.
.
Παρασκευή και 13. Του Μαρτίου του 2020. 18.30, Θεσσαλονίκη.
Κάθομαι στον καναπέ μου ολομόναχη, τρώγοντας πατατάκια, περιμένοντας τη σταδιακή μου μετάλλαξη από Polly Pocket σε θωρηκτό Potemkin. Μου έχουν φουλάρει τα ντουλάπια με αναψυκτικά, μπισκότα και διάφορα άλλα παχυντικά, για να με κάνουν χαρούμενη. Λες και μπορεί η ζάχαρη να γίνει υποκατάστατο της vita bella a Bologna. Εντωμεταξύ τα πατατάκια με αλάτι δεν είναι καν το αγαπημένο μου, προτιμώ αυτά με τη ρίγανη, αλλά λογικά τα βρήκαν σε προσφορά στην τελευταία επιδρομή στο σούπερ μάρκετ.
Καθώς μασουλάω δυστυχισμένη, η καλπάζουσα φαντασία μου δημιουργεί το είδωλο της Καρρά Ντίνας. Μιας μοχθηρής νεαρής γυναίκας, ασθενικής στην όψη με έντονα ζυγωματικά και μαύρους κύκλους που λατρεύει τον αριθμό 14. 14 πλεξούδες, 14 δάχτυλα σε χέρια και πόδια, έτσι ώστε να αρπάζει πιο εύκολα τα θύματά της. Την έχουν αρραβωνιάσει με έναν άθλιο τύπο που φοράει κορόνα και σπέρνει σε παγκόσμιο επίπεδο τον πανικό. Αυτή η θηλυκή, λοιπόν, κακούργα με έχει αναγκάσει σε εγκλεισμό. Το πατατάκι μου δίνει έμπνευση, η ταλαιπωρία φθείρει την λογική μου. Ως άλλος Διονύσιος Σολωμός οραματίζομαι θηλυκές μορφές, αλλά σκοτεινές, χθόνιες.
Θέλω να ξέρω τι άλλο κακό θα με βρει… Εκτός από όλα αυτά που συνέβησαν την τελευταία εβδομάδα.
Δευτέρα 9 Μαρτίου ή ακριβέστερα marzo. 21.30, Μπολόνια.
Andrà tutto bene. Andrà tutto bene. Andrà tuttobene. Η Ιταλία μόλις ανακοίνωσε επίσημα καραντίνα σε όλο το κράτος. Είμαι ακόμη εδώ, να φυλάω Θερμοπύλες με την ελληνίδα συγκάτοικό μου –εμείς ξέρουμε πώς, ο Λεω στο αίμα μας είναι- και από τους λοιπούς ερασμίτες απέμειναν μόνο οι καναδέζες της παρέας. Είναι πολύ μακριά, για να φύγουν και να παρατήσουν έτσι αμαχητί την Erasmus εμπειρία τους. Έτσι, λένε, δηλαδή, για να δώσουν κουράγιο στον εαυτό τους και σε μας, που μόλις συνειδητοποιήσαμε ότι δεν έχουμε τρόπο να φτάσουμε στην Ρώμη, για να πάρουμε αεροπλάνο, αφού το λεωφορείο που κλείσαμε ακύρωσε το δρομολόγιο. “Salute!”, λοιπόν στον κορωναϊό, που μας έφερε εδώ και “cheers” στην τελευταία ανέμελη βραδιά στην Viadel Pratello, πριν βάλουν λουκέτο και επισήμως όλα τα μαγαζιά στην Ιταλία.
Η Sara φλυαρεί χαρούμενη για τα movie nights και τα dinners που θα οργανώσουμε για να περάσουμε τον χρόνο μας εφεξής, ένας Ιταλός παραδίπλα έπιασε το κουβεντολόι με την Υρώ και όλα φαινομενικά είναι εντάξει. Στοιχηματίζω, ωστόσο, ότι δεν είναι μόνο το δικό μου στομάχι που έχει δεθεί ναυτικός κόμπος.
Γιατί, για να σου πω την αλήθεια, την Ιταλία την ονειρευόμουν από τότε που πήγαινα στο λύκειο. Ονειρευόμουν τα “buongiorno, signora” και τη στιγμή που θα στεκόμουν μπροστά από τον Μποτιτσέλι και θα έτρεμα σύγκορμη από συγκίνηση που ευλογήθηκα στη ζωή μου να δω την Αφροδίτη. Όταν μπήκα στη σχολή, ήθελα τόσο πολύ να κάνω αυτό το βήμα και να περάσω έστω έξι μήνες στο εξωτερικό, μακριά από οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον, να μάθω τη γλώσσα, να γνωρίσω νέους ανθρώπους. Και έναν μήνα τώρα στην Μπολόνια, έβαλα το χέρι στο βάζο με το μέλι. Ο πόθος μου είχε πάρει «σάρκα και οστά», αυτά που έβλεπα στον ύπνο μου τα ζούσα.
Μέσα μου έχω ένα παιδάκι που το έκλεισαν καταλάθος στο λούνα παρκ. Αυτή είναι ακριβής παρομοίωση. Περνούσα εκπληκτικά στην αρχή, με τα παιχνίδια και το μαλλί της γριάς, αλλά το σκηνικό της μοναξιάς έγινε αβάσταχτο. Το λούνα παρκ ερήμωσε και το παιδάκι άρχισε να φοβάται και ήξερε ότι πρέπει να φύγει. Αυτό μου συμβαίνει. Η μπίρα με βοηθά να χαλαρώσω και να σκεφτώ.
.

.
Τετάρτη 10 Μαρτίου, 20.00, Μπολόνια.
Η πρεσβεία εξέδωσε χαρτιά με τα οποία μπορούμε πλέον να ταξιδέψουμε. Κλείσαμε εισιτήρια για Παρασκευή πρωί. Αύριο παίρνουμε τρένο για Ρώμη. Δε ξέρω τι να πρωτοχωρέσω στη δεκάκιλη βαλίτσα μου. Θα κάνω έξυπνο layering με τα πουλόβερ μου και θα ταξιδέψω αρχές άνοιξης, ωσάν κάτοικος Λαπωνίας. Να θυμηθώ να μην αφήσω τα κορίτσια να κάνουν insta story. Δε χρειαζόμαστε άλλα αγχωτικά μηνύματα, ευχαριστούμε.
Παρασκευή, 13 Μαρτίου, 8.30, στα σύννεφα, ανάμεσα σε Ιταλία και Ελλάδα.
Πιστεύετε στο μάτι; Αν ναι, ξεματιάστε με. Αν όχι, συνεχίστε την ανάγνωση και θα πιστέψετε, μόλις τελειώσει το κείμενο.
Εχθές το βράδυ έφτασα στην Ρώμη με το τρένο. Πρώτη φορά στην αιώνια πόλη, άβαφη, άπλυτη και κυρίως ράκος ψυχολογικά. Σκεφτόμουν την ερημωμένη Μπολόνια που άφησα, όπου το σκηνικό θύμιζε πολεμική κατοχή με καραμπινιέρους στο δρόμο και κλειστά όλα τα μαγαζιά. Σκεφτόμουν τους γιατρούς και νοσηλευτές που δεν τρώνε και δεν κοιμούνται πλέον, αλλά και τους ηλικιωμένους που κινδυνεύουν. Σκεφτόμουν πως αυτό που φοβόμαστε οι άνθρωποι δεν απέχει πλέον από την πραγματικότητα. Εν έτει 2020 δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το βασικότερο αγαθό όλων. Την υγεία μας.
Στο σταθμό των τρένων στη μεγάλη πρωτεύουσα το σκηνικό ήταν θριλερικό με το στρατό να ελέγχει τους επιβάτες. Μασκούλες, χακί και μπερέδες λες και περιμέναμε κάποια εισβολή. Παράλληλα, η αγαπημένη μου κλασική ελληνική οικογένεια έκανε πλούσιες της εταιρίες τηλεπικοινωνιών κάνοντάς μου διαρκώς κλήσεις και φροντίζοντας να με ενημερώσει πως επίσημη ανακοίνωση της ιταλικής κυβέρνησης ανέφερε πως το αεροδρόμιο Ciampino βάζει «λουκέτο» τα μεσάνυχτα. ΤΙ ΩΡΑΙΑ. Υπήρχε μεγάλη πιθανότητα, δηλαδή, να μην πετάξω ποτέ για Θεσσαλονίκη. Εναλλακτική; Η Υρώ θα φορούσε βατραχοπέδιλα, η Φιλομένη –η τρίτη της παρέας των «τελευταίων των Μοϊκανών» – σωσίβιο και εγώ μπρατσάκια και θα κάναμε το Ιταλία- Ηγουμενίτσα κολυμπώντας. Αντί για αυτό, ωστόσο, κάναμε τον σταυρό μας και φτάσαμε στο αεροδρόμιο στις 4 τα ξημερώματα, έχοντας περάσει τις προηγούμενες νυχτερινές ώρες σε δωμάτιο κοντά στον σταθμό των τρένων. Σημείωση: Το είχαμε πληρώσει 27ευρώ, δεν χρειάζεται να πω περισσότερα.
Στο δε Ciampino, αφού βεβαιωθήκαμε ότι η πτήση, αν και με καθυστέρηση, θα πραγματοποιηθεί κανονικά και περάσαμε τους εξονυχιστικούς ελέγχους με σπαρτιατικό σθένος, χάνω την ταυτότητά μου πέντε λεπτά πριν την επιβίβαση. Πετάω τα 25 πουλόβερ που φορούσα επάνω μου και ως αγγελοκρουσμένη Βούλα Πατουλίδου έτρεχα στην αστυνομία του αεροδρομίου και πίσω στο γκισέ της επιβίβασης κλαίγοντας και παρακαλώντας σε τρεις γλώσσες –ενδέχεται να μίλησα και τέταρτη εκείνη την ώρα από την ταραχή μου- να με αφήσουν να πετάξω.
Plot twists δεν έχει. Γράφω από το αεροπλάνο, άρα τα κατάφερα.
Λίγες ώρες μετά, στην Θεσσαλονίκη…
Τα πατατάκια που έτρωγα στην αρχή του κειμένου τέλειωσαν. Για αυτό και πριν λίγο έβαλα στο φούρνο να ζεσταθεί μια κομματάρα παστίτσιο της μάνας μου και έπεσε ο γενικός. Δεν είχα ρεύμα. Ελπίδα όμως έχω πάντα.
Για αυτό και θα ξορκίσω την κυρία Καρά Ντίνα από τη ζωή μου αντιμετωπίζοντάς την στα ίσα. 14 μέρες θέλει; Θα τις έχει. Μετά θα σηκωθεί να φύγει, αδέλφια και θα μας αφήσει όλους ήσυχους.
Καθίστε σπίτι σας.
Θυμηθείτε τα νιάτα σας που κάνατε αυτοσχέδια χορευτικά με Έλλη Κοκκίνου και ΟNE.
Μαγειρέψτε και φάτε το ταψί μόνοι σας. Όλοι μαζί θα τρέχουμε τον Μάιο στα γυμναστήρια, ΜΗ ΦΟΒΟΥ.
Διαβάστε. Μαγκαζίνο, Δημουλίδου, Κάφκα, Μίκυ Μάους. Ό,τι αναπαύει την ψυχούλα σας καλύτερα.
Όσοι είστε τόσο τυχεροί και περνάτε καραντίνα με την οικογένεια, τη σχέση ή τις φίλους σας, μη ξεχάσετε να τους περιποιηθείτε και να μην τους γκρινιάζετε. Η στοργή τρομάζει την κυρά- Καρά Ντίνα. Άμα αγαπιέστε, θα τη διώξετε πιο γρήγορα.
Με αγάπη,
Η έγκλειστη στην νέα προσωπική της Σπιναλόγκα,
Ντόρα Παπάζη.
Φωτογραφικό υλικό