Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Περιμέναμε ανυπόμονα την καινούργια προσέγγιση ενός έργου που μας είχε εντυπωσιάσει για πολλούς λόγους, αλλά κυρίως για το παράδοξο, απρόβλεπτο και συνάμα βαθυστόχαστο σε πολλά επίπεδα περιεχόμενό του, από έναν εμβληματικό θεατρικό συγγραφέα, που εν προκειμένω διεγείρει το μυαλό μέχρις εσχάτων, αναγκάζοντάς το να περάσει από «δύσβατες ατραπούς» για να ανακαλύψει τον πυρήνα της σκέψης…
Με εγγύηση λοιπόν τα ονόματα ενός κορυφαίου συγγραφέα και ενός καταξιωμένου σκηνοθέτη, σπεύσαμε από τους πρώτους στο θέατρο Art box Fargani για να παρακολουθήσουμε την παράσταση «Η Γίδα» του Έντουαρντ Άλμπι σε σκηνοθεσία Παύλου Δανελάτου και συμπαραγωγή του ΚΘΒΕ με την Πολιτεία Πολιτισμού ως ιδιωτική πρωτοβουλία…
Επί σκηνής συναντούμε ένα ζευγάρι αστών που φαινομενικά αντικατοπτρίζει το πρότυπο της οικογενειακής ευτυχίας, με επαγγελματικά και κοινωνικά καταξιωμένους συζύγους, με έκδηλη αγάπη μεταξύ τους και για τον έφηβο γκέι γιο τους, πετυχαίνοντας τη στιγμή που ο βραβευμένος σύζυγος ετοιμάζεται να δώσει συνέντευξη για μια επαγγελματική επιτυχία σε φίλο του δημοσιογράφο, ο οποίος ωστόσο αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά με την ψυχολογίατου φίλου του… ρωτώντας επίμονα ακούει κατάπληκτος ότι ο επιτυχημένος αρχιτέκτονας και οικογενειάρχης είναι ερωτευμένος με μία… γίδα που αποκαλεί «Σύλβια» και επιπλέον το θεωρεί ως κάτι που απλά «του συνέβη» αδυνατώντας να αντισταθεί… Στο πρωτάκουστο γεγονός η γυναίκα και ο γιος του αντιδρούν εκρηκτικά, ενώ ο ίδιος υπερασπίζεται σθεναρά την ερωτική του σχέση με την προσωποποιημένη στα μάτια του γίδα, αρνούμενος την έννοια της διαστροφής και αποκαλύπτοντας στην πορεία βαθύτερα ψυχολογικά αδιέξοδα πίσω από την καθωσπρέπει βιτρίνα, μέχρι που το δράμα κορυφώνεται με μοιραία, αιματοβαμμένη κατάληξη…
Ίσως το πιο «αιρετικό», προκλητικό και συνάμα πολυσήμαντο έργο (+) του Έντουαρντ Άλμπι, που είναι αδύνατο να αφήσει ανέγγιχτο τον θεατή κατά οποιαδήποτε έννοια, περιμένοντας με λαχτάρα να μοιραστεί όσα απρόβλεπτα βίωσε θεατρικά, που είναι βέβαιο ότι θα τριβελίζουν έντονα το μυαλό του για καιρό, ακροβατώντας πάνω σε τεντωμένο «νοητικό» σχοινί…
Διότι η συγγραφική συνθήκη που επινόησε ο Άλμπι με το εύρημα του «έρωτα για μια γίδα», δεν παραπέμπει σε σουρεαλισμό ή συμβολισμό με υπονοούμενα πιθανόν αποδεκτά, αλλά σε καθαρό ρεαλισμό με τραγελαφικές διαστάσεις ως υπαρκτή πραγματικότητα για τον ήρωα, εγείροντας σοβαρά υπαρξιακά/ φιλοσοφικά ζητήματα που υπερβαίνουν την στενή έννοια της κτηνοβασίας ως απορριπτέας βεβαίως διαστροφής…
Ο Μάρβιν με τον ιδιαίτερο ψυχισμό που διαφαίνεται έντεχνα σε προσεγμένες λεπτομέρειες της πλοκής, εκπροσωπεί έναν βαθιά τραγικό ήρωα, του οποίου το «φαίνεσθαι» των κοινωνικών συμβάσεων και το «είναι» των αρχέτυπων ενστίκτων συγκρούονται δραματικά κι όταν επιλέγει να ακολουθήσει απελευθερωμένος τα δεύτερα δίνοντας «γυναικεία οντότητα» σε ένα πλάσμα της φύσης που αντιμετωπίζει ισότιμα με ερωμένη, αφενός ξέρει το τίμημα κι αφετέρου διαθέτει τα ερείσματα βαθιά μέσα του… Η απεριόριστη τρυφερότητα και ανεξέλεγκτη έλξη που νιώθει για την Γίδα- Σύλβια, διαπιστώνοντας την αμοιβαιότητα των συναισθημάτων εκ μέρους της, δεν του επιτρέπουν να αποδεχθεί το στίγμα της διαστροφής ή του βιασμού ζώου με τις βαριές ενοχές που του αποδίδει ο περίγυρος, αιτιολογώντας την πράξη του ως υπόδειγμα αμοιβαίας, αφοσιωμένης αγάπης που ενίοτε «συμβαίνει» στα φυσικά όντα, έστω με παράδοξες συνθήκες που οι ίδιοι δεν ελέγχουμε…
Προφανώς μια ριψοκίνδυνη ακροβασία – γι αυτό και άκρως γοητευτική- μεταξύ ηθικού ή μη σύμφωνα με τις κατεστημένες κοινωνικές επιταγές, που επιδέχεται πληθώρα αναλύσεων σε βάθος κι αυτό συνιστά τον πολυεπίπεδο φιλοσοφικό πλούτο ενός έργου μοναδικού σε σύλληψη και εμβάθυνση…
Η σκηνοθεσία από τον Παύλο Δανελάτο διέθετε πρωτίστως μια σπάνια νοηματική καθαρότητα ενός κειμένου δύσκολου όσον αφορά στο υπαρξιακό υπόβαθρο, καταφέρνοντας να «αποκωδικοποιήσει» εύληπτα κάθε κρυμμένη πτυχή και να φωτίσει χωρίς περισπασμούς την ουσία του λόγου, σε ένα εγχείρημα χαρακτηρισμένο από σκηνική λιτότητα, αποτελεσματικότητα, απτό ρεαλισμό, ολοκληρωμένους χαρακτήρες, σωστό συντονισμό, εμφανή φροντίδα… Σκηνοθετικές αρετές που ανέδειξαν ουσιαστικά, τόσο την εγκεφαλική όσο και συναισθηματική διάσταση του έργου, με σκηνές γεμάτες ένταση και δραματικά ξεσπάσματα ή τρυφερές με συγκινητικούς τόνους κι άλλοτε με πικρό χιούμορ, αποδίδοντας ανάγλυφα την ψυχογραφία των ηρώων και καταφέρνοντας να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον με προσήλωση στον λόγο, χωρίς να διασπάσει την προσοχή με περιττούς εντυπωσιασμούς…κάθε επιλογή στους φωτισμούς, τον ήχο, τα σκηνικά αντικείμενα, την προβαλλόμενη εικόνα σε ταμπλό, το άνοιγμα του συρόμενου σκηνικού, είχε αυθεντικό λόγο ύπαρξης στην απλότητά της, αποφεύγοντας υπερβολές, κρατώντας μια θαυμαστή ισορροπία και καθοδηγώντας σωστά τους ηθοποιούς, παρά τις ελάχιστες παρατηρήσεις μας παρακάτω…
Ερμηνευτικά πρόκειται για ένα καλοδουλεμένο, σφιχτό σύνολο ταλαντούχων ηθοποιών, ξεκινώντας από τον Κωνσταντίνο Χατζησάββα στο ρόλο του Μάρβιν, που παρά τις μικρές ενστάσεις μας σε λεπτομέρειες, ομολογουμένως συνδύασε εύστοχα την σοβαρότητα, το κύρος, το εκτόπισμα, ενός επιτυχημένου τεχνοκράτη με ατσαλάκωτη εικόνα και ταυτόχρονα την δραματική, γεμάτη ρωγμές, ευάλωτη φύση ενός ανθρώπου που δραπετεύει από τη συμβατικότητα, αναζητώντας την πληρότητα του αυθεντικού συναισθήματος σε μια ακραία επιλογή ερήμην του…
Η Λίλα Βλαχοπούλου ως υποδειγματική σύζυγος που αίφνης νιώθει διπλά προδομένη, αρνούμενη να αποδεχθεί ένα ζώο ως ισότιμη «αντίζηλο», κατέθεσε μια εξαιρετική ερμηνεία του τραγικού ρόλου της, δουλεμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια με άρτια εκφραστικά μέσα, με απόλυτο ρεαλισμό, αληθοφάνεια, πάθος, εκρήξεις, συγκίνηση, αγγίζοντας καταλυτικά…
Ο Γρηγόρης Παπαδόπουλος στον ρόλο του φίλου δημοσιογράφου και ως εκπρόσωπος της «έξωθεν κοινωνικής μαρτυρίας», υπήρξε όπως πάντα άψογος και ακριβής, ενσαρκώνοντας δυναμικά, άκρως πειστικά, παθιασμένα, τη φωνή της κοινά αποδεκτής λογικής προκειμένου να συγκρατήσει τον «άρρωστο» Μάρβιν από την καταστροφή… Τέλος, ο Φαμπρίτσιο Μούτσο που υποδύθηκε τον γιο χωρίς κανένα γραφικό στοιχείο «γκέι ταυτότητας», εντυπωσίασε με την υποκριτική ωριμότητα ενός νέου ηθοποιού, που με περίσσια ένταση, δραματικότητα, εκρηκτικό ταπεραμέντο, πικρό σαρκασμό, απέδωσε την κατάρρευση μετά τις σοκαριστικέςαποκαλύψεις…
Οι μικρές παρατηρήσεις μας (-) ήσσονος σημασίας, αφορούν στο σκηνοθετικό κομμάτι που σχετίζεται με την καλλιτεχνική έμπνευση και την ατμόσφαιρα του έργου, θεωρώντας ότι ίσως κάποιες ευφάνταστες σκηνικές, ηχητικές ή εικαστικές επεμβάσεις σε κομβικά σημεία ή στο συμβατικό σκηνικό του «γεωμετρικά» διακοσμημένου σαλονιού, θα αναδείκνυαν την απαιτούμενη σκοτεινή ατμόσφαιρα και παραδοξότητα ενός έργου αποκαλούμενου «μαύρη (τραγική) κωμωδία» κι εδώ αυτό το κομμάτι σε επίπεδο αισθητικής υπολειπόταν… Τέλος, όσον αφορά στην πρωταγωνιστική ερμηνεία του Κ. Χατζησάββα, θα εκτιμούσαμε ένα επιπλέον «λύσιμο» στο σώμα και την εκφραστικότητα των χεριών όπου διακρίναμε κάποια ακαμψία, ώστε να εναρμονίζονται πλήρως «ψυχή τε και σώματι» τα εκφραστικά του μέσα με την ένταση του τραγικού ρόλου, αν και στην πορεία των παραστάσεων πιθανόν το ζητούμενο να επιτευχθεί…, να συμπληρώσουμε και ένα πιο εμπνευσμένο φινάλε.
Εν κατακλείδι (=) θα προσπεράσουμε βεβαίως τις λεπτομέρειες και θα μείνουμε στην ουσία ενός ιδιαίτερα βαθυστόχαστου έργου πολλαπλών αναγνώσεων και προβληματισμών, που εν προκειμένω αναδείχθηκε σκηνοθετικά με θαυμαστή ακρίβεια, φωτίζοντας με επιδέξιο ρεαλισμό τα εσώψυχα των καταπιεσμένων ηρώων, που ενίοτε με τη δραματουργία τους θυμίζουν μορφές και δομή αρχαίας τραγωδίας…
Με την απαραίτητη επισήμανση να μην ειδωθεί επουδενί η παράσταση με το παραμορφωτικό πρίσμα της σύγχρονης «πολιτικής ορθότητας», θυσιάζοντας το βαθύ υπαρξιακό της νόημα…
Βαθμολογία: 7,2/10
ΦΑΡΓΚΑΝΗ
«Η Γίδα» του Έντουαρντ Άλμπι.
-Ο Παύλος Δανελάτος μιλά στην Κουλτουρόσουπα, εδώ
Ο Μάρτιν και η Στήβι, χρόνια παντρεμένοι, φαίνεται, μαζί με τον gay έφηβο γιο τους, να είναι η τέλεια οικογένεια, με αλληλοσεβασμό, αγάπη και έρωτα που διαρκεί στο χρόνο. Στο απόγειο ωστόσο της καριέρας του, που μόλις έχει συμπληρώσει τα πενήντα, ερωτεύεται μια γίδα…
Σκηνοθεσία: Παύλος Δανελάτος. Ερμηνεύουν: Κωνσταντίνος Χατζησάββας, Λίλα Βλαχοπούλου, Γρηγόρης Παπαδόπουλος, Φαμπρίτσιο Μούτσο.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Κάθε Παρασκευή και Σάββατο: στις 21:00 Κυριακή: 20:00
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ