Γράφει η Σωφέρ Θεάτρου Ζωή Ταυλαρίδου
.
“To μαύρο από τ’ άλλο του μέρος, άσπρο είναι. Δική σου δουλειά να τ’ αντιστρέψεις”.
Γ. Ρίτσος
Λαχείο -που λέτε- οι σχέσεις. Λαχείο που στην τελική δεν το κερδίζει κανείς. Η΄, αν το δούμε θετικά, το κερδίζουν όλοι.
Το πορτρέτο του παππού μου είναι αγκιστρωμένο σε έναν καμβά και καταλαβαίνω πως ίσως μόνο αυτός μου έχει απομείνει για να μιλώ. Αφουγκράζομαι την αγωνία του, να είμαι Κάποιος κι όχι απλά ένας Κανένας. Η ανάγκη μου να υπάρχω γυρεύει χρώματα σε αυτόν τον καμβά. Διστάζω να ζωγραφίσω τον εαυτό μου, ωστόσο. Δεν είμαι σίγουρος ποια χρώματα θα απλώσω στο λευκό πανί, φωτεινά ή μουντά. Δε διαχειρίστηκα ακόμη, βλέπετε, τα σκοτεινά μου σημεία. Ανασφάλειες και φόβοι ανακατώνουν το μυαλό μου, και τα χρώματα γίνονται ένας χαριτωμένος αχταρμάς. Βλέπω το μπέρδεμα και δεν μπορώ να βγάλω το λευκό. Μόνο το γκρι παρατηρώ, πώς δειλά δειλά κάνει την εμφάνισή του σε αυτό που κάποιοι το ονόμασαν ψυχή. Η μόνη μου ελπίδα είναι η σκέψη πως αυτό το γκρι βρίσκεται πολύ κοντά στο άσπρο, το οποίο και ονειρεύομαι. Αλλά το συνειδητό μου σαν ονειροπαγίδα τα εκμηδενίζει τέτοια όνειρα, ανακλώντας τα σε μια μαύρη τρύπα. Αναρωτιέμαι πώς μπορώ να ενσωματωθώ κι εγώ σε αυτό το κάδρο.
.
Με τον ίδιο τρόπο που πλένουμε το κορμί μας,
θα έπρεπε να πλένουμε και το πεπρωμένο
μας, να αλλάζουμε ζωή, όπως αλλάζουμε ρούχα
– όχι για λόγους επιβίωσης, όπως κάνουμε
όταν τρώμε ή κοιμόμαστε,
μα με εκείνο το σεβασμό που έχουμε
σαν τρίτοι απέναντι στον εαυτό μας.
θα έπρεπε να πλένουμε και το πεπρωμένο
μας, να αλλάζουμε ζωή, όπως αλλάζουμε ρούχα
– όχι για λόγους επιβίωσης, όπως κάνουμε
όταν τρώμε ή κοιμόμαστε,
μα με εκείνο το σεβασμό που έχουμε
σαν τρίτοι απέναντι στον εαυτό μας.
(Φερνάντο Πεσσόα, “Το πεπρωμένο…”)
.
![](https://goldmall-sf.cdn.edgeport.net/gallery_products/13/laxeio-2.jpg)
.
Η Ψυχή μου λοιπόν… Τι σου είναι, φίλε μου, η αγάπη, αναρωτιέμαι σχεδόν αμήχανος και κάπως θυμωμένος. Κάτι το τόσο αφηρημένο και δυστυχώς αφημένο σε μια γωνία του δωματίου μου υποκρύπτει μια δύναμη εσωτερική, πνευματική θα έλεγα. Παραδέχομαι πως η αγάπη αποτελεί ένα άδειασμα: το άδειασμα της ψυχής μου από το δέρμα του παγερού μου σώματος. Θέλω το κορμί μου να αδειάσει, να “ξεράσει” το περιττό χρώμα, τη μοναξιά και την απάθεια, την αδιαφορία και το κενό. Πώς να απαιτήσω να με αγαπούν, όταν δεν αγαπάω τα κόκαλά μου; Έχω ανάγκη να με αγαπούν, ξέρετε. Αλλά φοβάμαι τα κόκαλά μου. Κι ακούω γεμάτος ενοχή τα κόκαλα του παππού μου να τρίζουν πίσω από το κάδρο.
Η ζωή μου γεμίζει με φωνές που στριγγλίζουν. Δυνατές κραυγές αγωνίζονται να τις προσέξω. Κλείνω τα αυτιά μου και πάλι ακούγονται δυνατά οι “μαϊμούδες” της ζωής μου. Κακαρίζουν, κλαψουρίζουν, μουγκανίζουν, αλλάζουν ήχους, να κεντρίσουν την προσοχή μου. Το λαχείο μου όμως αναζητούν. Με δείχνουν με το δάχτυλο, μου σπρώχνουν την πλάτη δυνατά, να περπατήσω πιο γρήγορα, μου λένε. Μα εγώ οδεύω στον θάνατο της ψυχής μου. Ελάχιστα ενδιαφέρομαι για τη δική μου ενδελέχεια, μια μιζέρια περιπλανιέται στο κεφάλι μου. Κατανοώ τη μοναξιά των δικών μου στόχων, αλλά… Το λαχείο μου παραμένει το μόνο λευκό στη ζωή μου, με μουτζούρα έναν αριθμό που μου δίνει, έστω και προσωρινά, αξία.
Είσαι η νέα Λάχεσις. Τηλεφωνείς
η θητεία μου στη γη να λήξει. Έννοια σου
κιόλας πεθαίνω από ουρανική ασιτία.
η θητεία μου στη γη να λήξει. Έννοια σου
κιόλας πεθαίνω από ουρανική ασιτία.
Μυθικά ψάρια βλέπω να περνούν
πάνω από το κεφάλι μου ο αέρας καίει.
πάνω από το κεφάλι μου ο αέρας καίει.
(Οδυσσέας Ελύτης, “Ich Sehe Dich”)
.
![](https://goldmall-sf.cdn.edgeport.net/gallery_products/13/laxeio-4.jpg)
.
Και το γκρίζο εκεί με περιμένει: δε βγαίνει με τίποτε από αυτόν τον αχταρμά. Στέκεται αλώβητο και κρατά με νύχια και με δόντια το λευκό του, να μη διαφύγει και χάσει την ουδέτερή του ταυτότητα. Άθλιο γκρίζο χρώμα, αυτό της μούχλας και της αρρώστιας, πρέπει κάποτε κι εσύ να βρεις μια θέση σε αλλουνού τον καμβά και να με αφήσεις ήσυχο. Βαρέθηκα τις μάσκες. Όλα μοιάζουν με ήχους τρομαγμένων ζώων, που ξέρουν πως θα έρθει σύντομα το τέλος. Γιατί οι μάσκες λιώνουν από τη θέρμη της ίδιας της ζωής, που σαν πύρινη λαίλαπα αποδομεί τα πάντα στο πέρασμά της. Είναι λεπτή η γραμμή ανάμεσα στο ζω και το πεθαίνω, ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, το λευκό και το μαύρο. Αρκεί η αντιστοιχία να είναι αυτή. Θλιβερό καταντά να ταυτίζει ο Κανένας τη ζωή με το σκοτάδι και το σκοτάδι με τη ζωή. Χρειάζεται να τους δοθεί η σειρά που πρέπει, η αξία που χρειάζονται για να υπηρετήσουν τον σκοπό της ύπαρξής όλων: την κοινωνία και την ευτυχία. Μόνο ο Κάποιος ωστόσο μπορεί να πετύχει κάτι τέτοιο.
Αποδεικνύεται η αγάπη άραγε; Τι είναι αυτό που με κάνει να παρακολουθώ το λαχείο και να φαντασιώνομαι τα μάτια που αγαπώ; Πόσο ψέμα χωράει σε ένα απλό χαρτί που πουλιέται σωρηδόν δεξιά κι αριστερά, εν είδει αγοραίου έρωτα, όταν η αγάπη δεν είναι δυνατόν να μεταφραστεί σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τέσσερα μάτια και δυο αναπνοές που συναντιούνται και σφραγίζουν την πορεία τους… Γιατί ένα λαχείο με κάνει πιο σημαντικό από το πορτρέτο του παππού μου και τα λιγοστά έπιπλα του σπιτιού μου, τη δική μου λιτή κι απέριττη πραγματικότητα… Τι είναι αυτό που με ωθεί στο να δοκιμάζω την αγάπη των άλλων, αντί να δω τη δική μου αλήθεια και να σβήσω από την ψυχή μου το γκρίζο χρώμα; Ίσως, εάν αποδεχτώ το γκρίζο αυτό χρώμα κι αυτό το μαύρο στο λευκό μου το χαρτί, το λευκό να μπορέσει να διαφύγει μόνο του και να σβηστεί κι αυτή η μουτζούρα των αριθμών. Όλα μού φαίνονται αριθμός.
Μόνο που εγώ ξέρω πολύ καλά και να προσθέτω και να αφαιρώ. Και πάνω απ΄όλα… να ζωγραφίζω.
.
![to-laxeio](https://kulturosupa.gr/wp-content/uploads/2023/10/to-laxeio.jpg)
—-
Το έργο «Λαχείο» του Σταύρου Παρχαρίδηστο Θέατρο Μαίωτρον σε σκηνοθεσία του ιδίου, διαπραγματεύεται τις ανθρώπινες σχέσεις μέσα από το πρίσμα ενός αριθμού γραμμένου σε λευκό χαρτί.
Ένα λαχείο φορτωμένο με χρήματα σταδιακά μετατρέπεται σε δείκτη επικοινωνίας κι επαφής με τους άλλους και συνοδοιπόρο θανάτου. Ένας άνθρωπος, εγκαταλελειμμένος και πληγωμένος από την ηθική και οικονομική κρίση των ημερών, κερδίζει ένα λαχείο λίγο πριν πεθάνει, με φόντο ένα άδειο δωμάτιο κι ένα κάδρο.
Μέσα από τραγελαφικές καταστάσεις επί σκηνής κι άφθονο γέλιο, κατορθώνει να επιβληθεί τόσο στον εαυτό του και στους άλλους, να ελέγξει και να υποτάξει τη μοναξιά του και να δώσει νόημα στη ζωή του.
Το λαχείο αποτελεί το μέσο, με το οποίο καταλαβαίνει τις επιλογές του παρελθόντος και οργανώνει εκ νέου τη ζωή του σε διαφορετικές βάσεις, κερδίζοντας τη γυναίκα που αγαπά, η οποία και αποδεικνύεται ένα πραγματικό “λαχείο”. Η αγάπη και η ουσιαστική επαφή των ανθρώπων άλλωστε είναι πραγματικά ένα λαχείο που δεν χάνει ποτέ την αξία του.
Πρόκειται για μια παράσταση με έντονη εσωτερική κι εξωτερική δράση, που εκμηδενίζει το χρήμα και τον θάνατο και δίνει την απόλυτη προτεραιότητα στη ζωή και την αγάπη, κάνοντας κοινωνούς της εν τέλει και τους ίδιους τους θεατές.
Ακούστε όλη η συνέντευξη με τον κ. Σταύρο Παρχαρίδη παρακάτω
Ο Σωφέρ Θεάτρου κάθε Πέμπτη 21:00-22:00, από το Καλλιτεχνικό Ραδιόφωνο του Ερευνητικού Οργανισμού Ελλήνων, εδώ
Μουσική Πρόταση:
Βασίλης Παπακωνσταντίνου – Πριν το τέλος
Δείτε & αυτά:
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 15/5/2019 έως 14/05/2020 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 10α -επετειακά- Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2020.
& αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.
–Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
.
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία, κλικ εδώ.
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό