Είδε η Άννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Δεν είναι λίγες οι φορές που ο τίτλος και μόνο μιας παράστασης σου προκαλεί τόσο ενδιαφέρον που, χωρίς να ψάξεις καμία άλλη πληροφορία,σπεύδεις να ανακαλύψεις, ιδίοις όμμασι, «τι ήθελε να πει ο ποιητής» βαφτίζοντας το δημιούργημά του με αυτόν τον τρόπο. Πόσο μάλλον όταν οι δύο μοναδικές λέξεις του τίτλου παραπέμπουν σε διαμετρικά αντίθετα νοήματα, όπως στην περίπτωση της παράστασης «Αγαπητέ μ@λάκα», που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Metropolitan. Γιατί, εκ πρώτης άποψης τουλάχιστον, και αγαπητός και μαλάκας δεν γίνεται…
Βέβαια η Βιρζινί Ντεπάντ, που έγραψε το ομώνυμο βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η παράσταση, έχει εντελώς αντίθετη άποψη και, οφείλουμε να παραδεχθούμε, πως την υποστηρίζει θαυμάσια. Γνωστή για τον προκλητικό, χειμαρρώδη λόγο της, που ακροβατεί στα όρια του άσεμνου και του ασεβούς, η δημοφιλής Γαλλίδα συγγραφέας επιλέγει και σε αυτό το έργο της ήρωες παραβατικούς, απελπισμένους και αυτοκαταστροφικούς και μέσα από τις ιστορίες τους αντικατοπτρίζει την εικόνα της σύγχρονης κοινωνίας.
Το βιβλίο, που γράφτηκε μόλις το 2022, έχει τη μορφή επιστολικού μυθιστορήματος. Οι δύο βασικοί ήρωες, ο Όσκαρ ένας επιτυχημένος συγγραφέας και η Ρεμπέκα μια πενηντάρα ηθοποιός στη δύση της καριέρας της, συνομιλούν ιντερνετικά. Όλα ξεκινούν με ένα άκρως προσβλητικό σχόλιο που της γράφει ο Όσκαρ στο Instagram και το απολογητικό email που σπεύδει στη συνέχεια να της στείλει. Εκείνη σηκώνει το γάντι και του απαντά: «Αγαπητέ μ@λάκα…». Κάπως έτσι αρχίζει μια διαδικτυακή επικοινωνία κατά την οποία ο Όσκαρ της αποκαλύπτει σταδιακά τις βαθύτερες σκέψεις του, την εμμονή που είχε μαζί της από μικρός, τα επαγγελματικά και οικογενειακά του προβλήματα και …την βασική αιτία της ψυχικής του κατάρρευσης: την δημόσια καταγγελία για σεξουαλική παρενόχληση, στα πλαίσια του ΜeToo, από την Ζόε, μια κοπέλα που εργαζόταν στον εκδοτικό του οίκο. Η Ρεμπέκα αρχικά τον αντιμετωπίζει απαξιωτικά, συχνά τον βρίζει κατάμουτρα, για κάποιον λόγο όμως, που και η ίδια δεν κατανοεί, συνεχίζει την επικοινωνία μαζί του, επιτρέποντας στην ανάγκη για ανθρώπινη επαφή να κυριαρχήσει και σταδιακά να εξελιχθεί σε κάτι βαθύτερο…
Το σύγχρονο, ευρηματικό και χειμαρρώδες κείμενο της Ντεπάντ, είναι ομολογουμένως από τα πιο δυνατά (+) στοιχεία της παράστασης που παρακολουθήσαμε. Μέσα από τις συνομιλίες των δύο χαρακτήρων η συγγραφέας θίγει φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα που συγκροτούν τη σύγχρονη εποχή και λίγο ως πολύ αφορούν τον καθένα μας. Το κίνημα MeToo(στο οποίο φαίνεται να εστιάζει), οι συνέπειες της πανδημίας, η απειλητική δύναμη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που μπορούν με ευκολία να καταστρέψουν έναν άνθρωπο, ο φεμινισμός και το πώς στην πορεία έχασε τον στόχο του, η πατριαρχία, η τρέχουσα πολιτική κατάσταση, τα ναρκωτικά, ο ηλικιακός ρατσισμός εις βάρος των γυναικών είναι μόνο κάποια από αυτά. Η μετάφραση του Γιώργου Καράμπελα, με γλώσσα σύγχρονη και καυστική, μεταφέρει αυτούσιο το ύφος της συγγραφέως, το έξυπνο χιούμορ, τον σαρκασμό, τη διαμαρτυρία, τον θυμό, την απογοήτευση που εκφράζεικαι αποδίδει με σαφήνειατο αίσθημα της βαθιάς κατανόησης της ανθρώπινης φύσης και της αξίας της ανθρώπινης επαφής που χαρακτηρίζει το έργο της.
Η σκηνοθετική προσέγγιση του Σωτήρη Καραμεσίνη φώτισε διεξοδικά κάθε οπτική γωνία του έργου και έχτισε μια σύγχρονη και δυναμική παράσταση, σκληρή και ρεαλιστική, ταυτόχρονα όμως ανθρώπινη και συναισθηματική. O σκηνοθέτης επικεντρώθηκε στην ανάδειξη του κειμένου και κυρίως στο χτίσιμο των χαρακτήρων και των μεταξύ τους σχέσεων. Αξιοποίησε, παράλληλα, με τον καλύτερο τρόπο, τις χιουμοριστικές στιγμές του κειμένου (που δεν ήταν και λίγες), ελαφρύνοντας την κατά τα άλλα βαριά ατμόσφαιρα. Κατόρθωσε να προσδώσει κίνηση και ζωντάνια σε ένα έργο χωρίς ουσιαστική δράση και να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών σε όλη την, σχεδόν δίωρη, διάρκεια της παράστασης. Αρκετά βοηθητικό ως προς αυτήν την κατεύθυνση υπήρξε το λιτό αλλά λειτουργικό σκηνικό που επέλεξε, με τα τρία κινούμενα πάνω σε ρόδες γραφεία που άλλαζαν θέσεις συνεχώς, κατευθύνοντας ανάλογα την προσοχή του κοινού σε έναν από τους τρεις χαρακτήρες. Ιδιαίτερα εύστοχη υπήρξε και η χρήση του videowall, που επιμελήθηκε η Έλενα Παυλάκη, το οποίο οπτικοποιούσε την ανταλλαγή των email μεταξύ των πρωταγωνιστών και ταυτόχρονα έδινε χρώμα, ζωντάνια και ενίσχυε τον σύγχρονο χαρακτήρα της παράστασης.
Συμβατά με το ύφος του έργου υπήρξαν τα κοστούμια των πρωταγωνιστών-δημιουργίες της Κατερίνας Μαργαρίτη, αλλά και οι εύστοχοι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα. Σημαντική, επίσης, υπήρξε η συμβολή στο όλο αποτέλεσμα της μουσικής του Music Art Lab.
Οι πρωταγωνιστές της παράστασης, με εξαιρετική χημεία μεταξύ τους, αναδεικνύουν τους χαρακτήρες του έργου, τα πάθη και τις αδυναμίες τους, επικοινωνώντας με επιτυχία το δράμα του καθενός.
Η Εύα Κοτανίδη στον ρόλο της Ρεμπέκα είναι απλά απολαυστική. Όμορφη, δυναμική, με έναν αέρα ντίβας που της ταιριάζει απίστευτα, απέδωσε με ρεαλισμό, ένταση και πάθος την επιτυχημένη ηθοποιό που φτάνοντας τα πενήντα αρχίζει να κλωνίζεται επαγγελματικά. Σκληρή με τη ζωή αλλά και με τον εαυτό της, επιρρεπής σε ουσίες αλλά και την…μοναξιά της, αφήνει τον «μ@λάκα» που μπήκε ξαφνικά στη ζωή της να την τραβήξει από την απομόνωση και να της δείξει τον δρόμο προς το φως…
Ο Ορέστης Τζιόβας απέδωσε τον χαρακτήρα του Όσκαρ αβίαστα και φυσικά. Με χιούμορ, σκηνική άνεση, σαρκασμό, ακρίβεια και ρεαλισμό, έπεισε απόλυτα ως ο πετυχημένος συγγραφέας που βλέπει την ζωή του να κλονίζεται όταν ξαφνικά κατηγορείται για σεξουαλική παρενόχληση. Μόνος και απελπισμένος, βρίσκει αποκούμπι σε μια διαδικτυακή «φίλη», που είδε σε αυτόν κάτι περισσότερο από έναν «μ@λάκα», κάτι που τον έκανε περισσότερο …αγαπητό!
Η Μαρία Εγγλεζάκη σε μια ερμηνεία με ένταση και πάθος μεταφέρει επιτυχημένα τον χαρακτήρα της Ζόε, την κοπέλας που καταγγέλλει τη σεξουαλική παρενόχληση που υπέστη και τολμά να εκτεθεί στη φθορά του διαδικτύου ακολουθώντας τη μόδα της εποχής. Άλλοτε δυναμική και σαρκαστική και άλλοτε συναισθηματική και διαλυμένη, με ψυχοσύνθεση μικρού παιδιού, ανταποκρίνεται επαρκώς σε έναν απαιτητικό ρόλο με διαρκή εξέλιξη και συνεχείς ψυχολογικές μεταπτώσεις.
Και κάποιες παρατηρήσεις (-): Η ιστορία που παρουσιάζεται επί σκηνής είναι στην ουσία μια ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων μεταξύ των πρωταγωνιστών που ενώ συνυπάρχουν στη σκηνή, στην πραγματικότητα δεν βρίσκονται στον ίδιο χώρο. Δεν υπάρχει σωματική επαφή και αλληλεπίδραση μεταξύ τους, δεν υπάρχει δράση και αντίδραση, με αποτέλεσμα το ύφος της παράστασης να παραμένει σε γενικές γραμμές το ίδιο σε όλη τη διάρκειά της. Και ενώ πράγματι σκηνοθετικά η ιδιομορφία αυτή αντιμετωπίστηκε με επιτυχία, εντούτοις η διάρκεια της παράστασης θα μπορούσε να περιοριστεί ώστε να αποφευχθούν τα λίγα σημεία πουεπιβραδύνουν τον ρυθμό της.
Συμπερασματικά (=) παρακολουθήσαμε μια προκλητική, οργισμένη, τολμηρή αλλά και βαθιά ανθρώπινη παράσταση, με σύγχρονη και προσεγμένη σκηνοθετική προσέγγιση, δυνατές ερμηνείες, γεμάτη χιούμορ και συναίσθημα. Μια συγκινητική, όπως τελικά αποδείχθηκε, ιστορία που προβάλει την δύναμη της ανθρώπινης επαφής και της αληθινής φιλίας, ενώ ταυτόχρονα καυτηριάζει πλείστα ζητήματα της σύγχρονης εποχής…
Βαθμολογία: 6,8/10
ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΤΑΝ
Πρεμιέρα: Πέμπτη 20/03, 21:00
Μία σταρ του σινεμά που στα 50 της έρχεται αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα της showbiz. Ένας δημοφιλής συγγραφέας που κρύβει την ανασφάλειά του στις ουσίες και τις κακοποιητικές ερωτικές σχέσεις. Μία φεμινίστρια influencer που αντλεί όλη της την αυτοπεποίθηση από τους φανατικούς της followers στο Instagram. Τι χωρίζει αλλά, κυρίως, τι ενώνει αυτούς τους τόσο διαφορετικούς ανθρώπους;
Σκηνοθεσία: Σωτήρης Καραμεσίνης. Ερμηνεύουν: Ορέστης Τζιόβας, Εύα Κοτανίδη, Μαρία Εγγλεζάκη.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη 20, Παρασκευή 21, Σάββατο 22 στις 21:00 και Κυριακή 23/03 στις 20:00 (έως 23/03)
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ