Στα πλαίσια των διαδικτυακών προβολών, που δυστυχώς αποτελούν ακόμη την μοναδική επαφή μας με το θέατρο, παρακολουθήσαμε την παιδική μουσικοχορευτική παράσταση «Το Χρυσό Αρισμαρί» της Κέλλυς Σταμουλάκη. Πρόκειται για μια παραγωγή της Music & Drama Productions του Μαυρίκιου Μαυρικίου, που ανέβηκε στο θέατρο ΗΒΗ, στην Αθήνα, το 2017.
Το έργο
Η Ραλλού είναι μια πολύ όμορφη αλλά εξαιρετικά εγωίστρια νεράιδα, που συμπεριφέρεται άσχημα στα ζωάκια του δάσους, αδιαφορώντας για τα συναισθήματά τους. Η Πλουμίνα, η μεγάλη Νεράιδα του Δάσους, αποφασίζει να την τιμωρήσει. Μέχρι να βρεθεί κάποιος να την αγαπήσει για αυτό που πραγματικά είναι, η Ραλλού θα χάσει τη μιλιά της και όταν κλαίει, μαργαριτάρια και όχι δάκρυα, θα βγαίνουν από τα μάτια της. Ο Πετρής, από την άλλη, ο καλόκαρδος και γενναίος γιος ενός φτωχού λογιστή, συναντά μια μέρα τυχαία την Ραλλού και την ερωτεύεται. Όταν ο φιλάργυρος κύριος Καβουράκιας, που είχε πάρει υπό την προστασία του την νεράιδα, καταλαβαίνει ότι θα χάσει τα μαργαριτάρια της, στέλνει τον Πετρή σε μια ακατόρθωτη αποστολή. Τον πείθει ότι ο μοναδικός τρόπος να σώσει τον άρρωστο πατέρα του είναι να βρει το “Χρυσό Αρισμαρί”, ένα μαγικό θεραπευτικό βότανο, από την αναζήτηση του οποίου κανείς ποτέ δεν γύρισε ζωντανός. Ο Πετρής και ο αδελφικός του φίλος ο Στέργιος, ξεκινούν ένα επικίνδυνο ταξίδι, με στόχο να βρουν το πολύτιμο φάρμακο. Ένα ταξίδι, γεμάτο περιπέτειες, κακουχίες, αλλά και στιγμές συγκίνησης και τρυφερότητας, κατά τη διάρκεια του οποίου θα ανακαλύψουν την δύναμη της αληθινής φιλίας, της αγάπης και της ανιδιοτελούς προσφοράς…

Καταρχάς στα θετικά (+) της παράστασης το κείμενο της Κέλλυς Σταμουλάκη, που μέσα από τις φανταστικές περιπέτειες των ηρώων αναδεικνύει ως ύψιστη αρετή την καλοσύνη και την προσφορά στον συνάνθρωπο. Πρόκειται για ένα παραμύθι, με γρήγορη πλοκή και εμπνευσμένους διαλόγους, που περιέχει όλα τα βασικά στοιχεία δράσης του είδους. Με έκδηλη τη χιουμοριστική διάθεση κατορθώνει να διασκεδάσει και να προσεγγίσει με σεβασμό τους μικρούς θεατές, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον και την προσοχή τους. Κατά τη διάρκεια του “ακατόρθωτου” ταξιδιού, που αποτελεί το βασικότερο στοιχείο της υπόθεσης, η συγγραφέας δράττεται της ευκαιρίας να προβάλει σημαντικές ηθικές αξίες, να αναφερθεί στις οικογενειακές σχέσεις και ιδίως τις σχέσεις αγάπης πατέρα-γιου, να εξάρει τον σεβασμό και την αγάπη προς τα ζώα, αλλά και να διευκρινίσει την έννοια του αγνού έρωτα, ως συναισθήματος πηγαίου και αυθόρμητου, απαλλαγμένου από υστεροβουλίες και συμφέροντα.
Η σκηνοθετική προσέγγιση, δια χειρός της ίδιας της Κέλλυς Σταμουλάκη, μετέφερε με επιτυχία τους θεατές στον παραμυθένιο κόσμο των νεράιδων που ζωντάνεψε επί σκηνής. Έναν κόσμο πολύχρωμο, μελωδικό όπου όλα είναι δυνατά, τον οποίο παρουσίασε ως αντανάκλαση του δικού μας κόσμου, με τις ίδιες ατέλειες και τις ίδιες αδυναμίες. Με ιδιαίτερα διεισδυτικό τρόπο η σκηνοθέτης κατάφερε να ψυχογραφήσει τους ήρωες και να αναδείξει τα βασικά στοιχεία, θετικά ή αρνητικά, της προσωπικότητας τους. Χωρίς περιττές λεπτομέρειες, χωρίς να κουράζει και να μακρηγορεί, απέδωσε την υπόθεση με αρκετά ενδιαφέροντα τρόπο, δίνοντας ένα αποτέλεσμα με ροή και συνέχεια, μέχρι το λυτρωτικό τέλος. Η μουσική και το χιούμορ, απαραίτητα συστατικά του παιδικού θεάτρου, υπήρξαν σύμμαχοι στην όλη προσπάθειά της να διεγείρει την φαντασία των μικρών θεατών και να επικοινωνήσει τα όσα διαδραματίζονται επί σκηνής.
Ο πολυμελής θίασος των ηθοποιών που ανέλαβε να ζωντανέψει το παραμύθι, επέδειξε περισσή ενέργεια και διάθεση. Απέδωσαν τους ρόλους τους με πειστικότητα και επιτυχία, ως μια ομάδα δεμένη και συγχρονισμένη. Ανταποκρίθηκαν επίσης με συνέπεια στις μουσικοχορευτικές ανάγκες της παράστασης, με καλές και συντονισμένες κινήσεις, υπό τις οδηγίες του Αναστάση Δεληγιάννη.

Ο αγαπημένος ηθοποιός Τάσος Χαλκιάς, στον ρόλο του κακού κυρίου Καβουράκια, ήταν απολαυστικός. Γεμάτος ζωντάνια και κέφι έδειχνε να απολαμβάνει τη συμμετοχή του σε μια παιδική παράσταση, την οποία αντιμετώπιζε με ιδιαίτερο σεβασμό.
Στο πλευρό του η πληθωρική Ευτυχία Φαναριώτη, στον ρόλο της αχόρταγης Τουλούμπας, έβριθε θεατρικότητας και χάριζε άφθονο γέλιο σε κάθε της εμφάνιση, αγγίζοντας όμως σε ορισμένα σημεία την υπερβολή.
Ο Ορέστης Τρίκας ως Πετρής ξεχώρισε για την ερμηνεία του. Με υπέροχη κίνηση και επαγγελματισμό κέρδισε την συμπάθεια των μικρών θεατών για την ανδρεία και την ακεραιότητα του.
.
Μαζί του ο Δημήτρης Δημητρόπουλος, στον ρόλο του αγαπημένου του φίλου Στέργιου, που γεμάτος ενέργεια ερμήνευσε άψογα τον ρόλο του πιστού συντρόφου.
Ο ρόλος της Ραλλού ταίριαξε απόλυτα στην αξιόλογη Έλενα Δελακούρα, η οποία, με εξαιρετική κίνηση και εκφραστικότητα, υποδύθηκε την εγωίστρια νεράιδα που γνώρισε τελικά την αληθινή αγάπη και την αξία της καλοσύνης. Απόλυτα ταιριαστό το facepainting της, που της έδωσε μια ακόμη πιο παραμυθένια πινελιά.
Η Ελευθερία Ρήγου, ως Πλουμίλα (η Μεγάλη νεράιδα του Δάσους) ήταν εντυπωσιακή, το δε δίδυμό της επί σκηνής, η Έφη Κιούκη, στον ρόλο της νεραιδούλας Ηχούς που αντέγραφε τα όσα έλεγε η Πλουμίλα, ήταν απλά απολαυστική.
Ξεχωριστή παρουσία, τόσο ερμηνευτικά όσο και φωνητικά η Έλενα Παπαδημητρίου, που με τις εκπληκτικές ερμηνείες της στα τραγούδια της παράστασης, γοήτευσε στον ρόλο του “παγονιού”. Πολύ καλές ερμηνείες, αλλά και σκηνική παρουσία και από το υπόλοιπο καστ: τον Παύλο Εμμανουηλίδη, τον Νίκο Παρασκευόπουλο, τον Γιώργο Σαμαρά, την Ευγενία Μανούσου και την Άννα Τσάφα.

Η μουσική επένδυση της παράστασης ήταν αναμφίβολα από τα καλύτερα στοιχεία της. Υπέροχα τραγούδια, με μουσική του αξέχαστου Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, στίχους του Γιάννη Προεστάκη και της Κέλλυς Σταμουλάκη και ενορχήστρωση του Μαυρίκιου Μαυρικίου, πλαισίωσαν αρμονικά την υπόθεση. Άριστη επιλογή η ζωντανή επί σκηνής μουσική, με τον Μαυρίκιο Μαυρικίου στα πλήκτρα σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, να ντύνει με νότες κάθε σκηνή και κάθε διάλογο. Αξιοσημείωτο το πλήθος των μουσικών οργάνων που χρησιμοποιήθηκαν επί σκηνής (άρπα, τσέλο, ακορντεόν, γιουκαλίλι, σαξόφωνο, μπαγλαμαδάκι, κιθάρα και άλλα που μάλλον μου διαφεύγουν), τα οποία δημιούργησαν υπέροχα μουσικά σύνολα στα χέρια ταλαντούχων μουσικών και χάρισαν ένα ξεχωριστό θέαμα στους μικρούς θεατές.
Το σκηνικό, της Δέσποινας Βολίδη, κατόρθωσε να ζωντανέψει τον κόσμο των νεράιδων και να μας μεταφέρει την ατμόσφαιρα του παραμυθιού. Σε συνδυασμό με τα 3d Animation της παράστασης από το Χρήστο Παπαμέτη, δημιούργησαν ένα φαντασμαγορικό αποτέλεσμα. Οι προβολές στην οθόνη, στο πίσω μέρος της σκηνής, με τις κινούμενες εικόνες, χάρισαν κίνηση και φυσικότητα στο τοπίο που προβάλλονταν και συνδυάζονταν απόλυτα με τα αντικείμενα εντός σκηνής, που πολύ λειτουργικά εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του έργου. Από σκαλιστά καθίσματα εποχής με κρύπτες για τους θησαυρούς του κυρίου Καβουράκια, μέχρι κινούμενους βράχους στο μέρος που φύτρωνε το Αρισμαρί, όλα προσεκτικά επιλεγμένα με μεράκι και φαντασία από την δημιουργό. Άριστα συνδυασμένα και τα ευφάνταστα κοστούμια της παράστασης, δημιουργίες του Ρουσσέτο Σιγάλα, που ξεχώρισαν, τα περισσότερα τουλάχιστον, με την πολυχρωμία και την ιδιαίτερη αισθητική τους.
Πολύ καλή δουλειά και στους φωτισμούς, από την Κατερίνα Μαραγκουδάκη, που στοχευμένα έδωσε χρώμα, ύφος και συναίσθημα στην παράσταση εντείνοντας την ψυχολογική επίδραση κάθε σκηνής στους θεατές και υποβάλλοντας τους την αίσθηση ότι πραγματικά βρίσκονται σε ένα μαγεμένο δάσος.
Στα αρνητικά στοιχεία (-) της παράστασης θα συγκαταλέγαμε αρχικά την υπερβολή στο ίδιο το περιεχόμενο του “παραμυθιού”. Συνδυάζει στοιχεία από πολλά γνωστά παραμύθια, ίσως σε υπερβολικό βαθμό και σε σημείο που το βασικό κομμάτι της υπόθεσης γίνεται δυσδιάκριτο. Ενώ η αρχή δίνει την εντύπωση ότι η βασική ιστορία περιπλέκεται γύρω από το ξόρκι της Ραλλούς και το πώς θα λυθεί, στη συνέχεια εμφανίζεται άλλος πρωταγωνιστής που έχει και αυτός τον δικό του άθλο (την αναζήτηση του πολύτιμου βοτάνου) και στην ουσία κλέβει τα «πρωτεία» από την μαγεμένη νεράιδα. Τα ίδια όμορφα νοήματα θα μεταδίδονταν και με μια απλούστερη υπόθεση, έχοντας πάντα ως γνώμονα ότι το όλο έργο απευθύνεται σε παιδιά, στα οποία οι πολύπλοκες υποθέσεις δεν θεωρώ πως αρμόζουν.

Επίσης, οι παιδικές παραστάσεις βασίζονται ως επί το πλείστον στην διάδραση με το παιδικό κοινό, καθώς έτσι διατηρούν το ενδιαφέρον και την προσοχή του, που είναι τόσο εύκολο να χαθεί. Η συγκεκριμένη παράσταση θα μπορούσε να έχει περισσότερες στιγμές αλληλεπίδρασης με τους μικρούς θεατές, πέρα από τις δύο ή τρεις που ξεχώρισα και που αποδεδειγμένα ενθουσίασαν τα παιδιά.
Αξίζει να σημειωθεί ακόμη, ότι ενώ η παρουσίαση πολλών και διαφορετικών οργάνων επί σκηνής υπήρξε εξαιρετική ιδέα, ήταν δυσάρεστο πραγματικά το γεγονός ότι η άρπα, ένα τόσο σπουδαίο και σπάνια εμφανιζόμενο σε θεατρικές σκηνές όργανο, υποβαθμίστηκε σε σχέση με τα υπόλοιπα, καθώς δεν ακουγόταν επαρκώς, σχεδόν καθόλου θα έλεγα.
Συμπερασματικά (=), το “Χρυσό Αρισμαρί” είναι ένα πολύχρωμο και κεφάτο μουσικοχορευτικό παραμύθι, με εντυπωσιακό σκηνικό, πρωτότυπη, ζωντανή μουσική και ένα εξαιρετικό θίασο που τιμά και σέβεται το παιδικό κοινό. Μια παράσταση που αξίζει να παρακολουθήσει κανείς, σε όποια ηλικία και αν βρίσκεται, καθώς, πέραν των άλλων, προσφέρει στιγμές απόδρασης από την δύσκολη πραγματικότητα στον κόσμο της φαντασίας των παιδικών μας χρόνων…
Βαθμολογία:
6,1
.
..
Ακολουθήστε το Kulturosupa.gr στα social media
..