«ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΟΥ ΓΙΑΤΡΟΥ» στη… BURLESQUEεκδοχή που ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕ. ΕΙΔΑΜΕ & ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΜΕ…
Η ιδέα θεατρικών παραστάσεων σε μπαράκια, εκ πρώτης όψεως, κάθε άλλο παρά κακή είναι. Όπου σε μια χαλαρή ατμόσφαιρα και παρέα με το ποτό σου, σου δίνεται παράλληλα η δυνατότητα να απολαύσεις τη θεατρική τέχνη. Αρκεί να υπάρχουν κάποιες στοιχειώδεις προϋποθέσεις. Ας πούμε ο κατάλληλος «σκηνικός» χώρος, η επιλογή και το στήσιμο του έργου, η απρόσκοπτη θέαση των θαμώνων- θεατών… Ας δούμε τί από αυτά συναντήσαμε στο Burlesque, παρακολουθώντας την 45λεπτη παράσταση «Το καθήκον του γιατρού» του Λουϊτζι Πιραντέλλο σε σκηνοθεσία Κ. Σκιπητάρη και με τη συμμετοχή 7 ερασιτεχνών ηθοποιών και ενός μουσικού- βιολιστή. Μετά το σερβίρισμα των ποτών, ο σκηνοθέτης και ιδιοκτήτης του χώρου πήρε το λόγο καλωσορίζοντάς μας, τονίζοντας με έμφαση τη συνέπεια στην ώρα έναρξης (και μπράβο!), αναφέροντας παράλληλα αρκετά για τον συγγραφέα Πιραντέλλο και τα έργα του.
Μιλώντας για το συγκεκριμένο, «Το καθήκον του γιατρού», πρόκειται για ένα δράμα πολλαπλών επιπέδων που πραγματεύεται τη μοιχεία, ένα φονικό, τις τύψεις, την απόδοση δικαιοσύνης, τη συνειδησιακή σύγκρουση ενός γιατρού. Ο μοιχός, ευρισκόμενος σε άμυνα σκοτώνει τον απατημένο σύζυγο και οδηγούμενος από τύψεις επιχειρεί να αυτοκτονήσει ανεπιτυχώς. Δίπλα του η στωική σύζυγος τον συγχωρεί και περιμένει καρτερικά να αναρρώσει ώστε να παραδοθεί μοιραία στη δικαιοσύνη… Εν προκειμένω, τον τελευταίο λόγο έχει ο γιατρός, καθώς αυτός θα κρίνει πότε ο ασθενής είναι έτοιμος για παράδοση. Μόνο που θα αντιμετωπίσει το τραγικό ξέσπασμά του με επιχείρημα «γιατί με συντηρείς σε μια ζωή που θα περάσω εξευτελισμένος στη φυλακή;»- γεγονός που τον κάνει να αναθεωρήσει την ουσία του καθήκοντός του, τα όρια μεταξύ ζωής, θανάτου και αξιοπρέπειας, λίγο πριν το τραγικό φινάλε… Ένα έργο που «επεκτάθηκε» (πόσο;) δίνοντας συναισθηματισμό μεν, αλλά και «χάσματα» σε επίπεδο κοινής λογικής.
Ας δούμε ποια ήταν αυτά που μας απογοήτευσαν (-) στην ιδιαίτερη παράσταση:
– Καταρχήν ο σκηνικός χώρος, όπου μια γωνιά του μαγαζιού διαμορφώθηκε σε σκηνή-μινιατούρα, με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να στριμώχνονται απελπιστικά, να σκοντάφτουν σχεδόν ο ένας πάνω στον άλλο και η δράση να μην μπορεί να ανασάνει! Μια έκταση κατάλληλη για ένα, το πολύ δύο άτομα, φιλοξένησε 7 με συνθήκες ασφυκτικές σε βάρος της θεατρικής απόδοσης.
– Το δεύτερο σημαντικό που αφαίρεσε από ένα κλασικό έργο όλη τη δυναμική του, ήταν ο έκδηλος ερασιτεχνισμός των ηθοποιών, παρά το σεβασμό και επιείκειά μας στους εραστές της τέχνης. Τους οποίους δεν κρίνουμε φυσικά με βάση τους επαγγελματίες, αλλά με αντίστοιχους ερασιτέχνες που συχνά έχουμε θαυμάσει επί σκηνής. Διότι εν προκειμένω, διασώθηκαν επιεικώς μόνο δύο νεαρές κοπέλες, η σχετικά ισορροπημένη σύζυγος του μοιχού και η λιγομίλητη αλλά πειστική οικονόμος, ενώ όλοι οι υπόλοιποι χάθηκαν μέσα στην αδεξιότητα, τον στόμφο, την έλλειψη έκφρασης και συναισθήματος, την υπερβολή… Με ανέκφραστες, επίπεδες ή άστοχα τραβηγμένες ερμηνείες επιπέδου σχολικής παράστασης, ο γιατρός, η δικηγόρος, η πεθερά, ο φύλακας, ακόμα και ο ασθενής – παρότι διαθέτει καλή βάση και το πάλεψε έντιμα, αλλά…
– … αλλά εδώ, θα έπρεπε να έχει σημαντικό ρόλο η σκηνοθεσία, καθοδηγώντας τους με αίσθηση τουλάχιστον του μέτρου και της αληθοφάνειας, αποφεύγοντας κραυγαλέα λάθη. Διότι δεν είναι δυνατόν π.χ. ο ασθενής να ψυχορραγεί, να βγάζει με κόπο την ανάσα και την ίδια στιγμή να κραυγάζει σαν σε… διαδήλωση! Δεν είναι δυνατόν ο γιατρός να βιώνει τεράστια εσωτερική σύγκρουση και να την αποδίδει σαν… ιατρική γνωμάτευση! Δεν είναι δυνατόν η (υποτίθεται) συμπάσχουσα φίλη- δικηγόρος, αντί να μιλά ανθρώπινα, να βγάζει λόγο με ύφος και στόμφο… υποψήφιου πολιτικού! Λάθη που παρά τον ερασιτεχνισμό, με στοιχειώδη «διδασκαλία» θα μπορούσαν έστω να εξομαλυνθούν.
Όσο για τη ροή και το στήσιμο της παράστασης στο… αδιαχώρητο της μικροσκοπικής σκηνής, δεν υπήρχαν βεβαίως δυνατότητες για κάτι περισσότερο από τα απαραίτητα «μπες-βγες» και «σήκω- κάτσε» σε απόσταση αναπνοής, σε μια συμβατική και επίπεδη σκηνοθεσία. Ωστόσο βρήκαμε ατμοσφαιρική τη ζωντανή μουσική υπόκρουση σε όλη τη διάρκεια από παίξιμο βιολιού και ευρηματικές τις αλλαγές σκηνών, με τον βιολιστή να εμφανίζεται παίζοντας, τα φώτα να σβήνουν και οι ηθοποιοί να «παγώνουν». Κρίμα που η έμπνευση περιορίστηκε αποκλειστικά σε αυτό…
– Ένα επιπλέον στοιχείο που απογοήτευσε τους θεατές- εκτός από τους καθήμενους στην πρώτη σειρά- ήταν η σχεδόν αδύνατη θέαση. Διότι όταν σκηνή και θεατές παραταγμένοι σε σειρές, βρίσκονται όλοι στο ίδιο επίπεδο, δεν χρειάζεται πολλή σκέψη για να αντιληφθείς ότι πέραν της πρώτης σειράς, οι υπόλοιποι βλέπουν κατά βάση… κεφάλια κι ανάμεσά τους αποσπάσματα του δρώμενου, αναγκαζόμενοι να στρίβουν, να τεντώνονται, να γέρνουν μήπως και δουν κάτι παραπάνω που δεν… Ατυχής χωροταξία που ουδόλως προσφέρεται για παρόμοιο εγχείρημα.
Ωστόσο, για να μετριάσουμε τις αρνητικές εντυπώσεις, θα αναφέρουμε ότι παρά το μικροσκοπικό της σκηνούλας, το σκηνικό της (σαν κουκλόσπιτο) ήταν καλαίσθητο, πειστικό, ατμοσφαιρικό και τα κοστούμια ταιριαστά και καλοβαλμένα. Όσο για τον λαλίστατο, επικοινωνιακό Κ. Σκιπητάρη, δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει και μετά το πέρας της παράστασης τους θεατές και όλους τους συντελεστές, ενημερώνοντας μας για τη μελλοντική θεατρική πορεία του Burlesque, με έμφαση σε κλασικά έργα. Ουδεμία αντίρρηση και επικροτούμε, αρκεί οι όποιες επιλογές να μην κακοπέσουν από ακατέργαστο ερασιτεχνισμό και ακατάλληλες συνθήκες παράστασης/ θέασης… Όπως και να το κάνουμε, δεν πρόκειται για λεπτομέρειες, αλλά για το Α και το Ω!
.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
3 στα 10
ΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό