Γράφει ο Μιχαήλ Χατζηαναστασίου για την Κουλτουρόσουπα.
Είτε αρέσει στους σχηματοποιημένους εγκέφαλους της φτηνής κοινωνιολογίας είτε όχι, η ιδέα του έθνους εν έτη 2025, προβάλλει σήμερα περισσότερο από πάντα, σαν μια ζωντανή και αδάμαστη πραγματικότητα, που σπάνει συνεχώς τα πιο καλοφτιαγμένα λογικά καλούπια. Τα έθνη δε θέλουν να πεθάνουν, αλλά πεθαίνουν.
Είτε ξεθάψουνε και ξαναζωντανέψουνε παλιές συντηρητικές και αντιδραστικές φιλοσοφίες κολλώντας τους απο δίπλα την λέξη “νέο”, σημάδι τάχα ξανανιωμού (νεοαριστοτελικοί, νεοθωμιστές, νεοσχολαστικοί, νεοκαντιανοί, νεοσελιγγιανοί, νεοεγελιανοί, νεοϊδεαλιστές, νεοθετικιστές) είτε δημιουργούνε καινούργιες ή φαινομενικά καινούριες μορφές φιλοσοφίας (πραγματισμός, εμπειριοκριτικισμός, βιταλισμός και νεοβιταλισμός, μπερξονισμός, κλπ.) στο βάθος όλες οι φιλοσοφίες έχουν ένα και μόνο σκοπό. Να βγάλουν από μέσα τάχα απ’ τα πορίσματα της σύγχρονης επιστήμης για τελικό συμπέρασμα, την αγιαστούρα του παπά.
Ο Ελληνισμός δεν πρέπει να είναι ένα “εχθές” αυθαίρετα ξεχωρισμένο. Σαν ένα διαρκές γίγνεσθαι τον βλέπω, ένα συνεχές αύριο που τείνει πάντα να πραγματοποιηθεί, χωρίς ποτέ να πραγματοποιείται, πλούσιο από όλες τις περασμένες εμπειρίες του, αλλά και από όλες τις δυνάμεις που ακόμη κρύβει μέσα του.
Ο Λαός ξέχασε να τιμωρεί, γι’ αυτό και τιμωρείται.
Ξέχασε να αξιώνει, γι’ αυτό απαξιώνεται.
Ξέχασε να αγωνίζεται, γι’ αυτό παραγκωνίζεται.
Ξέχασε να εκτιμά, γι’ αυτό αποκτηνώνεται.
Ξέχασε να θυμάται, γι’ αυτό και ξαναζεί αυτά που ξέχασε.
Το μόνο πια που διαθέτει, είναι την μυϊκή μνήμη ενός σκλάβου, ενός απελεύθερου, ενός υποταγμένου, που δεν εννοεί να καταλάβει τι θα πει ελευθερία και ας την γέννησε ο ίδιος.
Ευελπιστώ, ο νέος χρόνος να μας βρει επιτέλους καινούς και όχι κατ’ επανάληψν κενούς.
Χρόνια καλά σ’ όλο τον κόσμο.
Πολλά … ζούνε κι’ οι σαύρες.