Η Μάνα τίκτει. Ο πόνος της ανυπόφορος, σχεδόν εξωπραγματικός. Δεν έχει κάπου να πιαστεί, κάπου να ακουμπήσει. Αισθάνεται μόνη, ολομόναχη σαν καλαμιά στον κάμπο, ακόμη και με δέκα χέρια επάνω της για προστασία και παρηγοριά. Ο αβάσταχτος πόνος του τοκετού κατορθώνει να την μυήσει στα πιο απόκρυφα σκοτάδια της κοιλιάς και της ψυχής της. Η γέννηση του βρέφους σηματοδοτεί τη γέννησή της, την ουσιαστική της επαφή με το εσωτερικό αβυσσαλέο γίγνεσθαι, αυτό που κανείς- ούτε καν η ίδια- δεν είχε καταφέρει να δαμάσει. Είναι μάταιο κι ανούσιο, άλλωστε, να δαμαστεί από οποιονδήποτε άλλον. Μονάχα ο γιος και η κόρη έχουν τη δυνατότητα να δαμάσουν την ψυχή της μάνας. Κανείς άλλος. Και για κανέναν λόγο. Αφού αναπνεύσουν βαθιά κι ανοίξουν τα μάτια, η μοίρα της μάνας έχει πλέον προδιαγραφεί.
Η γυναίκα-μητέρα έχει συνηθίσει εξ απαλών ονύχων να περπατάει με μιαν αλήθεια, αυθεντική και σκληρή. Ξέρει πού να πατήσει και πού να σταθεί. Ανοιγοκλείνει τα μάτια, χαμογελά και της ανήκει ο κόσμος. Αναρωτιέται διαρκώς, μελετά και στέκεται στο καθετί. Εμβαθύνει στα μυστήρια του κόσμου και συμπάσχει μαζί του. Πυρ, γυνή και θάλασσα σκιαγραφούν το σύμπαν. Η γυναίκα καθορίζει τη διαιώνιση του είδους, την ποιότητα της συντροφιάς, την αξία της φιλίας, την ίδια την έννοια του σχετίζεσθαι. Ζωγραφίζει με την καρδιά και τα δάκρυά της. Δαμάζει τους ήχους του σύμπαντος με τα βογκητά της. Ο ιδρώτας της δροσίζει τη φωτιά της γης.
Η Μάνα γίνεται γη και ύδωρ. Και δε χαρίζεται σε κανέναν. Πρώτο της μέλημα αποτελεί το μητρικό της ένστικτο. Η διαίσθησή της βαράει κόκκινο. Πιάνει το χέρι του παιδιού της και το μυρίζει. Και το βλέμμα της σκάβει τις πιο βαθιές γούβες στα λακάκια του μυαλού του. Συναισθάνεται και καταλαβαίνει. Και η ύπαρξή της γεμίζει ρήματα. Τι κάνει, τι παθαίνει, πώς να “χάνει την μπάλα”… Όλο της το Είναι συγκεντρώνεται στη μυρωδιά μιας πλαστελίνης και ενός μπαλονιού, στη δροσιά και στο φως του παιδιού της.
Κάποτε αρχίζει και ξεχνάει: ποια είναι, πώς είναι, γιατί άραγε υπάρχει. Τα μαλλιά της, ατίθασα και ξεχασμένα, γρατζουνίζουν τη ματιά της και την εμποδίζουν να βρει τον δρόμο του κορμιού της. Σβήνουν τα πάθη της, αποχρωματίζονται τα κάλλη της. Με πρησμένα κι άυπνα μάτια τινάζει την ποδιά της και βγάζει με προσοχή τα ρούχα της. Αυτά μυρίζουν ακόμη το βρέφος που δεν έχει κόψει το βυζί. Περπατάει νωχελικά, πότε εδώ πότε εκεί. Γελάει και κλαίει δίχως προφανή λόγο. Θέλει να ουρλιάξει και να φύγει, αλλά δεν μπορεί. Το μητρικό ένστικτο σαν ένας άλλος ομφάλιος λώρος τη θρέφει. Έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι. Υπακούει, υπηρετεί κι ακολουθεί. Η ύπαρξή της γεμίζει με λάθη και πάθη. Απομακρύνεται από τα βέλη του Έρωτα, τα θεωρεί ίσως χυδαία. Και Τον γειώνει. Σφίγγει την ποδιά της, κλείνει τον κόρφο της… “Τελείωσε”, λέει. Αδύνατον να αισθανθεί την αγάπη της συντροφιάς, την τρυφερότητα της φιλίας. Αδύνατον να βιώσει την ελευθερία του πριν και να διαμορφώσει τη μοίρα της καταπώς θέλει. Τώρα δεν αισθάνεται μόνη. Έχει γίνει ένα κουβάρι μαζί με το παιδί της. Και ολοένα παθαίνει και μαθαίνει, δίχως πώς και γιατί. Ποιος νοιάζεται πια για τη ζαρωμένη της κοιλιά και τα μαύρα της μάτια; Η θυσία της καταπραύνει τις ενοχές της και η στέρηση χαλαρώνει τους εφιάλτες της κούρασής της. Το χάος του σύμπαντος τής φαίνεται μικροσκοπικό, και θέλει να το λιώσει με το νυσταγμένα μετέωρό της βήμα. Οι προσδοκίες των άλλων τής φαίνονται τρικυμισμένη θάλασσα και δεν γνωρίζει καν να επιπλέει. Θυμώνει με την απάθεια και την αδιαφορία, αλλά και με την ηθική του καθωσπρεπισμού και της οριοθέτησης. Αμφιβάλλει διαρκώς για το αν είναι “η καλή μάνα” του παραμυθιού και των Άλλων… που δε χαίρονται ούτε και με την ανατολή του ηλίου. Έχει μεγάλο βάρος η ευθύνη να είναι η μητέρα καλή, στοργική κι ιδανική.Τέτοιοι προσδιορισμοί αγγίζουν ανέκαθεν την ουτοπία.
Η Μάνα στερείται, χάνει την επαφή με τον εαυτό της, γίνεται τελικά θυσία. Περήφανη κι αξιοπρεπής πλέον αλλά ελάχιστα ανθρώπινη, ενορχηστρώνει τη ζωή του παιδιού της, την καθορίζει, την οργανώνει, την ελέγχει. Κατασκευάζει την ευτυχία του σαν κάστρο στην άμμο. Περιχαρακώνεται από πλαίσια και κανόνες και τα θέτει ως βάση. Γίνεται θεός. Καθορίζει τη μοίρα όλων. Γνωρίζει άλλωστε καλύτερα από όλους το καλό του γιου και της κόρης της. Και προσκαλεί το παιδί της να ακολουθήσει το παράδειγμά της, να την υπακούσει, να σκύψει το κεφάλι στη μεγαλοπρέπεια του ρόλου της, να αναγνωρίσει την αξία της θυσίας της, να απεμπολήσει την ελευθερία του και να διαιωνίσει την αξιοπρέπεια αυτής της θυσίας. Τακτοποιεί τις σπουδές του, τον γάμο του, την οικογένειά του. Είναι η πανταχού παρούσα, σαν από μηχανής θεός. Πάση θυσία, η συμβολή της στην ανατροφή και τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού της πρέπει να αναγνωριστεί.
Και όταν η φωλιά της αδειάσει, τότε θα κατανοήσει το μέγεθος και την ποιότητα της υπαρξιακής της μοναξιάς και του δικού της τέλους στη ζωή. Θα κληθεί να αγαπήσει τον εαυτό της από την αρχή, σε όλα του τα βάθη και τα πλάτη. Άβυσσος η ψυχή της μάνας, αυτής που κάποτε θυσιάστηκε και τώρα γίνεται άνθρωπος με σάρκα και με οστά. Η Μάνα δε γεννιέται. Γίνεται. Έστω κι όταν έχει ολοκληρώσει το μεγάλωμα των παιδιών της. Έστω και “αργά”.
Αυτή η υπέρβαση της μητέρας-θεάς στα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά αποτελεί και το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της Καλής Μάνας. Να μου το θυμηθείτε.
Η παράσταση «Ο ΑΓΑΠΗΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΑΣ» του Δημητρίου Κορομηλά σε σκηνοθεσία του Μάριου Κωνσταντίνου στο Θέατρο Σοφούλη από την πειραματική θεατρική ομάδα Ντόμινο επιχειρεί να εμβαθύνει στην εξαρτητική σχέση της μάνας-παιδιού μέσα από τον καθρέπτη της ερωτικής αγάπης δύο ζευγαριών. Η αυθεντική κι αληθινή ερωτική αγάπη τίθεται αρχικά ως ζητούμενο και προσεγγίζεται με έναν πολύ τρυφερό και ρομαντικό τρόπο, εξαιρετικά ηθογραφικό και βουκολικό. Ταξιδεύουμε σε άλλες ημέρες της Ελλάδας, γεμάτες με βοσκοπούλες, γάργαρο νερό, χρυσές καδένες, πολυήμερα γλέντια γάμου και έμμετρο λόγο. Νέοι ερωτεύονται με τα μάτια και τα λόγια. Ο γάμος τους, ωστόσο, πρέπει να διαθέτει και προίκα. Διαφορετικά, ο έρωτας μαζεύει τα βέλη του κι αναχωρεί για τα ξένα. Στο βωμό της προίκας και της οικονομικής αποκατάστασης, οι άνθρωποι λησμονούν το τι θα πει έρωτας κι αγάπη. Μάνες ψιθυρίζουν λόγια στις καρδιές των παιδιών τους σαν μάγισσες και καθορίζουν το μέλλον τους. Μάνες καταριούνται, θυμώνουν, προσπαθούν να “προστατεύσουν” τα κεκτημένα. Αδύνατον. Ο έρωτας έχει τη δική του δυναμική και οριοθετεί το σύμπαν ολόκληρης της κοινωνίας των ανθρώπων, απελευθερώνοντάς τους συγχρόνως. Δεν υφίσταται τίποτε πιο δεσμευτικό και συνάμα απελευθερωτικό από τη δύναμη και τη χημεία των ανθρώπων που αγαπιούνται. Οι μάνες καταλαβαίνουν εν τέλει αυτή τη δυναμική. Κι αυτό γίνεται εφικτό, όταν και οι ίδιες χαλαρώνουν τις άμυνες κι ανοίγουν την καρδιά τους στον έρωτα και την αγάπη. Άνθρωποι της υπαίθρου και του χωριού σχετίζονται με τον πιο αυθεντικό και γλαφυρό τρόπο. Προκαλούν ρίγη και φόβους. Διεγείρουν τα θέλω και τα πάθη. Η παράσταση αυτή με μια αφαιρετική και κωμική αισθητική προσκαλεί τους θεατές να βιώσουν τα ίδια πάθη και τα ίδια θέλω, να φοβηθούν και να ριγήσουν, εν τέλει να φθάσουν στην κάθαρση. Και ειλικρινά το κατορθώνει.
-Είδαμε βαθμολογήσαμε με 6,5 & Σχολιάζουμε εδώ
,
.
Συζητώντας με την ομάδα Ντόμινο για τον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας» – Θεατρική Κουλτουροβραδιά
.
Μουσικές Προτάσεις:
Πέτρος Γαϊτάνος. Η μάνα εν κρύον νερόν.
Σταύρος Σιόλας. Η Μάνα Μου (Συμμετέχει ο Μανώλης Μητσιάς) .
==========================
Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα.
Πρόγραμμα παραστάσεων ΚΛΙΚ ΕΔΩ
=========================
ΕΙΔΑΜΕ & ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΜΕ ΕΔΩ
===========================
Θεατρικά Κουλτουροβραβεία Θεσσαλονίκης [σελίδα ανακοινώσεων] ΕΔΩ
Facebook page ΕΔΩ
==============================
Kάντε like στη σελίδα του Kulturosupa.gr στο facebook και ακολουθήστε μας στο twitter για να βλέπετε πρώτοι όλη την ροή πληροφοριών και να μαθαίνετε όλους τους νέους διαγωνισμούς προσκλήσεων.
Φωτογραφικό υλικό