Οργή για την απαράδεκτη παράσταση «Οργισμένα νιάτα» στο θέατρο Βεργίνα.!
Είδαμε + σχολιάζουμε
Παρότι καλοκαίρι με τα ανοιχτά θέατρα στις δόξες τους και την κλεισούρα του «χειμωνιάτικου» ΒΕΡΓΙΝΑ ελάχιστα ελκυστική, είπαμε να τιμήσουμε μια παράσταση βασισμένη σε έργο κλασικό κι αγαπημένο. Τα «Οργισμένα νιάτα» του Τζον Όσμπορν σε σκηνοθεσία Γιώργου Λιβανού, από τη θεατρική ομάδα «Θεατρίνων θεατές» με πρωταγωνίστρια την Μαριάννα Τόλη και «ένα καστ ταλαντούχων και έμπειρων ηθοποιών». Ο χώρος του θεάτρου επαρκώς γεμάτος και στις 10.15’ ανοίγει η αυλαία με τους τέσσαρες ηθοποιούς σε «παγωμένη εικόνα» μέσα σε ομιχλώδη υποβλητική ατμόσφαιρα και την πρωταγωνίστρια να μπαίνει αργά και με το άγγιγμά της να τους δίνει κίνηση και «ζωή»…
Το έργο διαδραματίζεται στην Αγγλία του 20ου αιώνα, με κυρίαρχο πρόσωπο τον Τζίμυ, «έναν νέο μορφωμένο αλλά άνεργο που τα βάζει με όλους και με όλα για να κρύψει το συναισθηματικό κενό και τις αδυναμίες του. Αποδέκτες των εσωτερικών του συγκρούσεων και της οργής του η ήρεμη και γαλήνια Άλισον και ο φίλος του, Κλιφ, οι οποίοι πικραίνονται από τη συμπεριφορά του και συνάμα τη δικαιολογούν. Η άφιξη της Έλενα στη μικρή σοφίτα, όπου διαδραματίζεται το έργο, βοηθάει την Άλισον να εγκαταλείψει το Τζίμυ, ανατρέπει τα δεδομένα και ταράζει τις ισορροπίες», όπως διαβάζουμε στο δελτίο τύπου, όσον αφορά στην υπόθεση του έργου. Το οποίο στηρίζεται εξ ολοκλήρου στα έντονα συναισθήματα που έχουν να κάνουν με τη φθορά των σχέσεων, την καταπίεση του «εγώ», την πλήρη απογοήτευση μέχρι μηδενισμού, το βασανιστικό αίσθημα του «ανικανοποίητου», τον βαθύ θυμό για μια άδικη μοίρα, την εσωτερική μοναξιά, τη συναισθηματική αναπηρία για μοίρασμα… 
Με λίγα λόγια ο κεντρικός ήρωας, ο «οργισμένος» Τζίμυ είναι ένα πρόσωπο βαθιά τραυματισμένο και τραγικό που βιώνει μέσω ενός «αδικαιολόγητου» φαινομενικά θυμού, σπαρακτικές εσωτερικές συγκρούσεις στα όρια της αυτοκαταστροφής. Ένας ρόλος ιδιαίτερα απαιτητικός και επώδυνος, «αυστηρά ακατάλληλος» για μη ταλαντούχους…
Γιατί όταν δεν υπάρχει το ευλογημένο ταλέντο και η πολύτιμη εμπειρία, το όλο εγχείρημα καταλήγει σε ένα τραγικό φιάσκο, σαν αυτό που βιώσαμε (με πόνο ψυχής) στη συγκεκριμένη παράσταση. Ξεκινώντας από το πλέον καθοριστικό: ότι χάσαμε το μισό – κυριολεκτικά- έργο από την απαράδεκτη άρθρωση και ένταση φωνής, κυρίως του πρωταγωνιστικού ζευγαριού! Ποιος το περίμενε ότι η καλλίφωνη τραγουδιστικά Μαριάννα Τόλη, θα μας έσπαζε τα νεύρα με την κακόηχη άρθρωσή της, προσπαθώντας να… μαντέψουμε τί λέει! Όμως όσο κι αν στήναμε με αγωνία αυτί άδικος κόπος, τους μισούς διαλόγους, απλά τους… υποθέσαμε! Το ίδιο κι ο συμπρωταγωνιστής της που είχε φαίνεται την αίσθηση ότι παίζει σε ένα δωμάτιο απέναντι σε δυο τρεις φίλους σε απόσταση αναπνοής. Επιεικώς, απαράδεκτοι! Όμως όσο καθοριστική κι αν είναι η εκφορά του λόγου για την παρακολούθηση ενός έργου, πιστέψτε με, ήταν το… ΛΙΓΟΤΕΡΟ!
Και πώς να μην ήταν, όταν σε ένα έργο ψυχολογικό που βασίζεται στην ένταση των συναισθημάτων, αυτό που έλαμπε με την πλήρη απουσία του ήταν ακριβώς το ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ! Και όταν λέμε «πλήρη απουσία», κυριολεκτούμε… ούτε ίχνος, έτσι για δείγμα! Είναι κατά μία έννοια αξιοθαύμαστη η «άγνοια κινδύνου» μερικών καλλιτεχνών που τολμούν να καταπιάνονται με πράγματα που ξεπερνούν κατά πολύ… το μπόι τους! Και ξεπετούν «εν μια νυκτί» και «ελαφρά τη καρδία», ρόλους- πρόκληση μόνο για σπουδαία ταλέντα. Γιατί ο «οργισμένος» Τζίμυ του Στέφανου Κακαβούλη που είδαμε, όχι μόνο πέρασε δίπλα από τον ρόλο και δεν ακούμπησε ούτε με το δαχτυλάκι, αλλά τον μετέτρεψε σε μια θλιβερή καρικατούρα που δεν ήξερες τί να… πρωτοθαυμάσεις!
Την κουραστική μονοτονία της φωνής (όταν ακουγόταν!), τη στιγμή που υποτίθεται «σπάραζε» εσωτερικά; Την άγαρμπη, μονοκόμματη κίνηση, ίδια κι απαράλλαχτη σε ό,τι κι αν εξέφραζε; Τον άνευρο, ψεύτικο στόμφο, προσπαθώντας να πείσει για μια δήθεν «ένταση» που δεν κατάφερε ούτε στο ελάχιστο να μεταδώσει; Ότι είδε την «τραυματική» οργή του ήρωα σαν… χαβαλέ ραθυμία ενός γκρινιάρη με τα χέρια μόνιμα στις τσέπες και μερικά ψευτο-τσιτώματα, έτσι για να ξυπνούν τα αίματα; Ή να μιλήσουμε για την ανεκδιήγητη Μαριάννα Τόλη – Άλισον, μια επίσης τραγική ηρωίδα με τις δικές της συγκρούσεις, που ισοπεδώθηκε ανεπίτρεπτα από το ανύπαρκτο υποκριτικό ταλέντο της συγκεκριμένης.
Φθάνοντας στο σημείο να εξοργίζεσαι από την άθλια απόδοση σκηνών εσωτερικής έντασης που με όλη την φτήνια, την ψευτιά και την προχειρότητα, γελοιοποιήθηκαν… Στο ίδιο μήκος κύματος και η «φίλη Έλενα» με υποκριτική εντελώς ερασιτεχνικού επιπέδου (παρόλο που έχουμε δει ερασιτέχνες… που τύφλα να ‘χουν οι επαγγελματίες!), ενώ σαφώς καλύτεροι με φιλότιμη, αξιοπρεπή προσπάθεια ο «φίλος Κλιφ» και κυρίως ο πατέρας της Άλισον, όπου επιτέλους ακούσαμε και άψογη άρθρωση.
Για τη σκηνοθεσία του «ηθικού αυτουργού» Γ. Λιβανού, τα πολλά λόγια περιττεύουν. Το γεγονός ότι «κατάφερε» να στεγνώσει σαν… παξιμάδι, να αφαιρέσει όλα τα ζωτικά στοιχεία ενός έργου δυναμικού, έντονου, τραγικού, να μετατρέψει το καρδιογράφημα μιας έντονα παλλόμενης καρδιάς στην ευθεία γραμμή μιας πεθαμένης…. τα λέει όλα!
Στοιχειώδεις μετακινήσεις στο χώρο, από πολυθρόνα σε σιδερώστρα, από καρέκλα σε σκαμπό, από σκαμπό σε σκαλάκι, μερικά μέσα – έξω , μερικοί βηματισμοί πάνω – κάτω, ανοιγοκλείσιμο εφημερίδας, ένα φιλικό πάλεμα στο πάτωμα για το σπάσιμο της μονοτονίας κι οι ηθοποιοί, να περιμένουν απλά τη σειρά τους να πουν τα λόγια τους, όπως τα είπαν τέλος πάντων! «Υπεράνω» παρατηρητές του έργου, απλοί τουρίστες… «ήρθαν, είδαν και απήλθαν»! Και για ατμόσφαιρα Αγγλίας, «περιθωρίου» κλπ. ας μη το συζητάμε. Κι όσο διαβάζω στο δελτίο «υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γ. Λιβανού σε μια πρωτότυπη εκτέλεση που φιλοδοξεί να παρασύρει»… τρελαίνομαι! Προφανώς από την πρωτοτυπία και που με… παράσυρε το ρέμα! Όσο για τη μουσική, το φωτισμό και τα κοστούμια, αξιοπρεπή, ενώ τα σκηνικά, τίποτα το ιδιαίτερο, απλώς τα απολύτως αναγκαία δυο-τρία επιπλάκια.
Οφείλω να προσθέσω ότι κατά τη διάρκεια της παράστασης, παρατηρούσα μια έντονη κινητικότητα, πολλά πηγαινέλα. Μέχρι που προς στο τέλος διαπίστωσα ότι το 1/3 τουλάχιστον των θεατών, είχε… λακίσει! Αλλά και όσοι έμειναν, κουρασμένοι από το συνεχές «στήσιμο αυτιού» και αφόρητα βαριεστημένοι από αυτό το «κάτι» που συνέβαινε στη σκηνή αλλά δεν αφορούσε κανένα – ούτε καν τους ηθοποιούς – είχαν επιδοθεί σε συζητησούλες, γελάκια, συνομιλίες στα κινητά που κουδούνιζαν άνετα κλπ. Ε, μετά από όλη αυτή τη δίωρη, άνευ διαλείμματος βαρεμάρα, ήταν λογικό το πέσιμο της αυλαίας να έρθει σαν ανακούφιση και το χλιαρό, συμβατικό χειροκρότημα να επιβεβαιώσει του λόγου το αληθές. Άλλη μια αρπαχτή της συμφοράς στο Βεργίνα λοιπόν… Να ευχηθώ η τελευταία, αλλά θα μ’ ακούσει κανείς;
Βαθμολογία
2 στα 10
ΠΑΙΖΟΥΝ: Μαριάννα Τόλη, Στέφανος Κακαβούλης, Κουνδουράκη Γιώτα, Φίλιππος Κωνσταντίνος, Αντώνης Τρικαμηνάς.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Μετάφραση: Ελευθερία Περράκη
Σκηνοθεσία-Σχεδιασμός φώτων: Γιώργος Λιβανός
Μουσική επιλογή-επιμέλεια κουστουμιών: Μαριάννα Τόλη
Σκηνικά: Σάββας Πασχαλίδης
Σκηνοθεσία-Σχεδιασμός φώτων: Γιώργος Λιβανός
Μουσική επιλογή-επιμέλεια κουστουμιών: Μαριάννα Τόλη
Σκηνικά: Σάββας Πασχαλίδης
Φωτογραφικό υλικό