Είδε και σχολιάζει ο Γιάννης Τσιρόγλου
Η θεατρική πραγματικότητα της εποχής θέλει τις παραστάσεις να είναι κάτω ή οριακά στα 90 λεπτά, δηλαδή να παίζεται μονομιάς και να μην γίνεται διάλλειμα. Αυτήν την πραγματικότητα κάνουν πράξη εδώ και χρόνια θεατρικοί παραγωγοί, θιασάρχες και μικρότερες ομάδες. Η άλλη όμως πραγματικότητα, αυτή που βιώνει ο θεατής και πληρώνει να δει μια παράσταση, έχει διαφορετικές ανάγκες οι οποίες δεν είναι αντιληπτές ή αδιαφορούν θεωρώντας πως οι απαιτήσεις των καιρών –και της ταχύτητας- επιβάλουν την ολική «φαστφουντοποίηση» του θεάτρου μας. Χωρίς να θέλω να επεκταθώ σε αυτό το κείμενο, πολλές παραστάσεις έχασαν την αίγλη και την αξία τους καθώς επιδόθηκαν σε κοπτοραφή συρρικνώνοντας κείμενο, σκηνοθεσία και ερμηνείες. Το έργο «Το δείπνο» του Χέρμαν Κοχ που παρουσιάζεται στο θέατρο Αριστοτέλειον, είναι μια τέτοια περίπτωση, που αν δινόταν η ευκαιρία να απλωθεί χρονικά θα πρόσφερε στον θεατή μια πιο διεισδυτική ανάγνωση του πονήματος.
Όπου σε ένα πολυτελές ρεστοράν συναντάμε δυο ζευγάρια να συντρώγουν και να αναλίσκονται σε θέματα γενικής επικαιρότητας, όταν ο ένας από αυτούς, που προορίζεται για πρωθυπουργός, τους ανακοινώνει πως θα δημοσιοποιήσει μια εγκληματική ενέργεια που διέπραξαν στο παρελθόν τα παιδιά τους… Όλα αυτά κάτω από το βλέμμα ενός εκλεπτυσμένου μετρ που τους προσφέρει –και με νόημα προφέρει- ότι πιο γκουρμέ διαθέτει η οικουμένη…
Ως βασική ιδέα το έργο του Χέρμαν Κοχ δεν συγκινεί, δεν ξαφνιάζει και φυσικά ούτε πρωτοτυπεί. Αναφέρεται με δυο λόγια στο φαίνεσθαι και ουχί στις πραγματικές αξίες και τα αληθινά πιστεύω της ανθρώπινης φύσης. Η υποκρισία, το συμφέρον και ο ωχαδερφισμός μιας πάστας επιφανών ανθρώπων που ζουν και αναπνέουν στη χλιδή, στην κοινωνική καταξίωση και εντέλει, υποκριτικά νοιάζονται για τα κοινά (ακόμη και για την οικογένειά τους), έρχεται σε αντιπαράθεση όταν ο ένας αποφασίζει, έστω και καθυστερημένα, να αλλάξει… Παρότι ο συγγραφέας δεν εξηγεί (και δεν μας πείθει) εκτενώς για το λόγο της μεγάλης ηθικής «στροφής», θεατρικά το κείμενο, παραμένει αρκετά αξιοπρεπές, τουλάχιστον έχει καλές, προθέσεις.
Σε αυτό συνέβαλλε και η μετάφραση της Κάτιας Σπερελάκη το οποίουπήρξε οριοθετημένο και στα πλαίσια του ύφους που πρόσδιδε μια παράσταση που η παραγωγή χαρακτήρισε ατυχώς, «ψυχολογικό θρίλερ»…
.
Ευτυχώς όμως, που υπήρξε ηέμπειρη Λίλλυ Μελεμέ και σκηνοθετικά το ισορρόπησε καθώς στο μενού της περιελάμβανε μια «σκοτεινή» σπιρτάδα… έναν φραστικό τσακωμό σε κλιμάκωση, γρήγορες κοφτερές κινήσεις, κάτι σαν χορογραφία, σημειωτέον το έργο διαδραματίζεται σε ένα ρεστοράν με τους ήρωες στο μεγαλύτερο μέρος να είναι καρφωμένοι στην καρέκλα τους, ενώ από το πρώτο λεπτό, η ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι.
Στα παραπάνω καθοριστικό ρόλο συνέβαλλαν σκηνικά (Μιχάλης Σαπλαούρας) και φωτισμοί (Μελίνα Μάσχα). Τα πρώτα πρόσδιδαν ένα πολυτελές κατάστημα με προσωπικότητα και στίγμα χώρου, εκεί, όπου με το όνομα και τα λεφτά σου έχεις όλο το μαγαζί πάνω από το κεφάλι σου, ενώ οι αυστηροί –εξαιρετικοί, πραγματικά- φωτισμοί, καμουφλάριζαν τα ένοχα μυστικά των πρωταγωνιστών.
.
Ερμηνευτικά το έργο αποδόθηκε από πέντε γνωστούς και έμπειρους ηθοποιούς και δυο μπαλαντέρ/γλάστρες… που δεν αναφέρονται καν στο πρόγραμμα!!! Χωρίς κάτι το εξαιρετικό, θεωρώ δεν είχαν και πολλές δυνατότητες μιας ολοκληρωμένης ανάπτυξης ρόλου, ωστόσο Στέλιος Μάινας και Γιώργος Κοτανίδης ξεχώρισαν. Ο πρώτος υπήρξε ετοιμόλογος και σαρκαστικός. Στο πρώτο μέρος έσφαζε με το μπαμπάκι και κατόπιν μάζευε τα ασυμμάζευτα. Πραγματικά ένας υπέροχος ηθοποιός που απολαμβάνεις να βλέπεις κάθε φορά και από τους λίγους της γενιάς του που όσο μεγαλώνει ωριμάζει ερμηνευτικά. Όπως και ο δεύτερος, (άλλης κλάσης βέβαια), που με το αυστηρό και βλοσυρό του βλέμμα, υπήρξε ιδανικός στον ρόλο του, ενός σαγηνευτικού χαρακτήρα που με τις γαστρονομικές ατάκες του, ηδομικά… σε εκνεύριζαν. Ίσως, δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη επιλογή.
Ως μια σημαντική ηθοποιός –και- του θεάτρου, η αίγλη της Κατερίνας Λέχου παραμένει στο ακέραιο. Πάντα κομψή και πάντα άνετη. Ωστόσο, επί σκηνής θέλαμε κάτι παραπάνω, μπορούσε και δεν το έκανε από μια επίπεδη ερμηνεία, τουναντίον το προσέφερε με μεγάλη αυτοπεποίθηση η Κατερίνα Μισιχρόνη, μια από τις πιο ελπιδοφόρες νέες σχετικά παρουσίες. Τέλος, αγέρωχη παραμένει και η εμφάνιση του Λάζαρου Γεωργακόπουλου που όσα χρόνια κι αν περάσουν, ο άνθρωπος γοητεύει.
Εν ολίγοις… από μια φροντισμένη και λουστραρισμένη παράσταση που είναι αλλά θέλει να πει πολλά και να περάσει ακόμη περισσότερα, χάθηκε στη «ενορχήστρωση» που θέλει το περιτύλιγμα να είναι και ουσία. Δυστυχώς.
Βαθμολογία:
6,1/10
Βίντεο υπόκλιση πρεμιέρα στο Aριστοτέλειον.
.
.
-k-
,
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ
«ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ» του Χέρμαν Κοχ.
Κοινωνικό
ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ
Πρόκειται για ψυχολογικό θρίλερ που διαρρηγνύει την εικόνα της φαινομενικά ευτυχισμένης, σύγχρονης αστικής οικογένειας μέσα από ένα επικίνδυνο δείπνο που εξελίσσεται σε αγώνα επιβίωσης. Με τους: Στέλιος Μάινας, Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Κατερίνα Λέχου, Γιώργος Κοτανίδης και Κατερίνα Μισιχρόνη.
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 20.00, Πέμπτη 21.15, Παρασκευή 21.15, Σάββατο 19:00 & 21:15, Κυριακή 20.00
,
-k-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 20/9/2018 έως 20/05/2019 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 9α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2019 που θα πραγματοποιηθούν Τρίτη 11 Ιουνίου 2019.
.
.
Δείτε & αυτά:
-Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα ΕΔΩ
-Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη ΤΩΡΑ ΕΔΩ
–Θέατρο: Είδαμε & Σχολιάζουμε ΕΔΩ
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε ΕΔΩ
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε ΕΔΩ
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιαζουμε ΕΔΩ
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία – ΕΔΩ
.
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό