Η ανατρεπτική επιλογή του Εθνικού και η εθνική μας… «Ξηρασία»! Από τον «Παλμό των Φουαγιέ» της Π. Στασινοπούλου.
Εντελώς ιδιαίτερο το σημερινό φουαγιέ. Διότι χωρίς να παίζεται παράσταση στο θέατρο, άνοιξε το χώρο του για να φιλοξενήσει μια εξόχως «θεατρική» εκδήλωση για το φλέγον ζήτημα «Η ανατρεπτική επιλογή του Εθνικού Θεάτρου», με κεντρικό εισηγητή επί του θέματος, καλεσμένους θεατρικούς παράγοντες, δημοσιογράφους, θεατρόφιλους και με ανοιχτή συζήτηση στη συνέχεια… ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ ότι ο «παλμογράφος» ήταν παρών και χωρίς χρονοτριβή άρχισε να καταγράφει τον εισηγητή:
«Σύσσωμος ο καλλιτεχνικός κόσμος και όχι μόνο, έμεινε με το στόμα ανοιχτό ακούγοντας για την επιλογή της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου να προχωρήσει στο ανέβασμα παράστασης που περιλαμβάνει και κείμενα ενός καταδικασμένου τρομοκράτη, του γνωστού Σάββα Ξηρού. Προφανώς αναμενόμενη αντίδραση την οποία είναι λογικό ότι περίμενε η διοίκηση του Εθνικού, όπως βέβαια και την πολύ εντονότερη και δυναμικότερη από όσους σχετίζονται με θύματα τρομοκρατίας ή από συγκεκριμένους πολιτικούς/ ιδεολογικούς χώρους. Εντούτοις παρέβλεψε το οφθαλμοφανές και προχώρησε, ακροβατώντας στην κόψη του ξυραφιού και γνωρίζοντας πολύ καλά το ριψοκίνδυνο της επιλογής, άσχετα που δεν άντεξε και υπαναχώρησε…
Την οποία επιλογή στήριξε με επιχειρήματα: «Το θέατρο είναι χώρος δημοσίου διαλόγου… η Πειραματική Σκηνή ως τόπος έρευνας νέων καλλιτεχνών οφείλει να καταπιάνεται και με επικίνδυνα θέματα… μέσα από τα κείμενα του Αλμπέρ Καμύ, του Σάββα Ξηρού και άλλα, καταδεικνύεται ότι η βία δεν είναι λύση…» Ωστόσο για τους επικριτές είναι αδιανόητο να έρχεται στο προσκήνιο το έργο ενός δολοφόνου, θεωρώντας δεδομένο (!) ότι μέσω της τέχνης επιχειρείται ο εξαγνισμός του ίδιου και της τρομοκρατικής πράξης ως ιδεολογία. Οι οποίοι, όντες φορτισμένοι, δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν τον ισχυρισμό ότι στόχος και μήνυμα της παράστασης ήταν η καταδίκη της βίας. Καταδικάζοντας την ίδια πριν την δουν, διότι απορρίπτουν εκ προοιμνίου και μετά βδελυγμίας την επιλογή και το σκεπτικό της. Κατανοητό και σεβαστό βεβαίως για την ιδιαίτερη κατηγορία επικριτών που ανήκουν σε οικογένειες θυμάτων, λόγω της εν θερμώ συναισθηματικής φόρτισης.

Ωστόσο η πλειοψηφία των επικριτών στέκεται ιδεολογικά και εν ψυχρώ απέναντι στην επιλογή με τα ίδια επιχειρήματα. Ότι είναι ανεπίτρεπτο έως ανίερο να προβάλλεται το έργο ενός καταδικασμένου τρομοκράτη και μάλιστα από κρατική σκηνή, συντηρούμενη με φόρους πολιτών. Είναι αλήθεια ότι το δίλημμα είναι σοβαρό και θα μπορούσε αυτό καθεαυτό να αποτελεί θέμα… θεατρικής παράστασης! Η οποία θα πραγματευόταν κορυφαία αξιακά ερωτήματα: Πού βρίσκονται τα όρια της τέχνης και ποιος τα ορίζει; Δικαιούται ή όχι ένας δολοφόνος να μετέχει δημόσια σε αυτήν; Το όποιο έργο του κρίνεται αντικειμενικά ή φέρει το στίγμα; Δικαιούται η τέχνη να πειραματίζεται με ακραίες επιλογές; Κινδυνεύουν οι αποδέκτες από αυτές; Πώς πρέπει να στέκεται απέναντι στο κοινό αίσθημα; Οφείλει ως έκφραση να ανθίσταται στους περιορισμούς;
Αυτά είναι τα καθοριστικά ηθικά ερωτήματα που ζητούν απάντηση εν προκειμένω. Το γεγονός ότι το κείμενο ενός στιγματισμένου μπορεί να φιλοξενηθεί στην πρώτη κρατική σκηνή ή σε οποιαδήποτε ιδιωτική, ουδόλως σχετίζεται με την ουσία της τέχνης καθεαυτής, καθώς η διεργασία επιλογής και το σκεπτικό είναι ίδια. Σχετίζεται όμως με τον συμβολισμό του κύρους και το επιχείρημα του πολίτη ότι «δεν θέλω να χρηματοδοτώ με τους φόρους μου παραγωγές που προβάλλουν έργο τρομοκρατών». Σε μια ιδιωτική παραγωγή, φυσικά θα υπήρχαν παρόμοιες αντιδράσεις (βλέπε «Χυτήριο»…) αλλά χωρίς το ανωτέρω επιχείρημα. Μόνο που καταρχήν, όταν ένα κρατικό θέατρο διαθέτει Πειραματική Σκηνή, έχει εξ ορισμού υποχρέωση να προβαίνει σε πειραματισμούς, σε αντισυμβατικές επιλογές ακόμα και στα όρια του… εξτρεμισμού από πρωτοποριακούς καλλιτέχνες. Αν δεν κάνει μια πειραματική σκηνή «ριψοκίνδυνες» κινήσεις με στόχο την εξέλιξη της θεατρικής τέχνης, ΠΟΙΟΣ θα το κάνει; Και βέβαια ΚΡΙΝΕΤΑΙ γι αυτές και λογοδοτεί δημόσια.

Επομένως το μείζον της υπόθεσης είναι αν δικαιούται ακόμα και ο πλέον ειδεχθής εγκληματίας, να έχει δημόσιο βήμα στην τέχνη – εν προκειμένω έμμεσα, και δευτερευόντως το «είδος» του βήματος. Κατά την ταπεινή μου άποψη, ΝΑΙ, ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ! ‘Οσο και οποιοσδήποτε από τον καθένα μας, είτε είναι άμεμπτος ως λευκή περιστερά, είτε ένοχος για πταίσμα, είτε εν δυνάμει ή καταδικασμένος εγκληματίας, είτε εν κρυπτώ ή εν φανερώ τρομοκράτης, είτε ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ! Η Τέχνη είναι ΔΗΜΟΣΙΟ αγαθό και αλίμονο αν καταρτίζει «λίστες εκλεκτών». Με ποια κριτήρια; Από ποιους ορισμένα; Η Τέχνη ΔΕΝ δικάζει, ούτε στιγματίζει, ούτε κατηγοριοποιεί, βάζοντας σφραγίδες και υψώνοντας φράγματα. Αν το κάνει θα ακυρωθεί. Η απεριόριστη ελευθερία που παρέχει αποτελεί θεμελιώδη αρχή και οποιοσδήποτε έξωθεν περιορισμός μεταλλάσσει το περιεχόμενο, την ουσία και το στόχο της. Μόνο οι «μύστες» δικαιούνται να ορίσουν δεσμεύσεις εκ των έσω με τα δικά τους κριτήρια.
Παρόλο που ΔΕΝ θα μάθουμε το περιεχόμενο, την ποιότητα ή την αξιοποίηση των γραπτών του Ξηρού μετά το κατέβασμα της παράστασης, είναι γεγονός ότι το φλέγον ζήτημα εδώ είναι η πρόκληση για μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης. Η οποία ΔΕΝ μπόρεσε να αποδεχθεί για έναν εκτελεστή της 17 Ν τη χρήση κειμένων του στο θέατρο και μάλιστα υπό τη σκέπη ενός κρατικού φορέα, καταλογίζοντας επιπλέον αυθαίρετα ότι με όχημα την τέχνη θα διακινηθεί ευρέως η τρομοκρατική ιδεολογία του και θα επιχειρηθεί η ηρωοποίησή του. Τα βαθιά ριζωμένα στερεότυπα της κοινής γνώμης ΔΕΝ μπόρεσαν να σπάσουν τα στεγανά της προκατάληψης και του συντηρητισμού και να ακούσουν με ανοιχτό μυαλό τα επιχειρήματα των δημιουργών της παράστασης, οι οποίοι μίλησαν σε όλους τους τόνους για ένα στόχο-μήνυμα «ΜΗ βίας», στον αντίποδα των τρομοκρατικών θεωριών. Περιμένοντας βεβαίως να κριθούν – με προκατάληψη ή όχι- για το αποτέλεσμα του παράτολμου πειραματισμού, ως Πειραματική Σκηνή.

Μόνο που η «κριτική»- χωρίς ΚΑΝ θέαση(!) μεταλλάχθηκε σε απειλή, αναγκάζοντας το Εθνικό να κατεβάσει την παράσταση. Γιατί η τρομοκρατία κάποιων «πολιτικά ορθών» ΞΕΠΕΡΝΑ τη συμβατική τρομοκρατία, καλυμμένη πίσω από εξευγενισμένα προσωπεία!Οι φανατικοί υπέρμαχοι της «νομιμοφροσύνης» που την υπερασπίζονται με… τρομοκρατικές/ φασιστικές μεθόδους, απροκάλυπτα ή ύπουλα, δεν αντιλαμβάνονται καν τα αυτονόητα! Πολύ δε περισσότερο ότι ΝΑΙ, το θέατρο ως πεδίο έκφρασης, κρατικό ή ιδιωτικό, είναι πάνω απ’ όλα ζωντανό βήμα δημόσιου διαλόγου και η «επικινδυνότητα» ενός θέματος κρίνεται ανοιχτά εκ του αποτελέσματος και όχι αυθαίρετα εκ των προτέρων, (κατά)δικάζοντας προθέσεις. Ότι ΝΑΙ, η Τέχνη μπορεί να γίνει ακραία, παράγοντας έργο ΚΑΙ από εφιάλτες! Εμπνεόμενη από τις πλέον σκοτεινές μορφές και χρησιμοποιώντας τα πλέον αιρετικά κείμενα σαν αυτά του Χίτλερ ή του Μπρέϊβικ, όχι για να τα ενστερνιστεί, αλλά για να τα καταρρίψει με τη δική της καταλυτική δύναμη!
Πλείστες παραστάσεις που καταπιάστηκαν με θέματα- ταμπού, θρησκευτικά, ιστορικά κλπ. ή με προσωπικότητες αμφιλεγόμενες έως διαστροφικές, έδωσαν εξαιρετικό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα και βαθύ ανθρωπιστικό μήνυμα, ανατρέποντας τις όποιες προσδοκίες/ προκαταλήψεις, έστω και αν δίχασαν! Άλλωστε ο προβληματισμός και το άνοιγμα του μυαλού ανήκουν στους κορυφαίους στόχους της τέχνης, κάτι που οι «νομοταγείς» προφανώς φοβούνται όπως… ο διάολος το λιβάνι! Η Τέχνη όσο και η Δημοκρατία δεν απειλούνται βεβαίως από κανέναν έγκλειστο, καταδικασμένο τρομοκράτη, αλλά αντίθετα από «δημοκράτες» που κυκλοφορούν ελεύθερα και επιβάλλουν απόψεις ή φιμώνουν την έκφραση με χρήση ΒΙΑΣ και ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. Όπως έκαναν με την παράσταση στο Χυτήριο, με το βιβλίο του Κουφοντίνα, το βιβλίο του Ανδρουλάκη, τα γραπτά του Καζαντζάκη… Θυμίζοντας τις πλέον αποτρόπαιες εποχές σκοταδισμού.
Υπό άλλες συνθήκες θα έκλεινα με το κλασικό «Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα» αναφορικά με την παράσταση, μόνο που εδώ αποδείχθηκε… «σάλτο μορτάλε», με ένα ακόμα βαρύτατο πλήγμα στην ήδη ελλειματική δημοκρατία. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και είμαι στη διάθεσή σας να το κουβεντιάσουμε…»
Φωτογραφικό υλικό