Πρόκειται για μια ταλαντούχα ερμηνεύτρια και ηθοποιό που τα τελευταία χρόνια αφήνει το δικό της προσωπικό στίγμα στα καλλιτεχνικά δρώμενα της πόλης μας. Έχει σπουδάσει Ιστορία-Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ, μουσική στο Ωδείο Βορείου Ελλάδος και θέατρο στην Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης Ροντίδη. ΄
Εχει συνεργαστεί με σπουδαίους καλλιτέχνες όπως ο Κώστας Μακεδόνας και ο Βασίλης Λέκκας και έχει συμμετάσχει σε αξιόλογες θεατρικές παραστάσεις, με τελευταία την παράσταση του ΚΘΒΕ «MANOLIS / καρδιά σε τέσσερις χορδές» που της χάρισε το βραβείο καλύτερου Β΄ Γυναικείου Ρόλου στα 14α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης. Μια πολυπράγμων και διαρκώς εξελισσόμενη καλλιτέχνης, που λατρεύει τη μουσική και μέσα από το θέατρο αποκαλύπτει στο κοινό την ψυχή της.
Ο λόγος για την Δήμητρα Αντωνακούδη που με αφορμή τη συμμετοχή της στην παράσταση «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη, που παρουσιάζει σε λίγες μέρες το Φεστιβάλ Επταπυργίου, μιλά στην Άννια Κανακάρη για την Κουλτουρόσουπα.
- Κυρία Αντωνακούδη, ποιο ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας (μετά τις σπουδές στο τμήμα Ιστορίας – Αρχαιολογίας του ΑΠΘ), με την τέχνη και συγκεκριμένα με την υποκριτική και το τραγούδι;
Θα έλεγα πως το έναυσμα είχε δοθεί ήδη από την παιδική ηλικία. Η οικογένειά μου αγαπούσε τη μουσική. Οι γονείς μου ήταν μέλη χορωδίας στις συναυλίες της οποίας πρωτοάκουσα Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Μαρκόπουλο, Καλδάρα. Ο παππούς μου λάτρευε τα ρεμπέτικα. Εκείνος μου έμαθε τον Τσιτσάνη και τον Βαμβακάρη και θυμάμαι ακόμη πως τα σιγοτραγουδούσεσαν τρυφερό νανούρισμα. Η γιαγιά μου πάλι αγαπούσε τα παραδοσιακά και τα ‘λεγε όσο έκανε τις δουλειές της, λες και της έδιναν ενέργεια. Παππούς και γιαγιά κουβαλούσαν τη φωνή μιας ολόκληρης γενιάς που είχε το τραγούδι όλη μέρα στο στόμα της, κάτι που μου κληροδότησαν. Μπορεί ως παιδάκι να μην μπορούσα να αντιληφθώ την αξία όλων αυτών των τραγουδιών, όμως, τώρα πια, ευχαριστώ την οικογένειά μου για την πλούσια μουσική προίκα! Όσο για το θέατρο, πίστευα πάντα πως θα μου έδινε τον χωροχρόνο να ταξιδεύει συνεχώς η ανήσυχη φύση μου. Η οικογένειά μου, βέβαια, προσπάθησε να με πείσει πως η τέχνη δεν μπορεί να σε βιοπορίσει γι’ αυτό και έβαλα πρώτη μου επιλογή την Ιστορία-Αρχαιολογία αναζητώντας εκεί την αγάπη μου για την τέχνη αλλά η εσωτερική μου πυξίδα, μου έλεγε πως μόνο στον χώρο της μουσικής και του θεάτρου θα συναντούσα τον εαυτό μου.
- Τραγουδίστρια και ηθοποιός λοιπόν. Ποια ιδιότητα σας χαρακτηρίζει περισσότερο και ποια θεωρείτε ότι αναδεικνύει αποτελεσματικότερα το ταλέντο και τη δημιουργικότητά σας;
Για μένα είναι ιδιότητες που αλληλεπιδρούν και συμπορεύονται. Είναι αυτές που συνθέτουν την προσωπική μου ταυτότητα και εκφράζουν την ιδιοσυγκρασία μου. Δεν τις αντιλαμβάνομαι ως διαφορετικές αλλά ως δρόμους που συναντιούνται και ενώνονται στοίδιο μονοπάτι. Πιστεύω πως κάθε τραγούδι είναι η αφήγηση μιας ιστορίας και κάθε θεατρικό κομμάτι είναι μια μουσική παρτιτούρα που πρέπει να εκτελεστεί με ποικίλα ηχοχρώματα, αυξομειώσεις έντασης και ταχύτητας, παύσεις, εναλλαγές διαθέσεων αλλά κυρίως με αλήθεια. Η αλήθεια είναι η κοινή συνισταμένη της υποκριτικής και του τραγουδιού, είναι αυτή που μας συνδέει με το κοινό.Όταν καταφέρνω να βρίσκομαι σε σκηνή όπου οι δυο τέχνες συναντιούνται, νιώθω πως μπορώ να εκφράσω όλο μου τον εσωτερικό κόσμο.
- Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε στα πρώτα σας βήματα στους χώρους του θεάτρου και της μουσικής; Σε ποιόν από τους δυο θεωρείτε ότι είναι δυσκολότερο να καταξιωθεί ένας νέος καλλιτέχνης;
Νομίζω πως η μεγαλύτερη δυσκολία που έχουμε να αντιμετωπίσουμε στα πρώτα μας βήματα είτε στο θέατρο είτε στη μουσική, είναι να καταφέρουμε να μείνουμε πιστοί στα όνειρά μας και προσανατολισμένοι στον στόχο μας. Στην πορεία μας εμφανίζονται πολλές σειρήνες που προσπαθούν να μας αποπροσανατολίσουν από τον δρόμο που θέλει η ψυχή μας κι οι σειρήνες αυτές επικαλούνται τον βιοπορισμό, το «αυτό που θέλει ο κόσμος», το ρεύμα της εποχής, τον πειραματισμό με άλλα είδη ή την ανάγκη να μείνουμε ενεργοί στον χώρο. Έτσι, άλλοι εγκαταλείπουν το επάγγελμα κι άλλοι μπαίνουν σε καλλιτεχνικές δουλειές που δεν τους εκφράζουν. Αλλά πιστεύω πως οφείλουμε στον εαυτό μας να ακολουθούμε την καρδιά μας και τα όνειρά μας γιατί μόνο εκεί θα συναντήσουμε τον εαυτό μας. Το τίμημα είναι μεγάλο. Αναγκαζόμαστε να κάνουμε άλλες δουλειές για να επιβιώσουμε αλλά όταν βλέπουμε πως καλλιτεχνικά είμαστε εκεί που θέλει η ψυχή μας, νιώθουμε πραγματική ανταμοιβή.
- Στη μέχρι τώρα πορεία σας, υπήρξαν συνεργασίες που ξεχωρίσατε και που θεωρείτε ότι καθόρισαν την εξέλιξή σας;
Εκτιμώ τους περισσότερους από τους συνεργάτες μου τόσο για την καλλιτεχνική τους αξία όσο και για το ήθος και την ποιότητά τους. Ξεχωρίζω όμως τη συνεργασία μου με την Ιόλη Ανδρεάδη που μου εμπιστεύτηκε τον πολύ δύσκολο ρόλο της Μαίρης Λίντα και που μου έδωσε έτσι την ευκαιρία να συναντηθούν οι δυο μου ιδιότητες προκύπτοντας η μία οργανικά μέσα από την άλλη. Ξεχωρίζω επίσης τη συνεργασία μου με τον Βασίλη Λέκκα για τα μαθήματα που μου προσφέρει κάθε φορά που τον συναντώ επί σκηνής. Έχει μια φωνή πολύ προπονημένη με άρτια τεχνική και πάνω σ’ αυτή τη γερή δομή, αφήνεται και ερμηνεύει παρασύροντας πάντα τον κόσμο μαζί του. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και ένας εξαιρετικός συνεργάτης, ένας εργάτης συνεπής και ακούραστος αλλά για μένα κι ένας καλός καθοδηγητής μέσα από προσωπικές μας συζητήσεις. Σημαντική θεωρώ επίσης τη συνεργασία μου με τον συνθέτη Χρήστο Βερνάρδο που με έβαλε στη δισκογραφία χαρίζοντάς μου όμορφα τραγούδια που κυκλοφορούν από τον ΙΑΝΟ και μου έδωσε την ευκαιρία να συμμετέχω σε όμορφες συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
- Με ποια κριτήρια επιλέγετε τις συνεργασίες σας; Αποτελεί η εμπορική επιτυχία τον βασικό σας στόχο;
Το σημαντικότερο κριτήριο για να επιλέξω μια συνεργασία είναι να νιώθω πως μέσα σ’ αυτή μπορώ να είμαι ο εαυτός μου και την ίδια στιγμή να καλούμαι να ξεπεράσω τον εαυτό μου, να τον βάλω να μελετήσει, να προπονηθεί, να εξελιχθεί. Κριτήριο για μένα είναι και η συνάντηση με ανθρώπους που μιλάμε ίδια γλώσσα και που μπορούμε να επικοινωνούμε με ευγενικό τρόπο. Πιστεύω πως σε ευγενή περιβάλλοντα μπορώ να ανθίζω γιατί η ευγένεια ποτίζει το χώμα μου με το πιο γερό λίπασμα. Η εμπορική επιτυχία δεν αποτελεί για μένα αυτοσκοπό. Ωστόσο, τις στιγμές που έρχεται,ενώ έχουμε μείνει πιστοί σε όσα για μας έχουν αξία, μου δείχνει πως καταφέραμε να αγγίξουμε κι άλλους ανθρώπους και πως αυτό που κάνουμε δεν αφορά μόνο εμάς, αφορά πολλούς.
- Ποιος από τους ρόλους σας στο θέατρο μέχρι σήμερα θεωρείτε ότι σας έχει αγγίξει περισσότερο; Υπάρχει κάποιος ρόλος που ονειρεύεστε να υποδυθείτε στο μέλλον;
Αναμφίβολα, ο ρόλος της Μαίρης Λίντα ήταν αυτός που με άγγιξε, με συγκίνησε, με ξεβόλεψε, με ωρίμασε, με έκανε να δω παραπέρα. Μελέτησα τη ζωή της, τον τρόπο εκφοράς του λόγου της, την τοποθέτησή της, το φραζάρισμά της, τη στάση της και την ίδια στιγμή έψαχνα την πιο βαθιά αλήθεια της με τον πιο απλά εκφρασμένο λόγο. Πρόκειται για ένα πρόσωπο που το τυλίγει ένας μύθος, γι’ αυτό και είχαμε συμφωνήσει με την Ιόλη Ανδρεάδη πως μέλημά μας θα πρέπει να είναι να αφηγηθούμε την ιστορία της κι όχι να επιχειρήσουμε να την μιμηθούμε. Αυτό για μένα είναι ο πιο έντιμος τρόπος προσέγγισης του ρόλου.
Δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ρόλος που ονειρεύομαι αλλά σίγουρα ονειρεύομαι ρόλους που θα με κάνουν να σκύψω πιο βαθιά μέσα μου ώστε να φέρω στο φως πτυχές μου που, ενδεχομένως, δε γνωρίζω πως έχω.
- Ποιοι συνθέτες και ερμηνευτές, παλιότεροι ή και νεότεροι, καθόρισαν την μουσική σας πορεία και την εν γένει καλλιτεχνική σας ταυτότητα;
Ο Μάνος Χατζιδάκις είναι για μένα ο μεγαλύτερος συνθέτης αυτής της χώρας. Μεγαλοφυΐα στις συνθέσεις του με βαθιά καλλιέργεια και γνώση, με ευαισθησία, διορατικότητα και, ίσως γι’ αυτό, μελαγχολία. Ο Μίκης Θεοδωράκης, πολιτικά ευαισθητοποιημένος, που κουβαλά στα τραγούδια του μια ολόκληρη γενιά που μας μεγάλωσε με το όραμά της.Ο Βασίλης Τσιτσάνης που τα τραγούδια του είναι γνήσια λαϊκά και την ίδια στιγμή μπορούν να ακούγονται από συμφωνική ορχήστρα σαν άριες που ξεπήδησαν από όπερα. Ο Απόστολος Καλδάρας που κουβαλά γνήσιο το λαϊκό αίσθημα και τον πόνο του ξεριζωμού. Ο Μανώλης Χιώτης, δεξιοτέχνης που παντρεύει δύση και ανατολή με μαεστρία. Ο Σταύρος Ξαρχάκος που τα τραγούδια του μυρίζουν Ελλάδα και ο Σταύρος Κουγιουμτζής με τη γλυκιά μελαγχολία. Από σύγχρονους, ξεχωρίζω τον Γιώργο Καζαντζή που τα τραγούδια του κουβαλούν όλους τους μεγάλους συνθέτες μέσα από τη δική του ματιά, τον Γιώργο Σταυριανό για την ομορφιά που ξεχειλίζει απ’ τα τραγούδια του, τον Γιώργο Ανδρέου για την ευαισθησία των τραγουδιών του, τον Κώστα Καλδάρα που κουβαλά την παλιά εποχή στο σήμερα και τον Δημήτρη Μαραμή για τον λυρισμό του.
Από ερμηνεύτριες ξεχώριζα πάντα τη Βίκυ Μοσχολιού για τη δωρικότητα, τη μελαγχολία και την εκφραστικότητά της, τη Χάρις Αλεξίου για τον δυναμισμό και την ενέργεια, τη Φλέρυ Νταντωνάκη για τον λυρισμό, τη Μαίρη Λίντα για το μπρίο, τη Τζένη Βάνου για την έκταση, την Τάνια Τσανακλίδου για τη θεατρικότητα, τη Μαρία Φαραντούρη για την επαναστατικότητα, τη Σαβίνα Γιαννάτου για την ευαισθησία και τη Μαρία Παπαγεωργίου για τη χρυσόσκονη που σκορπά η φωνή της. Από ερμηνευτές ξεχώριζα τον Γιώργο Νταλάρα για την ακρίβεια και το εύρος φωνής, τον Βασίλη Λέκκα για την ερμηνεία, τον Χρήστο Θηβαίο για την εκφραστικότητα, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου για την ενέργεια.
- Αν σας ζητούσα να διαλέξετε ένα τραγούδι που σας εκφράζει τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, ποιο θα επιλέγατε;
Θα επέλεγα το Η σκιά μου κι εγώ του Βασίλη Τσιτσάνη και του Κώστα Βίρβου. Είναι ένα τραγούδι που σιγοτραγουδώ πολύ τελευταία γιατί αυτή την περίοδο ακούω συχνά τραγούδια του Τσιτσάνη από προσωπική ευχαρίστηση, όχι για κάποια επικείμενη δουλειά. Αυτό το τραγούδι με κέρδισε και από τη μελωδικότητά του αλλά και από τους στίχους του γιατί ένα πράγμα που με γοητεύει στα τραγούδια της εποχής εκείνης είναι το πώς τόσο απλοί στίχοι διατηρούσαν την ομορφιά τους. Αυτό σήμερα, κατά κανόνα, έχει χαθεί. Οι περισσότεροι στίχοι είναι επιφανειακοί και άνευ ουσίας, ίσως γιατί έχουμε χάσει πολλές λέξεις από το καθημερινό μας λεξιλόγιο, ή γιατί έχουμε απλοποιήσει πάρα πολύ τον τρόπο με τον οποίο εκφραζόμαστε αλλά κυρίως γιατί, πιστεύω, πως η λογοτεχνία δεν έχει πια την ίδια θέση στη ζωή μας με αυτή που είχε στους καλλιτέχνες της παλιότερης γενιάς που διάβαζαν ποιητές και πεζογράφους, Έλληνες και ξένους, από ανάγκη να γνωρίσουν ιδέες και ρεύματα αλλά και να εμβαθύνουν στη γλώσσα.
- Ως τραγουδίστρια, ποια πιστεύετε πως είναι η επίδραση της μουσικής στον άνθρωπο και τι προσφέρει στον ίδιο τον ερμηνευτή;
Πιστεύω πως φέρνει τον άνθρωπο σε σύνδεση με τον εαυτό του, του δείχνει δρόμους, του περνά ιδέες, μπορεί να ενώσει, μπορεί να γαληνέψει αλλά μπορεί και να διχάσει και να φανατίσει. Δεν είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιείται τόσο για θεραπευτικούς όσο και για προπαγανδιστικούς σκοπούς. Είναι μεγάλη η δύναμή της γιατί αγγίζει κατευθείαν ψυχή και πνεύμα. Η επίδραση που ασκεί έχει να κάνει με το είδος της, τον τρόπο που πλασάρεται και τον σκοπό που θέλει να επιτελέσει.
Για έναν ερμηνευτή προσφέρει τη δομή για να είναι άρτιο αυτό που θα χτίσει αλλά και το μονοπάτι πάνω στο οποίο θα πατήσει για να συνδεθεί με το κοινό.
- Τι σας χαρίζει περισσότερη ικανοποίηση πέρα από την επαγγελματική σας ενασχόληση;
Οι ώρες με την οικογένειά μου. Αγαπάμε πολύ τις βόλτες στην παραλία και η Θεσσαλονίκη το προσφέρει αυτό απλόχερα. Μας αρέσει επίσης να τρώμε σε ήσυχα ταβερνάκια και τώρα το καλοκαίρι να πηγαίνουμε για μπάνιο σε κοντινές θάλασσες το απόγευμα και να φεύγουμε από κει αργά το βράδυ.
Αγαπώ επίσης πολύ τις σπουδές πάνω στην τέχνη και τις ώρες που καταφέρνω να είμαι μόνη μου τις αφιερώνω σε έρευνα και μελέτη. Αυτή την περίοδο ολοκληρώνω το δεύτερο μεταπτυχιακό μου πάνω στο θέατρο στο τμήμα θεάτρου του Ναυπλίου και νιώθω πολύ πλούσια ψυχικά μετά από αυτό.
- Πριν από λίγες μέρες κερδίσατε το βραβείο καλύτερου Β΄ Γυναικείου Ρόλου στα 14α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης για τη συμμετοχή σας στην παράσταση του ΚΘΒΕ «MANOLIS / καρδιά σε τέσσερις χορδές». Ποια είναι τα συναισθήματά σας για την διάκριση αυτή;
Νιώθω χαρούμενη και συγκινημένη γι’ αυτό το βραβείο γιατί έχτισα τον ρόλο με πολλή δουλειά και μελέτη. Προσπάθησα να τον προσεγγίσω με αλήθεια και απλότητα. Παράλληλα μέσα από τις κατευθύνσεις και τους αυτοσχεδιασμούς που έδινε η σκηνοθέτις, πάλεψα να μπω πιο βαθιά. Νομίζω πως αυτά τα στοιχεία είναι που εκτιμήθηκαν γι’ αυτό και κρατώ ως φωτεινούς σηματοδότες τη δουλειά, τη μελέτη, την αλήθεια, την απλότητα και το βάθος.
- Ποια είναι η γνώμη σας για τα Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης; Τι θεωρείτε ότι προσφέρουν στον καλλιτεχνικό χώρο και στους καλλιτέχνες ειδικότερα;
Αν και δε θεωρώ τα βραβεία εν γένει αυτοσκοπό, πιστεύω πως μπορούν να προσφέρουν κίνητρα για ευγενή άμιλλα στους καλλιτέχνες της πόλης και πως μπορούν να τους ενεργοποιήσουν να δουλεύουν με περισσότερη ζέση και αφοσίωση χωρίς όμως να οδηγούν σε ανταγωνισμό ούτε να γίνονται κριτήριο αξιολόγησης καλλιτεχνών και παραστάσεων ή λόγος δυσαρέσκειας και απογοήτευσης. Μπορούν να λειτουργούν απλώς ως δείκτες της καλλιτεχνικής στάθμης μιας πόλης. Άλλωστε, στην τέχνη όλα είναι υποκειμενικά.
- Συμμετέχετε στην παράσταση Θεσμοφοριάζουσες του Αριστοφάνη που παρουσιάζει φέτος το Φεστιβάλ Επταπυργίου. Θα μπορούσατε να μας πείτε λίγα λόγια για την συγκεκριμένη παράσταση; Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με το Φεστιβάλ;
Με το πέρας των παραστάσεων Manolis/Καρδιά σε τέσσερις χορδές του ΚΘΒΕ, δέχτηκα πρόταση από την Ελευθερία Τέτουλα και την Εύη Σαρμή, που συνυπογράφουν τη σκηνοθεσία, να συμμετάσχω στην παράσταση Θεσμοφοριάζουσες ενταγμένη στο Φεστιβάλ Επταπυργίου. Είναι ένα αρκετά διαφορετικό έργο από αυτό που συμμετείχα τον χειμώνα. Είναι κωμωδία, και μάλιστα του Αριστοφάνη, σε μετάφραση και εμμετροποίηση του Στάθη Παχίδη και για τον ηθοποιό είναι πάντα πρόκληση να αναμετράται με διαφορετικά έργα, με διαφορετικούς ρόλους και διαφορετική σκηνοθετική προσέγγιση.
Στην παράσταση παίζουν επίσης με αλφαβητική σειρά η Σοφία Βούλγαρη, ο Διογένης Δασκάλου, ο Αλέξανδρος Νικολαϊδης, η Κορνηλία Προκοπίου, ο Γιώργος Χιώτης και ο Γιώργος Χριστοφορίδης και παίζουν οι μουσικοί Χρήστος Γκουγκούμας και Αλέκος Παπαδόπουλος. Τις χορογραφίες υπογράφει η Νάντια Κουτζιάμπαση, τους φωτισμούς η Αθηνά Μπανάβα, τα σκηνικά και τα κοστούμια η Ευαγγελια Κιρκινέ και το video art ο Βασίλης Κουκμήσης.
- Συστήστε μας τον χαρακτήρα ή τους χαρακτήρες που υποδύεστε. Ποια τα συναισθήματά σας επί σκηνής και τι κοινά στοιχεία θεωρείτε ότι έχετε μαζί τους;
Υποδύομαι την Τιμόκλεια, μία από τις Θεσμοφοριάζουσες που μάχεται να ακουστεί η φωνή της σε έναν κόσμο που αλλάζει. Το «προκλητικό» στοιχείο της είναι, ίσως, η γοητεία της την οποίαη κοινωνία ταυτίζει με την ανηθικότητα. Έτσι, εκείνη μάχεται να κερδίσει την θέση της στην κοινωνία, την αξιοπρέπειά της και την επιβίωση της ίδιας και των παιδιών της διατηρώντας τη γοητεία της σ’ έναν κόσμο που αντιμετωπίζει την ομορφιά με καχυποψία. Ένα κοινό στοιχείο που εντοπίζω στον ρόλο είναι πως μαχόμαστε, όπως όλοι μας λίγο πολύ, να αποδείξουμε πως οι άνθρωποι είμαστε πολυδιάστατα όντα που δικαιούμαστε να υπάρχουμε σε μια κοινότητα κουβαλώντας τις πολύπλευρες πτυχές μας.
15.Οι Θεσμοφοριάζουσες είναι ένα έργο βαθιά πολιτικό. Ποια στοιχεία του θεωρείτε ότι είναι σύγχρονα και επίκαιρα και ποιο είναι για σας το βασικό μήνυμα του έργου;
Θεωρώ σύγχρονο το να παρακολουθούμε ένα έργο στον κόσμο του οποίου όλα τα πλάσματα μάχονται να κερδίσουν μια θέση σ’ αυτόν και προσπαθούν να δημιουργήσουν μια κοινωνία που να τα χωρά και να τα αγκαλιάζει όλα. Η μαχητικότητά τους αυτή εκφράζεται με σύμπνοια, αλληλεγγύη και αλληλοϋποστήριξη. Τα αιτήματά τους όμως φτάνουν μέχρι το επιτρεπτό, για την εποχή, όριο. Όταν η εποχή δεν επιτρέπει την περαιτέρω διεκδίκηση, επέρχεται αναγκαστικός συμβιβασμός και βρίσκεται η μέση λύση κι αυτό είναι κάτι που συναντάμε διαχρονικά. Το αίτημα για αλλαγή φτάνει πάντα ως το σημείο που μπορεί να αντέξει η κάθε κοινωνία και η κάθε εποχή. Το τέλος του έργου μοιάζει να λέει πως χρειάζεται πολύς ακόμη δρόμος για ουσιαστική αλλαγή.
- Ποια είναι τα σχέδια σας για το μέλλον;
Ονειρεύομαι και σχεδιάζω αρκετά πράγματα τόσο στη μουσική όσο και στο θέατρο. Προς το παρόν, αφοσιώνομαι στις πρόβες για τις Θεσμοφοριάζουσες κι έπειτα σκοπεύω να κάνω μια μικρή παύση για να φορτίσω μπαταρίες. Επιστρέφοντας, έχω σκοπό να αφοσιωθώ στα νέα σχέδια για τα οποία θα ήταν καλύτερα να μιλήσουμε εν ευθέτω χρόνω.
Δευτέρα 14, Τρίτη 15, Πέμπτη 17 Ιουλίου, Επταπύργιο
«Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη.
Σε μια Αθήνα ταλαιπωρημένη από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, οι γυναίκες, αποκλεισμένες από την εξουσία αλλά όχι και από τη σκέψη, αποφασίζουν να δράσουν. Μαζεύονται στη γιορτή των Θεσμοφορίων για να συζητήσουν… πώς θα εκδικηθούν τον Ευριπίδη, τον τραγικό ποιητή, που συνεχώς τις συκοφαντεί στα έργα του.
Σκηνοθεσία: Εύη Σαρμή, Ελευθερία Τέτουλα. Ερμηνεύουν Διογένης Δασκάλου, Κορνηλία Προκοπίου, Σοφία Βούλγαρη, Δήμητρα Αντωνακούδη, Γιώργος Χριστοφορίδης, Αλέξανδρος Νικολαίδης, Γιώργος Χιώτης.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα 14, Τρίτη 15, Πέμπτη 17 Ιουλίου στις 21:15
Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ