Από τη θεατρική στήλη «Στον παλμό των φουαγιέ» της Πίτσας Στασινοπούλου.
Περίεργος συνειρμός θα πει κάποιος και πώς κολλάνε τα δύο ετερόκλητα ονόματα στην ίδια πρόταση; Έλα όμως που οι αυτόματες διαδρομές του μυαλού δεν τιθασεύονται, ακολουθούν δικούς τους κώδικες και συνδέσεις, ερήμην του κατόχου… Άκουσα ας πούμε πρόσφατα τον Νταλάρα να κατακεραυνώνει συναδέλφους του τραγουδιστές που υποκύπτουν στο οικονομικό δέλεαρ της διαφήμισης – γεγονός που τον κατέστησε πέτρα του σκανδάλου για σειρά παρατράγουδων- και εντελώς αυθαίρετα το μυαλό χωρίς… την άδεια κανενός, έκανε «σύνδεση» με το παρελθόν και την περίπτωση του μεγάλου θεατρανθρώπου Κάρολου Κουν, καθώς είναι γνωστές τοις πάσι οι απόλυτες έως ακραίες απόψεις του περί «εμπορευματοποίησης» (με ή χωρίς εισαγωγικά) της τέχνης…
Όλοι ανεξαιρέτως οι απόφοιτοι του «Θεάτρου Τέχνης» που έτυχε να μαθητεύσουν δίπλα στον κορυφαίο σκηνοθέτη και μέντορα που άφησε εποχή με σπουδαίο θεατρικό έργο και ιστορικές παραστάσεις στο «Υπόγειο», όντες σήμερα μεγάλοι πρωταγωνιστές με ποιοτική διαδρομή στο χώρο, καταθέτουν εμπειρίες από εκείνη την εποχή της μαθητείας, άκρως ενδιαφέρουσες… Μιλούν για έναν εμπνευσμένο, ξεχωριστό, μοναδικής αξίας δημιουργό που κατάφερε, πέραν της τεχνικής να τους εμφυσήσει υψηλό καλλιτεχνικό όραμα, ενίοτε με μεθόδους «σκληρές» στα πλαίσια του πάθους του γι αυτό που υπηρετούσε με απόλυτη αυταπάρνηση, απαιτώντας ευλαβική πειθαρχία και όχι μόνο… καθώς οι δικοί του μαθητές όφειλαν να υπακούν σε μια σειρά αυστηρότατων περιορισμών- αποκλεισμών, με ποινή αποβολής σε περίπτωση παρασπονδίας, σύμφωνα με μαρτυρίες τους…
Ας πούμε στη σχολή του Κουν, ήταν απαγορευμένη δια ροπάλου η συμμετοχή σπουδαστών σε κινηματογραφικές ταινίες και κυρίως σε τηλεοπτικά σήριαλ, διότι σύμφωνα με τον ίδιο, κάτι τέτοιο μεταφραζόταν σε ποιοτική έκπτωση και «ξεστράτισμα» από την υψηλή αποστολή της θεατρικής τέχνης που διδάσκονταν οι μέλλοντες ηθοποιοί… Όσοι δειλά τόλμησαν να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους και να υποκύψουν πχ. στην σειρήνα της τηλεόρασης που τότε στο ξεκίνημά της αναζητούσε εναγωνίως πρόσωπα, απλά «έθεσαν εαυτόν» εκτός Θεάτρου Τέχνης, αναγκαζόμενοι να επιλέξουν αυστηρά μεταξύ των δύο, καθότι επρόκειτο για επιλογή που ο Κουν ΔΕΝ διαπραγματευόταν επουδενί… Κατά την προσωπική του θεώρηση, το θέατρο εκπροσωπούσε την πεμπτουσία των παραστατικών τεχνών και όσοι επέλεγαν να το υπηρετήσουν, όφειλαν απόλυτη, τυφλή αφοσίωση χωρίς κανένα περισπασμό σε «αλλότριους» χώρους, έστω και παρεμφερείς, όντες ταγμένοι αποκλειστικά στον υψηλό τους στόχο και μακριά από κάθε είδους παραπλανητική σειρήνα που πιθανότατα θα αλλοίωνε το αμιγές καλλιτεχνικό όραμα με τάσεις προβολής, ματαιοδοξίας, ευκολίας, πλουτισμού κλπ.
Δεν μιλάμε βέβαια για τον χώρο της διαφήμισης, που προφανώς για τα τότε δεδομένα της αυστηρής σχολής ισοδυναμούσε με ανίερη ιεροσυλία σε βαθμό κακουργήματος, με τον ιερόσυλο να μην τολμά υποθέτω να περάσει ούτε από το απέναντι πεζοδρόμιο, κινδυνεύοντας ανά πάσα στιγμή με δημόσια διαπόμπευση! Διότι αν για τη συμμετοχή σε ταινία ή σήριαλ υπήρχε τρόπον τινά το «ελαφρυντικό» (που δεν…) ότι πρόκειται για άσκηση της υποκριτικής τέχνης απλά σε διαφορετικό μέσο, για τη συμμετοχή σε διαφήμιση ως άσχετο με την υποκριτική τομέα με μόνο στόχο το χρήμα, όχι μόνο δεν υπήρχε το παραμικρό ελαφρυντικό, αλλά η μέγιστη κατακραυγή, ισοδύναμη με προδοσία- τουλάχιστον για την νοοτροπία του Θεάτρου Τέχνης με τις απαράβατες «κόκκινες γραμμές», όπου ακόμα και παρόμοια σκέψη ήταν αδιανόητη!
Διότι μιλάμε για εποχή με εμφανείς διαχωρισμούς και στεγανά σε όλα τα επίπεδα, κοινωνικά, καλλιτεχνικά, ιδεολογικά, πολιτικά κλπ., που αδυνατεί να κατανοήσει ο θιασώτης του σημερινού αχταρμά, έστω κι αν επρόκειτο για νόμισμα με διπλή όψη… Γεγονός είναι ότι οι ιδεολογικές ή ταξικές διαφορές, οι κοινωνικοί ρόλοι, τα ποικίλα στερεότυπα, οι ευκρινείς ταμπέλες, τα δόγματα κλπ. ήταν ξεκάθαρα στη θέση τους οριοθετώντας συγκεκριμένες «περιοχές» με σαφήνεια… όπου ας πούμε οι έννοιες του «λαϊκού» και «ελαφρού» ή «συντηρητικού» και «προοδευτικού» ή «κλασικού» και «μοντέρνου» ή «εμπορικού» και «ποιοτικού» ήταν απόλυτα διαχωρισμένες χωρίς καμιά πιθανότητα ή πρόθεση να συγκλίνουν… Δύο διαφορετικοί κόσμοι με στεγανά απαράβατα, όπου οποιαδήποτε «μείξη» μεταφραζόταν σε μπαστάρδεμα με την αρνητική χροιά μιας «μιαρής», μη αποδεκτής πράξης… Λογικό λοιπόν στις τότε συνθήκες η στενή οπτική να υπαγόρευε ανάλογους περιορισμούς, με στόχο να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα (εν προκειμένω) της ποιοτικής θεατρικής τέχνης που πρέσβευε με «ευλάβεια» το θέατρο του Κουν…
Ερχόμενη στο σήμερα που βέβαια τα δεδομένα έχουν ανατραπεί εκ βάθρων και ακούγοντας τον Νταλάρα με τη βαριά ιστορία στο ελληνικό τραγούδι, να καταδικάζει καλλιτέχνες που εκμεταλλεύονται τη δημοφιλία τους διαφημίζοντας άσχετα προϊόντα προκειμένου να εξασφαλίσουν παραπάνω χρήμα και προβολή, βρίσκω λογικό που το μυαλό μου έκανε αυθόρμητα συνειρμό με την περίπτωση του Κουν, καθώς εντοπίζω κοινή βάση στο σκεπτικό των δύο, άσχετα αν πρόκειται για διαφορετικούς χώρους, εποχές ή μεγέθη… Διότι η ουσία είναι ίδια και αφορά στον ευτελισμό της τέχνης, με τον τρόπο που τον εννοεί ή τον εκφράζει ο καθένας και είμαι βέβαιη ότι αν ζούσε ο Κουν και τον άκουγε, θα του έσφιγγε νοερά το χέρι συμφωνώντας απόλυτα με τη θέση του, έστω κι αν οι εποχές έφεραν τα πάνω- κάτω ανατρέποντας παλιά κατεστημένα ή στερεοτυπικές αντιλήψεις και διαμορφώνοντας νέες, ενίοτε πιο άκαμπτες…
Ο Κουν στον χώρο που όριζε ως «απόλυτος άρχων» με το κύρος και τη βαρύτητα του καταξιωμένου έργου του, είχε τη δυνατότητα να επιβάλλει απαγορεύσεις όταν έκρινε ότι οι «έξωθεν παρεμβάσεις» θα αλλοτρίωναν το πνεύμα της θεατρικής διδασκαλίας του και τα ιδανικά που φιλοδοξούσε να εμπνεύσει στην εκάστοτε θεατρική γενιά… γεγονός που, παρά τη «σκληρότητά» του για όσους το υπέστησαν, εντούτοις κατά κοινή ομολογία τον δικαίωσε πανηγυρικά, τροφοδοτώντας το θέατρο με σπουδαίους θεατρίνους σήμερα, που υπηρέτησαν την τέχνη τους με αξίες και ήθος, που διέγραψαν εξαιρετικές πορείες με εκλεκτές επιλογές, που ξεχωρίζουν μέσα στο συνάφι για την καλλιέργειά τους, που μιλούν για τον δάσκαλο με ανυπόκριτο θαυμασμό όσο κι αν τότε τους «ζόριζε», θεωρώντας σπάνιο εύσημο την μαθητεία τους δίπλα του κι αναγνωρίζοντας τα τεράστια πνευματικά, ηθικά, καλλιτεχνικά οφέλη που αποκόμισαν από τη «σκληρή» στάση ενός ασυμβίβαστου με απαράβατες αρχές…
Ο Νταλάρας από την άλλη, με το κύρος ενός σπουδαίου ερμηνευτή ταγμένου εμμονικά στην τέχνη του,που η φωνή του σφράγισε τα μεγαλύτερα διαμάντια της εγχώριας δισκογραφίας και η πορεία του σημαδεύτηκε από κορυφαίες συνεργασίες με όλη την αφρόκρεμα των δημιουργών, έρχεται σήμερα να εκφράσει την έντονη αντίθεσή του σε ένα φαινόμενο που θεωρεί εκφυλιστικό για τον καλλιτέχνη, βλέποντας να εκχωρεί τη δημοφιλία του έναντι αδρής αμοιβής στη διαφήμιση λογής προϊόντων, αποκαλώντας την επιλογή «καραγκιοζιλίκι»… Άσχετα αν καταφεύγουν σε αυτήν πολλοί διάσημοι, είτε από απληστία καθώς το δέλεαρ του χρήματος είναι μεγάλο, είτε από οικονομική ανάγκη, για κάποιους σαν τον σημερινό Νταλάρα ή τον παλιότερο Κουν, δεν παύει να σηματοδοτεί ευτελισμό, εμπορευματοποίηση, έκπτωση αξιών για την υπόσταση του αυθεντικού καλλιτέχνη… αυτού που αντιμετωπίζει την Τέχνη του με τον σεβασμό που αρμόζει σε μια ανώτερη, πνευματική αποστολή και την κρατά αλώβητη από αγοραίες πρακτικές, ακόμη και με θυσίες, όπως απέδειξαν τα «μεγάλα μεγέθη», που χαρακτηρίστηκαν ως τέτοια όχι μόνο χάρη στο ταλέντο, αλλά κυρίως χάρη στο ήθος! Η καραμέλα ότι «άλλαξαν οι εποχές» ως μια υπαρκτή πραγματικότητα και φυσική νομοτέλεια, προφανώς ΔΕΝ μας στερεί το δικαίωμα της σύγκρισης με το παρελθόν, ούτε μας υποχρεώνει να δεχθούμε άκριτα όλες τις αλλαγές συλλήβδην, ντε και καλά ως «πρόοδο»! Κι όσο για τους διαφωνούντες κυνικούς «προοδευτικούληδες», απλά θεωρώ την αντίθεσή τους… τίτλο τιμής!