Από τη μακροβιότερη θεατρική στήλη της “Κ”, «Στον παλμό των φουαγιέ» της Πίτσας Στασινοπούλου.
Πολλές φορές έχει τεθεί δημόσια ή θέτουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας ένα κρίσιμο ερώτημα ηθικής φύσης, όσον αφορά καλλιτέχνες που θαυμάζουμε το έργο τους: «κατά πόσο είναι δυνατό (και θεμιτό) να επηρεάζεται ο θαυμασμός μας για το ταλέντο και το καλλιτεχνικό έργο κάποιου δημιουργού, από τον χαρακτήρα του, το ήθος, τη στάση ζωής, τη δημόσια εικόνα του;;» Εν ολίγοις το ταλέντο και η προσωπικότητα ενός καλλιτέχνη οφείλουν να είναι δύο ξεχωριστές παράμετροι που δεν πρέπει να συγχέονται;; Γιατί να αφορά τον αποδέκτη ενός έργου με αυθεντική καλλιτεχνική αξία, το όποιο ποιόν του δημιουργού του;; Και από την άλλη, είναι δυνατόν να υποκλίνεσαι σε ένα αντικειμενικά αναγνωρισμένο ταλέντο όταν μαθαίνεις ότι ο κάτοχός του είναι… κάθαρμα;; Ο θαυμασμός που έτρεφες είναι δυνατόν να μείνει ανεπηρέαστος συνεχίζοντας να τον στηρίζεις με την ίδια ζέση;;
Ίσως για κάποιους οι απαντήσεις είναι δύσκολη «πίστα», ωστόσο προσωπικά δεν αντιμετωπίζω επί του θέματος δίλημμα, καθότι η θέση μου είναι ξεκάθαρη… Σαφώς δεν θα καταργήσω αντικειμενικά ούτε το υπαρκτό ταλέντο, ούτε την αναγνωρισμένη αξία, αλλά όταν ο καλλιτέχνης με τη στάση ζωής του αποδεικνύεται κατώτερος του έργου του έως και κάθαρμα, είναι αδύνατο να μην επηρεαστούν αρνητικά και ενίοτε απωθητικά το συναίσθημα, η κρίση, η αποδοχή μου! Είναι αδύνατο να τον ξαναδώ με τα πρώην αθώα μάτια ή να συνεχίσω να τον χειροκροτώ παριστάνοντας την ανίδεη, καθώς θεωρώ ότι ο καλλιτέχνης που εκτίθεται δημόσια μοιραία λειτουργεί ως πρότυπο και μάλιστα ο ταλαντούχος με την ευρύτερη αποδοχή ως ισχυρότερο πρότυπο, που σημαίνει μαζική επιρροή ως συνολική προσωπικότητα και ΟΧΙ μόνο ταλέντο! Όταν τα δείγματα ήθους εκτός σκηνής είναι άθλια, όση λάμψη κι αν διαθέτει εντός αυτής είναι αφύσικο να μην την αμαυρώσουν, περιμένοντας ότι ο θεατής θα απομονώσει το ένα από το άλλο, σαν να πρόκειται για δύο ξέχωρα πρόσωπα ή ένα παθολογικά διχασμένο άτομο με ακραία φωτεινές και σκοτεινές πλευρές που αναπόφευκτα αλληλεπιδρούν κι όταν επικρατεί το σκοτάδι τί να το κάνω το φως;;
Οι παραπάνω πάγιες σκέψεις ήρθαν πρόσφατα στο προσκήνιο μόλις έπεσα τυχαία σε ανάρτηση του Θανάση Τριαρίδη… ενός καταξιωμένου συγγραφέα στον θεατρικό χώρο και όχι μόνο, που εκτιμώ και θαυμάζω απεριόριστα, θεωρώντας τον μία από τις πλέον χαρισματικές σύγχρονες πέννες και έχοντας απολαύσει με όλη τη σημασία του όρου τις πνευματικές δημιουργίες του σε πληθώρα παραστάσεων όπως «Μέγκελε», «Lebensraum», «Οιδίνους», «Ζυκλον ή το Πεπρωμένο», «Football», «Το Μαιευτήριο», «Το Πλυντήριο», «Leopold ή κόβοντας τα δάχτυλα του κοινού», «Η μουγκή καμπάνα» κλπ… Έργα ψαγμένα σε βάθος σαν ευφυή εγκεφαλικά παιχνίδια, απρόβλεπτα, ανατρεπτικά, με μοναδική δύναμη περιεχομένου, ικανά να «μετακινούν» κυρίως το μυαλό του θεατή, ξεβολεύοντάς τον από βολικά στερεότυπα, αφυπνίζοντας την κοινωνική του συνείδηση, προκαλώντας του επώδυνους προβληματισμούς, διεγείροντας την κρίση του επί της ουσίας για όσα καίνε τον σύγχρονο άνθρωπο… Δεδομένης δε της ευρύτατης αποδοχής του, προφανώς η εκτίμηση δεν είναι προσωπική αλλά καθολική, γεγονός που εξηγεί το συνεχές, επαναλαμβανόμενο ανέβασμα των έργων του- κλασικών πλέον- σε σκηνές ανά την επικράτεια, πάντα με εγγυημένη επιτυχία, τόσο καλλιτεχνική, όσο και εμπορική…
Στην εν λόγω λοιπόν ανάρτησή του, πληροφορήθηκα καταρχάς ότι τη φετινή σεζόν 2025-2026, προγραμματίζονται να παιχτούν στην Ελλάδα 31 (!) παραστάσεις με δικά του έργα, κάποιες περσινές επαναλήψεις και οι περισσότερες καινούργιες φετινές, χωρίς να περιλαμβάνονται στη λίστα σχέδια που δεν έχουν οριστικοποιηθεί ή όσα σχεδιάζονται εκτός Ελλάδας σε ξένες γλώσσες… Από τις 31 παραστάσεις για τις οποίες ενημερώθηκε ο συγγραφέας, οι 14 θα πραγματοποιηθούν στην Αθήνα, οι 5 στη Θεσσαλονίκη και οι 12 σε άλλες ελληνικές πόλεις… Ωστόσο το εντυπωσιακό δεν είναι τα νούμερα- παρότι πρόκειται για σπάνιο ρεκόρ που αμφιβάλλω αν κατέχει άλλος συγγραφέας– αλλά τα λόγια του ίδιου που συνοδεύουν την ανακοίνωση και επιβάλλεται να μεταφερθούν αυτούσια για να μην αλλοιωθεί ούτε «και» από την αξία τους:
«Είμαι βαθύτατα ευγνώμων προς όλους τους ανθρώπους του θεάτρου που δίνουν τον χρόνο τους και την ψυχή τους δουλεύοντας στα κείμενα μου. Τους λογαριάζω ως συνοδοιπόρους σε μία κοινή προσπάθεια. Όσο μπορώ θα τιμήσω και θα στηρίξω την πίστη τους στα γραπτά μου. Κανένας δεν μου χρωστά να ανεβάζει τα έργα μου. Και ξέρω πως δεν θα συμβαίνει για πάντα αυτό.Δεν γράφω θεατρικό έργα για να βγάλω χρήματα (τα οποία περιφρονώ) ή για να πουλήσω εξουσία (την οποία επίσης περιφρονώ). Ούτε για να κερδίσω οποιανδήποτε «αναγνώριση» – πλέον ξέρω καλά «τι κούφια λόγια ήτανε αυτές οι βασιλείες». Γράφω κείμενα που φιλοδοξούν να γίνουν ένα όχημα μέσα από το οποίο θα συναντηθούμε με άλλους ανθρώπους και θα παλέψουμε, όλοι μαζί, να σχηματίσουμε ένα ηθικό οδόφραγμα. Ένα οδόφραγμα για να αντισταθούμε στην ελαύνουσα απανθρωπιά της Δύσης, στο επερχόμενο Ολοκαύτωμα που οι χορτάτοι ετοιμάζουν για τους πεινασμένους, στην εφιαλτική βεβαιότητα των προνομιούχων που θεωρούν πως οι φτωχοί είναι η κοπριά της ευτυχίας τους. Αν δεν σχηματίσουμε αυτό το πνευματικό οδόφραγμα, θα είμαστε ηθικά νεκροί Για αυτό (και για αυτούς) γράφω».
Για να προσθέσει στο τέλος της εξαιρετικής ανάρτησης από έναν σπουδαίο δημιουργό που δεν μάσησε ποτέ τα λόγια του, το κάτωθι υστερόγραφο που μέσα σε 5-6 σειρές συμπυκνώνει το μοναδικό ήθος ενός σπάνιου πνευματικού ανθρώπου: «ΥΓ. Στη φωτογραφία της ανάρτησης: Εγώ με το μικρόφωνο του ξεναγού στο Αμάλφι. Ως γνωστόν, δωρίζω τα έργα μου σε όποιον μου τα ζητά και αρνούμαι να εισπράξω δικαιώματα για λόγους ιδεολογικούς. Οπότε εργάζομαι σκληρότατα κάνοντας πολιτισμικές εκδρομές και σεμινάρια – ακριβώς για να μπορώ να δωρίζω τα έργα μου σε όποιον μου τα ζητά δίχως να παίρνω ούτε ένα ευρώ από τα συγγραφικά δικαιώματα.»Αυτό από έναν άκρως επιτυχημένο συγγραφέα τεράστιας εμβέλειας, που θα μπορούσε βεβαίως να επαναπαυθείανετότατα στις δάφνες του, αν δεν υπήρχαν στη μέση εκείνοι οι… «ιδεολογικοί λόγοι» που του υπαγορεύουν να χαρίζει αντί να πουλά, να αρνείται βραβεία αντί να τα επιζητά, να συγκρούεται αντί να χαϊδεύει, να περιφρονεί εξουσίες αντί να χαριεντίζεται μαζί τους, να δουλεύει σκληρά αντί να απολαμβάνει τα παχυλά οφέλη της δόξας του… κι όλα τούτα για να εξασφαλίσει την πολύτιμη ανεξαρτησία ενός ελεύθερου πνεύματος, αποδεικνύοντας ότι οι αξίες που πραγματεύεται στα έργα του ΔΕΝ είναι θεωρητικές φιλολογίες αλλά έμπρακτη στάση ζωής! Πώς να μην υποκλιθεί κανείς σε έναν δημιουργό που το σπουδαίο έργο του ταυτίζεται με το σπουδαίο ήθος του, όταν η εν λόγω ταύτιση μοιάζει με σταγόνα σε ωκεανό ευτέλειας… Τα σέβη μας Κύριε Τριαρίδη!
Φωτογραφίες: Διαδίκτυο