Συνέντευξη στην Βένια Αδαμάκου για την Κουλτουρόσουπα
Αυτό τον μήνα φιλοξενούμε έναν ξεχωριστό και πολύπλευρο καλλιτέχνη, που έχει πηγαία αγάπη για τη μουσική. Εκτιμά κάθε στιγμή της ζωής και παραμένει συνεχώς δημιουργικός και ενεργός. Ο λόγος για τον μουσικό και συνθέτη Γιώργο Ταμπάκη, ο οποίος δεν μπορεί να φανταστεί την καθημερινότητά του δίχως τη μουσική και ειδικότερα δίχως την αγαπημένη του κιθάρα.
-Μιλήστε μου για εσάς. Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας σε κάποιον που δε σας γνωρίζει;
Είμαι κιθαρίστας με κατεύθυνση την ευρωπαϊκή jazz και δημιουργική μουσική. Γεννήθηκα στη Ναύπακτο (1980) και μεγάλωσα εκεί, ενώ ζω στην Αθήνα μόνιμα τα τελευταία 15 χρόνια. Έχουν εκδοθεί συνολικά 8 cd με προσωπικές μου δουλειές για διάφορα μουσικά σχήματα (σόλο, ντουέτα, τρίο, κουαρτέτο) και έχω συνθέσει μουσική για συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, performances σύγχρονου χορού, ντοκυμαντέρ, ταινία βωβού κινηματογράφου κ.α. Εκτός από τη μουσική, με ενδιαφέρει μία γκάμα ζητημάτων όπως η ιστορία, επιστήμη, φιλοσοφία, διαστημική εξερεύνηση κ.α, διαβάζοντας και παρακολουθώντας τις εξελίξεις όσο μπορώ. Θα περιέγραφα τον εαυτό μου ως αποφασισμένο, αφοσιωμένο, παθιασμένο με αυτό που κάνει, με ενδιαφέρον για τη ζωή. Όλα αυτά, στον υπερθετικό βαθμό τους, μπορεί συχνά να οδηγήσουν σε ξεροκεφαλιά, πείσμα, υπερβολή, αδιέξοδο. Προσπαθώ συχνά να βρίσκω μια κάποια ισορροπία μέσα μου κατά το δυνατόν.
-Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με τον χώρο της μουσικής;
Το 1989 όταν ήμουν 9 ετών και μετά από προτροπή της μητέρας μου που πίστευε ότι η μουσική “εξευγενίζει” την ψυχή και είναι ένα σοβαρό στοιχείο που κάποιος πρέπει να έχει στη ζωή, γράφτηκα στο μοναδικό εκείνη την εποχή ωδείο της Ναυπάκτου. Εκεί συνάντησα τον Κώστα Ηλιάδη, κιθαρίστα και δάσκαλό μου για χρόνια, ο οποίος μου μετέδωσε αγάπη για τη μουσική και ένα βαθύ ενδιαφέρον για την κιθάρα. Ερωτεύτηκα την κιθάρα από την πρώτη στιγμή και πάντα η επαφή μου με το ωδείο και τον Ηλιάδη ήταν γεμάτη έμπνευση. Παρότι δεν μελετούσα ιδιαίτερα στην εφηβεία μου, έπαιζα συνέχεια διάφορες μουσικές και η κιθάρα σύντομα έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχοσύνθεσής μου, της ταυτότητάς μου.
Περνούσα ώρες ασχολούμενος με καινούργια ροκ τραγούδια, κλασικά κομμάτια κ.α και δεν ένιωσα μοναξιά σχεδόν ποτέ. Η κιθάρα ήταν δίπλα μου σε όλες τις στιγμές. Θυμάμαι να προσπαθώ να καταλάβω πώς μπορώ να ενώσω τις συγχορδίες με τη μελωδία τραγουδιών που άκουγα, προσπαθώντας να δημιουργήσω ένα ωραίο αποτέλεσμα για να παίζω τις καλοκαιρινές βραδιές στους φίλους μου στις παραλίες της Ναυπάκτου. Την δεκαετία του ’90 δεν υπήρχε ίντερνετ βέβαια και εκτός από τα βιβλία κλασικής κιθάρας που είχα, το μόνο που μπορούσα να κάνω είναι να βασιστώ στο αφτί μου και σε κάποιες ελάχιστες παρτιτούρες που με δυσκολία μπορούσαν να βρεθούν ώστε να παίξω τραγούδια της εποχής που όλοι αγαπούσαμε.
Ήδη από τα 14-15 μου χρόνια είχα σχηματίσει ένα ροκ σχήμα με συμμαθητές (έπαιζα ήδη και ηλεκτρική κιθάρα τότε) και παίζαμε συχνά σε κλάμπ της περιοχής γεμάτα κόσμο. Με τα χρήματα που κερδίζαμε αγοράζαμε εξοπλισμό (καλώδια και διάφορα άλλα) καθώς και κασέτες ή cd με αγαπημένα συγκροτήματα που ακούγαμε ασταμάτητα και ανταλλάσσαμε μεταξύ μας. Έχω πολύ όμορφα συναισθήματα για αυτή την εποχή. Όσα γινόντουσαν είχαν μια αίσθηση φυσιολογική, όσες δυσκολίες και όση προσπάθεια κι αν χρειαζόταν για να γίνει κάτι πραγματικότητα. Και χρειαζόταν αρκετή προσπάθεια!
Όλα τα παραπάνω με έκαναν να επιθυμώ αυτή η σχέση να συνεχιστεί στη ζωή μου. Όμως όλοι οι γύρω μου – άνθρωποι που ενδιαφέρονταν για μένα – έλεγαν πόσο δύσκολη θα ήταν η ζωή ενός μουσικού.Αυτό και άλλα ζητήματα, όπως το ότι ζούσα στη Ναύπακτο, λειτουργούσαν αποθαρρυντικά. Το γεγονός του ξαφνικού θανάτου του πατέρα μου σε μικρή ηλικία έπαιξε καταλυτικό ρόλο μέσα μου και με έκανε να μην υπολογίζω τίποτα αντίθετο σε αυτό που ήθελα να κάνω. Σκεφτόμουν πως, αφού η ζωή είναι τόσο μικρή και απρόβλεπτη θα κάνω αυτό που θέλω, όπως και να έχει. Έτσι, σε ηλικία 23 ετών άλλαξα τα πάντα σχεδόν στη ζωή μου και με πολύ αγώνα, ένταση, προσπάθεια, όραμα, μπήκα στον δρόμο τον οποίο περπατώ ακόμα.
-Γιατί επιλέξατε την κιθάρα ως το βασικό σας όργανο αν και διδαχθήκατε να παίζετε και άλλα όργανα όπως πιάνο, σιτάρ, σαρόντ και θιβετιανό κέρας;
Η κιθάρα, όπως έγραψα πιο πάνω, ταίριαξε σε μένα όσο κανένα άλλο όργανο. Πολλά ίσως έπαιξαν ρόλο αλλά το βασικότερο μπορεί να περιγραφεί από το κλισέ “το όργανο σε διαλέγει, δεν διαλέγεις εσύ το όργανο”. Αυτή η φράση έχει μεγάλη αλήθεια μέσα της που σχετίζεται με την ψυχοσύνθεση του ανθρώπου που έλκεται από τη μουσική. Το κάθε όργανο, με τα άπειρα και έντονα χαρακτηριστικά του, συναντά τα δικά μας ασυνείδητα χαρακτηριστικά και κάπως έτσι μαγικά γίνεται αυτή η σύνδεση ζωής. Παρόλο που την κιθάρα μέχρι και σήμερα την αισθάνομαι ως το βασικό μου μουσικό όργανο και δε θα μπορούσα χωρίς αυτή, πάντα με γοήτευαν άλλα όργανα παραδοσιακά, μοντέρνα, εξωτικά. Εκτός από το πιάνο που ήταν ας πούμε μέρος της κλασικής μου εκπαίδευσης, τα τελευταία 20 χρόνια έχω ασχοληθεί με διάφορα όργανα, όπως τα ινδικά έγχορδα sitar και sarod, το aboriginal πνευστό didjeridoo, το TibetanHorn, διαφόρων ειδών κρουστά, αρχαία ελληνική λύρα κ.α.
-Το κάθε όργανο κρύβει ένα δικό του σύμπαν με ιδιαίτερο και προσωπικό ήχο, τεχνικές, αισθητική. Η ενασχόλησή μου με όλα αυτά τα στοιχεία δημιουργεί ένα καινούργιο κάθε φορά πλαίσιο γεμάτο αναζητήσεις και δημιουργικότητα. Το κάθε όργανο απαιτεί τη δική του ειδική προσέγγιση, απαιτεί σοβαρότητα, σεβασμό και το βασικότερο: το να είμαι ανοιχτός σε νέα γνώση, νέες δοκιμές και προσπάθεια από την αρχή. Όλη αυτή η ενασχόληση – η οποία είναι εντονότερη κάποιες εποχές και λιγότερη έντονη άλλες – δημιουργεί σε μένα μία κάποια μουσική και εν γένει καλλιτεχνική ανανέωση, διευρύνοντας την αντίληψή μου με τρόπους που συνήθως δεν μου είναι ξεκάθαροι. Τα περισσότερα από αυτά τα όργανα τα έχω παίξει σε συναυλίες και παραστάσεις μέσα στα χρόνια και αποτελούν ένα πολύ σημαντικό μέρος της μουσικής μου προσωπικότητας, όπως την αντιλαμβάνομαι. Όμως η κιθάρα είναι η προέκτασή μου ψυχή τε και σώματι! Είναι χημεία, ούτε εγώ ο ίδιος μπορώ να το κατανοήσω. Αισθάνομαι συχνά πως είμαι ακόμα το μικρό παιδί που απλά του αρέσει ο ήχος της κιθάρας και θέλει να τον ψάξει περισσότερο.
-Τι σας γοήτευσε στην τζαζ μουσική; Ήταν ένα είδος που ακούγατε από τη νεαρή σας ηλικία;
-Σε νεαρή ηλικία είχα ακούσει τζαζ αλλά δεν ήμουν έτοιμος ακόμα για αυτό το άκουσμα. Άκουγα φανατικά ροκ και progressive μουσική και έπαιζα ανάλογα πράγματα. Αργότερα, στα 19 μου χρόνια ή κάπου εκεί, ήρθαν στα χέρια μου μαζεμένα αρκετά cd από γίγαντες της παγκόσμιας μουσικής, κιθαρίστες αρχικά: Egberto Gismonti, RalphTower και Oregon, John McLaughlin, PacodeLucia, Allan Holdsworth και πολλούς άλλους, ενώ η συνέχεια είχε να κάνει με το να ψάχνω το κάθε τί που μου προκαλούσε το ενδιαφέρον ακουστικά/ηχητικά. Ήταν ένα σημείο καμπής που με ώθησε στη μελέτη της τζαζ και σύγχρονης δημιουργικής μουσικής, την οποία συνεχίζω έκτοτε.
Δημιουργήθηκε σταδιακά ένας κόσμος που μπορούσα να αποτυπώσω τις βαθύτερες ιδέες μου, μία τεράστια παλέτα ηχοχρωμάτων για την μορφοποίηση των συναισθημάτων μου. Η επαφή και μαθητεία μου για χρόνια με τον κιθαρίστα/συνθέτη Ανδρέα Γεωργίου μου έδωσε φοβερά ερεθίσματα και γνώση προς τις κατευθύνσεις που με ενδιέφεραν, δημιουργώντας τη βάση που θα με στήριζε καλλιτεχνικά στη συνέχεια. Η συνέχεια αυτή είχε και έχει πολλή μελέτη, δισκογραφία, συναυλίες, συνεργασίες και φιλίες που αναπτύχθηκαν, αμέτρητες μαγικές στιγμές που θα είναι για πάντα μέσα μου. Η jazz και η δημιουργική μουσική μου προσφέρουν την ελευθερία που χρειάζομαι για να λειτουργώ.
-Από πού αντλείτε έμπνευση;
Η έμπνευση είναι μία πολύ ιδιαίτερη κατάσταση που την επιθυμώ και την κυνηγώ συνέχεια. Δεν έχω πρόσβαση κατά βούληση σε αυτήν δυστυχώς και προσπαθώ να την έλκω με όποιον τρόπο μπορώ: ακούγοντας συχνά νέες μουσικές, εμβαθύνοντας στην κιθαριστικό άκουσμα και δισκογραφία, διαβάζοντας άρθρα ή βιβλία για διάφορα θέματα, συλλογιζόμενος ζητήματα που με απασχολούν για τη ζωή, τον κόσμο, το σύμπαν, σκεπτόμενος τα αδιέξοδα που μας περιβάλλουν και πολλά άλλα. Μεγαλώνοντας διαπιστώνω πως έμπνευση μπορεί να υπάρχει παντού, σε επαφές, σε συζητήσεις, στον κόσμο γύρω μου. Δεν εμπνέομαι από συγκεκριμένα πράγματα, γεγονότα, πρόσωπα αλλά από το συναίσθημα που μου δημιουργείται από όλα τα παραπάνω.
-Πρόσφατα λάβατε μέρος στο Konstanz Jazz festival. Πώς θα περιγράφατε αυτή σας την εμπειρία;
Ήταν μια υπέροχη εβδομάδα στη Γερμανία με την φίλη και συνεργάτιδα Rebecca Trescher. Παίξαμε 2 κονσέρτα, στο περίφημο Tafelhalle της Νυρεμβέργης και στο Konstanz Jazz festival, όπου η Rebecca ήταν και η τιμώμενη μουσικός του φεστιβάλ. Το μεσοδιάστημα ήταν γεμάτο πρόβες, φαγητό και ποτό, πανέμορφα μέρη, ωραίες συζητήσεις. Είχαμε να βρεθούμε από πέρυσι που παίξαμε στην Κρήτη στο φεστιβάλ JazzinProgress και ήταν αναζωογονητικό να βρεθούμε ξανά, να μοιραστούμε τα νέα μας και να παίξουμε μουσική. Η διοργάνωση και στα 2 live ήταν άψογη και η αίσθηση μοναδική. Παίξαμε κατά κύριο λόγο δικές μου συνθέσεις για το ντουέτο μας και κάποιες της Rebecca και δώσαμε ραντεβού για το 2024 που θα έχουμε τις επόμενες εμφανίσεις μας. Η όλη εμπειρία μου ήταν πάρα πολύ όμορφη και μου δημιούργησε εκ νέου έμπνευση και όρεξη.
-Η συνεργασία σας με την κλαρινετίστα Rebecca Trescher πώς προέκυψε;
Το καλοκαίρι του 2018 ήμασταν με την γυναίκα μου Άννα στο πατρικό μου σπίτι και προσπαθούσα να ξεπεράσω διάφορες υπερκοπώσεις που είχαν συσσωρευτεί. Εκεί, μπροστά στη θάλασσα, άκουγα μουσική από την Ευρωπαϊκή jazz σκηνή και ψάχνοντας διάφορους καλλιτέχνες της δισκογραφικής εταιρείας EnjaRecords, έπεσα πάνω στη Rebecca. Ενστικτωδώς μου έκανε εντύπωση και άρχισα να ψάχνω και να ακούω υλικό της με τα projects που είχε εκείνη την εποχή. Θεώρησα ότι θα ήταν πολύ ταιριαστό ένα ντούο με τους δυο μας και προσπάθησα να καταλάβω πώς είναι ως άνθρωπος βλέποντας συνεντεύξεις της. Δεν καταλάβαινα τίποτα – ήταν όλα στα γερμανικά – αλλά αντιλήφθηκα πολλά από τη γλώσσα του σώματος και τις εκφράσεις.
Σκέφτηκα για κάποιες μέρες της προεκτάσεις μιας τέτοιας πιθανής συνεργασίας και της έστειλα ένα email με τα στοιχεία μου και τα cd μου. Μου απάντησε ότι την ενδιαφέρει πολύ και βρεθήκαμε στην Αθήνα στο Beton7 στα πλαίσια των διεθνών μουσικών συναντήσεων που διοργάνωσε εκείνη τη χρονιά, με τίτλο Ithaca – pathtomusic όπου και παίξαμε μαζί για πρώτη φορά. Η μουσική μας χημεία ήταν φανερή και προσπαθήσαμε να συνεχίσουμε αυτή τη συνεργασία, ηχογραφώντας στην Αθήνα το 2019 το πρώτο μας cd με τίτλο Dual Nature με συνθέσεις μου για 7χορδη κιθάρα και κλαρινέτο/μπάσο κλαρινέτο, το οποίο εκδόθηκε από την Ekfrassis Productions του μαέστρου Κώστα Ηλιάδη τον Ιούνη του 2020. Έκτοτε έχουμε παίξει σε χώρους και φεστιβάλ σε Ελλάδα και Γερμανία και αναμένουμε το νέο μας cd να εκδοθεί μέσα στο 2024.
-Πώς αισθανθήκατε όταν ο δίσκος σας «Dual Nature» βραβεύτηκε;
Ήταν μία πολύ ξεχωριστή τιμή και αισθάνθηκα την επιβεβαίωση του δρόμου που είχα πάρει γενικώς αλλά και ειδικώς όσον αφορά τη συνεργασία με τη Rebecca.Το Dual Nature (2020) πήρε εξαιρετικές κριτικές από ελληνικά και ξένα μουσικά μέσα, ήταν προτεινόμενο από το Down beat magazine ως νέο cd και ήταν στη 10αδα Best Jazzon Bandcamp ως νέα κυκλοφορία, ανάμεσα σε άλλες κορυφαίων Ευρωπαίων μουσικών. Σειρά είχε το επόμενο cd μου ‘h Eren Owthe N’ για σόλο 8 χορδη κιθάρα (2021), το οποίο επίσης έτυχε θερμής υποδοχής με περισσότερες από 40 εξαιρετικές κριτικές, συνεντεύξεις, παρουσιάσεις παγκοσμίως και έχω την τιμή να το παρουσιάζω σε διεθνή κιθαριστικά φεστιβάλ. Όλη αυτή η αποδοχή αποτελεί ικανοποίηση, τονώνει την πίστη μου σε αυτό που κάνω και δίνει ώθηση για την συνέχεια.
-Δέχεστε την κριτική; Θεωρείτε ότι ωφελεί τους καλλιτέχνες;
Καταρχήν τη δέχομαι με την έννοια της ελευθερίας της γνώμης, ότι δηλαδή ο καθένας μπορεί να έχει “κρίση” για αυτό που ακούει. Είμαι ανοικτός στο να ακούσω τη γνώμη κάποιου και ίσως να μάθω κάτι χρήσιμο. Όμως υπάρχουν πολλά επίπεδα σε αυτό το ζήτημα, όπως το ποιος εκφέρει την κριτική και ποιό είναι το κίνητρό του – και τα δύο παίρνουν πολλή ανάλυση και έχουν την σημασία τους. Γενικά πιστεύω πως η κριτική με αγνά κίνητρα μπορεί να δώσει σε έναν καλλιτέχνη στοιχεία που να έχουν αντίκτυπο στην πορεία του.
-Ποια θα είναι τα επόμενα σας βήματα; Πού στοχεύετε;
Κάποια από τα επόμενα βήματα είναι ο προγραμματισμός για την έκδοση του νέου μου cd με τη Rebecca και τον ντράμερ και αδελφικό μου φίλο Πάνο Κόκκινη μέσα στο 2024, η προετοιμασία μου για τις προγραμματισμένες συναυλίες του νέου έτους (σόλο, ντούο κλπ), καινούργιες συνθέσεις που δουλεύω και θέλω να ολοκληρώσω, νέα πρότζεκτ που πρέπει να ετοιμαστούν κι αυτά. Στοχεύω στο να έχω περισσότερες συναυλίες και συνεργασίες σε υπέροχα μέρη της Ελλάδας και του κόσμου με ωραίους ανθρώπους.
-Κι ένα μήνυμα προς τους αναγνώστες μας;
Εύχομαι οι απαντήσεις που έδωσα να έχουν κάποιο ενδιαφέρον για τους αναγνώστες σας. Τα θέματα που θίξατε ήταν εξαιρετικά και σας ευχαριστώ για την πρόσκληση σε αυτή την συνέντευξη. Εύχομαι επίσης, να έχουμε όσο περισσότερο χρόνο και ενέργεια για τους εαυτούς μας και τους αγαπημένους μας.
Ευχαριστούμε!
Γιώργος Ταμπάκης: Webpage – Facebook –YouTube