Γράφει ο ηθοποιός Γιάννης Κυφωνίδης.
Δεν έχει πολύ καιρό που φίλοι από την Περιφέρεια μου μίλησαν για τη συγγραφέα Μίκα Μαυρογιάννη που επιμένει να ζει εκτός Αθηνών και Θεσσαλονίκης, καθώς ζει και δραστηριοποιείται στο Βόλο και καλά κάνει. Καλά κάνει γιατί η Περιφέρεια έχει ανάγκη τις αναπτυξιακές και δημιουργικές της δυνάμεις, γιατί όλη την Ελλάδα τη συμφέρει να εξελίσσονται όλα τα περιφερειακά και επαρχιακά (ζητώ συγνώμη για τη χρήση του ξεπερασμένου αυτού όρου) κέντρα!!!
Η Μίκα Μαυρογιάννη έχει αυτή την ακαταμάχητη γοητεία της ροής του λόγου, της ασυγκράτητης πένας.
Κι εάν αναγνώσει κανείς τα κείμενά της, τα βιβλία της, όχι μόνο μία φορά, τότε αντιλαμβάνεται πως είναι μία κατηγορία από μόνη της. Γιατί;
Μα γιατί σελίδα τη σελίδα νιώθεις πως τα γραφόμενά της θα μπορούσαν να εμπνεύσουν ένα δραματουργό, έναν μυθοπλάστη, να γράψει παράλληλα ένα τηλεοπτικό σενάριο και ένα θεατρικό έργο βασισμένο στα βιβλία της.
Πολλές φορές αναρωτήθηκα εάν η τηλεόραση θα μπορούσε να “δανείσει” στοιχεία στο θέατρο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η σκηνοθεσία και οι ερμηνείες θα είναι “τηλεοπτικές”.
Και δεν το αναρωτήθηκα μόνο, αλλά σκέφτηκα πως κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαν να συναντηθούν τηλεόραση και θέατρο δημιουργικά και εποικοδομητικά.
Και δεν εννοώ με τον τρόπο που ορισμένες και ορισμένοι στήνουν σκηνοθετικά ή ερμηνευτικά τις παραστάσεις τους, εκμεταλλευόμενες και εκμεταλλευόμενοι την τηλεοπτική τους παρουσία ή και επιτυχία.
Εννοώ πως οι καλές στιγμές της τηλεόρασης, η καλλιτεχνική χρήση της τηλεόρασης “επί τούτου” ως “άποψη” και όχι “κατά τύχη” ή “από ανάγκη” θα μπορούσαν να εμπνεύσουν όντως ορισμένες θεατρικές παραγωγές.

Τόσο ο “Έρωτας στη Νεροσπηλιά”, όσο και ο “Έρωτας και Θάνατος” είναι πηγές έμπνευσης για ένα επικού τύπου τηλεοπτικό σήριαλ που τελικά καταλήγει σε μία μεγάλη θεατρική σκηνή, με τη συμβολή ενός μεγάλου θεατρικού παραγωγού.
Αλλά επειδή σύμφωνα με πληροφορίες η συγγραφέας ετοιμάζεται για νέο χτύπημα , τότε καλό είναι όλες και όλοι να αναμένουν και το βιβλίο που κυοφορείται, ώστε η μυθιστορηματική τριλογία να διασκευαστεί σε ένα μεγάλο θεατρικό έργο, σα να παρακολουθεί κανείς μέσα στη διάρκεια μίας ενιαίας παράστασης ένα τύπου “θεατρικό σήριαλ”.
Πρόσφατα και ενώπιον ενός μεγάλου ακροατηρίου η συγγραφέας παρουσίασε το βιβλίο της “Έρωτας και Θάνατος” (Εκδόσεις Όστρια) στην πόλη των Σερρών , ενώ τον Απρίλιο αναμένεται να το παρουσιάσει στη Θεσσαλονίκη.
Μα ποιά είναι η Μίκα Μαυρογιάννη που θα μπορούσε κανείς με “θράσος” να τη χαρακτηρίσει ένα μείγμα “Τζάκι Κόλλινς” και “Μαίρη Ζίμερμαν” της Ελλάδας;
Η Μίκα Μαυρογιάννη, το γένος Ζιάκα, γεννήθηκε στη Λαμία. Ποτέ δεν έθεσε ως στόχο να γίνει συγγραφέας, είχε όμως πάντα μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την ανάγνωση.
Δραστηριοποιήθηκε στον τομέα των επιχειρήσεων από εμπορικό δαιμόνιο, αλλά ποτέ δεν ήταν αυτό που πραγματικά ήθελε να κάνει.
Με το πλήρωμα του χρόνου η αγάπη της για την ανάγνωση μετεξελίσσεται σε πάθος για τη συγγραφή και την ποίηση.
Το 1994, υποτάσσεται στην ακατανίκητη επιθυμία της και με πλοηγό την πένα της, αφήνεται να ταξιδέψει στις θάλασσες του δημιουργικού νου, χωρίς όρια.
Το βιβλίο με τίτλο “Το Ποτέ Είναι Χρόνος Πολύς” ήταν το πρώτο συγγραφικό της έργο και ολοκληρώθηκε στα μέσα του 2013.
Περί τα τέλη του 2013, εμπνέεται από μια αληθινή ιστορία, από εκείνες που σηματοδοτούν τη θλιμμένη πλευρά της ζωής και γράφει το δεύτερο βιβλίο της, με τίτλο: “Μια καταδίκη…δίχως μια δίκη…”.
Το βραβευμένο ποίημα της, με τίτλο “Ούτε πανί… Ούτε στεριά” το 2009, απέσπασε το Β’ Βραβείο καλύτερου ποιήματος, της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Και από εκεί κι έπειτα όλα πήραν το δρόμο τους, ακόμη πιο δυναμικά…!!!
Με αφορμή την πένα και τη γραφή της Μίκας Μαυρογιάννη, που κρίνεται από όλες και όλους υγιώς υποκειμενικά, ας εμπνευστούν οι θεατρικοί παραγωγοί όχι μόνο από τα κλασικά ή πειραματικά και νεωτεριστικά κείμενα, αλλά και από τα λεγόμενα “ενδιάμεσα”.
Ας κάνουν μία προσπάθεια να βρουν χρήματα ή τρόπους να στηρίξουν το όραμα ενός συγγραφέα ή σκηνοθέτη.
Υ.Γ: Ακόμη και ένα τύπου “Βίπερ Νόρα” θα είχε ενδιαφέρον, υπό προϋποθέσεις και συνθήκες , να διασκευαστεί σε θεατρικό κείμενο και να παρουσιαστεί στο θέατρο…αρκεί ο δραματουργός και ο σκηνοθέτης να “ενδυθούν” το κοστούμι του “σκαπανέα”.
Φωτογραφικό υλικό