525
«Ναι2». Για το έργο Μάρτυς μου ο Θεός. Από τη θεατρική στήλη «Σωφέρ» της Ζωής Ταυλαρίδου.
Προδοσίας το ανάγνωσμα. Πίσω από την πλάτη των αυθεντικών και διαισθητικών ανθρώπων αχνοφαίνονται συνήθως μία κουκούλα κι ένα δάχτυλο. Η κουκούλα και το δάχτυλο βρίσκονται ανέκαθεν σε προσφορά. Το να τα αγοράσει κανείς είναι το πιο εύκολο πράγμα. Η αγορά και η εφαρμογή τους χρειάζεται μυαλό, τετράγωνο και δηκτικό. Ο ορθολογιστής ο άνθρωπος θεωρεί συμφέρον του να τα αγοράσει. Πηγαίνει λοιπόν και στήνεται στην ουρά, κρατώντας στα χέρια του το πολύτιμο νούμερο: 739… Υπομονή. Η κουκούλα και το δάχτυλο αξίζουν κάθε θυσία. Αυτός που φοράει την κουκούλα και υποδεικνύει τον Άλλον θεωρείται τυχερός. Τον πιάνει τον Άλλον στον ύπνο. Μιλάει και χαμογελάει πίσω από την πλάτη του. Έχει τον έλεγχο. Ελέγχοντας την πλάτη του, ελέγχει τη μαριονέτα. Και κινεί τα σχοινιά της όπως επιθυμεί, επάνω στο μονοπάτι των δικών του υποθέσεων ή φαντασιώσεων σχετικά με το τι κάνει καλό ή κακό στον Άλλον, φωτογραφίζοντας αυτάρεσκα τον εαυτό του, προβάλλοντας τις δικές του ανάγκες και το δικό του καλό. Ο υπεράνθρωπος του Ζαρατούστρα αρέσκεται να εποπτεύει τις πλάτες των Άλλων. Αρέσκεται στο προσωπείο και το κρυφό. Αντλεί τη δύναμή του από την παντελή απουσία των καθρεπτών. Άλλωστε έχει τον δικό του. Και, όταν ξυπνάει το πρωί, πάντοτε τον ρωτάει ποιος είναι ο πιο όμορφος, ο πιο έξυπνος, ο πιο τυχερός. Έπειτα, φοράει την κουκούλα του. Και μας πλησιάζει από τα νώτα, κρατώντας απόσταση ασφαλείας ή αναπνοής. Πιθανόν η κουκούλα και ο καθρέπτης να βρίσκονται μέσα στο σπίτι μας. Γιατί η προδοσία επέρχεται κυρίως εκ των έσω, ως ένα alterego, μια παθητική και δειλή πλευρά του εαυτού μας, ή ως μέλος της οικογένειάς μας, φίλος, σύντροφος, δάσκαλος, η ίδια η μήτρα που μας φιλοξένησε.
Ο προδομένος περιμένει να ξυπνήσει! Τοποθετεί χιλιάδες ξυπνητήρια γύρω του που χτυπούν δαιμονισμένα. Αλλά το κρεβάτι είναι πολύ βαθύ και τον τραβάει σαν μαγνήτης. Το χέρι του μοιάζει με μπαστούνι, αδύναμο να κινηθεί σωστά και να σφίξει τη γροθιά. Το μάτι του μοιάζει να έχει διευρυνθεί σαν του Κύκλωπα, όμως παραμένει θολό και αδιάφορο σαν του κροκόδειλου. Το αυτί του μοιάζει με αντένα σπασμένη, ούτε ακούει ούτε κατανοεί οποιαδήποτε απόχρωση, ηθική και συναισθηματική. Μοιάζει να βρίσκεται σε μια καρέκλα δεμένος χειροπόδαρα – τελευταία πολύ της μόδας. Χωρίς την οικογενειακή θαλπωρή, χωρίς τη συντροφιά του αληθινού και χωρίς δουλειά, ο προδομένος κι απολυμένος της ζωής περιφέρεται στα παγκάκια μονάχος κι έρημος. Κάποτε φορούσε τη φανέλα των Ολυμπιακών Αγώνων καμαρωτός και φιλόδοξος, εραστής της αλλαγής και της δημοκρατίας, ερασιτέχνης του εθελοντισμού, πλήρης ελπίδας και αγάπης για την Ευρώπη. Κάποτε εργαζόταν. Κάποτε ήταν η κολόνα του σπιτιού του. Κάποτε αντιδρούσε ή έτσι νόμιζε, θαυμάζοντας τον Πύργο τον Λευκό και κατεβαίνοντας στις πορείες. Τώρα σπίτι του είναι ένα παγκάκι, ντούλαπα του ένα σακίδιο… Περπατάει γύρω από τον εαυτό του σχηματίζοντας ρόμβους στο πεζοδρόμιο με το πόδι του. Ο προδομένος Έλληνας μοιάζει με τρελό. Κάνει πολιτική στα καφενεία και αποφασίζει στις εκλογές, εάν βέβαια αυτές δεν συμπέσουν με εκείνες τις κοσμοπολίτικες Κυριακές της θάλασσας, του κρύου καφέ και της καυτής άμμου. Ο προδομένος Έλληνας αντέχει: την πείνα, τη δίψα, την προδοσία, την ανεργία, την κοροϊδία, την υποκρισία, τις ψεύτικες υποσχέσεις. Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πρωτοβουλία και τη δειλία, την αγωνιστικότητα και την καρτερικότητα, την αξιοπρέπεια και την απάθεια χρειάζεται να τεντωθεί καλά, για να οριοθετηθεί ξανά η έννοια της ελευθερίας και της αγάπης για την Πατρίδα. Ο άνθρωπος του “ναι… ναι…” πρέπει να θυμώσει.

Ο «Μάρτυς μου ο Θεός» του Μάκη Τσίτα σε σκηνοθεσία Σοφίας Καραγιάννη στο Θέατρο Αυλαία τοποθετεί έναν άνθρωπο πάνω σε ένα παγκάκι, γύρω από το παγκάκι, δίπλα από το παγκάκι. Αυτός ο άνθρωπος οδύρεται για τη δήθεν γραμμικότητα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντός του. Αισθάνεται μόνος κι έρημος. Τα πόδια του χτυπούν το πεζοδρόμιο ρυθμικά, σαν να χορεύει. Μετράει με τα δάχτυλα των ποδιών του τα ρείθρα των δρόμων. Όλο πηγαίνει κάπου κι όλο δεν φθάνει. Τραγουδάει με το “ναι… ναι…” του, κοιτώντας μας στα μάτια και κρυφογελώντας με πονηριά. Κλαίει και γελάει με την κατάντια του. Αναπολεί τη ζωή που δεν έζησε και ελπίζει στη ζωή που πέρασε και πάει. Το μη πραγματικό κάνει παιχνίδια με το μυαλό του. Ο άνθρωπος αυτός αδημονεί για την πτώση του τείχους, που φαίνεται πως δε θα ξανασυμβεί στην ιστορία του κόσμου. Φοβάται τους ανθρώπους που τον δείχνουν με περιφρόνηση και τον κοροϊδεύουν πισώπλατα, φορώντας μαύρη κουκούλα ή τα πιο extremeμαύρα γυαλιά της εποχής. Αντέχει. Υπομένει. Φοβάται. Ο άνθρωπος του “ναι… ναι…” πρέπει επιτέλους να θυμώσει!
Αντί Επιλόγου: Σας παραθέτω το τραγούδι “Περιμένω να ξυπνήσω” του Jim Andros. Κι όπως πάντα, περιμένω με αγωνία τις σκέψεις και τα σχόλιά σας.
α) Jim Andros. Περιμένω να ξυπνήσω (Demoversion).
========================================================================
7α Θεατρικά Κουλτουροβραβεία Θεσσαλονίκης 2017
ΤΕΛΕΤΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΒΡΑΒΕΙΩΝ – ΔΕΥΤΕΡΑ 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016 – ΘΕΑΤΡΟ ΑΘΗΝΑΙΟΝ
Πρώτες πληροφορίες για τη μεγάλη βραδιά – Προσκλήσεις: ΕΔΩ
=================================================================================
Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα.
Πρόγραμμα παραστάσεων ΕΔΩ
==================================================================================
ΕΙΔΑΜΕ & ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΜΕ ΕΔΩ
===========================================================================
Φωτογραφικό υλικό



