
Πόσο ο αθλητισμός θα μπορούσε να εμπνεύσει το θέατρο και μάλιστα στην Ελλάδα; Στον κινηματογράφο έχει συμβεί πολλάκις, αλλά κυρίως στο εξωτερικό. Γιατί άραγε ο αθλητισμός και πολύ περισσότερα ιστορικά αθλητικά γεγονότα σπανίως αναβιώνουν ή εμπνέουν τις Ελληνικές θεατρικές παραγωγές;
Δεν υπάρχει διάθεση; Δεν υπάρχει υλικό; Δεν υπάρχει κοινό; Κι όμως υπάρχουν και τα τρία. Τι δεν υπάρχει; Εκπαίδευση του κοινού δεν υπάρχει, εκπαίδευση σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, σε όλα τα θέματα. Αυτό δεν υπάρχει κι εάν υπάρχει δεν υπάρχει στο βαθμό που θα μπορούσε.
Πριν από λίγες μέρες με πρωτοβουλία του δήμου Καλαμαριάς, αλλά και του προπονητή μαραθώνιας κολύμβησης Νικόλα Ρεπανά έγινε στο Θερμαϊκό ένας μικρός διάπλους, ένας κολυμβητικός περίπατος στη μνήμη του Ανέστη Σουμελίδη , ενός εκ των πατριαρχών του υγρού στίβου όχι μόνο στην Καλαμαριά, αλλά σε ολόκληρη τη Θεσσαλονίκη.
Κάποιοι όσο ανέμεναν τον τερματισμό των κολυμβητών σχολίαζαν πως η προσφορά και η ιστορία του Σουμελίδη και των αθλητών που ανέδειξε στο πόλο και την κολύμβηση θα μπορούσαν να εμπνεύσουν τους θεατρικούς συγγραφείς να γράψουν ένα ολοκληρωμένο έργο. Εκ πρώτης όψεως όταν κανείς αναφέρεται σε πραγματικά πρόσωπα από το χώρο του αθλητισμού, παραπέμπει περισσότερα σε κινηματογραφικά σενάρια, παρά σε θεατρικά έργα. Και αυτό γιατί οι περισσότεροι πιστεύουν πως η κάμερα μπορεί να αναβιώσει και να αναδείξει την αθλητική κίνηση , το αθλητικό γεγονός, την αθλητική προσωπικότητα. Ενώ η θεατρική σκηνή, ο θεατρικός προβολέας;

Το ερώτημα αυτό το θέτουμε εμείς. Μπορεί να αναδείξει η σκηνή και ο προβολέας ένα αθλητικό πρόσωπο, ένα αθλητικό γεγονός, έστω μέσα από τη μυθοπλασία; Ναι μπορεί και με τον καλύτερο δυνατό πρόσωπο. Γιατί το θεάτρο είναι σύμβαση, το θέατρο είναι μεταφορά, το θέατρο είναι συμβολισμός και πολλά άλλα. Αλλά ως σύμβαση, συμβολισμός, μεταφορά, μπορεί να αναδείξει μία αθλητική ιστορία. Θα την αναδείξει αλλιώς. Όχι όπως στον κινηματογράφο. Και όσο και εάν εξειδικευμένο είδος φαίνεται σε πρώτο επίπεδο με συγκεκριμένο κοινό, τόσο σε δεύτερο επίπεδο μετεξελίσσεται σε ευρύτερο πεδίο που μπορεί να συγκινήσει και να ταυτίσει την πλειοψηφία.
Ο “Βίος και η Πολιτεία” του Ανέστη Σουμελίδη πάντα εντός εισαγωγικών για να μην υπάρχουν παρανοήσεις και παρεξηγήσεις δεν εμπεριέχει σκάνδαλα ούτε μελοδράματα παρά μόνο προσφορά στον υγρό στίβο και αφοσίωση στην οικογενειακή ζωή. Αλήθεια γιατί μία τέτοια ζωή, μία τέτοια άοκνη προσφορά να μην εμπνεύσει συγγραφείς, σκηνοθέτες, ερμηνευτές, φωτιστές, σκηνογράφους;
Αλήθεια πως ένας σκηνογράφος ή και φωτιστής θα μπορούσαν να μεταφέρουν στη σκηνή μία πισίνα; Να τη μεταφέρουν έστω σχηματικά και όχι κυριολεκτικά κατασκευαστικά. Θα μπορούσαν; Η απάντηση είναι πως θα μπορούσαν , εάν θα ήθελαν. Γιατί κακά τα ψέματα ενώ σε άλλες χώρες η θεματολογία των θεατρικών κειμένων ποικίλλει και εμπνέεται ακόμη και από πιο καθημερινά πρόσωπα, στη Θεσσαλονίκη και σε όλη την Ελλάδα περιορίζονται κατά κύριο λόγο στις μεγάλες προσωπικότητες. Δεν είναι κακό αυτό, αλλά το αντίθετο. Δεν είναι κακό δηλαδή να υπάρχει μία τύπου προτεραιότητα σε αυτές τις προσωπικότητες. Αλλά να μην υπάρχουν περιορισμοί. Καιρός είναι το κοινό να δει και να ακούσει και για άλλα πρόσωπα, πιο καθημερινά και αθόρυβα που προσέφεραν με ηρωικό σχεδόν τρόπο στον τομέα τους. Το Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς θα ήταν ο ιδανικός χώρος στη συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά η περίπτωση Σουμελίδη είναι προς το παρόν ένας πρώτης τάξεως παράδειγμα για να σκεφτούν κάποιοι και να τολμήσουν.
Το νερό άλλωστε που κυριαρχεί στον υγρό στίβο, είναι ζωοποιό και γενεσιουργό στοιχείο που σηματοδοτεί τη ροή και την εξέλιξη.
.
Αλήθεια σε μία χώρα σαν την Ελλάδα με τις τόσες θάλασσες, τις λίμνες, τα ποτάμια και τα νησιά, γιατί να περάσει απαρατήρητη μία θεατρική παράσταση που θα αναφέρεται σε έναν προπονητή σαν τον Σουμελίδη, τον κυρ-Ανέστη , όπως όλοι τον ήξεραν;
Η κολύμβηση αφορά ένα σώμα που πλέει , ένα σώμα που ρέει, ένα σώμα που κινείται. Πόσο απέχει από το χορό, τη σωματικότητα, την έκφραση; Όχι και τόσο πολύ. Πόσο ο χορός , η σωματικότητα , η έκφραση απέχουν από τη θεατρική πράξη; Έως και καθόλου. Τότε ας κάνει κάποιος την αρχή. Ας ενώσει την παραστατική τέχνη του αθλητισμού με την παραστατική τέχνη του θεάτρου. Άλλωστε ακόμη και μία κολυμβητική πράξη θυμίζει μία αυτοσχέδια και αυθόρμητη παράσταση στην εκκίνηση και τον τερματισμό, με τη διαφορά ότι τίποτε δεν έχει προαναγγελθεί και στηθεί ή προβαριστεί.
Υ.Γ: Πρωτιές και προσπάθειες έχουν ήδη γίνει με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα, αλλά αυτό δεν αρκεί…!!!
Φωτογραφικό υλικό