.
Ο Κώστας Αρζόγου αποφοίτησε το 1969 από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Το 1970 υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του Ελεύθερου Θεάτρου. Στον κινηματογράφο συνεργάστηκε με τη Μελίνα Μερκούρη και την Έλεν Μπέρστιν και συμμετείχε σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και επιθεωρήσεις στο θέατρο του Άλσους Παγκρατίου. Συνεργάστηκε με τους θιάσους της Έλλης Λαμπέτη, του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, του Αλέκου Αλεξανδράκη κ.ά. Τα τελευταία χρόνια έχει ασχοληθεί με την σκηνοθεσία θεατρικών παραστάσεων. Το 1984 ίδρυσε τη δική του θεατρική ομάδα που πήρε το όνομα “Αεικίνητο”.
Στη Θεσσαλονίκη θα έχουμε τη ευκαιρία να τον δούμε στην παράσταση «Στου Μποχώρη» του Μηνά Βιντιάδη, μαζί με την Πέμη Ζούνη και τον Βασίλη Ευταξόπουλο, σε σκηνοθεσία Βάνας Πεφάνη, στο θέατρο Αμαλία.
Συνέντευξη στην Ελπίδα Παπαδανιήλ για την Κουλτουρόσουπα.
– Μιλήστε μας για την παράσταση «Στου Μποχώρη»
Πρόκειται για μια οικογένεια προσφύγων, οικογένεια με την ευρεία έννοια, οι οποίοι προσπαθούν να στήσουν ένα μαγαζί που να έχει ζωντανή ορχήστρα και φαγητό. Αυτή είναι και η βασική ιδέα του Μηνά Βιντιάδη. Η Βάνα Πεφάνη ως σκηνοθέτης έχει κάνει κάτι καταπληκτικό κατά τη γνώμη μου, την στιγμή που τρέχει η ίδρυση του νέου μαγαζιού, τα τραγούδια που ακούγονται, οι μαγειρικές, οι μνήμες, οι μυρωδιές, όλες οι αισθήσεις εισβάλουν μέσα σαν να διακόπτουν την παράσταση. Δηλαδή δεν παρουσιάζεται ένα ρεαλιστικό επίπεδο αλλά κάτι υπέροχα μαγικό.
– Συνοδεύεται και από μουσική της εποχής;
Ναι, και θα ήθελα να σημειώσω είναι η μουσική της παράστασης είναι ζωντανή και βγάζει ένα ήχο… τον ήχο της Σμύρνης. Δεν είναι ο ήχος της Ελλάδας.. Για να καταλάβετε, δεν υπάρχει ακορντεόν αλλά μπαντονεόν, δεν υπάρχει σαντούρι αλλά κάτι αντίστοιχο. Ο ήχος λοιπόν που παράγεται είναι καταπληκτικός, είναι ξεχωριστός.
-Τι θέλετε να μεταφέρετε στο κοινό με την παράσταση;
Αυτή η παράσταση είναι λιγάκι σαν τάμα. Θέλουμε πάρα πολύ να ξυπνήσουμε αυτές τις μνήμες, τις οποίες τις κουβαλάνε οι άνθρωποι. Μέσα σε αυτό το χάος που ζούμε, που δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει, δεν ξέρουμε αύριο τι γίνεται, το βράδυ τι γίνεται, το μόνο στέρεο πράγμα πια είναι οι μνήμες μας, αυτό που ήδη έχει γίνει και το έχω ζήσει με το σώμα μου. Έχουμε προσπαθήσει να ακουμπήσουμε άλλοι σε κόμματα, άλλοι στη θρησκεία, άλλοι στην εμφάνιση… το μόνο όμως σίγουρο πράγμα είναι αυτό που έχουμε ήδη ζήσει. Αυτό είναι και η σανίδα σωτηρίας μας.
– Άρα αυτό που πρέπει, είναι να δημιουργούμε όμορφες αναμνήσεις..
Βέβαια, αλλά και αληθινές. Έχουμε συνηθίσει στο όμορφες αλλά δεν είναι αρκετό. Στην παράστασή μας υπάρχουν πράγματα όμορφα, γλυκά αλλά και πάρα πολύ οδυνηρά, γιατί ακουμπάνε την πραγματικότητα, την αλήθεια.
– Αγγίζει δηλαδή με ρεαλισμό τα γεγονότα της εποχής..
Όχι απλώς αγγίζει, παρουσιάζουμε μια εποχή που την έχουνε βιώσει οι άνθρωποι.
– Πώς είναι η συνεργασία μεταξύ σας;
Την χάρηκα. Όλο το καλοκαίρι είχαμε τις πρόβες και ειλικρινά δεν έβλεπα την ώρα να πηγαίνω. Άλλωστε και αυτό που κουβαλάνε και ηΠέμη και ο Βασίλης είναι καταπληκτικά. Στην παράσταση μπαίνει η μνήμη εμπειρικά και την κόβει. Ο Βασίλης μάλιστα, λόγω του ότι είχε κάνει μια παράσταση πριν από χρόνια, έχει ένα πολύ ρεαλιστικό ξεδίπλωμα στο ρόλο. Για μας του υπόλοιπους είναι πρωτόγνωρο και αληθινό.
– Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την υποκριτική; Σας ταξιδεύω λίγο στο χρόνο…
Ενώ ήμουν μαθητής, δημιούργησα ένα θεατρικό όμιλο, μη φανταστείτε τίποτα το ιδιαίτερο, τρία άτομα ήμασταν. Κάναμε λοιπόν μια παράσταση. Εκείνη την ημέρα έτυχε να έρθει στο σχολείο μας η Κατίνα Παξινού για να ρωτήσει για την πρόοδο του εγγονού της και ήρθε να δει την παράσταση.
-Μεγάλη τύχη….
Τι να σας πω…. Εμένα τρέμαν τα πόδια μου γιατί γνώριζα ποια είναι η Παξινού… Η παρουσία της στην παράσταση με γοήτευσε πολύ. Με τη καθοδήγησή της κατόπιν μπήκα σε ένα χώρο του Εθνικού Θεάτρου με δασκάλους τον Χόρν, την Τσουκαλά, τον Βόκοβιτς και πολλούς άλλους.
– Θυμάστε τα σχόλια που σας έκανε η Παξινού μετά την παράσταση;
Δεν θυμάμαι τίποτα… Εκείνη τη στιγμή ήμουν τόσο συγκινημένος που το μόνο που θυμάμαι είναι ότι για ένα τέταρτο περίπου μου κράταγε τα χέρια… Τα χέρια της θυμάμαι ακόμη και σήμερα και εκείνη την αίσθηση..
– Οι γονείς σας πώς αντέδρασαν σε αυτή την απόφαση;
Δεν ήθελαν να γίνω ηθοποιός…. Ούτε αθλητή με άφησαν να γίνω, παρόλο που είχα πολύ καλά ρεκόρ. Άλλωστε ήταν μια εποχή που πέθαιναν στην ψάθα και οι αθλητές αλλά και οι ηθοποιοί. Δεν ήθελαν να γίνω “Θεατρίνος”… Γι αυτό και εγώ ενώ γράφτηκα στην Φιλοσοφική πήγαινα και παρακολουθούσα τα μαθήματα στο Εθνικό.
-Απολαμβάνετε σήμερα την επιτυχία σας;
Ναι την απολαμβάνω και δεν μου φτάνει… Θέλω να κάνω όλο και περισσότερα πράγματα. Να προλάβω να κάνω πράγματα που δεν έχω κάνει ακόμη…
– Τι θα θέλατε να κάνετε ακόμη;
Καταρχήν θέλω να προλάβω τις άλλες δύο παραστάσεις που τρέχουν, η μία λέγεται “Μια ζωή Τζένη” και θα πάει στη Κύπρο αυτή η παράσταση. Το θέμα της συγκεκριμένης παράστασης είναι ιδιαίτερο. Αφορά ένα πατέρα που δεν δέχεται να κάνει αλλαγή φύλου ο γιος του. Η δεύτερη παράσταση είναι ένα μιούζικαλ το οποίο το διηγούμαι, αλλά αποκαλύπτεται ότι το έχω ζήσει κιόλας προσωπικά.
-Ποια η σχέση σας με τη μικρή οθόνη;
Την τηλεόραση την αγαπάω και νομίζω ότι μέσα σε αυτές τις πολλές μυθοπλασίες που βλέπουμε, υπάρχουν κάποιες που είναι πάρα πολύ καλές.
-Αυτό είναι αισιόδοξο να το ακούμε από εσάς..
Ξέρετε, πρέπει να υπάρξει αυτή η πληθώρα για να υπάρξει και αυτό το πάρα πολύ καλό. Ανάμεσα στα 45 αν υποθέσουμε ότι παίζονται, ξεχωρίζουν τα 3-4 που είναι πάρα πολύ καλά. Να μην ξεχνάμε ότι ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Βούλγαρης, ο Κουτσομύτης έμαθαν κινηματογράφο στα στούντιο του Φίνου. Σε αυτά που σήμερα θεωρούμε δευτεροκλασάτα, εκεί έμαθαν σινεμά οι άνθρωποι.
-Συνεργασίες που έμειναν στην ψυχή σας;
Στο θέατρο ο Αντρέας Βουτσινάς και ο Μίνως Βολονάκης, με τους οποίους δούλεψα πάρα πολύ καλά. Με τον Αντρέα έκανα το “M.Butterfly”, μια παράσταση με τεράστια επιτυχία. Στην τηλεόραση, ο Κουτσομύτης. Κάναμε μαζί τέσσερα σήριαλ. Ο Κουτσομύτης είχε κινηματογραφική παιδεία και όχι τηλεοπτική. Κάθε γύρισμα, κάθε πλάνο είχε κινηματογραφικότητα.. Δεν έτρεχε πίσω από την ιστορία, αλλά είχε άποψη για το κάθε πλάνο. Ενώ σήμερα, χωρίς να θέλω να το γενικεύσω, παρατηρώ ότι εξυπηρετούμε μόνο την πλοκή, το story, δεν υπάρχει κινηματογραφική άποψη.
-Άσχημες, δυσάρεστες αναμνήσεις υπάρχουν;
Πολλές, αλλά είναι τόσο μεγάλη η ικανοποίηση που παίρνω όταν κάτι το πετυχαίνω που δεν τις αφήνω να τη σκεπάζουν. Άλλωστε έχω ακόμη αθλητική συνείδηση, όταν σπας το νήμα ανάθεμα όλες οι προπονήσεις που έχεις κάνει πριν.
– Με το Αλέκο Αλεξανδράκη είχατε μια ιδιαίτερη συνεργασία..
Δεν ήταν μόνο συνεργασία. Με τον Αλέκο είχαμε κάνει ένα πρώτο έργο το “Ήταν όλοι τους παιδιά” του Μίλερ και είχα μπει αρκετά σε μια θεατρικότητα. Γιατί τα πρώτα 10 χρόνια που κάναμε το “Ελεύθερο Θέατρο”, ουσιαστικά μάθαμε τα πάντα γύρω από το θέατρο, αλλά όχι το να γίνουμε καλύτεροι ηθοποιοί. Με τον Αλέκο και τη Λαμπέτη ξεκίνησε μια solo ιστορία θεατρική που έφτασε στο απόγειο με την “M.Butterfly”.
– Υπήρξαν ρόλοι καθοριστικοί για την καλλιτεχνική σας πορεία;
Ναι, στα “Βαμμένα κόκκινα μαλλιά”, ο “Επισκέπτης της ομίχλης” με τον Φέρτη και τον Βόγλη. Μέσα από όλη τη διαδρομή μου, την εξέλιξη που είχα, μπορώ να καταλάβω πώς ήμουν στην “M.Butterfly”…
– Διακρίνεται σήμερα στοιχεία εκείνης της “χρυσής” εποχής;
Όχι, μου λείπει εκείνη η εποχή. Και είναι άδικο, γιατί νέα παιδιά έχουν ξεδιπλώσει ένα καταπληκτικό ταλέντο με φοβερές γνώσεις, καταπληκτικές φωνές, σώματα απίστευτα και παρόλα αυτά νομίζω ότι η ατμόσφαιρα της δημιουργίας που υπήρχε σε αυτά τα “χρυσά” χρόνια λείπει σήμερα.
-Στο σύνολο το παρατηρείται αυτό;
Ξέρετε, εμείς ανεβάζαμε ένα έργο το Οκτώβριο και παίζαμε μέχρι την Κυριακή των Βαΐων. Σήμερα, ο ένας παίζει Δευτέρα βράδυ και άλλος Τρίτη απόγευμα και πάει λέγοντας… Δεν τολμώ καν να το πω αλλά μου θυμίζει λίγο Σούπερ Μάρκετ, όπου για το ίδιο προϊόν υπάρχουν πέντε διαφορετικές μάρκες. Τα θέατρα επίσης είναι πάρα πολλά και όλα είναι φτωχά, δυσκολεύονται πάρα πολύ και αυτό γιατί ενώ αυξάνεται κατά 10% ο αριθμός των θεατών γενικώς μειώνονται τα έσοδα κάθε θεάτρου. Έτσι αναγκάζονται να επιλέξουν μινιμαλιστικές λύσεις πρώτα πρώτα για τα σκηνικά τους. Εγώ θυμάμαι ότι ανέβασα ένα μιούζικαλ που είχε δεκαεπτά ρεαλιστικά σκηνικά, τα οποία αλλάζανε επί σκηνής. Οι επιθεωρήσεις μας ήτανε πλούσιες. Σήμερα δεν τολμάει κανείς να κάτι κάτι λίγο πιο πλούσιο σε σκηνικά.
-Δηλαδή, λόγω της πληθώρας των θεατρικών σκηνών μοιράζετε το κοινό;
Και όχι μόνο.. Οι ηθοποιοί αναγκάζονται να παίζουν σε πολλές σκηνές, οπότε τα ίδια τα ταλέντα διασπώνται. Να σας πω μόνο ότι εγώ είχα παίξει σε ένα Θέατρο που φιλοξενούσε 17 παραγωγές. Γίνονται απίστευτα πράγματα ποντάροντας μόνο στην όρεξη και την έφεση που έχουν οι ηθοποιοί να παίξουν. Επίσης, όταν δουλεύει κανείς σε 2-3 δουλειές ταυτόχρονα, ουσιαστικά δεν έχει το νου του πώς θα βελτιωθεί ο ίδιος. Χρησιμοποιεί από τα ήδη κατακτημένα, τη φωνή του, το σώμα του, ένα σεμινάριο και τέλος… Με όλα αυτά λοιπόν χάνεται και η ποιότητα.
-Έχει κάποιο αποτέλεσμα το κίνημα του metoo, που εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια;
Νομίζω ότι αν υπάρχει μια ωφέλεια, πέρα από τον ηρωισμό μερικών κοριτσιών που κάνανε επίσημα και δημόσια καταγγελίες, ότι έχει περάσει μια αντίληψη που ο καθένας προσέχει διπλά και τριπλά όταν έχει στα χέρια του μια εξουσία ή νομίζει ότι την έχει. Νομίζω ότι αυτό είναι το μεγάλο κέρδος.
– Οι συνθήκες δουλειάς δηλαδή θα βελτιωθούν;
Ναι θα βελτιωθούν. Νομίζω όμως ότι υπάρχουνε πάρα πολλά στόματα και στο χώρο του αθλητισμού και σε άλλους χώρους, που δεν έχουν ανοίξει ακόμη ή δε θέλουν να ανοίξουν και πρέπει να ανοίξουν.. Με το Θέατρο, το δικό μας κλάδο έγινε πολύ μεγάλος ντόρος γιατί λόγω της δουλειάς μας μπαίνουμε στα σπίτια, μας αναγνωρίζουν περισσότερο από ένα αθλητή ας πούμε. Αυτό βέβαια που μου κάνει εντύπωση είναι ότι δεν άνοιξαν τα στόματα στο μόντελινγκ, στην πασαρέλα..
– Ασκείται κριτική στον εαυτό σας;
Ναι, βέβαια. Για τους συναδέλφους όμως είμαι πιο προσεκτικός. Ξέρετε, χιλιάδες φορές έχει βρεθεί η εξουσία στα χέρια μου, όταν σκηνοθετώ κάτι ή όταν δείχνω κάτι, ακόμη και όταν παίζω κάτι. Η λύση πιστεύω δεν είναι να επιτεθώ αλλά να υποβάλλων. Πρέπει να υποβάλλουμε και όχι να επιβάλουμε.
– Και τα παιδιά σας επιλέγουν επαγγελματικά τον ίδιο χώρο;
Ο γιος μου ζει με τη χαρά του “εκτίθεστε”… Η μεγάλη μου κόρη κάνει διεθνή καριέρα, παίζει και στον κινηματογράφο σε μεγάλες παραγωγές. Η μικρή μου κόρη έχουνε πάρει το Θέατρο Σφενδόνη.
-Πώς νιώθετε εσείς για τις αποφάσεις τους; Θέλατε να ασχοληθούν με αυτό το χώρο;
Είτε ήθελα είτε όχι, δε μου πέφτει λόγος. Τα παιδιά διδάσκουν, δε διδάσκονται. Δεν τα προέτρεψα εγώ. Να σας πω, η μεγάλη μου κόρη σπούδασε Κινηματογράφο και Θέατρο στο Λονδίνο και έκτοτε έχει μια πολύ ωραία καριέρα αλλά έχει κάνει και επιτεύγματα. Πήγα στην Κύπρο και την είδα το καλοκαίρι σε μεγάλη παραγωγή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου και έπαιξε μία Κασσάνδρα που με ξεπερνάει.
-Ζητάνε τη συμβουλή σας;
Ίσως, μερικά πράγματα. Έχουν πάρει πλέον το δρόμο τους και κάνουνε καταπληκτικά πράγματα. Περισσότερο θα έλεγα εγώ διδάσκομαι από τα παιδιά μου, με καθοδηγούν αυτά παρά εγώ…
.
-k-
.
ΑΜΑΛΙΑ
«Στου Μποχώρη» του Μηνά Βιντιάδη.
ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Παρασκευή 25 Νοεμβρίου – Ωρα 21:00
Το έργο διατρέχει το χρονικό διάστημα από τις τελευταίες μέρες πριν από την καταστροφή έως το πρώτο χρονικό διάστημα της προσφυγιάς και βασίζεται σε ιστορικά στοιχεία και συγκλονιστικές μαρτυρίες ανθρώπων που βίωσαν αυτή την ξεχωριστή εμπειρία.
Σκηνοθεσία: Βάνα Πεφάνη.
Ερμηνεύουν: Κώστας Αρζόγλου, Πέμη Ζούνη και Βασίλης Ευταξόπουλος.
Ημερες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή 25, Σάββατο 26 και Κυριακή 27 Νοεμβρίου στις 21:00
.
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό