Ως φοιτητής των ΤΕΦΑΑ στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, εντάχθηκε τυχαία στην φοιτητική θεατρική ομάδα της σχολής του, χωρίς να έχει δει μέχρι τα 20 χρόνια του ούτε μία θεατρική παράσταση…Το ερέθισμα ήταν τόσο δυνατό και τόσο αποκαλυπτικό, που ανέτρεψε συλλήβδην την πορεία ζωής του, οδηγώντας τον σε σπουδές σκηνοθεσίας στο Μόναχο και σε μια θεατρική διαδρομή γεμάτη πάθος για την ουσία και τον βαθύτατο στόχο της τέχνης που υπηρετεί με αυταπάρνηση, όραμα, πίστη, αξίες…
Έχει σκηνοθετήσει στο Εθνικό Θέατρο, στο ΚΘΒΕ, στο θέατρο του Νέου Κόσμου, σε πολυπληθή ΔΗΠΕΘΕ ανά την χώρα, ενώ υπήρξε εμψυχωτής και υπεύθυνος της θεατρικής ομάδας του Πανεπιστημίου Αθηνών, έχοντας επίσης διδάξει στο θεατρολογικό τμήμα του Πανεπιστημίου Κύπρου, στις δραματικές σχολές Ανδρέας Βουτσινάς, Ίασμος, Θέατρο των Αλλαγών, καθώς και στη δραματική σχολή του ΚΘΒΕ, της οποίας διετέλεσε και διευθυντής σπουδών…Παραστάσεις των έργων του έχουν παιχτεί σε φεστιβάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό, έχοντας ταυτίσει τα τελευταία χρόνια το όνομά του ως εμπνευστής και ιδρυτής, με το άκρως επιτυχημένο και δραστήριο σχήμα «Μικρός Βορράς», ασχολούμενος με το θέατρο για νέους και παιδιά, όπου καταθέτει ψυχή και μια μοναδική στο είδος της καλλιτεχνική πρόταση, καταξιωμένη πλέον πανελλαδικά από την εκπαιδευτική κοινότητα…
Για όλα αυτά και πολλά άλλα, εξόχως ενδιαφέροντα, με αφορμή την παράσταση «Ο εγωιστής γίγαντας» που παρουσιάζει ο «Μικρός Βορράς» στο θέατρο Άνετον στις 28 Δεκεμβρίου, ο σκηνοθέτης Τάσος Ράτζος μιλά εκ βαθέων στην Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα…
- Πότε, με ποιο ερέθισμα και κάτω από ποιες συνθήκες ξεκίνησε η θεατρική σας διαδρομή στη σκηνοθεσία;
Ξεκίνησα να κάνω θέατρο σε μια κάπως «προχωρημένη» ηλικία. Είχα φτάσει στο δεύτερο έτος σπουδών του Τ.Ε.Φ.Α.Α. όταν πρωτομπήκα σε μια ερασιτεχνική θεατρική ομάδα του Πανεπιστημίου. Μέχρι εκείνη τη στιγμή που ήμουν σχεδόν 20 χρονών δεν είχα δει πότε καμιά θεατρική παράσταση!
Η πρώτη θεατρική παράσταση που είδα στη ζωή μου ήταν «οι Αγροίκοι» του Γκολντόνι στο θέατρο της οδού Κυκλάδων σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή. Αυτό λοιπόν που με έσπρωξε να ασχοληθώ με την σκηνοθεσία ήταν μια ασυμβατότητα, μια εσωτερική σύγκρουση. Ήθελα πάρα πολύ να παίζω, ήθελα πάρα πολύ να βρίσκομαι πάνω στη σκηνή αλλά δυστυχώς επειδή δεν είχα καθόλου θεατρική παιδεία δυσκολευόμουνα πάρα πολύ να διαχειριστώ αυτό που σήμερα ονομάζουμε υποκριτική τέχνη. Και παράλληλα έβλεπα μια σπίθα σε μια άλλη περιοχή. Όταν εγώ δεν ήμουν στη σκηνή και παρακολουθούσα την πρόβα, αναγνώριζα αμέσως, τι δεν πήγαινε καλά και για ποιο λόγο δεν μπορούσε να προχωρήσει η σκηνή. Αργότερα κατάλαβα ότι αυτό ήταν ένα χάρισμα. Και ασχολήθηκα πολύ μεθοδικά ώστε όχι μόνο να καταλαβαίνω τι δεν πάει καλά, αλλά να βρίσκω τον πιο άμεσο τον πιο γρήγορο δρόμο με τον οποίον θα διορθωθεί και θα εξελιχθεί η σκηνική πράξη.
- Με τί είδους συναισθήματα και εμπειρίες αναπολείτε τα πρώτα βήματα στο χώρο και κατά πόσο υπήρξαν εύκολα ή δύσκολα;
Τα συναισθήματά μου είναι φλογερά! Όλο εκείνο το διάστημα οι δονήσεις και οι εσωτερικές εκρήξεις που συνέβαιναν μέσα μου ήταν γιγάντιες… Η μία έκπληξη η μία αποκάλυψη η μία συναισθηματική ή πνευματική ηδονή διαδέχονταν σαν αστραπή την επόμενη… Έτρεχα να κερδίσω τον χαμένο χρόνο και όλη μου η ζωή απέκτησε ένα καινούργιο μαγνητικό κέντρο. Ήμουν μόλις 24 όταν έπρεπε να πάρω μια μεγάλη απόφαση στη ζωή μου αν θα αποδεχθώ τον διορισμό μου ως καθηγητής σε ένα σχολείο ή να συνεχίσω αυτό το ταξίδι του «τρελού καλλιτέχνη» θα έλεγα σήμερα. Και τότε συνειδητοποίησα ότι είναι τόσο δυνατό τόσο αποκαλυπτικό αυτό που μου συμβαίνει που δεν μπορούσα με τίποτα να του αντισταθώ. Επίσης, όταν κανείς μπαίνει με τόσο πάθος σε μια καινούρια δουλειά και του φανερώνεται συνέχεια ένας νέος «μαγικός» κόσμος σχεδόν τυφλώνεται. Ναι, αυτή είναι η λέξη, που με την σημερινή ωριμότητα μπορώ να πω, δεν έβλεπα γύρω μου… δεν έβλεπα κανένα εμπόδιο, τίποτα δεν μπορούσε να με σταματήσει! Τίποτα δεν ανέκοπτε την ορμητικότητα μου, έβρισκα την δύναμη να ξεπερνώ όλα τα εμπόδια. Τώρα λοιπόν με την πιο ψύχραιμη μάτια μου, μπορώ να πω ότι δεν είχα βοήθειες, και ναι, αυτό που έχω χτίσει στη ζωή μου το έχω χτίσει μόνος μου. Δεν θα ήθελα να είναι έτσι ο κόσμος και δεν θα ήθελα να είναι έτσι για τα νέα παιδιά σήμερα.
- Στη μακριά και πλούσια σε δράση πορεία που ακολούθησε, ποιους σταθμούς, συνεργασίες ή πρόσωπα θα ξεχωρίζατε για κάποιον ιδιαίτερο λόγο;
Καταρχήν τον πρώτο μου δάσκαλο τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο. Τον Κάρολο Κουν, που με δέχτηκε στο γραφείο του και μιλήσαμε πολύ ώρα. Τον συγγραφέα Μάριο Ποντίκα που κατηύθυνε τα πρώτα πνευματικά μου βήματα. Την ποιήτρια Μαρία Κυρτζάκη που μου έδειξε την αξία του λόγου. Τον Νικήτα Τσακίρογλου που μου εμπιστεύτηκε την διεύθυνση της δραματική σχολής Κ.Θ.Β.Ε. Όλα τα υπέροχα πλάσματα και οι παραστάσεις της ομάδας μου στα Τρίκαλα του «Άνθους της Ήβης». Την συνεργασία μου με τον εικαστικό Νίκο Αλεξίου στο υπέροχο σμυρναίικο παραμύθι: «Ο χρουσαϊτός Άτυς και η βασιλιοπούλα Ροδογάλη». Την εκπληκτική ερμηνεία της Ιωάννας Παγιατάκη στο «Bαλς αριθμός έξι» το Νέλσον Ροντρίγκες με τους μαγικούς φωτισμούς του Βασίλη Καψούρου. Την ερμηνεία της Ερατώς Πίσση στο «Αθάνατο νερό». Οι «Βάκχες» του Ευριπίδη, με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Η κόρη μου, που μου άλλαξε το αξιακό μου σύστημα. Η Μελίνα Χατζηγεωργίου που μου έδειξε την αξία της βιωματικής συμμετοχής.
Ολόκληρος ο Μικρός Βορράς. Τα δύο ομηρικά έπη Ιλιάδα, Οδύσσεια και η πιο αγαπημένη μου παράσταση στον Μικρό Βορρά που είναι το Viral Thess του Σάκη Σερέφα.
- Από τις δυσκολίες που αναπόφευκτα συναντά ένας δημιουργός στο έργο του, υπήρξαν κάποιες σοβαρές που πιθανόν σας κλόνισαν και μπορείτε να μοιραστείτε;
Οι δυσκολίες στη δουλειά μας είναι ένα μέρος της ζωής που έχουμε επιλέξει εμείς οι καλλιτέχνες. Είναι σα να ορθώνονται μπροστά μας συνεχώς καινούργια εμπόδια. Και μέρος της τέχνης μας είναι να βρίσκουμε τον τρόπο να ξεπερνάμε αυτά τα εμπόδια. Δυσκολίες υπήρξαν πάμπολλες και υπάρχουν και σήμερα που μιλάμε και φυσικά θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Και φέρνουν στεναχώριες, θυμούς, συγκρούσεις, χωρισμούς αποτυχημένες συνεργασίες και άλλα πολλά… βρέθηκα πολλές φορές σε απόγνωση. Σε στιγμές που ήθελα να τα βροντήξω όλα και στιγμές που κλωτσούσα την καρδάρα με το γάλα… αλλά είμαι εδώ και συνεχίζω να ονειρεύομαι. Να προσπαθώ κάθε μέρα να εμπλουτίζω το όραμα μου για τον Μικρό Βορρά. Νομίζω πως αυτό που με ταράζει σήμερα περισσότερο απ’ όλα είναι η αχαριστία και η απληστία που δυστυχώς συναντώ πολλές φορές στη δουλειά μου.
- Το ευρύτερο κοινό σας έχει ταυτίσει με το έργο του «Μικρού Βορρά».. Πώς ξεκίνησε το σχήμα, πώς πορεύτηκε και ποια είναι η ταυτότητα και οι στόχοι του;
Ο Μικρός Βορράς ήρθε στην πόλη για να καλύψει μια μεγάλη ανάγκη. Την εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης υπήρχε δυσκολία να συγκεντρώνονται χρήματα στα σχολεία και να πηγαίνουν στο θέατρο. Ένα μικρό ευέλικτο σχήμα το οποίο θα παρουσιάζει το καλλιτεχνικό του έργου μέσα στην τάξη, ήταν η λύση που πρότεινε ο Μικρός Βορράς για να ξεπεραστεί αυτή η δυσκολία. Ακόμα και σήμερα συνεχίζουμε να πηγαίνουμε στα σχολεία όχι μόνο της πόλης αλλά και των πιο απομακρυσμένων περιοχών. Με δύο λέξεις αυτό που κάνουμε θα το λέγαμε «θέατρο στην εκπαίδευση». Εκτός από το να προσφέρουμε μια ώρα μαγείας μέσα στην τάξη, στους μαθητές, επιπλέον χωρίς κανέναν διδακτισμό υποστηρίζουμε το έργο της εκπαιδευτικής κοινότητας μέσα από πολύ σπουδαία κείμενα. Μιλάμε με τους εκπαιδευτικούς, κάνουμε την δική μας έρευνα, αφουγκραζόμαστε τις ανάγκες της εκπαιδευτικής κοινότητας και επιλέγουμε τα έργα μας. Ο Μικρός Βορράς ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα σε σχολεία του εξωτερικού αλλά και σε μεγάλα φεστιβάλ του εξωτερικού. Ο στόχος αυτή τη στιγμή είναι να συγκροτηθεί ένα διοικητικό team που θα θεμελιώσει και θεσμικά την ομάδα σαν ένα αναγκαίο χώρο για την καλλιτεχνική εκπαίδευση των νέων, των εφήβων και των παιδιών της Βόρειας Ελλάδας
- Ποιο είναι το βασικό κίνητρο και από πού πηγάζει η ανάγκη για έντονη ενασχόληση με το παιδικό και εφηβικό θέατρο;
Αυτή είναι η πιο δύσκολη ερώτηση… γιατί δεν ανήκω στους ανθρώπους που επέλεξαν να κάνουν θέατρο για παιδιά και για νέους. Ανήκω στους ανθρώπους που επιλέγουν μεγάλα σπουδαία κείμενα που θέλουν οπωσδήποτε να τα μοιραστούν. Τα έργα που επιλέγω είναι ιστορίες που θέλω πάρα πολύ να μοιραστώ με άλλους ανθρώπους. Να μοιραστώ τις αλήθειες τους και να προσπαθήσω μέσα από την τέχνη του θεάτρου να προσφέρω αυτή την πνευματική χαρά με την οποία συναντήθηκα εγώ διαβάζοντας αυτά τα κείμενα. Θα έδινα τα πάντα στη ζωή μου για να μπορώ να μοιράζομαι αυτές τις μεγάλες αλήθειες. Και νομίζω δεν θα σταματήσω να τις μοιράζομαι όσες δυσκολίες κι αν θα υπάρξουν μπροστά μου. Όταν λοιπόν μια βαθύτερη αλήθεια που βρίσκεται κρυμμένη στα λόγια ενός συγγραφέα συναντιέται με το κοινό, με όποιο κοινό, που θα μπορούσε να είναι το κοινό της Επιδαύρου ή το κοινό ενός νηπιαγωγείου που βρίσκεται πάνω στα Πομακοχώρια – αυτό είναι για μένα δευτερεύον- τότε μόνο βρίσκω το νόημα της ζωής μου. Η χαρά που παίρνω από την αληθινή συνάντηση, είναι αυτό που με τροφοδοτεί και μου δίνει δύναμη να συνεχίζω αυτή τη δουλειά. Το θέατρο για παιδιά και για νέους δεν το επεδίωξα, δεν το κυνήγησα ήρθε αυτό και με συνάντησε, κάπως με επέλεξε να είμαι εγώ αυτός που θα αφηγηθεί αυτές τις ιστορίες.
- Τί σημαντικό έχετε αποκομίσει μέχρι στιγμής από την καλλιτεχνική επαφή σας με το πρώιμο νεανικό κοινό και πώς θα αξιολογούσατε την αποδοχή του;
Πάλι θα προσπαθήσω να εξηγήσω κάτι που ακούγεται παράδοξο, ωστόσο το έχει πει ένας από τους πιο μεγάλους συγγραφείς ο Αντουάν ντε σεντ Εξυπερύ. Είχε πει ότι: «τα παιδιά καταλαβαίνουν τις ιστορίες καλύτερα από τους μεγάλους». Οι νέοι, οι έφηβοι και τα παιδιά έχουν μια αγνότητα και όταν τους δίνεται πραγματικά χώρος συμβαίνει κάτι αποκαλυπτικό. Κάθε έργο που ανεβάζει ο Μικρός Βορράς παίζεται πολλές φορές σε πολλούς διαφορετικούς χώρους και με εντελώς διαφορετική σύνθεση κοινού. Πολλές παραστάσεις κυλάνε «σαν το νερό στη ρόδα του νερόμυλου», άλλες πάλι γίνονται σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Και έχω δει πάνω από 1000 φορές παραστάσεις να παίζονται στους διαφορετικούς αυτούς χώρους. Κάθε παράσταση είναι μοναδική. Σε κάθε παράσταση υπάρχουν παιδιά τα οποία μετακινούνται. Μετακινείται ο εσωτερικός τους κόσμος. Φεύγουν αλλαγμένα, μεταμορφωμένα, πιο πλούσια. Και εγώ εκείνη τη στιγμή δεν είμαι παρά ένας μάρτυρας αυτής της μετακίνησης. Αυτές είναι στιγμές ευτυχίας για μένα.
- Δεδομένης της εμπειρίας σας στο συγκεκριμένο θέμα, πώς θα κρίνατε σήμερα το επίπεδο της καλλιτεχνικής παιδείας των νέων;
Δεν θέλω να κρίνω την καλλιτεχνική παιδεία των νέων. Θέλω με αφορμή αυτή τη συνέντευξη να μιλήσω για την ακαλλιτεχνία σε όλο το πρόγραμμα του υπουργείου παιδείας τόσο στην πρωτοβάθμια αλλά κυρίως στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τρέχουμε πυροσβεστικά και τιμωρητικά να λύσουμε προβλήματα όπως το BULLYING τα οποία πολύ απλά δεν θα υπήρχαν αν μέσα στα σχολεία είχαμε ομάδες έκφρασης, ομάδες εκτόνωσης και δημιουργίας. Αυτό είναι που λείπει από τους νέους μας. Η παιδεία στο ελληνικό σχολείο είναι ευνουχιστική και κακοποιητική. Στηρίζεται στο φιλότιμο των εκπαιδευτικών. Και αυτό είναι κρίμα.

Από τη βράβευση Καλύτερου Τοπικού Θιάσου της Χρονιάς για τη παράσταση «Τίτος Ανδρόνικος»., στα τα 9α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2019, θέατρο Κολοσσαίον
- Στην επιλογή των έργων που ανεβάζετε, ποια κριτήρια κυριαρχούν και τί είδους μηνύματα προσδοκάτε να μεταφέρετε; Υπάρχει κοινός άξονας;
Η επιλογή των έργων μας βασίζεται σε μια δεξαμενή των μεγάλων αφηγηματικών κειμένων της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Από εκεί αντλούμε τα κείμενα μας. Βεβαίως κάνουμε και συνθέσεις των δικών μας κειμένων, αφού έχει προηγηθεί μία έρευνα σε όλες εκείνες τις ομάδες οι οποίες εμπλέκονται στην θεματική μας. Συγκεκριμένα για το εφηβικό κοινό αποφασίσαμε να κάνουμε τρία κείμενα για την σύγχρονη πραγματικότητα. Είμαστε η μοναδική ομάδα σε ολόκληρη την Ελλάδα που κάνει επαγγελματικό θέατρο forum. Και τα κείμενα με τα οποία θελήσαμε να ασχοληθούμε αφορούν την έμφυλη βία, την οπαδική βία και το BULLYING. Ο τρόπος με τον οποίον προσεγγίσαμε αυτά τα κείμενα είναι ο πιο μαχητικός. Δίνουμε βήμα στα νέα πλάσματα, όχι μόνο να εκφράσουν τους προβληματισμούς τους αλλά και να προσπαθήσουν μέσα από μία πρόβα ζωής να αλλάξουν την πνιγηρή πραγματικότητα. Και αυτό το κάνουν με υποδειγματικό τρόπο. Γιατί το θέατρο forum είναι ακριβώς η πλατφόρμα που επιτρέπει αυτήν την καλλιτεχνική επανάσταση.
- Επενδύετε στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα του θεάτρου σύμφωνα με τα πρότυπα της αρχαίας καταγωγής του… πόσο πιστεύετε ότι λείπει αυτό το στοιχείο από το σύγχρονο θέατρο;
Το θέατρο ήταν μέρος μίας τελετουργίας, μυητικής, που ικανοποιούσε την πανάρχαια ανάγκη των ανθρώπων, να εκτονώνουν τα αρχέγονα ένστικτα τους, μέσα από την ασφάλεια της προσομοίωσης της πραγματικότητας που συμβαίνει πάνω στη σκηνή. Όταν λοιπόν παρακολουθούμε μια θεατρική παράσταση και δονείται ολόκληρο το είναι μας και το έργο αγγίζει το κεντρικό νευρικό σύστημά μας και φεύγοντας νιώθουμε ότι κάτι έχει μετακινηθεί, κάτι έχει αφυπνιστεί μέσα μας τότε το θέατρο επιτελεί το σκοπό του. Αλλιώς μιλάμε για καλές- κακές ερμηνείες, μιλάμε για έξυπνες παραστάσεις, ή αισθητικά άρτιες, πράγματα τα οποία θεωρώ δευτερεύοντα.
- Δουλεύοντας τόσο με επαγγελματίες όσο και με ερασιτέχνες, πώς θα αξιολογούσατε σε επίπεδο συνεργασίας τις δύο κατηγορίες;
Έχω πάρα πολλά χρόνια να δουλέψω με ερασιτέχνες. Αυτό που θα μπορούσα με βεβαιότητα να πω είναι ότι στην συνεργασία μου με τους επαγγελματίες νιώθω ότι έχω δίπλα μου ισότιμους καλλιτέχνες με τους οποίους καλούμαστε, όλοι μαζί, και ο καθένας παίζοντας τον δικό του ρόλο, να αφηγηθούμε από κοινού μια μεγάλη ιστορία. Ενώ στο ερασιτεχνικό θέατρο ο ρόλος μου ήταν περισσότερο ο ρόλος του δασκάλου που έπρεπε να καθοδηγήσει, να εμπνεύσει και κάπου κάπου να πάρει κι απ’ το χέρι τον ερασιτέχνη ηθοποιό για να του δείξει τον δρόμο.
- Το στοιχείο της διάδρασης που εντάσσετε ειδικά στις νεανικές παραστάσεις, πόση ανταπόκριση συναντά και πόσο πιθανό «ρίσκο» με απρόοπτα εμπεριέχει;
Το πλαίσιο στο οποίο δουλεύουμε με τους εφήβους στις διαδραστικές παραστάσεις μας είναι το θέατρο forum. Πρόκειται για ένα πολύ ασφαλές και άρτια δομημένο διαδραστικό πλαίσιο το οποίο δεν έχει κανένα αρνητικό ρίσκο. Κάθε παράσταση είναι ένα είδος περφόρμανς είναι διαφορετική από τις άλλες παραστάσεις γιατί συνδιαμορφώνεται τόσο από τους ηθοποιούς όσο και από το κοινό. Εμείς βάζουμε πάνω στο τραπέζι ένα θέμα που μας αφορά όλους. Φτιάχνοντας μια μικρή θεατρική παράσταση που τελειώνει με μια τεράστια αδικία. Αμέσως μετά ξεκινάει το παιχνίδι, οι ηθοποιοί μας έχουν εκπαιδευτεί να αλληλεπιδρούν με όσους αποφασίζουν να παίξουν εμπνέοντας τους, διευκολύνοντας ή δυσκολεύοντας τους ώστε να εκμαιεύσουν τρόπους πρακτικούς με τους οποίους μπορεί να διορθωθεί η αδικία. Σ’ αυτό το παιχνίδι δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Είναι πάρα πολύ δύσκολο και πάρα πολύ γοητευτικό. Νομίζω ότι χαρίζουμε μία μοναδική εμπειρία στους νέους και εφήβους που παίρνουν μέρος σε μια παράσταση θεάτρου forum.
- Από τα σύγχρονα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο θεατρικός χώρος, ποια θεωρείτε μείζονα τόσο σε πανελλαδικό όσο και σε τοπικό επίπεδο;
Σε πανελλαδικό επίπεδο θα έλεγα ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η υπερπροσφορά θεατρικού έργου με αποτέλεσμα να μην μπορεί να βρεθεί η σωστή επαγγελματική ισορροπία. Σε τοπικό επίπεδο, στην Θεσσαλονίκη δηλαδή, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ο επαρχιωτισμός. Και για να γίνω πιο σαφής: μιλάω για την ανάγκη να δω από κοντά τους ανθρώπους που βλέπω στην τηλεόραση, σε κάποια τηλεοπτική σειρά, και αυτή η ανάγκη, να είναι πιο μεγάλη από την ανάγκη να ακούσω ένα σπουδαίο κείμενο από έναν μεγάλο συγγραφέα. Στην πόλη που ζω δυστυχώς κυριαρχεί μια προσωπολατρεία. Καλλιτέχνες που θα μπορούσαν να ζουν να εργάζονται στην πόλη, να βιοπορίζονται, να την εκφράζουν και να την εκπροσωπούν, αναγκάζονται να γίνονται μέτοικοι των Αθηναϊκών σχημάτων.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που δυστυχώς δεν έχει δικό της κριτήριο για την ομορφιά του θεάτρου. Μια πόλη που δεν υπάρχουν χώροι για θεατρική δημιουργία, μια πόλη που τα αγοράζει όλα έτοιμα από το μεγάλο κέντρο. Οι μεγάλοι θεσμοί περιφέρεια, δήμοι, φεστιβάλ που γίνονται στην πόλη δεν υποστηρίζουν την εγχώρια ελεύθερη δημιουργία. Επίσης αυτό το «μεγάλο καράβι» που λέγεται Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος πλέει χωρίς όραμα, σε μια περιοχή τυχαιότητας.
- Σε μια συνεργασία, ποια στοιχεία σας γοητεύουν ιδιαίτερα και τα αναζητάτε και ποια σας απωθούν και δυσκολεύουν το έργο σας;
Έχω έναν τεράστιο θαυμασμό για τους μεγάλους καλλιτέχνες. Για τα πλάσματα εκείνα που μπορούν και χτίζουν ιδεατούς κόσμους και φαντάζουν μπροστά μας σαν αληθινοί. Είτε πρόκειται για συγγραφείς, για μουσικούς, είτε για ηθοποιούς, είτε για σκηνογράφους.
Αυτό που με θλίβει και δυστυχώς το συναντάω συχνότερα είναι μια νοοτροπία που έχει να κάνει με την προσωπική ικανοποίηση. Επειδή διευθύνω μια ομάδα που για να λειτουργήσει πρέπει να υπάρχει συνείδηση, υπευθυνότητα, και αίσθηση του συνόλου, όταν κάποιος δίνει προτεραιότητα στην «πάρτη» του, την προσωπική του ανάγκη μόνο, κι αυτό σε βάρος της ομάδας αυτό με θλίβει. Γιατί το θέατρο είναι ένα ομαδικό σπορ μια ομαδική τέχνη και δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αν δεν είμαστε έτοιμοι για μια ουσιαστική σύμπραξη με αρχές αμοιβαιότητας, ενσυναίσθησης και υποστηρικτικότητας.
- Κάνοντας έναν απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας σας, πόση δικαίωση νιώθετε για τους στόχους σας;
Νιώθω ότι ο Μικρός Βορράς είναι μια ομάδα με πολύ μεγάλη προοπτική και ακριβώς γι’ αυτό νιώθω και μια δικαίωση. Το στοίχημα για τα επόμενα χρόνια είναι να βρω τους ανθρώπους που θα θελήσουν να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες στην διεύθυνση της ομάδας έτσι ώστε με υγεία και σύννεση να βρεθούν τα επόμενα βήματα και οι νέοι στόχοι που θα κληθούν πια να υλοποιήσουν οι άνθρωποι που θα θελήσουν να αναλάβουν την συνέχιση της ομάδας. Θεωρώ ότι θα είναι προσωπική μου αποτυχία αν δεν βρω τους ανθρώπους που θα συνεχίσουν αυτό που ξεκίνησα εγώ.
- Μετά από τόσο πλούσια δράση, υπάρχουν όνειρα και σχέδια που δεν έχουν υλοποιηθεί και τα δρομολογείτε για το μέλλον;
Καλλιτεχνικά έχουμε σχεδιάσει για τα επόμενα χρόνια το ρεπερτόριο του Μικρού Βορρά που συνήθως υλοποιείται πάντα. Το πρόβλημα το οποίο δεν έχουμε καταφέρει να λύσουμε είναι το πρόβλημα της στέγης. Η Θεσσαλονίκη έχει μια μεγάλη δυσκολία στους θεατρικούς χώρους γιατί τα περισσότερα παλιά σινεμά που θα μπορούσαν να στεγάσουν ένα θέατρο έχουν μετατραπεί σε εμπορικά καταστήματα. Και στην περιοχή του κέντρου δεν υπάρχουν χώροι που πληρούν τις προϋποθέσεις να γίνουν θέατρα. Η λύση θα ήταν ο εξοπλισμός και η σωστή διαχείριση των χώρων που διαθέτουν τόσο ο δήμος Θεσσαλονίκης όσο και οι υπόλοιποι δήμοι της περιφέρειας. Αν καταφέρουμε και φύγουμε από την λογική του καιροσκοπισμού και του ψηφοθηρισμού αυτοί οι χώροι θα μπορούσαν να μεταμορφωθούν σε εστίες πολιτισμού.

«Ο Μικρός Πρίγκιπας»
- Πώς θα ορίζατε και πόσο σας επηρεάζουν προσωπικά οι όροι «επιτυχία», «αποτυχία» και «κριτική»;
Η επιτυχία και η αποτυχία είναι μέρος της ζωής ενός καλλιτέχνη γιατί όταν χτίζει ένα έργο τέχνης δεν μπορεί ποτέ να ξέρει την ανταπόκριση του κοινού εκ των προτέρων. Πάντα παίρνει ένα πολύ μεγάλο ρίσκο. Η κριτική είναι πάντα ευπρόσδεκτη, γιατί δεν είναι παρά μια συνομιλία που επιβεβαιώνει αν η παράσταση ακουμπάει ή όχι το κοινό. Ακούω την κριτική απ’ όπου κι αν προέρχεται και προσπαθώ να την φιλτράρω για να μου δίνει ώθηση για τις αποφάσεις που πρέπει να παίρνω για τα επόμενα έργα. Δυστυχώς είναι πολύ σπάνιο να συναντιέμαι με ανθρώπους που κρίνουν με βάση ένα ολοκληρωμένο καλλιτεχνικό όραμα.
- Μετά τον «Ραφτάκο των λέξεων» και τον «Μικρό Πρίγκηπα», έρχεται στο θέατρο Άνετον στις 28/12 «Ο εγωιστής γίγαντας» και θα θέλαμε να συστήσετε με λίγα λόγια την παράσταση σε μικρά και μεγάλα παιδιά…
Ο εγωιστής γίγαντας θα παιχτεί για μία τελευταία φορά για το κοινό της Θεσσαλονίκης σε ένα θέατρο του κέντρου. Η παράσταση αυτή είναι μια από τις πιο όμορφες στιγμές της πορείας του Μικρού Βορρά. Θα μπορούσα να πω είναι ένα μοντέλο για το πως, ένα πολύ σπουδαίο κείμενο, ενός μεγάλου συγγραφέα, γίνεται θεατρικό έργο. Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης που σκηνοθετεί και ολόκληρη η ομάδα του Μικρού Βορρά χτίσανε ένα μικρό θαύμα. Όσοι δεν έχουν δει αυτή την παράσταση είναι μια τελευταία ευκαιρία να κάνουν ένα δώρο στους ανθρώπους που αγαπούν. Το χιούμορ, η μουσικότητα και η ευαισθησία εναλλάσσονται με μια τρυφερή αποκάλυψη τόσο συνειδητών όσο και ασυνείδητων συναισθημάτων που κρύβει αυτό το πολύ σπουδαίo παραμύθι του Οσκαρ Γουάιλντ.