«Μια απλή ερωτική ιστορία»… καθόλου απλή, που αγγίζει βαθιά. Είδαμε στο Αθήναιον & σχολιάζουμε..
Διαβάζοντας αρχικά τον τίτλο, σκέφτεσαι αυθόρμητα ότι πρόκειται ίσως για τον πλέον συμβατικό, όμως ταυτόχρονα τον πλέον έντιμο. Σου υπόσχεται μια ιστορία για τον αιώνιο έρωτα με τις ανεξάντλητες, περίπλοκες εκδοχές του, που εδώ επιλέγει να σου προσφέρει μια απλή, καθημερινή, χωρίς παραπλανητικές προσδοκίες. Έλα όμως, που σου… τη σκάει! Γιατί διαπιστώνεις ότι η ιστορία δεν είναι καθόλου απλή, Και γιατί το να αναδείξεις το μεγαλείο της απλότητας είναι ίσως η πιο σύνθετη, επίπονη διαδικασία. Ο λόγος για την παράσταση «Μια απλή ερωτική ιστορία», σε κείμενο Ειρήνης Πατσούρου και Αχιλλέα Ψαλτόπουλου, ο οποίος επιμελήθηκε επιπλέον τη σκηνοθεσία- και όχι μόνο, που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Αθήναιον. Όπου για μία ώρα, πέρα από το αυθεντικό συναίσθημα, μας κέρδισαν πολλά…
Όντως, η ερωτική ιστορία ξεκινά απλά, με έναν αφηγητή σε πρώτο πλάνο να συνθέτει τα σκόρπια κομμάτια της και να οδηγεί τους ήρωες στη σκηνή, Ένα ζευγάρι που αγαπήθηκε και έχει χωρίσει χωρίς να δοθούν εξηγήσεις, που μετά από κάποιους μήνες συναντιούνται «τυχαία». Ο άνδρας παραμένει μοναχικός με συντροφιά τον πιστό του σκύλο και τον διάσημο συγγραφέα πατέρα του, ενώ η γυναίκα βρίσκεται σε νέα, αδιέξοδη σχέση. Η ανάγκη της ωστόσο να πάρει τις εξηγήσεις που δεν δόθηκαν για το χωρισμό τους από την πλευρά του άνδρα, είναι πιεστική και οδηγεί σε μια μοιραία δική του εξομολόγηση που τη συγκλονίζει. Παράλληλα βιώνει ένα απρόσμενο γεγονός στην προσωπική της ζωή, ενώ ο πατέρας του ήρωα θα διαδραματίσει έμμεσα έναν σημαντικό ρόλο στην τελική έκβαση. Όπου η ζωή που φεύγει και η ζωή που έρχεται, θα συναντηθούν κάτω από το «υπόστεγο» της αγάπης, για να πάρουν επιτέλους «τα σημαντικά» τη θέση που τους αξίζει…
Στη συγκινητική παράσταση που άγγιξε σε πολλά επίπεδα (+), θα ξεκινήσουμε από τη βασική πηγή, το κείμενο των Ε. Πατσούρου και Α. Ψαλτόπουλου:
– Το οποίο διακρίθηκε από σπουδαίες αρετές, ικανές να επισκιάσουν πλήρως τα μικρά λογικά κενά στην αληθοφάνεια της πλοκής- ίσως και επί τούτου αφημένα… Οι αρετές του αφορούν αρχικά στην αφοπλιστική αμεσότητα/ απλότητα των διαλόγων, χωρίς την παραμικρή φλυαρία, τίποτα το περιττό, εστιάζοντας λακωνικά και καίρια στην ουσία. Αποφεύγοντας επιπλέον με μεγάλη επιμέλεια τον μελοδραματισμό, γεγονός που ενδυναμώνει το αυθεντικό συναίσθημα, βγαλμένο από σχεδόν «ανάλαφρες», σχεδόν μονολεκτικές ατάκες και αυτό απαιτεί μεγάλη μαεστρία. Αντίθετα, στα αφηγηματικά μέρη, ο λόγος γίνεται έξοχα ποιητικός και λυρικός, δημιουργώντας ένα πολύ ενδιαφέρον κοντράστ με τους απέριττους διαλόγους. Πέρα όμως από την εξαιρετική συγγραφική φόρμα, η ουσία που πραγματεύεται και αφορά στο διαχρονικό τρίπτυχο «Ζωή- Έρωτας- Θάνατος» εμπλέκοντας εμπνευσμένα και τις τρεις πτυχές, συγκινεί αληθινά με την ειλικρίνεια των καταστάσεων, εντελώς αναγνωρίσιμων και οικείων και μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι οι ήρωες δεν ονοματίζονται… ως άνδρας και γυναίκα αφορούν ένα οποιοδήποτε καθημερινό ζευγάρι. Οι δε ανατροπές στην εξέλιξη που κρατούν ζωντανό το ενδιαφέρον, ενισχύουν τη θεατρικότητα, ενώ η επαναληπτικότητα μιας χαρακτηριστικής, εύστοχης ατάκας δίνει το στίγμα… «και κάπως έτσι τα ασήμαντα γίνονται σημαντικά»…. Για να αναδειχθούν στην κατάληξη τα σπουδαία σημαντικά…
– Σε αμέσως επόμενο επίπεδο μας άγγιξε η σκηνοθεσία του Αχιλλέα Ψαλτόπουλου, που εν προκειμένω θεωρούμε ότι έδωσε τον καλύτερό του εαυτό, Διότι πρόκειται για μια δουλειά που συνδυάζει έμπνευση, αφοπλιστική λιτότητα, σύγχρονη οπτική, εντιμότητα και ειλικρίνεια, σε ένα αποτέλεσμα πεντακάθαρο. Το οποίο διακρίνεται από θαυμάσια σκηνική οικονομία, χωρίς τίποτα παραπανίσιο, από ροή που κυλά σαν γάργαρο νερό, από έντονο συναίσθημα, χωρίς ίχνος μελό… Αξιοποιώντας με άριστο τρόπο ένα αφαιρετικό σκηνικό, αλλά κυρίως τη συνύπαρξη αφηγητή και ζευγαριού, ως εμπνευσμένο σκηνοθετικό εύρημα με εξαιρετικά αποτελεσματική απόδοση. Όπου σε πρώτο πλάνο ο αφηγητής- που στην πορεία αποκαλύπτει την ταυτότητά του-, πάνω ή κάτω από τη σκηνή, συνδέει τις σκηνές της ιστορίας με ρεαλιστικές και ταυτόχρονα λυρικές παρεμβάσεις, ενώ επί της σκηνής το ζευγάρι δραματοποιεί την εξέλιξη και ο αφηγητής περνά διακριτικά στη σκιά, ωστόσο «μετέχοντας». Μια διαχείριση που προσφέρει «εναλλακτικότητα» και ενδιαφέρον στη θέαση, συμβάλλει αποτελεσματικά στο δέσιμο των σκηνών χωρίς χάσματα, δημιουργεί θεατρική ατμόσφαιρα με τις αλλαγές στα επίπεδα δράσης, βοηθούμενες από αλλαγές των φωτισμών. Εν ολίγοις μια μοντέρνα, αφαιρετική, απόλυτα ισορροπημένη και επί τους ουσίας σκηνοθεσία, που ανέδειξε συγκινητικά το κυρίαρχο συναίσθημα…
– Μιλώντας για τις ερμηνείες, οφείλουμε να σταθούμε καταρχήν στην ταλαντούχα Εύη Εμμανουήλ, η οποία υποδύθηκε τον πολυσύνθετο γυναικείο ρόλο με τρόπο υποδειγματικό. Πρόκειται για μια ηρωίδα που βιώνει σχεδόν όλη τη γκάμα των συναισθημάτων και η εξαιρετική ηθοποιός κατάφερε να αποδώσει σταδιακά τις μεταπτώσεις με απόλυτη πειστικότητα, αμεσότητα, ειλικρίνεια, βοηθούμενη από ένα πληθωρικό ταλέντο και θαυμάσια δουλεμένα εκφραστικά μέσα. Ο Γιάννης Κιντάπογλου, στον ανδρικό ρόλο του ζευγαριού, στήριξε το συναίσθημα με την εντελώς λιτή και δωρική ερμηνεία του, με ακρίβεια στις αντιδράσεις, αν και ο ιδιαίτερος ρόλος θεωρούμε ότι σήκωνε ή απαιτούσε ένα «κλικ» παραπάνω και κάποιες στιγμές το πικρό γέλιο δεν έμοιαζε πειστικό. Ο Κώστας Πλασταράς, στο ρόλο του αφηγητή, μας κέρδισε από το πρώτο λεπτό, ως μια σχεδόν βιβλική, ευγενική φιγούρα με έντονη εκφραστικότητα, υπέροχη εκφορά του λόγου και βαθιά «ατμοσφαιρική» φωνή, που επιπλέον δεν έπαψε να «ερμηνεύει», ενόσω παρέμενε στη σκιά, εκτός πλάνου,
– Υπέροχες θα χαρακτηρίζαμε τις μουσικές επιλογές, που υπογράμμισαν με τον πλέον ατμοσφαιρικό τρόπο τις σκηνές και συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στην ενίσχυση του συναισθήματος. Καλοδιαλεγμένα και πολύ φροντισμένα τα κοστούμια– ειδικά της γυναίκας και απόλυτα εύστοχοι- αποτελεσματικοί οι φωτισμοί με ενεργό ρόλο. Όσον αφορά στο λιτό, μοντέρνο, «γραμμικό» σκηνικό με απλές ξύλινες κατασκευές, υπηρέτησε ιδανικά το αφαιρετικό πνεύμα και τις ανάγκες της σκηνοθεσίας.
Οι μόνες μικρές παρατηρήσεις μας (–), πέρα από το «παραπάνω» που μας έλειψε στην ερμηνεία του Γ, Κιντάπογλου ή την ελαφρά αμηχανία των χεριών του Κ, Πλασταρά, αφορούν σε μια μικρή χαλάρωση του ρυθμού οδεύοντας προς το τέλος της παράστασης και επίσης στο φινάλε, που μένει ελαφρώς μετέωρο χωρίς σαφή ταυτότητα, κάπως ημιτελές, αφήνοντας την αίσθηση να περιμένεις «κάτι» ακόμη ως κλείσιμο. Ίσως επειδή δεν χόρτασες τη μία ώρα και θέλεις να κρατήσει κι άλλο…
Εν κατακλείδι (=) απολαύσαμε μια… καθόλου απλή ερωτική ιστορία, δοσμένη με ειλικρινές συναίσθημα και εμπνευσμένη σκηνοθεσία, που κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον και άγγιξε βαθιά, υγραίνοντας πολλά μάτια…
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
6,5 στα 10
Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση ΕΔΩ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΕΥΤΥΧΙΑ ΠΛΑΖΟΥΜΙΤΗ [ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΔΩ]
—————————————————————————————————————————————————————————–
#Κουλτουρόσουπα #kulturosupa #Θεατρομανία #ΕίδαμεΚαιΣχολιάζουμε #ΠίτσαΣτασινοπούλου #ΘέατροΑθήναιον #ΑχιλλέαςΨαλτόπουλος #ΜιαΑπλήΕρωτικήΙστορία
Φωτογραφικό υλικό